Τις πολύ κρύες χειμωνιάτικες
νύχτες όλοι οι άνθρωποι αναζητούν τη συντροφιά ενός θερμαντικού σώματος –
άσχετα αν ακόμα και στη εποχή μας για μια (έστω και μικρή) μερίδα πληθυσμού
αυτό εξακολουθεί να θεωρείται πολυτέλεια. Οι επιλογές σήμερα είναι πολλές: από το
παραδοσιακό τζάκι μέχρι κάποιο καλοριφέρ, ένα κλιματιστικό, μια σόμπα, ένα
ηλεκτρικό καλοριφέρ, γενικά κάποια από τις πολλές θερμάστρες που κυκλοφορούν
στην αγορά. Όταν βέβαια το ελληνικό κράτος βρισκόταν στα γεννοφάσκια του, οι
κάτοικοί του γνώριζαν μονάχα το τζάκι και την κουβέρτα, καθώς η θερμάστρα ήταν μια πρόοδος ακόμα άγνωστη σ' αυτήν τη γωνιά του πλανήτη, όχι όμως και στους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Το πρώτο θερμαντικό σώμα έκανε
την εμφάνισή του στην Αθήνα το χειμώνα του 1832, όταν ακόμα η πόλη βρισκόταν
υπό τουρκική διοίκηση. Δεν πωλούνταν θερμάστρες στην αγορά της πόλης, αλλά
κατασκευάστηκε πρόχειρα από ένα γερμανό κάτοικο της Αθήνας, ο οποίος εισήγαγε
κατ’ αυτόν τον τρόπο μια καινοτομία στους Αθηναίους της εποχής εκείνης, πολλοί
από τους οποίους, όπως για παράδειγμα ο επίσκοπος, έσπευσαν να θαυμάσουν από
κοντά την ξενόφερτη καινοτομία.
Το περιστατικό είναι γνωστό χάρη στο
βιβλίο Αναμνήσεις του γερμανού αρχαιολόγου Λουδοβίκου Ρος, ο οποίος βρισκόταν επίσης
στην Αθήνα το χειμώνα του 1832. Ίσως
βέβαια κάποιες περιγραφές του να ήταν υπερβολικές, ειδικά ως προς την περιγραφή
των αντιδράσεων όσων είδαν για πρώτη φορά στην ζωή τους θερμάστρα, καθώς
έμοιαζαν με αντιδράσεις πρωτόγονων που έρχονταν σε επαφή με τον πολιτισμό επίσης
για πρώτη φορά. Χάρη στις Αναμνήσεις του Ρος γνωρίζουμε και για την πρώτη άμαξα
με τροχούς που είδαν οι Αθηναίοι την ίδια περίπου περίοδο, απόσπασμα που επίσης
παρατίθεται στη συνέχεια:
«Στο μεταξύ ήρθε ο χειμώνας πολύ
βαρύς. Το θερμόμετρο πολλές φορές κατέβηκε κάτω από το μηδέν. Όταν κάνει τόσο
κρύο, ο Ανατολίτης συνηθίζει να τυλίγεται με το παλτό του και να τεμπελιάζει αμέριμνος
ζεσταίνοντας τα πόδια του σε μεταλλικό μαγκάλι. Όμως ο Ευρωπαίος, ο οποίος στο
δωμάτιό του είναι συνηθισμένος να διαβάζει, να γράφει ή να ζωγραφίζει, καθόλου
δεν θα μπορούσε να υποφέρει μια τέτοια κατάσταση, αφού κι όπου τυχόν υπήρχαν
τζάκια δεν ήταν αρκετά για να ζεστάνουν τα ελεεινά δωμάτια. Ο Λύδερς, ο οποίος
ήταν εγκατεστημένος στην Αθήνα, ως πρακτικός άνθρωπος σκέφθηκε να κατασκευάσει
μια θερμάστρα. Όταν κατόρθωσε να προμηθευτεί σιδερένια ελάσματα από την αγορά,
προσέλαβε ένα σιδηρουργό και με τη βοήθειά του κατάφερε μετά από πολλούς κόπους
να συναρμολογήσει ένα είδος τετράγωνης λάρνακας, στην οποία άνοιξε μια θυρίδα
και πάνω της τοποθέτησε ένα μακρύ σωλήνα. Έτσι κατασκευάστηκε η μηχανή και
έγινε η έναρξη της λειτουργίας της θερμάστρας. Ξύλα ελιάς τοποθετήθηκαν σ’ αυτή
και έδωσαν λαμπρή φωτιά, ενώ το τρίξιμο και οι σπινθηρισμοί τους γέμιζαν με χαρά
τους παρόντες. Η γνωστοποίηση του πρωτοφανούς και πρωτάκουστου θεάματος, διότι
ήταν η πρώτη θερμάστρα στην Αθήνα, διαδόθηκε ακαριαία σ’ ολόκληρη την πόλη
προκαλώντας μεγάλη έκπληξη και περιέργεια. Ο επίσκοπος προσέτρεξε να τη δει με
τα ίδια του τα μάτια. Ζήτησαν επίσης την άδεια να έρθουν και πολλοί από τους Τούρκους
προκρίτους. Αυτοί με θαυμασμό και κάποιο σεβασμό παρατηρούσαν το άμορφο εκείνο
κατασκεύασμα και χαϊδεύοντας το πιγούνι αναφωνούσαν: «Ο Θεός είναι μεγάλος και
η σοφία των Φράγκων δεν έχει όρια»!
Παρόμοια, αν και όχι τόσο μεγάλη
εντύπωση προκάλεσε και ένα ζεύγος δίτροχων φορτηγών αμαξιών, που ήρθαν το ίδιο
περίπου χρονικό διάστημα. Τα αμάξια αυτά τα είχε στείλει από τη Μάλτα ο
ναύαρχος Μάλκολμ για να χρησιμεύσουν στην κατασκευή της ανεγειρόμενης έπαυλής
του στα Πατήσια. Και οι μεν μεγαλύτεροι σε ηλικία είχαν ευτυχήσει να δουν ένα
είδος φορτηγού αμαξιού κατά τον πόλεμο, όμως το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων
έτρεξε αμέσως στην πειραϊκή πύλη για να παρατηρήσει εκείνο το θαύμα της φραγκικής
μηχανής. Από τότε παρήλθαν δύο χρόνια μέχρι την εισαγωγή της πρώτης τετράτροχης
άμαξας στην Αθήνα».
Διαβάστε ακόμη:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου