Οι τρεις θρυλικοί δραπέτες, της απόρθητης φυλακής του Αλκατράζ. Αριστερά, ο Φρανκ Μόρις, στο κέντρο ο Τζον Άνγκλιν και δεξιά, ο αδερφός του, Κλάρενς. |
Το απόρθητο φρούριο των φυλακών στο νησί Αλκατράζ, σε απόσταση 2.4 χλμ. από τις ακτές του Σαν Φρανσίσκο, κατάφεραν να εκπορθήσουν τρεις άντρες τον Ιούνιο του 1962. Τα αδέρφια Κλάρενς και Τζον Άνγκλιν και ο Φρανκ Μόρις έγραψαν ιστορία με την πρωτοφανή απόδραση το βράδυ της 11ης Ιουνίου 1962, ένα σχέδιο που το επεξεργάζονταν για 9 ολόκληρους μήνες.
Η τύχη τους άγνωστη, αν και οι εικασίες πολλές. Για το FBI, η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι οι τρεις άντρες μάλλον δεν κατάφεραν να φτάσουν μέχρι την ακτή, αλλά πνίγηκαν εξ αιτίας της διεύθυνσης των κυμάτων του ωκεανού αλλά και των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών. Έτσι, ύστερα από 17 χρόνια ερευνών, στις 31 Δεκεμβρίου 1979, η υπόθεση αναζήτησης των τριών δραπετών έκλεισε, τουλάχιστον κατά τα φαινόμενα. Ποια είναι όμως η πραγματική ιστορία;
Είχαν προηγηθεί 13 απόπειρες απόδρασης από το φρούριο του Αλκατράζ, τις - θεωρητικά - καλύτερα φυλασσόμενες φυλακές στον κόσμο.Όλες απέτυχαν. Ωστόσο, η μοναδική απόπειρα απόδρασης που ακολούθησε το παράτολμο εγχείρημα των αδελφών Κλάρενς και του Μόρις, με πρωταγωνιστές τους Τζον Πολ Σκοτ και Νταρλ Πάρκερ, τον Δεκέμβριο του 1962, θα μπορούσε να θεωρηθεί κατ' αρχήν επιτυχημένη, με τον Σκοτ να καταφέρνει να φτάνει μέχρι την ακτή, όπου εντοπίστηκε να υποφέρει από υποθερμία. Πάντως και οι δύο συνελήφθησαν και επέστρεψαν στις φυλακές, ενώ έκτοτε δε σημειώθηκε νέα απόπειρα απόδρασης.
Το αποτέλεσμα της τελευταίας απόδρασης των Πάρκερ και Σκοτ, σε συνδυασμό με το μη εντοπισμό ίχνους από τους τρεις αγνοούμενους δραπέτες του Ιουνίου του 1962, συνηγορούν για πολλούς στο συμπέρασμα ότι τελικά οι τρεις εκείνοι άντρες, η περιπέτεια των οποίων αργότερα έγινε βιβλίο αλλά και ταινία, μάλλον δεν τα κατάφεραν τελικά στο σκοπό τους, αλλά τα πτώματα τους πρέπει να βρίσκονται στο βυθό του ωκεανού. Άλλωστε, ένα μήνα μετά την απόδραση, ένα νορβηγικό φορτηγό πλοίο εντόπισε κοντά στη γέφυρα Γκόλντεν Γκέιτ του Σαν Φρανσίσκο να επιπλέει ένα πτώμα με μπλε ρούχα, όμως δεν κατάφερε να το περιμαζέψει. Να ήταν άραγε το πτώμα κάποιου από τους δραπέτες; Αν ναι τίνος, και τι απέγιναν οι άλλοι δύο; Σύμφωνα με τον Michael Dyke, ο οποίος ασχολείται με την υπόθεση από το 2003, αν επρόκειτο πράγματι για το πτώμα κάποιου δραπέτη, τις πιο πολλές πιθανότητες θα συγκέντρωνε ο Μόρις, καθώς τα δύο αδέρφια μάλλον θα φρόντιζαν να προστάτευε ο ένας τον άλλο.
Ο Φρανκ Μόρις θεωρείται από ορισμένους ο εγκέφαλος της απόδρασης. Φημολογείται ότι είχε δείκτη ευφυίας 133, ενώ στο φάκελο του έγραφε ότι "είναι ικανός να κάνει μακροπρόθεσμα σχέδια". Έμεινε ορφανός σε ηλικία 11 ετών, ενώ δυο χρόνια αργότερα καταδικάστηκε για πρώτη φορά για τη διάπραξη ληστείας.. Αν βρίσκεται ακόμα στη ζωή θα είναι 86 ετών. Πριν το Αλκατράζ απέδρασε και από άλλες φυλακές, όπως και τα δύο αδέρφια, ο Κλάρενς και ο Τζον Άνγκλιν, οι οποίοι, αν ζουν, θα είναι σήμερα 81 και 82 ετών αντίστοιχα. Οι δύο αδερφές τους, 76 και 74 ετών, περιγράφουν τα δύο αδέρφια ως "δυο καλά παιδιά" που "δεν έκαναν κακό σε κανέναν", ενώ συνεχίζουν να τους ψάχνουν μέχρι και σήμερα. Όταν το 1978 πέθανε η μητέρα τους, λέγεται ότι στην κηδεία εμφανίστηκαν δύο άνδρες μεταμφιεσμένοι με γυναικεία ρούχα. Αλήθεια ή αστικός μύθος; Κανείς δεν μπορεί να δώσει με βεβαιότητα την απάντηση.
Ο Μόρις βρέθηκε στο Αλκατράζ το 1960, όταν συνελήφθη για ληστεία, αφού προηγουμένως είχε αποδράσει από τις φυλακές της πολιτείας της Λουιζιάνα. Οι Άνγκλιν συνελήφθησαν για ληστεία σε τράπεζα στην Αλαμπάμα το 1958, οδηγήθηκαν στις ομοσπονδιακές φυλακές του Κάνσας και στη συνέχεια κατέληξαν κι αυτοί στο Αλκατράζ. Οι τρεις τους είχαν ακόμη έναν συνεργάτη, τον Άλιεν Γουέστ, ο οποίος όμως δεν τα κατάφερε τη βραδιά της απόδρασης.
Τους μήνες της προετοιμασίας, λάξευαν τους τοίχους με κουτάλια ή οποιοδήποτε άλλο κουζινικό σκεύος είχαν στη διάθεσή τους, ενώ κάποιοι κρατούσαν τσίλιες. Τη νύχτα της απόδρασης, τοποθέτησαν ομοιώματα ανθρώπινων κεφαλών στα κρεβάτια των κελιών τους, φτιαγμένα από γύψο και τρίχες, που τις μάζεψαν από το κουρείο των φυλακών. Ο Γουέστ είχε προηγουμένως προσπαθήσει να καλύψει την τρύπα στο κελί του με τσιμέντο, το οποίο όμως εν τω μεταξύ είχε σκληρύνει και χρειαζόταν σκάψιμο εκ νέου. Οι άλλοι τρεις αποφάσισαν να συνεχίσουν σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, χωρίς τον Γουέστ.
Μαζί τους είχαν μια σχεδία, κατασκευασμένη από 50 αδιάβροχα των φυλακών εποχής Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τα οποία και είχαν προηγουμένως συρράψει, βαμβάκι και καουτσούκ, ενώ μαζί τους είχαν πάρει και γιλέκα ως σωσίβια. Μέσω των αγωγών ανέβηκαν μέχρι την ταράτσα των φυλακών. Κατέβηκαν τον τοίχο ύψους 50 ποδών γλιστρώντας από τον αγωγό εξαερισμού της κουζίνας. Αν και ο τοίχος φωτιζόταν από προβολέα, κανείς από τους φύλακες δεν πρόσεξε το παραμικρό.Στη συνέχεια σκαρφάλωσαν δύο περιμετρικά τοποθετημένα συρματοπλέγματα ύψους 12 ποδών και κινήθηκαν βορειοανατολικά με κατεύθυνση την ακτή, σε σημείο που δε φώτιζαν οι προβολείς, ενώ είχαν βοηθό την ομίχλη που επικρατούσε. Έριξαν τη σχεδία στη θάλασσα και από τότε αγνοείται η τύχη τους.
Η απόδραση έγινε αντιληπτή το επόμενο πρωί, οπότε και ξεκίνησαν οι έρευνες των αρχών. Τα απομεινάρια της σχεδίας και τα κουπιά βρέθηκαν στο νησί Έιντζελ, δύο μίλια βόρεια του Αλκατράζ και ένα μίλι από την πλησιέστερη ακτή της ενδοχώρας. Επίσης, βρέθηκαν χρήματα και ένας κατάλογος με ονόματα και φωτογραφίες φίλων και συγγενών. Τα ελλιπή αυτά στοιχεία τροφοδότησαν το μύθο για την τύχη των τριών κρατουμένων, αν και, όπως προαναφέρθηκε, ως πιθανότερη εκδοχή προβλήθηκε το ενδεχόμενο να πνίγηκαν και οι τρεις. Άλλωστε, η αστυνομία ισχυριζόταν ότι την περίοδο εκείνη δεν παρατηρήθηκαν κρούσματα ληστειών ή κλοπής αυτοκινήτων στην περιοχή, ισχυρισμό που αμφισβητεί ένα ντοκιμαντέρ του National Geographic του 2011. Σύμφωνα με αυτό, στο νησί Έιντζελ είχαν βρεθεί ανθρώπινα ίχνη που απομακρύνονται από την παρατημένη σχεδία, ενώ τη βραδιά της απόδρασης είχε καταγγελθεί στην αστυνομία η κλοπή ενός αυτοκινήτου.
Το τι ακριβώς συνέβη εκείνη τη νύχτα, από τη στιγμή που οι τρεις άντρες - ο Φρανκ Μόρις και οι Κλάρενς και Τζον Άνγκλιν - έριξαν τη σχεδία στη θάλασσα, κανείς δεν μπορεί να μας το απαντήσει, εκτός από τους ίδιους, αν βρίσκονται στη ζωή. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα μυστήριο που θα εξακολουθήσει να τροφοδοτεί σειρά αστικών μύθων.
[Πηγές: LA Times, NY Times]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου