Η οικογενειοκρατία και ο
νεποτισμός είναι δύο αρνητικά φαινόμενα της ελληνικής πολιτικής ζωής, οι ρίζες
των οποίων ανάγονται στα πρώτα ακόμα χρόνια του ελληνικού κοινοβουλευτικού
βίου. Άλλες φορές εκδηλώνονται με την κληροδότηση αξιωμάτων (βουλευτικό, κομματικό,
υπουργικό, ακόμη και πρωθυπουργικό) και άλλοτε με το διορισμό συγγενικών
προσώπων σε θέσεις ευθύνης με παχυλό μισθό.
Βέβαια, για να είμαστε ειλικρινείς,
κατά την ελληνική νοοτροπία το να είναι κάποιος στενός συγγενής ενός ισχυρού
πολιτικού προσώπου αποτελεί από μόνο του ένα ισχυρό ατού στο βιογραφικό του,
ώστε δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε ότι ο αδελφός π.χ. ενός οποιουδήποτε Έλληνα
- ή ακόμα και ξένου - πρωθυπουργού θα μπορούσε να ζει φτωχός και να
ταλαιπωρείται από την ανεργία. Η λογική λέει ότι σε μια τέτοια περίπτωση δεν
χρειάζεται η μεσολάβηση του όποιου πρωθυπουργού, για να προσληφθεί ο αδελφός
του σε μια καλή και υψηλά αμειβόμενη θέση εργασίας, πάντα όμως υπάρχουν και οι
εξαιρέσεις. Μια τέτοια εξαίρεση ήταν η
περίπτωση του Γεώργιου Πλαστήρα, ο οποίος αναζητούσε μια οποιαδήποτε δουλειά,
την περίοδο που ο αδερφός του, ο απόμαχος στρατιωτικός Νικόλαος Πλαστήρας, ήταν
πρωθυπουργός της Ελλάδας!