Ο κόσμος δεν θα καταστραφεί στις 22 Δεκεμβρίου - ούτε προβλέπεται κάτι τέτοιο από το ημερολόγιο των Μάγια. Απλά, πάντοτε οι άνθρωποι είχαν την τάση να υπερβάλουν και να πιστεύουν ότι το τέλος του κόσμου θα συμβεί κατά τη διάρκεια της ζωής τους, ίσως επειδή δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι μπορεί να συνεχιστεί η ζωή στον πλανήτη μετά το θάνατο τους.
Με το τέλος του κόσμου καταπιάστηκε και ο σατιρικός ποιητής Γεώργιος Σουρής το 1889. Έβαλε τους δύο βασικούς ήρωες του περιοδικού που εξέδιδε (Ο Ρωημός), το Φασουλέτο και τον Περικλέτο, να σχολιάζουν το τέλος του κόσμου, που υποτίθεται ότι θα ερχόταν από την εξασθένιση της ηλιακής ακτινοβολίας - το ακριβώς αντίθετο του φαινομένου του θερμοκηπίου. Το ποίημα είναι μακροσκελές και αρκετά καυστικό, κάπως σκληρό με το ανθρώπινο γένος.
Δημοσιεύτηκε στο έμμετρο ημερολόγιο του Ρωμηού το Δεκέμβριο του 1889, ενώ αναδημοσιεύτηκε στις 21 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς από το φιλολογικό περιοδικό ΕΣΤΙΑ. Προσπάθησα να το μεταφέρω στη δημοτική, κάτι που σε ορισμένα (λίγα) σημεία ήταν αδύνατο, γιατί θα απέβαινε σε βάρος του ποιητικού μέτρου.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Φ: Σαν τι φρονείς, βρε Περικλή, ο κόσμος πως θα γίνει;
Π: Λίγο με μέλει, Φασουλή, ρουθούνι αν δεν μείνει.
Φ: Εγώ τις δέλτους τις σοφές των μάντεων ανοίγων
πιστεύω πως ο ήλιος ολίγον κατ' ολίγον
θα χάσει την θερμότητα που έχει προ αιώνων
και δεν θα στέλλει πλέον φως στη σφαίρα των κλαυθμώνων.
Τότε δη τότε κοπετός κι ολολυγμός πολύς,
θα ρίψουν τις πορφύρες τους χαμαί οι βασιλείς,
εις τους σκηπτούχους Καίσαρες οι δούλοι δεν θα κύπτουν,
υπό την γη οι άνθρωποι τον πλούτο δεν θα κρύπτουν,
θα λείψουν πόλεμοι δεινοί, στρατεύματα και στόλοι,
οι δε φιλόσοφοι της γης και οι νομοθέτες όλοι
θα παύσουν νόμους γράφοντες και εις τους δύο Πόλους
δια να δρέπουμε εμείς ακάνθες και τριβόλους.
Θα λείψουν τα προνόμια καθ' άπασα την κτίση
και θα ταχθούμε άπαντες σε μία μοίρα ίση
και κόσμους θα ζητήσουμε και χώρας θερμοτέρας
και θα μεταναστεύσουμε στων Τροπικών τας σφαίρας,
και θα μεταναστεύσουμε στων Τροπικών τας σφαίρας,
που άπειρα μικρόβια ως άμμος της θαλάσσης,
με τα οποία τρέφεται μυστηριώδης πλάσις,
αόρατα και άγνωστα προ χιλιάδων χρόνων
δια προνοίας θαυμαστής και συνεχών αγώνων
εδημιούργησαν ξηρές ηπείρων απεράντων
προς τελευταίο άσυλο των δύστυχων απάντων.
Αλλά κι εκεί ο ήλιος τη γη δεν θα θερμαίνει
κι εκεί το παν κατάξηρο και φύση παγωμένη,
κι ούτε φωτιές και κλίβανοι και πάντα τα οπτά,
ούτε η μεγάλη κάμινος των παίδων των επτά,
ούτε άνθρακες παντοδαποί, ούτε οπές κρατήρων,
ούτε Πυριφλεγέθοντες μετάλλων διαπύρων,
θα δυνηθούν θερμότητα να δώσουν επαρκή,
εις μάτην δε θα τρέχουμε προς θέρμανση εκεί.
Θα γίνει μαύρη έρημος αυτός ο κόσμος πλέον,
δε θα βρυχάται άγριος ο βαθυχαίτης λέων,
ο μύρμηξ πολυμέριμνος τροφή δεν θα συνάζει,
θα κρυσταλλώσουν τα ρευστά και τ' αχανή πελάγη,
παντού θα φέρει θάνατο το πνεύμα του Βορρά,
δεν θα κυλούν οι χείμαρροι αφρίζοντα νερά,
ούτε θα βλέπεις τους αμνούς σκιρτώντες επί λόφων,
ούτε θ΄ακούς μουσική ρυάκων πολυστρόφων,
ούτε άσμα ή πτερύγισμα πτηνών καλλικελάδων,
ούτ' έναν δεν θα απαντάς επί των δένδρων κλάδον,
ούτε αγρός πολύκαρπος, ούτε ανθούσα ράχη,
ούτε θα παίζει η Δήμητρα με το χρυσό της στάχυ,
ούτ' άροτρο και βούκεντρο, ουδέ Πανός αυλός,
ούτε ανθέων κάλυκες και σφρίγος και καυλός,
ούτ' άμπελος καλλίβλαστος κι εργατική κυψέλη,
ούτε γλυκεία σταφυλή, ουτ' οίνος, ούτε μέλι,
ούτ' έρως ακτινοβολών με τόξα και φαρέτρα,
πλούσια φέρων βλάστηση και στην αργούσα πέτρα,
εξωραΐζων του παντός τη φύση και το σχήμα,
ζωογονών την άρουρα με το γοργό του βήμα,
πολύμορφος, πολύχρωμος, μεθών, κομπάζων, τέρπων,
και υπό θάμνου αφανής κι υπό βοτάνια έρπων,
τον σπόρο του το γόνιμο σε γη και πόντο σπείρων,
θεός θανάτου και ζωής δημιουργών και φθείρων.
Εγώ δε τότε θα ειπώ: "Ας κλείνωμεν το γόνυ...
ο ήλιος που έδιδε το σφρίγος και το φως
αυτός εκείνος σήμερον τις σάρκες μας παγώνει
και σύμπας καταστρέφεται ο κόσμος ο σοφός.
Ω κόσμε, εις του Χάροντα το έλεος αφήσου....
η μόνη σωτηρία σου εν τη καταστροφή σου.
Κι αν νέο θάλπος και ζωή ο ήλιος σου δώσει
από τη μαύρη μοίρα σου ποιος πλέον θα σε σώσει;
Εις τις ημέρες άλλοτε αιώνων αειμνήστων,
οπότε επροσμένετο δευτέρα παρουσία,
προφήτες υψονόμενοι επί της μηλωτής των,
παντού ευαγγελίζοντο την έλευση Μεσσία.
Κι εφάνη φως ανέσπερο εις την Ανατολή
και βλάστησε ικμάς ζωής εις του Χριστού το μνήμα,
κι από τα χείλη, που πικρά ρούφηξαν χολή,
εξήλθε το γλυκύτερο δια τον κόσμο ρήμα.
Αλλά κατέρριψαν πολλοί με του σοφού την πείρα
τον στέφανο των ακανθών εκ της χρυσής του κόμης,
και εις του πρώτου μάρτυρα την άσπιλο πορφύρα
οργίασαν οι Καίσαρες εκάστου νέας Ρώμης.
Ω Κόσμε, τρέμοντας κοίταξε των ουρανών τον θόλο,
παρήλθαν οι τρισόλβιοι της σωτηρίας χρόνοι,
κι από τις αμαρτίες σου η χειροτέρα όλων,
υπήρξε μία πάντοτε... η αρετή σου μόνη.
Το άγιο της είδωλο αείποτε κρατώντας,
κατεκυλίσθης ως τυφλός σε βόρβορο παχύ,
ο δε αραχνοΰφαντος της αρετής χιτώνας,
βορβόρου φέρει στίγματα σε πάσα του πτυχή.
Ω άνθρωποι, ο ήλιος το φως του δεν σας στέλλει
και πας προφήτης έπαυσε Μεσσίες ν' αναγγέλλει
Αποδώστε του πνεύματος.την τόση ευστροφία
πάσα ιδέα αγαθού, ωραίου, αληθέος,
αποδώστε στον ουρανό την ζείδωρο σοφία,
όση του κλέψατε δια του Προμηθέως!".
Αυτά θα λέω στων θνητών την τόση συμφορά,
θα βλέπω δε τριγύρω μου την πλάση νεκρουμένη,
και τόση θα αισθάνομαι ανέκφραστη χαρά,
όση ο Νέρων θεωρών τη Ρώμη καιομένη.
Σχετικά θέματα:
Μικρά ποιήματα του Σουρή περιέχονται και στην ανάρτηση Ο ταραχώδης μήνας Νοέμβριος της ελληνικής ιστορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου