22 Δεκεμβρίου 2016

Θεατρικό ανέκδοτο: Πώς ένας Έλληνας ηθοποιός έστησε μια πολυπρόσωπη χριστουγεννιάτικη παράσταση με μοναδικό πρωταγωνιστή τον ίδιο και γκεστ ένα γάιδαρο!

Ένας ξεχασμένος - για πολλούς και ευνόητους λόγους - Έλληνας ηθοποιός στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ήταν ο Βασίλειος Ανδρονόπουλος, το όνομα του οποίου ήταν ταυτισμένο με δεκάδες θεατρικά ανέκδοτα, αστεία περιστατικά κατά τη διάρκεια παραστάσεων, στα οποία φερόταν ο ίδιος ως ο πρωταγωνιστής. Κάποια από αυτά ήταν υπερβολές ή απλές μεταφορές αντίστοιχων θεατρικών ανεκδότων με πρωταγωνιστές ηθοποιούς από το εξωτερικό. Υπήρχαν όμως και αυθεντικές διηγήσεις, τις οποίες δεν είναι εύκολο να διασταυρώσουμε - πώς άλλωστε, όταν μιλάμε για μια εποχή τόσο μακρινή; Με πάσα λοιπόν επιφύλαξη για την ακρίβεια των γεγονότων, όπως περιγράφονται στη συνέχεια, μεταφέρεται και το παρακάτω χριστουγεννιάτικο ανέκδοτο, όταν κάποια χρονιά ο Ανδρονόπουλος βρέθηκε σε πόλη της Μικράς Ασίας με ελληνικό πληθυσμό, όπου έδωσε κακήν κακώς μια αυτοσχέδια, πολυπρόσωπη θεατρική παράσταση μόνος του με τη βοήθεια ενός.. γαϊδάρου.
"Η Γέννησις του Χριστού, θρησκευτικόν δράμα πολυπρόσωπον και επίκαιρον". Έτσι ο Ανδρνόπουλος διαφήμιζε τη μία και μοναδική παράσταση που θα παρουσίαζε στη μικρασιατική πόλη ανήμερα τα Χριστούγεννα, περισσότερο θέλοντας να βγάλει κάποια χρήματα για να περάσει κι αυτός κάπως βολικά τις γιορτινές εκείνες μέρες παρά λόγω ιδιαίτερων καλλιτεχνικών ανησυχιών. Η παράσταση θα δινόταν στο μεγαλύτερο καφενείο της πόλης, το οποίο είχε διασκευασθεί ειδικά για την περίσταση. Άλλωστε, οι παραστάσεις ήταν μια εξαιρετικά σπάνια διασκέδαση για τους κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι έσπευσαν να προμηθευτούν τα εισιτήρια. 
Το μεγάλο πρόβλημα του Ανδρονόπουλου ήταν ότι δεν είχε άλλους ηθοποιούς στο θίασό του, του οποίου ήταν το μοναδικό μέλος. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να εκδώσει χειρόγραφο πρόγραμμα της παράστασης, όπου με μεγάλα κόκκινα γράμματα αναφέρονταν οι ήρωες του έργου: η Παρθένος Μαρία, ο Ιωσήφ, ο Ιησούς Χριστός, ο Ηρώδης, οι Μάγοι, οι απεσταλμένοι του Ηρώδη κι ένας γάιδαρος.
Έρχεται η ορισμένη ώρα, το καφενείο είχε γεμίσει από κόσμο και ο Ανδρονόπουλος ανεβαίνει επί σκηνής φορώντας μια αρχαιοελληνική ενδυμασία και με τα μάτια στραμμένα στον ουρανό. Και απήγγειλε:
"Ω! πού με οδηγείς περίλαμπρο άστρο; Απηύδυσα περπατών... Απέκαμα... Αλλά τι βλέπω; Εστάθη το άστρον... Ω! εδώ κάπου το μέγα ετελέσθη γεγονός... Ας αναπαυθώ όμως ολίγον..."
Πράγματι, ξαπλώνει σ' έναν σοφά που βρισκόταν στο μαγαζί, βγάζει μια σακούλα με καπνό και στρίβει το τσιγαράκι του, το οποίο αρχίζει να καπνίζει κάνοντας παράλληλα διάφορες χειρονομίες, τις οποίες εξηγούσε στους θεατές.
Περνούν 10 λεπτά, κάπνισε καλά καλά το τσιγάρο του και ο Ανδρονόπουλος σηκώνεται φωνάζοντας:
"Τι ακούω; Κλαυθμηρισμοί μικρού παιδιού αντήχησαν στα ώρα μου! ω! ω! του θείου μέλους... Θεού φωνή βεβαίως είναι αυτή!...".
Κατευθύνθηκε προς τα παρασκήνια και εκεί στάθηκε έκπληκτος:
"Ω! του εκπάγλου θεάματος! Προσκυνώ σε Χριστές, και δοξάζω σου το όνομα!".
Έπεσε στα γόνατα και άρχισε να προσεύχεται για ένα ακόμα δεκάλεπτο. Αφού ολοκληρώθηκε η μακρότατη αυτή προσευχή, ο Ανδρονόπουλος κατευθύνθηκε στο αντίθετο μέρος της πρόχειρα στημένης σκηνής και συνέχισε το μονόλογό του:
"Ε! σεις με τα δώρα, οι κομίζοντες σμύρνα, χρυσό και λίβανο προσέλθετε ως τάχιστα... Αλλά προσέξατε τι κάμνετε;... όχι! Μην έρχεσθε απ' εδώ... θ' αργήσετε... Από το όπισθεν της φάτνης μέρος πορευθείτε..."
Με χειρονομίες έδειχνε το όπισθεν της φάτνης μέρος, που βρισκόταν φυσικά στα παρασκήνια, ενώ ο ίδιος διέσχισε τη σκηνή για να βρεθεί κι αυτός στην υποτιθέμενη φάτνη, που κι αυτή βρισκόταν στα παρασκήνια και ήταν αόρατη από τους θεατές. Τότε άρχισε να λέει:
"Ω, να και οι μάγοι έφθασαν.. Τα δώρα των προσφέρουν και ευλαβώς γονυπετούν. Αλλά, Θεέ μου, τι ακούω;.. Τι θόρυβος είναι αυτός;"
Γυρίζει το κεφάλι του προς την αντίθετη μεριά και φωνάζει:
"Ω, του Ηρώδου άνθρωποι το βήμα τους ενταύθα φέρουν.. Η όψις των κακά προδίδει... Απαίσια προμελετούν! Ω φρίκη! φρίκη! φρίκη! Να σώσω πρέπει του Υψίστου τον υιόν!...".
Σκεπτικός και αλαφιασμένος συνάμα περιτρέχει τη σκηνή, ώσπου σε κάποια στιγμή πέφτει στα γόνατα και σηκώνει τα χέρια του στον ουρανό:
"Ω! Θεέ!  συ έσωσας τον υιόν του Αβραάμ από της σφαγής διά της εμφανίσεως ενός κριού, σώσον και τον σον υιόν εμφανίζων μοι το μέσον της φυγής αυτού!"
Γυρίζει το βλέμμα του στα δεξιά και βλέπει τον γάιδαρο, που είχε φροντίσει να εξασφαλίσει για τις ανάγκες της παράστασης. Ευχαρίστησε το Θεό και πήγε προς το μέρος του ζώου, το οποίο τράβηξε προς το μέρος της υποτιθέμενης φάτνης. Είπε τότε:
"Ιδού, λάβετε και φύγετε προς την Αίγυπτον.. Απειλείται η ζωή του θείου βρέφους... φύγετε... ω! με ήκουσαν. Ετοιμάζονται.. Η Παρθένος Μαρία ανέρχεται πρώτη επί του όνου... ο Ιωάννης της δίδει το βρέφος... εξέρχονται... φεύγουν... έφυγαν!"
Τότε ο αθεόφοβος Ανδρονόπουλος πέφτει γονατιστός και σηκώνει τα χέρια του στον ουρανό:
"Σ' ευχαριστώ, Θεέ μου, ότι μ' έκαμες να σώσω τον υιό σου".
Και η παράσταση έλαβε τέλος!
Μετά από λίγο, ένας κάτοικος πλησίασε τον ηθοποιό και του λέει: "Πολύ καλή ήταν η παράστασή σου, αλλά σε παρακαλώ πολύ να μην την επαναλάβεις, γιατί πρέπει να ξέρεις πως εμείς εδώ δεν τρώμε άχυρα".
Και του απάντησε ο Ανδρονόπουλος: "Περί αυτού ήμουν βεβαιότατος, φίλτατε κύριε. Αλλά αν σεις δεν τρώτε άχυρα, έπρεπε να φάει από δαύτα ο γάιδαρός μου και.. με καταλάβατε πιστεύω..."!

[πηγή για τα παραπάνω αποτέλεσε ένα χρονογράφημα του θεατρικού συγγραφέα και ιστορικού του θεάτρου Νικόλαου Λάσκαρη σε αθηναϊκή εφημερίδα το 1905]


Σχετικά:
-- Τα ταπεινωτικά Χριστούγεννα των Ελλήνων ηθοποιών πριν 100 χρόνια, όταν αντιμετωπίζονταν ως απλοί διασκεδαστές και... αντίχριστοι!
-- Πότε και πώς ο "υποκριτής" μετονομάστηκε επισήμως σε "ηθοποιό";

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου