Η ανιστόρητη δήλωση του πολυλογά και αμετροεπή γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου, ότι δήθεν ο σημερινός πρωθυπουργός "κατορθώνει να διοικεί τη χώρα με 29% στην πιο δύσκολη κρίση που πέρασε από την Επανάσταση του 1821 – γιατί δεν νομίζω να υπήρξε δυσχερέστερη πρωθυπουργία από του Σαμαρά τώρα", αποτύπωνε αυτό που στην Ελλάδα ονομάζεται πολιτικαντισμός, ένα φαινόμενο που εξακολουθεί και πολύ φοβάμαι ότι δύσκολα θα εξαλειφθεί από την εσωτερική μας πολιτική ζωή, όσες οικονομικές κρίσεις και να βιώσουμε στο μέλλον. Η εθνική επέτειος αποτελεί μια πρώτης τάξεως αφορμή για να κάνουμε μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία του ελληνικού κράτους από την τυπική ίδρυσή του το 1830 μέχρι σήμερα και να διαπιστώσουμε αν υπήρξαν κατά το παρελθόν χειρότερες περίοδοι από τη σημερινή.
Το ελληνικό κράτος, λοιπόν, τυπικά ιδρύθηκε στις 22 Ιανουαρίου/3 Φεβρουαρίου 1830 με την υπογραφή του πρωτοκόλλου του Λονδίνου. Ενάμιση περίπου χρόνο μετά, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831, προτού μπορέσει να τεθεί το κράτος στα πόδια του, δολοφονήθηκε ο κυβερνήτης της χώρας, ένας πραγματικά φωτισμένος πολιτικός και με διασυνδέσεις στους ευρωπαϊκούς διπλωματικούς κύκλους, ο Ιωάννης Καποδίστριας, εξ αιτίας των φατριαστικών αντιλήψεων των μελών μιας οικογένειας αγωνιστών της Επανάστασης, των Μαυρομιχαλαίων, οι οποίοι μάλλον είχαν αγωνιστεί το 1821 για να διασφαλίσουν τα ατομικά τους συμφέροντα και όχι για κάποιον εθνικό σκοπό.
Συστάθηκε μια τριμελής διοικητική επιτροπή, η οποία δεν είχε την πείρα ούτε και τις δυνατότητες για να καταφέρει κάτι ουσιαστικό και η Ελλάδα αφέθηκε στην κρίση των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, που μπόρεσαν εύκολα να επιβάλουν την καθιέρωση πολιτεύματος απόλυτης μοναρχίας με βασιλιά έναν ανήλικο Βαυαρό, τον Όθωνα Βίτελσμπαχ. Ο Όθωνας ήρθε, αλλά δεν ανέλαβε αμέσως την άσκηση των καθηκόντων του, αφού ήταν ανήλικος, με αποτέλεσμα να ασκηθεί η εξουσία από μια άλλη τριανδρία - αυτή η χώρα έχει μια μυστηριακή σχέση με τρόικες. Ήταν η περίφημη περίοδος της (τριμελούς) Αντιβασιλείας, που έμεινε γνωστή ως "Βαυαροκρατία" ή "καμαρίλα", παρά τις σημαντικές θεσμικές πρωτοβουλίες που πήρε (από το αυτοκέφαλο της ελλαδικής εκκλησίας μέχρι τη θεσμοθέτηση ενός ευρωπαϊκού νομικού συστήματος με επιρροές κυρίως από το γερμανικό δίκαιο). Το μειονέκτημα της Αντιβασιλείας ήταν η έλλειψη ψυχικής επαφής με την κοινωνία, καθώς αντιμετώπιζε τους ντόπιους περίπου ως ιθαγενείς χωρίς άποψη ή βούληση.
Τέλος πάντων, κάποια στιγμή η αντιβασιλεία τελείωσε τον κύκλο της και ο Όθωνας ανέβηκε στην εξουσία, ενώ υποχρεώθηκε να παραχωρήσει και Σύνταγμα, το οποίο ουδέποτε εφάρμοσε επί της ουσίας, μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτέμβρη 1843. Οι εντάσεις με την Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν σταθερά στην πολιτική ατζέντα, απότοκος και της περίφημης θεωρίας της Μεγάλης Ιδέας που πρωτοδιατύπωσε ο Ιωάννης Κωλέττης, μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες πρωθυπουργικές φιγούρες της ελληνικής ιστορίας, ο άνθρωπος που με την εθνικιστική ρητορεία του και τις ρουσφετολογικές πολιτικές του διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής πολιτικής ηθικής.
Μόλις 24 χρόνια μετά την ίδρυσή του, το ελληνικό κράτος έχασε για πρώτη φορά μερικώς την εθνική του κυριαρχία - εκτός κι αν θεωρήσουμε ότι αυτό είχε συμβεί για πρώτη φορά επί Αντιβασιλείας. Ήταν η περίοδος της αγγλογαλλικής κατοχής (Μάιος 1854 - Φεβρουάριος 1857) με αφορμή τον Κριμαϊκό πόλεμο και προκειμένου να αποτραπεί κάθε απόπειρα της Ελλάδας να κηρύξει τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ή να ενισχύσει τα εξελισσόμενα επαναστατικά κινήματα σε περιοχές όπως η Θεσσαλία ή η Μακεδονία, που κατοικούνταν από ελληνικό πληθυσμό. Τα αποτελέσματα της κατοχής, που οι εφημερίδες της εποχής τη συνέκριναν με την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ήταν η οικονομική εξαθλίωση του πληθυσμού, η αποδεκάτιση μεγάλου μέρους του πληθυσμού του Πειραιά και των νησιών εξ αιτίας της χολέρας, ο περαιτέρω περιορισμός των ήδη. ασθενικών ατομικών δικαιωμάτων, ενώ τρώθηκε και το γόητρο των Ελλήνων, που ένιωθαν φιλοξενούμενοι στον τόπο τους. Καθόλου τυχαίος δεν ήταν και ο τίτλος της κυβέρνησης που διορίστηκε από τους Αγγλογάλλους και η οποία ονομαζόταν "Υπουργείον Κατοχής".
Η έξωση του Όθωνα τον Οκτώβριο του 1862, ύστερα από πολύμηνη περίοδο αναταραχής, που λίγο έλειψε να ρίξει τη χώρα σε εμφύλιο πόλεμο (Επανάσταση του Ναυπλίου), οδήγησε την Ελλάδα σε μια νέα περίοδο αβεβαιότητας και επικίνδυνης αστάθειας. Η Επαναστατική Τριανδρία αναλαμβάνει την εξουσία - τριμελής και αυτή - όμως οι διαφωνίες μεταξύ των στελεχών της, που διαγκωνίζονταν για τα πρωτεία, παραλίγο να οδηγήσουν σε εμφύλιο πόλεμο το Φεβρουάριο του 1863 (Φεβρουαριανά), ενώ το αιματοκύλισμα δεν αποφεύχθηκε τελικά τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, όταν 200 άνθρωποι σκοτώθηκαν μέσα σε δυο μόλις μέρες, λόγω των συγκρούσεων "Ορεινών" και "Πεδινών" (Ιουνιακά).
Μετά την άφιξη του Γεωργίου Α΄ - ακόμη ένας ξενόφερτος βασιλιάς αντίθετα από τη βούληση του ελληνικού λαού - τον Οκτώβριο του 1863, θα έλεγε κανείς ότι, αν και η πολιτική αστάθεια συνεχίστηκε για πολλά χρόνια με συχνές εναλλαγές κυβερνήσεων, τουλάχιστον είχε εκλείψει ο κίνδυνος του περιορισμού της εθνικής κυριαρχίας ή ενός νέου εμφυλίου πολέμου. Μάλιστα, η χώρα μεγάλωσε σε έκταση με την προσάρτηση των Επτανήσων - ως βρετανικό δώρο - το 1863 και του μεγαλύτερου τμήματος της Θεσσαλίας - μαζί με την Άρτα - το 1881, ενώ έγιναν σημαντικές μεταρρυθμίσεις επί πρωθυπουργίας Κουμουνδούρου και κυρίως του Χαρίλαου Τρικούπη, του πρώτου μεγάλου μεταρρυθμιστή πρωθυπουργού της χώρας.
Το Δεκέμβριο του 1893, για πολλούς και σύνθετους λόγους που δεν είναι της παρούσης, η Ελλάδα χρεοκόπησε για δεύτερη φορά - η πρώτη ήταν επί Όθωνα - κηρύσσοντας στάση πληρωμών των δανείων της στους ξένους ομολογιούχους. Και τότε γίνονταν διαδηλώσεις - κι ας μην υπήρχε πολιτική κίνηση που να εξέφραζε την Αριστερά - ενώ το κόμμα του Τρικούπη υπέστη πανωλεθρία στις εκλογές του 1895, που ήταν οι πρώτες μετά τη χρεοκοπία, και μάλιστα ο ίδιος ο Τρικούπης, που επί μια εικοσαετία δέσποζε στα πολιτικά πράγματα, όχι απλά δεν εξελέγη βουλευτής, αλλά αποσύρθηκε της πολιτικής.
Στην εξουσία ανέβηκε ο λαϊκιστής Δεληγιάννης, σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος για τη χρεωκοπία του 1893, παρόλο που δεν έσκασε τελικά στα χέρια του η βόμβα, ο οποίος, χάρη και στο κλίμα ευφορίας και εθνικής ανάτασης που προκάλεσε η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα την άνοιξη του 1896, έσυρε τη χώρα σ' έναν παράλογο πόλεμο με την Οθωμανική αυτοκρατορία (Απρίλιος 1897) με αφορμή το Κρητικό ζήτημα. Ο απροετοίμαστος ελληνικός στρατός υπέστη πανωλεθρία και λίγο κινδύνεψε να χάσει τα πάντα. Ήδη στα μισά του πολέμου η κυβέρνηση υποχρεώθηκε σε παραίτηση και πρωθυπουργός ορκίστηκε ο Δημήτριος Ράλλης, η κυβέρνηση του οποίου ναι μεν ζήτησε εγκαίρως ανακωχή με την Τουρκία, όμως στη συνέχεια έκανε μια πολύ κακή διαπραγμάτευση με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, που επέβαλλαν επαχθέστατους οικονομικούς όρους στην Ελλάδα ως αντιστάθμισμα για τη μη απώλεια των εδαφών, που είχαν καταληφθεί από τους Τούρκους κατά τη διάρκεια του πολέμου. Επιβλήθηκε ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος, με τους εκπροσώπους των ξένων δανειστών, που κατά κάποιο τρόπο έπαιρναν το αίμα τους πίσω για τη στάση πληρωμών του 1893, να εγκαθίστανται κυριολεκτικά μέσα στο κτίριο του υπουργείου Οικονομικών.
Η επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου αντιμετωπίστηκε ως εθνική τραγωδία από τις εφημερίδες της εποχής, καθώς η χώρα έχανε για ακόμη μια φορά τμήμα της εθνικής της κυριαρχίας και μάλιστα αυτή τη φορά ως συνέπεια ενός ανόητου και αχρείαστου πολέμου, ενώ διατυπώθηκε για πρώτη φορά αυστηρή κριτική κατά του βασιλιά. Μάλιστα, η κυβέρνηση Ράλλη έχασε την εμπιστοσύνη της Βουλής, όταν έγιναν γνωστοί οι όροι της συμφωνίας με τις ξένες δυνάμεις, ανατέλλοντας το άστρο του Αλέξανδρου Ζαΐμη, του πολιτικού που θ' αναλάμβανε δράση σε κάθε επόμενη εθνική κρίση, αλλά και του Γεωργίου Θεοτόκη, ο οποίος θα κυριαρχούσε στα πολιτικά πράγματα την επόμενη δεκαετία, μέχρι την εμφάνιση του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Θεοτόκη αποδείχτηκε "καλός μαθητής" της "Τρόικας" εκείνης της εποχής. Σύμφωνα με τα στοιχεία, που παρατίθενται από αξιόπιστες ξένες πηγές, ήδη από το 1899 η εθνική οικονομία παρουσίασε πλεόνασμα (πηγή: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΔ, σελ. 190). Μάλιστα, από το 1899 μέχρι το 1907, μόνο δύο χρονιές τα δημόσια οικονομικά της χώρας παρουσίαζαν έλλειμμα - τα έτη 1902 και 1903 - και αυτό όταν πρωθυπουργός δεν ήταν ο Θεοτόκης. Όμως, ο Κερκυραίος πολιτικός δεν διακρινόταν για την αποφασιστικότητά του, ενώ ήδη από το 1908 τα δημόσια οικονομικά άρχισαν και πάλι να παίρνουν την κατηφόρα με την εκ νέου εμφάνιση ελλειμμάτων.
Η ανάγκη ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, κυρίως στο στράτευμα, οδήγησαν στην έκρηξη του κινήματος στο Γουδί τον δεκαπενταύγουστο του 1909. Ο στρατός αναμίχθηκε για πρώτη φορά μετά το 1862 στην πολιτική ζωή της χώρας, κάτι που θα έκανε συχνά τις επόμενες δεκαετίας μέχρι το 1974, όμως το θετικό ήταν πως άνοιξε ο δρόμος για την ανατροπή του παλαιού κομματικού συστήματος και την εμφάνιση του Ελευθερίου Βενιζέλου, που ορκίστηκε για πρώτη φορά πρωθυπουργός τον Οκτώβριο του 1910. Η πρώτη περίοδος της διακυβέρνησης Βενιζέλου ήταν από τις ευτυχέστερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, καθώς έγιναν σημαντικές μεταρρυθμίσεις, ενώ η έκταση της χώρας διπλασιάστηκε κατά τους δύο βαλκανικούς πολέμους (1912-1913). Όμως, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, αν και δεν αφορούσε άμεσα την Ελλάδα, έφερε την ανατροπή.
Η διαφωνία πρωθυπουργού και βασιλιά για τη στάση που έπρεπε να τηρήσει η χώρα, οδήγησε σ' έναν άνευ προηγουμένου εθνικό διχασμό, ο οποίος κατέληξε στη δημιουργία δύο κρατών, που εξυπηρετούσαν διαφορετικούς προσανατολισμούς και διαφορετικά συμφέροντα στην εξωτερική τους πολιτική. Το κωνσταντινικό κράτος των Αθηνών (παλαιά Ελλάδα) επέμενε σε μια ψευδο-ουδέτερη στάση, που στην ουσία εξυπηρετούσε αποκλειστικά τα γερμανικά συμφέροντα, παρόλο που οι Γερμανοί είχαν προδώσει τους εν Ελλάδι υποστηρικτές τους μετά την από κοινού με τους Βουλγάρους εισβολή στην ανατολική Μακεδονία τον Αύγουστο του 1916. Από την άλλη, το βενιζελικό κράτος της Θεσσαλονίκης (νέα Ελλάδα) συνεργαζόταν επίσημα με τις χώρες της Αντάντ. Αποκορύφωμα του διχασμού, που θα στοίχειωνε την ελληνική ιστορία μέχρι την έναρξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, ήταν η μάχη της Αθήνας στις 18 Νοεμβρίου 1916 (Νοεμβριανά).
Ύστερα από εννιά μήνες βαθύτατης και οριακής κρίσης, με μεγάλες αρνητικές επιπτώσεις για την εθνική οικονομία - τα λιμάνια ήταν αποκλεισμένα, ενώ οι πολίτες ψώνιζαν ψωμί με δελτίο - οι φιλοανταντικές δυνάμεις τελικά επικράτησαν, κάτι που σε πρώτο επίπεδο ευνόησε την πορεία της χώρας, όμως το δηλητήριο του διχασμού είχε εμποτίσει μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Όλα τα αρνητικά γεγονότα που ακολούθησαν την περίοδο του Μεσοπολέμου, από την ήττα του Βενιζέλου και τη μικρασιατική τραγωδία μέχρι την πολιτική αστάθεια και τα συνεχή στρατιωτικά κινήματα, ήταν απότοκος του Εθνικού Διχασμού της περιόδου 1916-1917. Μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε η τετραετής διακυβέρνηση Βενιζέλου την περίοδο 1928-1932, που όμως τελείωσε άδοξα με την κήρυξη ακόμη μιας χρεωκοπίας του κράτους, αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, που είχε ξεσπάσει μετά το "κραχ" της αμερικανικής οικονομίας. Έτσι, η πολιτική αστάθεια επέστρεψε, η μοναρχία, που προσωρινά είχε καταργηθεί, παλινορθώθηκε, ενώ τελικά κυριάρχησε το φασιστικό καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά.
Για τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, τη γερμανική εισβολή και την πολλαπλή καταστροφή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας - ακόμη και σε βαθμό υποδομών - είναι λίγο ή πολύ γνωστά. Εξίσου γνωστά είναι και όσα ακολούθησαν την απελευθέρωση της Ελλάδας με τον - ακόμη χειρότερο σε ανθρώπινες απώλειες - εμφύλιο πόλεμο και τη διαμόρφωση ενός νέου εθνικού διχασμού, αν και με διαφορετικά κριτήρια σε σχέση με τον παλιό. Δυστυχώς, τα απόνερα αυτού του τελευταίο διχασμού, αν και με τη Μεταπολίτευση του 1974, αλλά και τη νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981 είχε φανεί ότι μπήκε οριστικά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, φαίνεται ν' αναβιώνουν σε κάποιο βαθμό τα τελευταία χρόνια, ενώ παράλληλα φαίνεται να δημιουργείται ένας νέος διχασμός πάνω στον άξονα μνημόνιο-αντιμνημόνιο. Και ας μη γελιόμαστε, κι αυτός ο διχασμός, όπως και οι προηγούμενοι, δεν θα χάσει εύκολα τη δυναμική του, ανεξάρτητα του τι πρόκειται να συμβεί βραχυπρόθεσμα.
Ιστορικός δεν είμαι, όμως προσπάθησα να κάνω μια όσο το δυνατόν πιο σύντομη, αλλά και κατατοπιστική σύνοψη της ιστορίας του ελληνικού κράτους από τη μαύρη του πλευρά. Δεν θα μπω στη διαδικασία να βαθμολογήσω ποια περίοδος της ιστορίας αυτών των 180 χρόνων ήταν πιο μαύρη από τις άλλες, γιατί κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να γίνει. Διαφορετικές χρονικές περίοδοι δεν μπορούν εύκολα να συγκριθούν μεταξύ τους με επιφανειακά κριτήρια, ακριβώς γιατί αντανακλούν διαφορετικούς ιστορικούς συσχετισμούς.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η σημερινή, αδικαιολόγητη κρίση είναι ασήμαντη. Μια τέτοια ερμηνεία θα ήταν πρόχειρη και άδικη για όλους εμάς, που υφιστάμεθα τις συνέπειές της, μιας και η κρίση αυτή έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, που καθιστούν αδικαιολόγητη την ίδια την εμφάνισή της. Για παράδειγμα, πριν την έλευση του Δ.Ο.Ε. το 1898 είχε προηγηθεί η ήττα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο και πριν τη χρεωκοπία του 1932 είχε μεσολαβήσει η ολική κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας εξ αιτίας του χρηματιστηριακού κραχ στη Νέα Υόρκη το 1929. Αντιθέτως, τώρα η γενεσιουργός αιτία ήταν αποκλειστικά η κακή πολιτική διαχείριση των κυβερνήσεων. Ώστε, η μεν κρίση ως φαινόμενο δεν είναι εύκολα συγκρίσιμη με παλαιότερες ιστορικές περιόδους, όμως δεν ισχύει το ίδιο για τα αίτια που την προκάλεσαν.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η σημερινή, αδικαιολόγητη κρίση είναι ασήμαντη. Μια τέτοια ερμηνεία θα ήταν πρόχειρη και άδικη για όλους εμάς, που υφιστάμεθα τις συνέπειές της, μιας και η κρίση αυτή έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, που καθιστούν αδικαιολόγητη την ίδια την εμφάνισή της. Για παράδειγμα, πριν την έλευση του Δ.Ο.Ε. το 1898 είχε προηγηθεί η ήττα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο και πριν τη χρεωκοπία του 1932 είχε μεσολαβήσει η ολική κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας εξ αιτίας του χρηματιστηριακού κραχ στη Νέα Υόρκη το 1929. Αντιθέτως, τώρα η γενεσιουργός αιτία ήταν αποκλειστικά η κακή πολιτική διαχείριση των κυβερνήσεων. Ώστε, η μεν κρίση ως φαινόμενο δεν είναι εύκολα συγκρίσιμη με παλαιότερες ιστορικές περιόδους, όμως δεν ισχύει το ίδιο για τα αίτια που την προκάλεσαν.
Συμπερασματικά, ένα είναι σίγουρο. Από το 1821 μέχρι σήμερα, αυτή η χώρα, όπου γεννηθήκαμε και εξακολουθούμε να ζούμε και την οποία ονομάζουμε Ελλάδα, πέρασε πολλές μαύρες εποχές, κατά τις οποίες χρεοκόπησε, έχασε μέρος ή και το σύνολο της εθνικής της κυριαρχίας, διχάστηκε και έφτασε ακόμη και στον εμφύλιο πόλεμο. Ας μη διαγράφουμε 180 χρόνια ιστορίας ως μη γενόμενα απλά και μόνο για μικροπολιτικές σκοπιμότητες, επειδή ορισμένοι θέλουν να αυτοηρωποιηθούν πριν καν μιλήσει ο ιστορικός του μέλλοντος, ο μόνος πραγματικά αρμόδιος να κρίνει. Αλλιώς, επιχειρώντας ορισμένοι να προκαταλάβουν την κρίση των επόμενων γενιών ξεχνώντας το αρχαίο ρητό "μηδένα προ του τέλους μακάριζε", το μόνο που πετυχαίνουν είναι ν' ανακυκλώνουν τα ίδια ανόητα λάθη, που έχουν διαπραχθεί κατά κόρον στη σύγχρονη ιστορία αυτής της χώρας - από το 1821 και μετά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου