Στις 9 Απριλίου 1940, όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στη Δανία, η Bente Nathan Thomsen ήταν μόλις 5 ετών. Μια μέρα, κοίταξε από το παράθυρο κάτι περίεργα, μεγάλα πουλιά, που όμως δεν ανοιγόκλειναν τα φτερά τους και ρώτησε τη μητέρα της γιατί δεν το έκαναν αυτό. Εκείνη της απάντηση ότι δεν ήταν πουλιά, αλλά αεροπλάνα. Ο πόλεμος είχε ξεκινήσει.
Σε αντίθεση με το ελληνικό παράδειγμα της ηρωικής αντίστασης στους εισβολείς, η Δανία παραδόθηκε μέσα σε λίγες μόνο ώρες. Μάλιστα, τόσο ο βασιλιάς όσο και η κυβέρνηση της χώρας περιορίστηκαν να δηλώσουν υποταγή στο νέο καθεστώς μετατρέποντας τη χώρα τους σε προτεκτοράτο των Ναζί.
Τα πρώτα χρόνια, οι 8000 Εβραίοι της Δανίας, μεταξύ των οποίων και η οικογένεια της Bente Nathan Thomsen, ένιωθαν σχετική ασφάλεια, όπως θυμάται η 78χρονη σήμερα γυναίκα σε συνέντευξή της, που δημοσιεύεται στην καναδική εφημερίδα National Post: "Υπήρχαν παντού αστείοι άνδρες με στολές κι εμείς τους πειράζαμε". Κάπως έτσι κυλούσε η ζωή για την ίδια, μέχρι το βράδυ μιας Παρασκευής του 1943, όταν ο πατέρας της επέστρεψε στο σπίτι ερχόμενος από την εβραϊκή Συναγωγή.
Ο πατέρας της Bente ζήτησε από τα μέλη της οικογένειας να ετοιμάσουν γρήγορα τις βαλίτσες τους, γιατί έπρεπε να φύγουν το συντομότερο δυνατό. Μέσα στη νύχτα κατευθύνθηκαν στο σιδηροδρομικό σταθμό, ώστε να φύγουν μακριά από την Κοπεγχάγη. Και δεν ήταν οι μόνοι Εβραίοι που το έκαναν αυτό, αλλά αντίστοιχες σκηνές εκτυλίσσονταν και σε άλλα εβραϊκά σπίτια της δανέζικης πρωτεύουσας.
Η οικογένεια Nathans κατευθύνθηκε σε μια μικρή, παραλιακή πόλη και για το μικρό κορίτσι, η ζωή εκεί έμοιαζε με ασυνήθιστες διακοπές, αφού δεν πήγαινε στο σχολείο. Για τους ενήλικες όμως, δεν ήταν έτσι τα πράγματα, καθώς ζούσαν υπό το διαρκή φόβο μήπως ανακαλυφθεί η κρυψώνα τους. Όταν ένα βράδυ ακούστηκε χτύπημα στην πόρτα του σπιτιού, οι ένοικοί του - μέλη της ευρύτερης οικογένειας Nathans - αμέσως το 'βαλαν στα πόδια και κατευθύνθηκαν σε μια ψαρόβαρκα, που τους περίμενε στην παραλία. Οι γυναίκες και τα παιδιά κρύφτηκαν στα αμπάρια, να μην φαίνονται, ενώ οι άνδρες προσποιούνταν τους ψαράδες.
Από εκεί κατευθύνθηκαν στο Μάλμοε της Σουηδίας. Όμως το ταξίδι δεν ήταν χωρίς απρόοπτα. Κάπου στα μισά της διαδρομής, φάνηκαν φωτοβολίδες και μια φωνή τους ρώτησε στα Γερμανικά: "Τι κάνετε έξω τόσο αργά;" Ένας από τους υποτιθέμενους "ψαράδες" απάντησε στα δανέζικα ότι έψαχναν ένα καλό μέρος για να ψαρέψουν την επόμενη μέρα ρέγκες. Η γερμανική περίπολος πείστηκε και τους άφησε να περάσουν.
Περίπου 500 ήταν οι Δανοί Εβραίοι, κυρίως οι άρρωστοι και οι ηλικιωμένοι, που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Για την Bente Nathan Thomsen, που τη δεκαετία του '50 βρέθηκε στον Καναδά, όπου ζει μέχρι σήμερα, η ζωή ήταν πιο τυχερή, αφού κατάφερε να ξεφύγει νωρίς από την απειλή των ναζί, ενώ τα χρόνια εκείνα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, όταν όλη η οικογένεια κρυβόταν, εκείνη τα έβλεπε σαν διακοπές. Αυτός είναι και ο λόγος που, όπως παραδέχεται στη συνέντευξή της στην καναδική εφημερίδα, συχνά αισθάνεται ενοχές: "Επέστρεψα στο σπίτι με τους γονείς μου. Δεν χάσαμε κανέναν. Ήταν μια περιπέτεια. Ήταν μια συνηθισμένη ζωή".
Στο βιβλίο "Tapestry of Hope: Holocaust Writing for Young Peopl" των Lillian Boraks-Nemetz και Irene N. Watts (Tundra Books, 2003), όπου περιλαμβάνονται μαρτυρίες ανθρώπων που επέζησαν του Ολοκαυτώματος, η Bente Nathan Thomsen συνόψισε σε λίγες γραμμές τη μαρτυρία της:
"Γεννήθηκα στην Κοπεγχάγη της Δανίας το 1935. Ποτέ δεν θα ξεχάσω την 9 Απριλίου 1940, όταν ο ουρανός πάνω από την πόλη μας γέμισε με το βούισμα των γερμανικών αεροπλάνων. Τρία χρόνια αργότερα μάθαμε ότι όλοι οι Εβραίοι επρόκειτο να απελαθούν. Ο πατέρας μου με διαβεβαίωσε ότι εμείς θα πηγαίναμε στη Σουηδία, μια ουδέτερη χώρα που παρείχε ασφαλή παράδεισο για τους Εβραίους και άλλους εκτοπισμένους. Αργά τη νύχτα της 2 Οκτωβρίου 1943, μπουσουλήσαμε κατά μήκος ενός χαντακιού γεμάτου από νερό μέχρι τη θάλασσα, όπου επιβιβαστήκαμε σ' ένα μικρό ψαροκάικο και περάσαμε με ασφάλεια στη Σουηδία. Τον Ιούνιο του 1945 μπορέσαμε να επιστρέψουμε στη Δανία".
Η ιστορία της Bente Nathan Thomsen - διαφορετική από τις συνηθισμένες σχετικά με το Ολοκαύτωμα - παρουσιάζει ενδιαφέρον - και γι' αυτό τη μετέφερα εδώ - από την άποψη της μεγάλης αντίφασης: από τη μια η παιδική αθωότητα που δεν συνειδητοποιούσε την καταστροφή που εξελισσόταν γύρω της και στη συνέχεια οι ενοχές γιατί κατάφερε να μείνει μακριά από την κόλαση του Ολοκαυτώματος, που σάρωσε τις εβραϊκές - και όχι μόνο - κοινότητες των ευρωπαϊκών κρατών, όπου πάτησαν πόδι οι Ναζί. Είναι μια αρκετά ανθρώπινη ιστορία, που μοιάζει σαν διήγημα, όμως ήταν απλά η ζωή, που είναι γεμάτη αντιφάσεις.
Σχετικά θέματα:
Ο άνθρωπος που μπήκε οικειοθελώς στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς
"Τι θυμάμαι από την Άννα Φρανκ". Η μαρτυρία μιας παιδικής της φίλης, 70 χρόνια μετά.
Περίπου 500 ήταν οι Δανοί Εβραίοι, κυρίως οι άρρωστοι και οι ηλικιωμένοι, που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Για την Bente Nathan Thomsen, που τη δεκαετία του '50 βρέθηκε στον Καναδά, όπου ζει μέχρι σήμερα, η ζωή ήταν πιο τυχερή, αφού κατάφερε να ξεφύγει νωρίς από την απειλή των ναζί, ενώ τα χρόνια εκείνα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, όταν όλη η οικογένεια κρυβόταν, εκείνη τα έβλεπε σαν διακοπές. Αυτός είναι και ο λόγος που, όπως παραδέχεται στη συνέντευξή της στην καναδική εφημερίδα, συχνά αισθάνεται ενοχές: "Επέστρεψα στο σπίτι με τους γονείς μου. Δεν χάσαμε κανέναν. Ήταν μια περιπέτεια. Ήταν μια συνηθισμένη ζωή".
Στο βιβλίο "Tapestry of Hope: Holocaust Writing for Young Peopl" των Lillian Boraks-Nemetz και Irene N. Watts (Tundra Books, 2003), όπου περιλαμβάνονται μαρτυρίες ανθρώπων που επέζησαν του Ολοκαυτώματος, η Bente Nathan Thomsen συνόψισε σε λίγες γραμμές τη μαρτυρία της:
"Γεννήθηκα στην Κοπεγχάγη της Δανίας το 1935. Ποτέ δεν θα ξεχάσω την 9 Απριλίου 1940, όταν ο ουρανός πάνω από την πόλη μας γέμισε με το βούισμα των γερμανικών αεροπλάνων. Τρία χρόνια αργότερα μάθαμε ότι όλοι οι Εβραίοι επρόκειτο να απελαθούν. Ο πατέρας μου με διαβεβαίωσε ότι εμείς θα πηγαίναμε στη Σουηδία, μια ουδέτερη χώρα που παρείχε ασφαλή παράδεισο για τους Εβραίους και άλλους εκτοπισμένους. Αργά τη νύχτα της 2 Οκτωβρίου 1943, μπουσουλήσαμε κατά μήκος ενός χαντακιού γεμάτου από νερό μέχρι τη θάλασσα, όπου επιβιβαστήκαμε σ' ένα μικρό ψαροκάικο και περάσαμε με ασφάλεια στη Σουηδία. Τον Ιούνιο του 1945 μπορέσαμε να επιστρέψουμε στη Δανία".
Η ιστορία της Bente Nathan Thomsen - διαφορετική από τις συνηθισμένες σχετικά με το Ολοκαύτωμα - παρουσιάζει ενδιαφέρον - και γι' αυτό τη μετέφερα εδώ - από την άποψη της μεγάλης αντίφασης: από τη μια η παιδική αθωότητα που δεν συνειδητοποιούσε την καταστροφή που εξελισσόταν γύρω της και στη συνέχεια οι ενοχές γιατί κατάφερε να μείνει μακριά από την κόλαση του Ολοκαυτώματος, που σάρωσε τις εβραϊκές - και όχι μόνο - κοινότητες των ευρωπαϊκών κρατών, όπου πάτησαν πόδι οι Ναζί. Είναι μια αρκετά ανθρώπινη ιστορία, που μοιάζει σαν διήγημα, όμως ήταν απλά η ζωή, που είναι γεμάτη αντιφάσεις.
Σχετικά θέματα:
Ο άνθρωπος που μπήκε οικειοθελώς στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς
"Τι θυμάμαι από την Άννα Φρανκ". Η μαρτυρία μιας παιδικής της φίλης, 70 χρόνια μετά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου