25 Νοεμβρίου 2017

Πώς ήταν η ζωή στην Αθήνα πριν 200 χρόνια (πριν την Επανάσταση του 21), όπως την περιέγραψε ένας Γάλλος περιηγητής

Σκίτσο της Ακρόπολης την περίοδο κοντά στην Ελληνική Επανάσταση
Στις 22 Αυγούστου 1817, ο Γάλλος κόμης... Αύγουστος ντε Φορμπέν (ή αν προτιμάτε το πλήρες όνομά του στα γαλλικά: Λουί Νικολά Φιλίπ Ωγκίστ ντε Φορμπέν) ξεκίνησε από την Τουλόν ένα πολύμηνο ταξίδι στην ανατολική Μεσόγειο. Μεταξύ άλλων επισκέφτηκε και πολλές περιοχές του ελλαδικού χώρου, που τότε βρισκόταν ακόμα υπό τουρκική κατοχή. Μία από τις περιοχές αυτές ήταν και η Αθήνα, που φυσικά δεν είχε παρά ελάχιστη σχέση με τη σημερινή εικόνα της τσιμεντοποιημένης μεγαλούπολης. Αργότερα θα κατέγραφε τις εντυπώσεις του από την Αθήνα στο βιβλίο του με τίτλο "Voyage dans le Levant en 1817 et 1818". (Ταξίδι στην Ανατολή το 1817 και το 1818), που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1819.
Το πλοίο με το οποίο ταξίδευε ο ντε Φορμπέν, άραξε πρώτα στον Πειραιά κι από εκεί ο Γάλλος κόμης διευθύνθηκε στην Αθήνα, που ήταν ο πρώτος ή έστω ένας από τους πρώτους σταθμούς του ταξιδιού του. Έτσι περιέγραφε τη διαδρομή από τον Πειραιά:
"Πρώτα ανεβαίνουμε ένα μικρό άγονο λόφο, κατόπιν κατεβαίνουμε σε μια γελαστή κοιλάδα, φυτεμένη με ελαιόδεντρα, η οποία διασχίζεται από τα λείψανα των μακρών τειχών του Θεμιστοκλή. Ένα πολύ πυκνό δάσος από ελαιόδεντρα, που χρονολογούνται από την αρχαιότητα, κάλυπτε αμπέλια, τα κλωνάρια των οποίων περιπλέκονταν γύρω από τους κορμούς αυτών των δέντρων. Η βλάστηση της Αττικής μου θύμιζε αυτήν της μεσημβρινής Γαλλίας".

Κάποια στιγμή, ο ντε Φορμπέν έφτασε στον προορισμό του: "Η νέα Αθήνα περιβάλλεται από μικρά τείχη, οι πύλες των οποίων μπορούν να συγκριθούν με τις πύλες των χειρότερων αγροτικών κτημάτων των περιχώρων του Παρισιού. Η νέα πόλη αναπαύεται ταπεινά κάτω από την Ακρόπολη, σιωπηλή σαν τη σκλαβιά, ντροπιασμένη για τις αλυσίδες και την αθλιότητά της".

Κατά την πολυήμερη παραμονή του στην πόλη, διέμεινε στο σπίτι του Φωβέλ, που ήταν ο πρόξενος της Γαλλίας και ο οποίος φιλοξενούσε όλους τους ξένους περιηγητές. Το σπίτι του βρισκόταν στην περιοχή της αρχαίας Αγοράς. Ο ντε Φορμπέν θυμόταν τα βράδια στην ταράτσα της οικίας του οικοδεσπότη του: "Ακούγαμε την κακόηχη μουσική των Αιγυπτίων σκλάβων, οι οποίοι ενίοτε μαζεύονται για να ξεχάσουν τη σκλαβιά τους. [..] Πολλές φορές βυθιζόμουν σε ονειροπόληση. Η αφύπνιση όμως ήταν θλιβερή, γιατί δεν έβλεπα γύρω μου παρά άπειρα ερείπια, δεν άκουγα παρά θρήνους ή τις κραυγές του Δισδάρ αγά, κυβερνήτη του Κάστρου, ο οποίος κακομεταχειριζόταν τους σκλάβους".

Τι έγραφε όμως για τους κατοίκους της πόλης; "Η Αθήνα περιλαμβάνει 10 έως 20 χιλιάδες κατοίκους, Έλληνες, Τούρκους και Αλβανούς. Οι τελευταίοι υπερτερούν μεταξύ των 20.000 ψυχών που κατοικούν στην Αττική. Περιβάλλονται από χαμηλά τείχη κακοκτισμένα, τα οποία ανακαινίστηκαν κατά μεγάλο μέρος το 1772. Όλοι οι Έλληνες της πόλης αυτής ανεξαιρέτως υποχρεώθηκαν να εργαστούν σ' αυτά. Ο ήχος τριάντα τυμπάνων όφειλε να ενθαρρύνει τους εργάτες. Ο νέος αυτός Αμφίωνας τελείωση την περίεργη αυτή επιχείρηση σε διάστημα μικρότερο των τριών μηνών. Ο βοϊβόδας που επιχείρησε το έργο, καταχράστηκε την εξουσία του και τελείωσε την ζωή του στην Κω, όπου αποσύρθηκε, αφού πρώτα λήστεψε τελείως τους κατοίκους της Αττικής".

Στο μνημείο του Κυρρήστου, που βρίσκεται στους πρόποδες της Ακρόπολης στην περιοχή της αρχαίας Ρωμαϊκής Αγοράς, παρακολούθησε ένα χορό δερβίσηδων: "Τους βρήκαμε σε μια κατάσταση θρησκευτικής έξαψης, την οποία σπάνια μπορεί κάποιος να συναντήσει. Η άφιξη ενός Μουσουλμάνου προσκυνητή, ο οποίος επέστρεψε από τη Μέκκα και έφερε λίγες σταγόνες από το ιερό νερό του πηγαδιού του Ζεμζέμ, εξήψε τη θρησκομανία τους μέχρι παραληρήματος. Εκτέλεσαν τραγούδια και χορούς αργά και συρτά. Στη συνέχεια όμως εξήφθησαν μέχρι του σημείου να βγάζουν τρομαχτικά ουρλιαχτά. Γέροντες με την ωραιότερη μορφή κυλίονταν κατά γης σχίζοντας τα ρούχα τους. Τους μετέφεραν έξω από το ιερό σε κατάσταση μέθης και κατάπτωσης, την οποία είναι αδύνατο να περιγράψω". 

Όμως κατά την παραμονή του στην Αθήνα, ο Γάλλος κόμης αντιλήφθηκε τον πόθο των Ελλήνων κατοίκων για τη λευτεριά:
"Είδα μερικούς μορφωμένους Έλληνες, οι οποίοι δεν υπέφεραν παρά με θλιβερό αποτροπιασμό τον ζυγό που τους είχε επιβληθεί. Σχημάτισα αυτήν τη βεβαιότητα τη μέρα κατά την οποία ο μπέης της Καρύστου Ευβοίας έκανε την είσοδό του στην Αθήνα.
Μερικοί κανονιοβολισμοί ανήγγειλαν ότι ο μπέης έφτανε. Τοποθετημένοι στο περιστύλιο του ναού του Θησέα, απολαύσαμε μαζί με μεγάλο μέρος των Αθηναίων πολιτών ένα θέαμα, το οποίο - αν μη τι άλλο - είχε τη χάρη του καινούριου. 
Η παράδοξη αυτή πομπή αποτελούταν από πεζούς Αλβανούς, γενίτσαρους και έφιππους σπάηδες. Όλοι οι σημαίνοντες Τούρκοι, ακολουθούμενοι από τους ανθρώπους τους, συγκεντρώνονταν γύρω από τον μπέη, ενώ η κατώτερη στρατιωτική δύναμη των Μουσουλμάνων κραύγαζε, κουνούσε σημαίες και πυροβολούσε. Ο μπέης της Καρύστου, που επέβαινε σε αφρικανικό άλογο, χωμένος μέσα σ' ένα πελώριο σαρίκι, κοίταζε αναιδώς την πόλη, την οποία ερχόταν να φορολογήσει. 
Οι Έλληνες που μας περιστοίχιζαν, ήταν σκυθρωποί, ζαλισμένοι, ταραγμένοι στην όψη τους, η οποία ήταν πάντοτε πολύ εκφραστική. Και είδα ακόμη άφθονα δάκρυα να βρέχουν τα μάρμαρα αυτά, παλιά τρόπαια της δύναμης της Αθήνας. Οι Έλληνες ελπίζουν στην ανεξαρτησία τους, όπως οι Εβραίοι αναμένουν το Μεσσία. Εν τούτοις, η ελευθερία θα ερχόταν μάταια στη γη αυτή, η οποία υπήρξε η ευγενέστερη κατοικία της. Ο λαός αυτός δεν θα καταλάβαινε πλέον τη θεία γλώσσα της και οι αμαθείς καλόγεροι θα ήταν οι μόνοι επιφορτισμένοι να την υποδεχθούν. 
Η Αθήνα έχει ακόμα δώδεκα Άρχοντες [..] Οι δώδεκα αυτοί Άρχοντες μαζεύονται κάποιες φορές και υποβάλλουν τις ταπεινότερες παρατηρήσεις τους στο βοϊβόδα, ο οποίος τους φορτώνει με ύβρεις, στο Μουφτή, ο οποίος τους καταριέται, στον Καδή, του οποίου την προστασία αγοράζουν συχνά και ακριβά. Εξήντα Αλβανοί υπό τις διαταγές ενός Μπουλούκ Μπαξή κάνουν την Αθήνα να τρέμει".

Μπορεί οι Αθηναίοι του 1817 να ονειρεύονταν την ελευθερία και να οργανώνονταν κρυφά για τη στιγμή του ξεσηκωμού, που θ' αργούσε τέσσερα χρόνια ακόμη, όμως μέχρι να συμβεί αυτό ζούσαν κανονικά την καθημερινότητά τους:
"Την εποχή εκείνη μιλούσαν για ένα γάμο, ο οποίος απασχολούσε ολόκληρη την πόλη. Ένας νεαρός Άγγλος ήταν τρελά ερωτευμένος με μια Ελληνίδα, τη Μίνα Μακρή. Η νεαρή αυτή Ελληνίδα έχει και μια αδελφή, ενώ η ομορφιά και των δύο αποθανατίστηκε στους στίχους του λόρδου Βύρωνα. Ο πατέρας τους υπήρξε πρόξενος της Αγγλίας. Ο πατέρας τους υπήρξε πρόξενος της Αγγλίας. Δεν με κατέπληξε η ομορφιά τους, αλλά ένας Γαλάτης όφειλε να σεβαστεί τον ενθουσιασμό των Αθηναίων.
Δεν μπορώ ν' αναχωρήσω από την πόλη αυτή χωρίς να πω μια λέξη για την κοινωνία της. Αναμφίβολα, η πιο ευχάριστη συγκεντρωνόταν στην οικία της κυρίας Γροππίου, συζύγου του αυστριακού προξένου. Είναι Ελληνίδα από την Κωνσταντινούπολη με ωραίο πρόσωπο, μιλά διάφορες γλώσσες με τη χάρη και τη λεπτότητα που είναι έμφυτες στους συμπατριώτες της. Ο σύζυγός της, καλλιτέχνης και μορφωμένος, ασχολείται πολύ με τις αρχαιότητες.
Πρόξενος της Αγγλίας είναι ο κ. Λογοθέτης. Εμφανίζεται πολύ λίγο και οι δεσμοί του με το Γάλλο πρόξενο δεν μου φαίνονται στενοί. Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών έχει υπό την εξουσία του τους επισκόπους Θηβών και Λεβαδείας. Ο άνθρωπος αυτός, ο οποίος έχει λεπτότητα και ευγένεια όλως ελληνική, κατάγεται από τη Μυτιλήνη. Ήταν παιδαγωγός του ηγεμόνα της Βλαχίας. Τον βρήκα πολύ απασχολημένο με τα ζητήματα του κόσμου αυτού. Επρόκειτο να παντρέψει τον ανιψιό του με την πλούσια αδελφή του Γάλλου προξενικού πράκτορα στην Κέα. Η υπόθεση αυτή, με την οποία απασχολούνταν οι άεργοι των Αθηνών, ενδιέφερε τον αρχιεπίσκοπο πολύ περισσότερο από την ανάμνηση του κηρύγματος του Αποστόλου Παύλου στον Άρειο Πάγο".

Μέσα σ' όλα τ' άλλα, ο κόμης ντε Φορμπέν περιέγραψε κι έναν αθηναϊκό γάμο, που τελέστηκε στην εκκλησία της Παναγίας της Βλασσαρούς κατά τη διάρκεια της παραμονή του στην Αθήνα. Ο γαμπρός ονομαζόταν Σπύρος Κτενάς, ενώ αναφέρει τη νύφη ως την κόρη κάποιου Γεωργή. Το ζευγάρι ανήκε στη μεσαία τάξη:
"Η νύφη ήταν χαριτωμένη, αλλά είχε παραμορφωθεί με τα χρυσόχαρτα, τις ψεύτικες κρεατοελιές και το παχύ κοκκινάδι και γαλάζιο, με το οποίο ήταν ζωγραφισμένα τα μάγουλά της. Ήταν τόσο φορτωμένη από φορέματα, ώστε μόλις που μπορούσε να κινηθεί. Κοπέλες τη βοηθούσαν να περιφέρεται γύρω από χοντρά κεριά. Οι τρεις παπάδες έψαλλαν ένρινα και κάθε τέταρτο της ώρας οδηγούσαν τη νύφη και τον γαμπρό σ' ένα μπαλκόνι, όπου καθόντουσαν περιστοιχισμένοι από τους στενότερους συγγενείς τους".

Σε κάποιο σημείο της αφήγησής του, ο Γάλλος κόμης σχολίαζε και τη - σχετικά πρόσφατη - κλοπή των μαρμάρων της Ακρόπολης από τον Έλγιν και πώς ένα πρωινό βρέθηκε σε μια Καρυάτιδα, η οποία γλίτωσε και παρέμεινε στη θέση της, η επιγραφή "Έργο Φειδίου", ενώ στη διπλανή κενή θέση, όπου βρισκόταν παλιότερα μία κλεμμένη Καρυάτιδα, έγραφε "Έργο Ελγίνου". Όχι ότι ο ντε Φορμπέν ήταν καλύτερος, αφού στο βιβλίο του παραδεχόταν ότι και ο ίδιος φεύγοντας από την Αθήνα πήρε μαζί του και μερικές αρχαιότητες, "οι περισσότερες των οποίων ανήκαν στον κ. Φωβέλ", όπως προσπάθησε να δικαιολογηθεί! Ότι δηλαδή ο Γάλλος πρόξενος απέκτησε με νόμιμο τρόπο αρχαία αγάλματα ή άλλα κειμήλια! Βέβαια, εδώ που τα λέμε, αυτός ήταν κι ένας από τους σκοπούς του ταξιδιού του ντε Φορμπέν εξ αρχής, να βρει και ν' αποκτήσει διάφορες αρχαιότητες από την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, οι περισσότερες των οποίων κατέληξαν στο μουσείο του Λούβρου.
Τραγικό και αποκαλυπτικό ταυτόχρονα για το πώς τόσες ελληνικές αρχαιότητες κατέληξαν στη Γαλλία και σε άλλα σημεία του πλανήτη...


πηγή: Ένα σχετικό δημοσίευμα του Κώστα Καιροφύλα στο περιοδικό Νέα Εστία (στις 15 Ιουνίου 1927) προσαρμόζοντας ορισμένα αποσπάσματα στη δημοτική γλώσσα.


Σχετικά άρθρα:
-- Η ιστορία της κλοπής του αγάλματος της Αφροδίτης της Μήλου - Πώς ανακαλύφθηκε τυχαία από έναν αγρότη και πώς τελικά βρέθηκε στη Γαλλία

-- Τι είχαν γράψει ξένες εφημερίδες για τα "ελγίνεια" μάρμαρα το πρώτο μισό του 19ου αιώνα - Το ναυάγιο του πλοίου που τα μετέφερε, η αγορά τους από τη βρετανική κυβέρνηση και μια "αιρετική" άποψη ότι ο Έλγιν δεν θα τα έπαιρνε ποτέ αν...

-- Οι πρώτες κοσμικές εκδηλώσεις στο ελληνικό κράτος το 1828.

-- Ποια ήταν η αγγαρεία που αρνούνταν να κάνουν οι Έλληνες των πρώτων χρόνων του ελληνικού κράτους και την έκαναν γι' αυτούς οι Μαλτέζοι

-- "Οι λίθοι και ο σίδηρος να διαλυθούν, αλλά αυτοί να μην διαλυθούν". Ένας αφορισμός του 1837 γραμμένος στα ελληνικά και τα αρβανίτικα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου