24 Ιουνίου 2025

Η μαντάμ Σουσού και ο ελληνικός στρατός


Όταν ένας περιφερειακός πόλεμος λαμβάνει χώρα πέριξ της Ευρώπης, οι πολεμικοί αναλυτές του καναπέ, του καφενείου και των σόσιαλ μίντια είναι έτοιμοι να πάρουν κι αυτοί τα όπλα και να πολεμήσουν με λύσσα τον όποιο εχθρό. Όταν δε βρίσκονται σε εξέλιξη ταυτόχρονα δύο περιφερειακοί πόλεμοι στη γειτονιά μας, οι ίδιοι καταπληκτικοί παντογνώστες αναλυτές είναι σίγουροι ότι ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος έχει ήδη ξεκινήσει και απλά είναι θέμα χρόνου να εμπλακούμε σ’ αυτόν και ως χώρα. Αρκεί και μόνο οι περιφερειακοί αυτοί πόλεμοι να εξελίσσονται πέριξ της Ευρώπης, γιατί αν αύριο μεθαύριο πολεμήσουν η Ταϊλάνδη με την Καμπότζη, δεν πα να καίγεται η Μέση Ανατολή, κανείς δεν θα ενδιαφερθεί.

Τέλος πάντων, όλη αυτή η παραφιλολογία της υπερβολής, όπως συνήθως στα σόσιαλ μίντια, μου θυμίζει τη μαντάμ Σουσού του Δημήτρη Ψαθά, που κατά τη γνώμη μου αποτελεί έναν από τους πλέον αντιπροσωπευτικούς τύπους του νεοέλληνα –πολύ πιο αντιπροσωπευτικό από τον Ζορμπά του Καζαντζάκη, που εκφράζει μάλλον τον τύπο που θα θέλαμε να έχουμε παρά το ποιοι είμαστε αληθινά ως Έλληνες.

Στην πρώτη ιστορία, που δεν περιλαμβάνεται στο βιβλίο με επιλεκτική συλλογή επεισοδίων των χρονογραφημάτων του Δ. Ψαθά με τις περιπέτειες της πυργοδέσποινα του Μπίθουλα ούτε αναπαράχθηκε στην τηλεοπτική σειρά της δεκαετίας του ’80, μεσούντος του πολέμου στην Ευρώπη στις αρχές του 1940 ο Παναγιωτάκης κλήθηκε για μετεκπαίδευση ως αγύμναστος και η μαντάμ Σουσού δεν μπορούσε να χωνέψει ότι ο σύζυγός της στα 40 του θα ήταν ένας απλός στρατιώτης και όχι αξιωματικός, μέχρι που άκουσε τυχαία –κοινώς έστησε αφτί– δυο κυρίες του Κολωνακίου να συζητούν ενθουσιασμένες για ιδιαίτερους λόγους σχετικά με τους δικούς τους συζύγους και γενικότερα γνωστούς, οι οποίοι επίσης είχαν κληθεί για συμπληρωματική στρατιωτική εκπαίδευση.

Στη δεύτερη ιστορία, που επίσης δεν περιλαμβάνεται στο βιβλίο και δεν περιλήφθηκε στα επεισόδια του σίριαλ της δεκαετίας του ’80, συγκινημένη από το έργο των «φρουράρχων» των συνόρων μας, η Σουσού αποφάσισε να κάνει το καθήκον της ως ευγνωμονούσα Ελληνίδα του καλού κόσμου βοηθώντας τους καημένους τους «φρούραρχους» με μια εξαιρετικά γαλαντόμο φιλανθρωπική πρωτοβουλία.

Απολαύστε τις!

22 Ιουνίου 2025

Ποια ήταν η «Ξανθούλα», που έγινε ποίημα από το Διονύσιο Σολωμό;

 Ένα από τα πιο γνωστά ποιήματα του Διονύσιου Σολωμού, ένα από τα πρώτα ποιήματα που μαθαίνουμε στο σχολείο και που μάλιστα μένει χαραγμένο στη μνήμη μας για πάντα, είναι η περίφημη «Ξανθούλα»: Την είδα την Ξανθούλα/ την είδα ψες αργά/ που εμπήκε στη βαρκούλα/ να πάει στην ξενιτιά.

Ποια ήταν όμως αυτή η ξανθούλα, ο αποχαιρετισμός της οποίας έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση στον ποιητή, ώστε την απαθανάτισε με τους στίχους του;

Δύο είναι οι εκδοχές, οι οποίες συμπίπτουν ως προς ένα κρίσιμο στοιχείο: το κορίτσι που συγκίνησε το Δ. Σολωμό ήταν κόρη ενός Χιώτη, του Ζαννή Μαυρογορδάτου ή Μαυροκορδάτου, ο οποίος μετά την καταστροφή της Χίου το 1822 βρέθηκε με την οικογένειά του στη Ζάκυνθο ως ενδιάμεσο σταθμό με τελικό προορισμό το Λιβόρνο της Ιταλίας. Από κει και πέρα, υπάρχει διαφωνία ως προς το ποια ήταν η ξανθή κόρη του Μαυρογορδάτου που ενέπνευσε τον ποιητή, η Μαριγώ ή η Αικατερίνη, οι οποίες αμφότερες παντρεύτηκαν κάποιον... Ράλλη!

Ένα γράμμα του διάσημου συγγραφέα Εμίλ Ζολά για το σκύλο του


Παραγωγικότατος συγγραφέας, θεμελιωτής του νατουραλισμού στη λογοτεχνία, ο Εμίλ Ζολά έχει συνδεθεί κυρίως με τη θαρραλέα στάση που επέδειξε κατά τη διάρκεια της περιβόητης δίκης Ντρέιφους. Αρνούμενος να σιωπήσει μπροστά στην καταφανή παραβίαση του κράτους δικαίου, που είχε στοχοποιήσει τον αθώο αξιωματικού του γαλλικού στρατού Άλφρεντ Ντρέιφους σ’ ένα σοβαρό σκάνδαλο κατασκοπείας την ώρα που ο πραγματικός ένοχος είχε καταφέρει να βγει αλώβητος χάρη στις διασυνδέσεις του, ο Εμίλ Ζολά δημοσίευσε στην εφημερίδα LAurore στις 13 Ιανουαρίου 1898 το περιβόητο άρθρο του με τίτλο «Κατηγορώ» («Jaccuse») εξαπολύοντας σφοδρή επίθεση κατά του γαλλικού Γενικού Επιτελείου Στρατού.

Ο Ζολά βρέθηκε κι αυτός στο στόχαστρο, παραπέμφθηκε σε δίκη και εξαναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί για έντεκα μήνες στο Λονδίνο μετά από συμβουλές του δικηγόρου και των φίλων του. Βέβαια κατάφερε να ανοίξει η συζήτηση για τη δίκη του Ντρέιφους, μετά δε την απόφαση για δικαστική επανεξέταση της υπόθεσης επέστρεψε στο Παρίσι.

Μετά την επιστροφή του, η διευθύντρια του περιοδικού «Ο φίλος των ζώων» ζήτησε από τον Ε. Ζολά την υποστήριξή του στο έργο του περιοδικού και εκείνος ανταποκρίθηκε με μια επιστολή, στην οποία αποκάλυπτε τη μεγάλη του αδυναμία: την πολύ μεγάλη αγάπη που έτρεφε για το σκύλο του, ο οποίος πέθανε όσο ο Ζολά έλειπε στον τόπο της αυτοεξορίας του, με αποτέλεσμα ο συγγραφέας να γεμίσει τύψεις. Έγραφε: