28 Νοεμβρίου 2011

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΠΑΡΑΣΧΟΣ: Ο ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΣ "ΕΘΝΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ" ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ (ανανεωμένο)


Κάνοντας απολογισμό της χρονιάς που τελείωνε, στις 31 Δεκεμβρίου 1895, η εφημερίδα ΣΚΡΙΠ αναφέρεται μεταξύ άλλων και στον «θάνατον του εθνικού ποιητού Αχιλλέως Παράσχου συμβάντα την 26 Ιανουαρίου. Απώλεια μεγάλη της Ελληνικής φιλολογίας δι’ ην δεν απεζημιώθη με όλην την φιλολογικήν παραγωγήν του 1895». Ο χαρακτηρισμός του ως «εθνικού ποιητή» προφανώς και δε συμβαδίζει με την πραγματική, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, λογοτεχνική αξία ενός εκ των κυριοτέρων εκπροσώπων του αθηναϊκού ρομαντισμού, ο οποίος σταδιακά περιέπεσε σε λήθη, τα ποιήματά του χλευάστηκαν και εν τέλει απαξιώθηκαν. 

Σε μια κοινωνία χωρίς ιδιαίτερη λογοτεχνική παιδεία, μακριά από τα Επτάνησα που αποτελούσαν το σημαντικότερο λογοτεχνικό φάρο του Ελληνισμού στο μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα, ο Αχιλλέας Παράσχος τοποθετούνταν στο ίδιο επίπεδο με τον Διονύσιο Σολωμό και ενέπνευσε πολλούς, ίσως γιατί αποτελούσε φωνή που εξέφραζε το κοινό αίσθημα, τις επιθυμίες και τη διάθεση της εποχής. Ακόμη και ο Κωστής Παλαμάς παραδεχόταν το νεανικό του θαυμασμό προς τον Αχιλλέα Παράσχο.
Αν και δεν τελείωσε, κατά πώς φαίνεται, τις σπουδές του και χωρίς ιδιαίτερες λογοτεχνικές γνώσεις, ξεχώρισε στον αντιοθωνικό αγώνα - μάλιστα, φυλακίστηκε για τη δράση του -  και κέρδισε τις καρδιές των Ελλήνων της εποχής, παρότι ήδη από τη δεκαετία του 1880 άρχισε η παρακμή έως και απαξίωση της ρομαντικής σχολής, η οποία για τον Παλαμά έκλεινε με τον Παράσχο και το ποίημά του «Προς τον Βύρωνα» που εκφωνήθηκε στο Μεσολόγγι το 1880.
Ο Αχιλλέας Παράσχος άφησε την τελευταία του πνοή στις 6 το πρωί της 26ης Ιανουαρίου 1895, ημέρα Πέμπτη. Επί σειρά ετών έπασχε από καρδιακά προβλήματα, όμως τον τελευταίο καιρό φαινόταν να είχε βελτιωθεί η κατάσταση της υγείας, με αποτέλεσμα ο ξαφνικός θάνατος του να αιφνιδιάσει τους οικείους του. Στο τεύχος της ΕΣΤΙΑΣ, που κυκλοφόρησε στις 5 Φεβρουαρίου 1895, περίπου ένα δεκαήμερο μετά το θάνατο του Παράσχου, ο Παλαμάς έγραψε ένα άρθρο-ύμνο στον ποιητή εκείνο, που αναγνωριζόταν ως εκφραστής του εθνικού αισθήματος. Μεταξύ άλλων διαβάζουμε (μετάφραση στη δημοτική):
"Η φωνή του, όπως η φωνή ορισμένων αοιδών του θεάτρου, δε διακρίνεται για την τέχνη της, αλλά για τη δύναμη της. Και η φωνή αυτή, όσες φορές εκχύνεται σε όλο της το πλάτος, με όλο της το ακανόνιστο, ακούγεται πολύ προσεκτικότερα από άλλες, συγκινεί, ενθουσιάζει, χειροκροτείται. Κάποιος μεγάλος κριτικός λέει για το Βύρωνα ότι ποτέ άλλοτε ο κόσμος είδε τόσο μεγάλο ποιητή με τόσο στενή φαντασία. Ευλόγως κι εμείς μπορούμε να πούμε για τον Αχιλλέα Παράσχο, ο οποίος άλλωστε ζωηρότερα από άλλους εκπροσωπεί στη νεώτερη μας ποίηση τον βυρωνισμό, ότι αποτελεί αν όχι μοναδικό, αλλ' όμως σπάνιο φαινόμενο ποιητή τόσο εξόχου με τόσες ελλείψεις..... Σπάνια διαβάζουμε τέλειο ποίημα του Παράσχου. Αλλά και δεν υπάρχει σχεδόν ποίημα του, όπου να μην απαντούμε στίχους ωραίους καθ' όλη τη σημασία της λέξεως".
Στο ίδιο τεύχος δημοσιεύτηκε ένα ανέκδοτο, πραγματικό περιστατικό, που έδειχνε πόσο βαθύ και αυθεντικό ήταν το λυρικό πνεύμα που διακατείχε τον Παράσχο. Κάποτε, ο Αχιλλέας Παράσχος επέστρεφε από τη Σαλαμίνα, την ώρα του ηλιοβασιλέματος. Το θέαμα τον συνεπήρε τόσο, ώστε ζήτησε από τον αμαξά που τον μετέφερε, να κάνει λίγο στην άκρη για να το θαυμάσει. Αφού πέρασαν ορισμένα λεπτά σιωπηλού θαυμασμού, ο ποιητής ρώτησε τον αμαξά: "Δεν μου λες, τι αισθάνεσαι εδώ, τώρα που ο ήλιος δύει έτσι ωραία;" κι εκείνος του απάντησε πεζά: "Αφεντικό, συλλογίζομαι πως αργήσαμε και θα φτάσουμε νύχτα στην Αθήνα".
Στην κηδεία του ήταν τεράστια η λαϊκή συμμετοχή. Όπως έγραφε η ΕΣΤΙΑ, τέτοιο πλήθος σε νεκρική πομπή είχε να δει η Αθήνα από το θάνατο του πρώην πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κουμουνδούρου. Είχε παρευρεθεί ακόμη και ο τότε βασιλιάς Γεώργιος ο Α`, ενώ μεγάλο ήταν το πλήθος των επικήδειων λόγων που εκφωνήθηκαν, κάτι που μάλλον προκάλεσε αλγεινή εντύπωση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η νεκρική πομπή ξεκίνησε στις 2 το μεσημέρι από το σπίτι του ποιητή στην οδό Πετράκη, αλλά ο Παράσχος "κατετέθη εις τον τάφον του" την ώρα που έδυε ο ήλιος. Η εφημερίδα ΣΚΡΙΠ έγραφε στις 05.02.1895: «Είναι αδύνατο να διηγηθή κανείς τας στεναχωρίας, τας οποίας υπέστη εις τον βίον του ο Αχιλλεύς Παράσχος, ο αλησμόνητος εθνικός μας ποιητής, τας αλγηδόνας, τας οποίας ησθάνθη ασθενής και τα μαρτύρια, τα οποία ετράβηξεν από 17 επιταφίους ρήτορας νεκρός. Όλοι έλεγον πως κατήλθεν εις τον τάφο προώρως και εν τούτοις τον έθαψαν εξ αιτίας των νύκτα».

___________________________

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

1. Ένα ποίημα χαρακτηριστικό του στόμφου, αλλά και της απλοϊκότητας του ποιητικού του λόγου είναι το ποίημα "Ελεημοσύνη", που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΣΤΙΑ την Πρωτοχρονιά του 1877::

ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ
(Πρώτη του Έτους)
Ε! Σεις όπου σκορπίζετε τα πλούτη στον αέρα,
Το χέρι σας το άπονο και άσωτο εξαπλώστε
Και δώστε και στον άρρωστο και στην πτωχή μητέρα…
Ελεημοσύνη, χριστιανοί, ελεημοσύνη δώστε!
Ποιος λέει, ποιος, πως όλ’ αυτά που τώρα σεις πετάτε,
Είναι δικά σας;… Δύστυχοι! αυτό που περισσεύει
Είναι της χήρας, του ορφανού και μην τα σπαταλάτε...
Όποιος τα πλούτη του σκορπά, απ’ τους πτωχούς τα κλέβει!
Ελεημοσύνη, χριστιανοί, αδέλφια, ελεημοσύνη
Λίγο ψωμί για το φτωχό και λίγη καλοσύνη!

Συλλογιστείτε εις αυτήν την ώρα γυμνωμένα
Πόσα παιδάκια κρυώνουνε, πόσα μικρά πεινούνε.
Πόσα δεν έχουνε γιατρό και γιατρικό κανένα!
Αλίμονο εις τις καρδιές που σήμερα γελούνε...
Αχ! δώσετε ένα φόρεμα στο γέροντα που κρυώνει,
Λίγο ψωμί μ' ένα γλυκό χαμόγελο στον ξένο,
Ένα ραβδί στον τυφλό που στο σκοτάδι λιώνει,
Κι ένα παιχνίδι στο παιδί το παραπονεμένο!...
Ελεημοσύνη, χριστιανοί, αδέλφια, ελεημοσύνη
Χαρά σ' εκείνη την καρδιά που το ψωμάκι δίνει!

Συλλογιστείτε εις αυτήν την ίδια ώρα πόσοι,
Χωρίς να θέλουν το κακό στο νου τους μελετάνε....
Τι εύκολα που ημπορεί κανείς να τους γλιτώσει
Μ' αυτά όπου εδώ κι εκεί τα χέρια σας πετάνε!...
Πόσα κορίτσ' αγγελικά την ώρα αυτή με τρόμο,
Γεμάτα φρίκη και ντροπή ωσάν αρνιά νοιασμένα,
Στης αμαρτίας κλαίοντας πηγαίνουνε τον δρόμο,
Γιατί δεν έχουν το ψωμί της μάνας τα καημένα!...
Ελεημοσύνη, χριστιανοί, αδέλφια, ελεημοσύνη
Χαρίσετε τους την τιμή, πριν το κακό να γίνει...


Τα ελαφρά μεταξωτά και το μαργαριτάρι,

Όπου ο πλούτος σήμερα και η σπατάλη δίνει,
Δεν έχουν τόση ευμορφιά, δεν έχουν τόση χάρη,
Δεν είναι ευμορφώτερα απ' την ελεημοσύνη.
Πόσοι χαρίζουν σήμερα σ' ανθρώπους που μισούνε
Για να φαντάζουν μοναχά και να φανούνε μόνο,
Και τα φτωχά τ' αδέλφια τους αφήνουν να χαθούνε.
Αυτοί να μη γελάσουνε εις τον καινούριο χρόνο...
Ελεημοσύνη, χριστιανοί, αδέλφια, ελεημοσύνη
Πολλά χαρίζει ο Θεός σ’ εκείνον, όπου δίνει.


Δείτε το ποίημα και με την αρχική του ορθογραφία, όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό:



2. Ένα άλλο ποίημα του Αχιλλέα Παράσχου με τίτλο "Η Μάνα" δημοσιεύθηκε και πάλι στην ΕΣΤΙΑ στις 20 Ιανουαρίου 1885, ένα ποίημα μάλλον πεσιμιστικό.


Η ΜΑΝΑ
Ας ονομάσουν σκληρά τα λόγια μου και πλάνα
και την αλήθεια βλάσφημη ψευτιά κι αγνωμοσύνη.
Ο μεγαλύτερος εχθρός τ' ανθρώπου είναι η μάνα!
Γιατί εκείνη μας γεννά, αυτή ζωή μας δίνει.


Αχ, ναι, όλη η αγάπη της, η άσωστη στοργή της,

τ' ακοίμητο νανούρισμα, το γάλα, το φιλί της,
όλα εκείνα τα καλά, όπου μια μάνα κάμει
είναι νερού σταλαγματιά και το κακό ποτάμι.


Ξέρει τι είναι η ζωή, καλά την εγνωρίζει,

ξέρει πως λύπη της ζωής σημαίνει την καμπάνα,
κι όμως την ζωή αυτή κι εις άλλον τη χαρίζει!
Μάνα δεν γίνονταν ποτέ αν ίσως ήταν μάνα....


Ν' αντιλαλεί από παιδί ακούω στον αέρα

της ευτυχίας τ' όνομα και νύχτα και ημέρα.
Μα τότε μόνο η χαρά στον κόσμο θε ν' ανθίσει,
όταν οι μάνες στειρωθούν κι η ανθρωπότης σβήσει.



3. Στο Ημερολόγιο Σκώκου του έτους 1896 δημοσιεύτηκε το τελευταίο τετράστιχο του Αχιλλέα Παράσχου, όπως το είχε υπαγορεύσει στο φίλο του, Γ. Παπουλιά, λίγες μέρες προτού αρρωστήσει και πεθάνει. Οι δυο άνδρες είχαν συναντηθεί τυχαία στο καφενείο του Ζαχαράτου, που βρισκόταν στην πλατεία Συντάγματος και ο Παράσχος είπε στο φίλο του: "Θέλω, Παπουλιά μου, να χαρίσω στον καλό μου φίλο τον Αριστείδη Μεταξά αυτό το μπαστούνι. Δεν έχει καμία αξία, μα συ θα του προσθέσεις". Και τότε, ο Παράσχος υπαγόρευσε το παρακάτω αυτοσχέδιο τετράστιχο: 
Πάνε, μπαστούνι μου, οι καιροί,
κ' οι χρόνοι εκείνοι οι χρυσοί.
Ένα καιρό σ' εκράταγα,
και τώρα με κρατάς εσύ!

1 σχόλιο:

  1. Ο Αχιλλέας Παράσχος,ζει και θα ζει,μέσα από την μεγάλη ενσυνείδητη προσφορά του στην Ελληνική Ποίηση,την οποία υπηρέτησε με στοργή και περίσσεια αυταπάρνηση.
    Κ.Γ.ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή