Ο Μάιφαρτ, ήταν γνωστός από τους συγχρόνους του για τον άστατο ερωτικό του βίο, αφού λέγεται ότι στα γεράματά του κυκλοφορούσε στο δρόμο αγκαζέ με δύο γυναίκες, την επίσημη, Γερμανίδα σύζυγο και την εκάστοτε ερωμένη του, συνήθως από τη Βιέννη ή όπου αλλού, την οποία σύστηνε ως "κυρία Μάιφαρτ νούμερο δύο". Στο στόχαστρο του Μάιφαρτ είχε μπει κάποια εποχή και η Γαλλίδα τραγουδίστρια Ζαν δ' Αράς, η οποία εργαζόταν στο θέατρο του Ορφανίδη ως χορεύτρια του καν-καν. Συχνά οι δυο τους αντάλλασσαν φιλιά και σαλιαρίσματα την ώρα της παράστασης - η Ζαν δ' Αράς από τη σκηνή και ο Μάιφαρτ από την πλατεία.
Κάποια στιγμή, ο Ροδόλφος Μάιφαρτ σκέφτηκε να γράψει ένα νούμερο για την αγαπημένη του χορεύτρια και τραγουδίστρια, το οποίο θα παρουσίαζε μαζί της επί σκηνής στο θέατρο Ορφανίδη. Η προαναγγελία της παράστασης έγινε με τοιχοκολλήσεις στα κεντρικότερα σημεία της Αθήνας, με αποτέλεσμα το θέατρο να γεμίσει ασφυκτικά. Ειδικά για το θεατρικό του ντεμπούτο, ο Μάιφαρτ είχε αγοράσει ένα κόκκινο φράκο κι ένα ολομέταξο, μαύρο παντελόνι ως τα γόνατα και άσπρες, μεταξωτές γκέτες με αργυρές πόρπες.
Γιατί θεωρείται "επιθεώρηση"; Αν και δεν ήταν ενταγμένο σε μια ολόκληρη παράσταση, το μεμονωμένο αυτό θεατρικό νούμερο σατίρισε την επικαιρότητα και συνοδευόταν από πρωτότυπους στίχους. Το θέμα της σάτιρας ήταν τα νικέλινα εικοσάλεπτα. Τι έτρεχε μ' αυτά; Ήταν νομίσματα νέας κοπής, σε μια εποχή που ο τότε βασιλιάς Γεώργιος Α΄ συνήθιζε να ταξιδεύει στη λουτρόπολη Αιξ Λε Μπαιν και εκεί να σπαταλά μεγάλα χρηματικά ποσά.
Ωστόσο, δεν ήταν αυτή η αιχμηρή σάτιρα ο λόγος που το σκετσάκι θα προκαλούσε την παρέμβαση της αστυνομίας - ή έστω δεν ήταν η αφορμή. Όταν στη συνέχεια εμφανιζόταν η Ζαν δ'Αράς χορεύοντας καν-καν και σηκώνοντας σε κάποια στιγμή το πίσω μέρος της αραχνοΰφαντης φούστας της, ο Μάιφαρτ πρόβαλε το κεφάλι του μέσα από τα πόδια της Γαλλίδας αρτίστας. Αυτή η σκηνή θεωρήθηκε προσβολή της δημόσιας αιδούς και προκάλεσε την παρέμβαση της αστυνομίας οδηγώντας τους δυο πρωταγωνιστές στο τμήμα, παρά τις φωνές των περισσοτέρων θεατών , που ζητούσαν την απελευθέρωσή τους. Αυτό δεν έγινε, αλλά και οι δύο έφυγαν από τη χώρα,ενώ ο Μάιφαρτ επέστρεψε στην πατρίδα του, το Μόναχο, όπου και θα πέθαινε.
"Το νόμισμα το νικελόν
είν' από άσπρον τενεκέν
και τον αληθινόν χρυσόν
τον τρώγουν εις το Αιξ-λε Μπαιν!"
τραγουδούσε ο Μάιφαρτ αφήνοντας αιχμές για τη διαφορά ποιότητας ανάμεσα στα νέα νομίσματα του κράτους και τα βασιλικά πλούτη.Ωστόσο, δεν ήταν αυτή η αιχμηρή σάτιρα ο λόγος που το σκετσάκι θα προκαλούσε την παρέμβαση της αστυνομίας - ή έστω δεν ήταν η αφορμή. Όταν στη συνέχεια εμφανιζόταν η Ζαν δ'Αράς χορεύοντας καν-καν και σηκώνοντας σε κάποια στιγμή το πίσω μέρος της αραχνοΰφαντης φούστας της, ο Μάιφαρτ πρόβαλε το κεφάλι του μέσα από τα πόδια της Γαλλίδας αρτίστας. Αυτή η σκηνή θεωρήθηκε προσβολή της δημόσιας αιδούς και προκάλεσε την παρέμβαση της αστυνομίας οδηγώντας τους δυο πρωταγωνιστές στο τμήμα, παρά τις φωνές των περισσοτέρων θεατών , που ζητούσαν την απελευθέρωσή τους. Αυτό δεν έγινε, αλλά και οι δύο έφυγαν από τη χώρα,ενώ ο Μάιφαρτ επέστρεψε στην πατρίδα του, το Μόναχο, όπου και θα πέθαινε.
Όλες οι πληροφορίες για το θέμα αυτό αντλήθηκαν από ένα σχετικό άρθρο της εφημερίδας Πατρίς ύστερα από πολλά χρόνια (26.08.1930) στα πλαίσια αφιερώματος για την ιστορία της ελληνικής επιθεώρησης, το οποίο υπέγραφε ο δημοσιογράφος Γ. Βαβαρέτος. Δυστυχώς, δεν αναφερόταν η ακριβής χρονολογία που έλαβαν χώρα τα παραπάνω, ωστόσο δημοσιευόταν ένα σκίτσο, που αναπαριστούσε το "σκανδαλιστικό" θέαμα και το οποίο είχε προκαλέσει την παρέμβαση της αστυνομίας.
Όσον αφορά την πρώτη, επίσημη επιθεώρηση στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου, μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα εδώ:
Η πρώτη αθηναϊκή επιθεώρηση - Τραγούδια, παραλειπόμενα και οι κριτικές που δέχτηκε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου