14 Ιουνίου 2025

Τελικά, τι σημαίνει η αναγραφόμενη ημερομηνία λήξης στα μπουκάλια με εμφιαλωμένο νερό;


Είναι μια απορία, που –λίγο ή πολύ– την έχουμε όλοι μας. Τι ακριβώς υπονοεί η ημερομηνία λήξης στα μπουκάλια με εμφιαλωμένο νερό; Το νερό δεν είναι σαλάμι ή κάποιο άλλο ευαίσθητο τρόφιμο, ώστε να χαλάσει μετά την πάροδο ορισμένων μηνών –ενώ παραμένει κλειστό το μπουκάλι– με κίνδυνο να δηλητηριαστούμε. Και πώς όμως προσδιορίζεται εξ αρχής η ημερομηνία λήξης που αναγράφεται στο μπουκάλι; Μπαίνει μια ημερομηνία αυθαίρετα ή υπάρχει ορισμένο κριτήριο και ποιο είναι αυτό;

Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που κάνει ο μέσος άνθρωπος στην εποχή της ταχύτητας, όταν ψάχνει απαντήσεις σε ένα οποιοδήποτε –εύκολο ή δύσκολο– ερώτημα; Αναζήτηση στο Google, που μάλιστα προσφέρει και επισκόπηση ΑΙ, στην οποία διαβάζουμε: «Το εμφιαλωμένο νερό δεν λήγει με την έννοια που λήγουν τα τρόφιμα. Η ημερομηνία λήξης που αναγράφεται στη φιάλη αφορά κυρίως τη συσκευασία (πλαστική φιάλη) και όχι το νερό καθαυτό. Το νερό δεν αλλοιώνεται με τον ίδιο τρόπο που αλλοιώνονται τα τρόφιμα».

Γιατί τότε αναγράφεται η ημερομηνία λήξης; Η τεχνητή νοημοσύνη δίνει και πάλι την απάντηση: «Η πλαστική φιάλη μπορεί να φθείρεται με την πάροδο του χρόνου και να απελευθερώνει ουσίες στο νερό. Η ημερομηνία λήξης ενημερώνει για την ασφάλεια της συσκευασίας και όχι του νερού», όπως επίσης «Μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, η ποιότητα του νερού μπορεί να επηρεαστεί ελαφρώς, αλλά δεν καθίσταται επικίνδυνη για κατανάλωση».

13 Ιουνίου 2025

Η Κατερίνα Γιουλάκη μέσα από τρεις συνεντεύξεις της

εφημερίδα Κυριακάτικη Νίκη, 3 Μαΐου 1992/ Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Βουλής

Η Κατερίνα Γιουλάκη είχε το σπάνιο χαρακτηριστικό να θεωρείται «άνθρωπος της διπλανής πόρτας». Οι ρόλοι που έπαιξε στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, μέσω των οποίων έγινε γνωστό στο ευρύ κοινό πανελλαδικά, αλλά κυρίως ο τρόπος με τους οποίους τους προσέγγιζε –με μια ισορροπημένη φυσικότητα και λαϊκότητα, χωρίς να ολισθαίνει στον υποκριτικό λαϊκισμό– την έκαναν αγαπητή σε όλους.

Η πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο έγινε στη Λευκωσία τον Ιούνιο του 1959 ως μέλος του θιάσου του Ντίνου Ηλιόπουλου, που έκανε μια μεγάλη περιοδεία σε Ελλάδα και Κύπρο. Ήταν στο έργο «Η κυρία του κυρίου» των Τσιφόρου και Βασιλειάδου, όπου η Κατερίνα Γιουλάκη έλεγε απλά την ατάκα «Κυρία, έφερα τη γούνα»!

Γνωστή στο θεατρικό κοινό έγινε παίζοντας στην «Εταιρία Θαυμάτων» του Δ. Ψαθά με πρωταγωνιστή το Δημήτρη Χορν, οπότε έγινε γνωστή κυριολεκτικά σε μια βραδιά.

11 Ιουνίου 2025

Όταν ο (γνωστός) Βασίλης Λεβέντης κατέθεσε μήνυση σε βάρος της Αλίκης Βουγιουκλάκη!

Φωτογραφία του Βασίλη Λεβέντη, όταν ήταν υποψήφιος δήμαρχος Πειραιά το 1982.

Ιδιαίτερη μορφή της ελληνικής πολιτικής ζωής, ο Βασίλης Λεβέντης έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό στις αρχές της δεκαετίας του ’90, αφενός όταν υποστηρίχτηκε από το τότε κυβερνόν κόμμα της Νέας Δημοκρατίας στις αναπληρωματικές εκλογές της Β΄ Αθήνας τον Απρίλιο του 1992 και αφετέρου με τις καλτ εμφανίσεις του στο Κανάλι 67, τον τηλεοπτικό σταθμό που είχε ιδρύσει για να προπαγανδίσει την πολιτική του δράση ως αρχηγός κόμματος.

Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία οπωσδήποτε θυμούνται τις φραπεδιές που έπινε ζωντανά στην τηλεόραση και τις κατάρες που έριχνε στους αρχηγούς των κομμάτων εξουσίας, από τα οποία βέβαια και ο ίδιος είχε περάσει. Σύμφωνα με τη Βικιπαιδεία ήταν εκ των ιδρυτικών μελών του ΠΑΣΟΚ από το οποίο φέρεται να αποχώρησε μετά το 1981, ωστόσο το Νοέμβριο του 1980 ο ίδιος δήλωνε πολιτευτής με τη Νέα Δημοκρατία στον Πειραιά (αν και δεν συμπεριλήφθηκε στους συνδυασμούς της στις εκλογές του 1981), κατέβηκε υποψήφιος δήμαρχος Πειραιά ως ανεξάρτητος το 1982 συγκεντρώνοντας ποσοστό 1.20%, στη συνέχεια ίδρυσε δικό του κόμμα, για να κατέβει υποψήφιος με τη Νέα Δημοκρατία το 1989, να ιδρύσει νέο κόμμα το 1990 και τελικά την Ένωση Κεντρώων το 1992, ως επικεφαλής της οποίας συμμετείχε σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις με πολύ χαμηλά ποσοστά, ώσπου έγινε το θαύμα και το Σεπτέμβριο του 2015 κατάφερε να εισέλθει στο ελληνικό Κοινοβούλιο.

Ωστόσο η πρώτη φορά που ο Βασίλης Λεβέντης απασχόλησε την επικαιρότητα ήταν το Μάρτιο του 1982, με αφορμή όχι κάποια πολιτική παρέμβασή του, αλλά με την κατάθεση μήνυσης κατά της Αλίκης Βουγιουκλάκη! Το ιστορικό, όπως το κατέγραψαν οι εφημερίδες:

6 Ιουνίου 2025

Η μεγάλη επιτυχία που σημείωσε η Ρένα Βλαχοπούλου ως τραγουδίστρια σε Τουρκία, Μέση Ανατολή και Αμερική την περίοδο 1946-1951 και ο άγνωστος γάμος της μ' έναν Αμερικανό κομμωτή

Πηγαία, πληθωρική, αυθεντική, ανεπανάληπτη κωμική ηθοποιός η Ρένα Βλαχοπούλου, παρότι αυτοδίδακτη και κατά κύριο λόγο αυτόφωτη, αποτελεί ένα από τα διαχρονικά σημεία αναφοράς της ελληνικής κωμωδίας, ενώ όλοι λίγο-πολύ έχουμε αναρωτηθεί απολαμβάνοντάς την στις ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου: Πόσο ψηλά θα μπορούσε να φτάσει σε παγκόσμιο επίπεδο, αν η χάρη της έφτανε στο Χόλυγουντ;

Βέβαια η φήμη της Ρένας Βλαχοπούλου ως απολαυστικής κωμικής ηθοποιού δεν ξεπέρασε τα σύνορα του ελληνισμού, υπήρχε όμως μια εποχή κατά την οποία η Ρένα μεσουράνησε στο εξωτερικό και σημείωσε τεράστια επιτυχία ως τραγουδίστρια, επιβεβαιώνοντας τον τίτλο που της είχαν αποδώσει, ότι ήταν η Ελληνίδα «βασίλισσα της τζαζ».

Άνοιξη 1946. Η Ρένα Βλαχοπούλου συνοδεύει το συνθέτη Γιάννη Σπάρτακο σε μια μεγάλη περιοδεία στην Κωνσταντινούπολη. Η επιτυχία που σημειώνουν είναι πρωτοφανής. Ειδικά η Ρένα αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού αντίστοιχου εκείνου που απολάμβαναν οι μεγαλύτεροι σταρ του κινηματογράφου. Οι Τούρκοι έμαθαν να τραγουδούν «Θα σε πάρω να φύγουμε» ενώ αποθεωτικά για την τραγουδίστρια ήταν και τα σχόλια των τουρκικών εφημερίδων.


26 Μαΐου 2025

Η θεία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη (αδερφή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη) που στα νιάτα της εκλέχτηκε... Μις

Η αναβίωση των καλλιστείων μετά από μια εικοσαετία, αλλά και η αξιοπρεπέστατη εμφάνιση της Μις Ελλάς Νταίζης Μαυράκη στα διεθνή καλλιστεία Μις Υφήλιος, όπου κατετάγη τρίτη, προκάλεσαν έναν άνευ προηγουμένου πυρετό καλλιστειομανίας στην ελληνική κοινωνία το καλοκαίρι του 1952. Κάθε συνοικία της Αθήνας, όπως και οι περισσότερες πόλεις της χώρας, ανέδειξαν τις δικές τους «Μις», οι οποίες πόζαραν στο φωτογραφικό φακό όλο περηφάνια με τις κορδέλες τους, γεμάτες όνειρα για μια απροσδιόριστη καριέρα (κατά προτίμηση στον κινηματογράφο και κατά προτεραιότητα στο διεθνές στερέωμα), οι δε φωτογραφίες τους έβρισκαν πρόθυμη φιλοξενία στις σελίδες των περισσότερων εφημερίδων, που έμμεσα τροφοδοτούσαν αυτόν τον άνευ προηγουμένου μαζικό πυρετό ομορφιάς.

Ένα από τα πολλά τοπικά καλλιστεία της χρονιάς έλαβε χώρα στο Λουτράκι στις 27 Αυγούστου 1952, όπου δικαίωμα συμμετοχής για τον πολυπόθητο τίτλο της «Μις Λουτράκι» δεν είχαν μόνο οι ντόπιες, αλλά και όσες νεαρές γυναίκες βρίσκονταν στη λουτρόπολη –δημοφιλέστατο τουριστικό προορισμό της εποχής. Εκείνες τις μέρες, μεταξύ των παραθεριστριών του Λουτρακίου βρισκόταν και η δεύτερη ξαδέρφη της Μις Ελλάς (Νταίζης Μαυράκη), μια εικοσάχρονη κοπέλα από τα Χανιά, που ονομαζόταν Αρτεμισία Μητσοτάκη. Πρόκειται για την θεία του νυν πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και αδερφή του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, με τον οποίο έμοιαζε καταπληκτικά (πραγματικά σαν δυο σταγόνες νερό!), όπως θα δείτε στις φωτογραφίες στη συνέχεια.

Αρχικά, η Αρτεμισία δεν ήθελε να λάβει μέρος στα καλλιστεία, αλλά υπέκυψε στις μεγάλες πιέσεις που της ασκήθηκαν, όπως έγραφε την επομένη των καλλιστείων η εφημερίδα Βραδυνή. Η εφημερίδα, που έδειξε μεγάλη ζέση στην ανάδειξη των συνοικιακών και επαρχιακών καλλιστείων το καλοκαίρι του 1952, έγραψε:

17 Μαΐου 2025

Αθανασία Μουστάκα: Ποια ήταν η κινηματογραφική «γιαγιά» της Αλίκης Βουγιουκλάκη στην ταινία «Μοντέρνα Σταχτοπούτα»;

Φωτογραφία της Αθανασίας Μουστάκα στο περιοδικό
Μηνιαίος Εικονογραφημένος Εθνικός Κήρυξ, Ιανουάριος 1932

Βλέποντας και ξαναβλέποντας τις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες περασμένων δεκαετιών κρατάμε ζωντανή τη μνήμη των ηθοποιών εκείνης της εποχής, οι οποίοι κατάφεραν να νικήσουν το μεγαλύτερο εχθρό της τέχνης τους, που είναι η λήθη εξαιτίας του χρόνου που κυλάει αδυσώπητος. Η αλήθεια είναι ότι σε αντίθεση με τη λογοτεχνία και τις ονομαζόμενες «καλές τέχνες» το θέατρο ήταν και είναι η μοναδική των τεχνών που δεν έχει περιθώρια επιβίωσης στο πέρασμα των χρόνων ως κατεξοχήν θνησιγενής, η οποία μάλιστα επί αιώνες ήταν αδύνατο να καταγραφεί και να μείνει στην αιωνιότητα. Όμως ακόμη και σήμερα δεν μπορεί ν’ αποτυπωθεί σε όλο της το μεγαλείο από μια κάμερα ως μια τέχνη καθαρά βιωματική, η άμεση επικοινωνία του ηθοποιού που βρίσκεται στο σανίδι με τους θεατές που κάθονται στην πλατεία του θεάτρου.  

Ήρθε λοιπόν ο κινηματογράφος –άλλη μορφή τέχνης με εκείνη του θεάτρου, πλην όμως συναφής– και κατάφερε να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη ταλαντούχων ηθοποιών, των οποίων τα ονόματα σήμερα ίσως και να αγνοούσαμε. Όμως εστιάζουμε κυρίως στους πρωταγωνιστές, σ’ εκείνους που έπαιζαν τους μεγάλους ρόλους, τους πιο προβεβλημένους, και σπανιότερα σε μικρά αστεράκια που είχαν το πηγαίο ταλέντο –κάποιοι απλά την καλή τύχη της έξυπνης ατάκας χάρη στη γραφίδα ταλαντούχων σεναριογράφων– και άφησαν το δικό τους στίγμα.

Αντίθετα έχουν ξεχαστεί δευτερορολίστες του ελληνικού κινηματογράφου, οι οποίοι είχαν μια μακρά και επιτυχημένη πορεία στο θέατρο, τύγχαναν του σεβασμού των συναδέλφων τους τα χρόνια εκείνα, όμως ήταν πολύ μεγάλοι σε ηλικία για να γίνουν πρωταγωνιστές ή δεν είχαν την απαιτούμενη εξοικείωση με την κινηματογραφική κάμερα, αλλιώς μαθημένοι επί δεκαετίες.

Βλέπουμε για παράδειγμα την κινηματογραφική γιαγιά της Αλίκης Βουγιουκλάκη στη «Μοντέρνα Σταχτοπούτα», ταινία του 1965. Ο ρόλος της δεν είναι απαιτητικός, δεν λέει πολλές ατάκες, βλέποντάς την όμως αισθανόμαστε ότι είναι μια συνηθισμένη γιαγιά του λαού, την οποία θαρρείς και διάλεξε ο σκηνοθέτης από κάποια φτωχογειτονιά της Αθήνας και την έβαλε απλά να πει δυο κουβέντες με την πρωταγωνίστρια και τα μικρά κινηματογραφικά αδερφάκια της. Μόνο που αυτή η τόσο πειστική γιαγιά του λαού ήταν μια ηθοποιός με μακρά εμπειρία στο θέατρο –και μάλιστα σε πολλά κλασικά έργα– η Αθανασία Μουστάκα. Ας τη γνωρίσουμε λίγο καλύτερα...

9 Μαΐου 2025

Κίτσα Κορίνα: Η παρ' ολίγον βεντέτα του γαλλικού κινηματογράφου, που έγινε ρεμπέτισσα, κατέκτησε τα κοσμικά αθηναϊκά σαλόνια και κατηγορήθηκε ως η Ελληνίδα «μαντάμ ντε Πομπαδούρ»


Όσοι αγαπάτε το προπολεμικό ελληνικό τραγούδι ή όσοι ενδιαφέρεστε να το ανακαλύψετε αναζητώντας σπάνιες ηχογραφήσεις εκείνης της περιόδου, σίγουρα εντοπίσατε στο Youtube κάποια ενδιαφέροντα τραγούδια με ερμηνεύτρια –όχι ιδιαίτερα μεγάλων φωνητικών ικανοτήτων είναι η αλήθεια– την Κίτσα Κορίνα (η οποία ουδεμία σχέση με τη συνονόματή της Κορίνα Θεσσαλονικιά, με την οποία ορισμένοι την συγχέουν) με λίγες ηχογραφήσεις, όλες τη διετία 1945-35, αλλά με ευρεία γκάμα τραγουδιών που ξεκινούσαν από κλασικά ταγκό και έφταναν μέχρι πρωτοποριακά χασικλίδικα ρεμπέτικα! Αν πάλι ψάξετε περισσότερες πληροφορίες για το όνομα της καλλιτέχνιδας, ιδίως στα γαλλικά ως «Kitsa Corinne», θα διαπιστώσετε ότι επρόκειτο για μια υποψήφια στάρλετ του γαλλικού σινεμά των αρχών της δεκαετίας του ’30 με πολλές και εντυπωσιακές φωτογραφήσεις. Ποια ήταν τελικά η μυστηριώδης Κίτσα Κορίννα και τι απέγινε; Γιατί παραλληλίστηκε με τη μαντάμ ντε Πομπαδούρ στις αρχές της δεκαετίας του ’50;

8 Μαΐου 2025

Πέντε τραγούδια της Γιουροβίζιον για τη γιορτή της μητέρας!

Θέλεις να ετοιμάσεις μια πρωτότυπη playlist για τη μητέρα σου με αφορμή τη γιορτή της μητέρας; Αν έχετε κοινό πάθος τη Γιουροβίζιον, μπορείς να τις υπενθυμίσεις κάποιες χαρακτηριστικές συμμετοχές χωρών με ύμνους προς τη μάνα, το πιο αγαπημένο πρόσωπο των παιδιών σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου.

Στο 14ο διαγωνισμό τραγουδιού, που φιλοξενήθηκε στη Μαδρίτη στις 29 Μαρτίου 1969, το Μονακό εκπροσωπήθηκε από το 12χρονο Ζαν-Ζακ. Ήταν το πρώτο παιδί που εμφανίστηκε στη σκηνή της Γιουροβίζιον και ο πρώτος καλλιτέχνης μ’ ένα τραγούδι αφιερωμένο στη μεγάλη αγάπη ενός παιδιού για τη μητέρα του. Το «Maman, Maman» χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μισό, ο Ζαν-Ζακ αφηγείται στη μητέρα του ένα θαυμάσιο όνειρο που είχε δει, ότι είχε μεγαλώσει, είχε γίνει στρατιώτης και ετοιμαζόταν να φύγει μ’ ένα μεγάλο πλοίο κάνοντας τη μητέρα του περήφανη. Στο δεύτερο μισό όμως συνειδητοποιεί ότι αυτό ήταν ένα όνειρο, το οποίο δεν βιάζεται να ζήσει. «Θέλω να ξεχάσω το στρατιώτη και το μεγάλο πλοίο/ Θέλω να μείνω κοντά σου και είθε ο Θεός να σε κρατήσει για πολύ καιρό/ Εσένα, την πιο όμορφη απ’ όλες τις μαμάδες./ Μαμά, μαμά, θέλω να παραμείνω παιδί/ Κράτησέ με κοντά σου, μαμά». 

Το χαριτωμένο αυτό τραγουδάκι συγκέντρωσε 11 βαθμούς και κατέκτησε την έκτη θέση σε σύνολο 16 συμμετοχών.

5 Μαΐου 2025

Πότε και πώς γιορτάστηκε για πρώτη φορά η Ημέρα της Μητέρας στην Ελλάδα. Πότε μετατέθηκε στις 2 Φεβρουαρίου, πότε (και γιατί) τη δεύτερη Κυριακή του Μαΐου

 

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΟ 1929

Πότε πρέπει να γιορτάζεται η Γιορτή της Μητέρας; Στις 2 Φεβρουαρίου, ημέρα της Υπαπαντής, με ανάδειξη περισσότερο της θρησκευτικής διάστασης ή τη δεύτερη Κυριακή του Μαΐου, όπως έχει επικρατήσει εδώ και πολλές δεκαετίες, με χαρακτήρα περισσότερο εμπορικό;

Οι περισσότεροι το αγνοούν, όμως αρχικά στην Ελλάδα η «Ημέρα της Μητέρας», όπως ονομαζόταν επίσημα, γιορταζόταν στα τέλη του χρόνου, στο πλαίσιο της Εβδομάδας του Παιδιού. Πιο συγκεκριμένα ο πρώτος εορτασμός έγινε στις 29 Δεκεμβρίου 1929, ημέρα Κυριακή.

Η ιδέα ανήκε στη Σερραία παιδαγωγό Άννα Τριανταφυλλίδου (1867-1960), αντιπρόεδρος τότε του Λυκείου Ελληνίδων και έφορος του τμήματος Μητέρων και Παιδαγωγών του Πατριωτικού Ιδρύματος Προστασίας του Παιδιού, η οποία πολλές φορές τιμήθηκε για την εκπαιδευτική και εθνική της δράση, ήταν μάλιστα η πρώτη Ελληνίδα στην οποία απονεμήθηκε το παράσημο του Ταξιάρχου Γεωργίου Α΄. Η πρότασή της υιοθετήθηκε στις 19.12.1929 σε συνεδρίαση του Λυκείου των Ελληνίδων, οπότε και επισήμως ο εορτασμός της Ημέρας της Μητέρας εντάχθηκε στο πρόγραμμα της Εβδομάδας του Παιδιού, που είχε ήδη καθιερωθεί από το Πατριωτικό Ίδρυμα το 1925 και γιορταζόταν την περίοδο μεταξύ της δεύτερης μέρας των Χριστουγέννων και της παραμονής Πρωτοχρονιάς (π.χ. το 1929, μεταξύ 26 και 30 Δεκεμβρίου).

4 Μαΐου 2025

Ο Θανάσης Βέγγος περιγράφει την πορεία και το μυστικό της επιτυχίας του σε τρεις σπάνιες συνεντεύξεις του τη δεκαετία του '60.


Δεκατέσσερα χρόνια από το θάνατό του στις 3 Μαΐου 2011, ο Θανάσης Βέγγος εξακολουθεί να αποτελεί ένα σπάνιο παράδειγμα λαϊκού κωμικού, που όχι απλά δεν έχει ξεπεραστεί από τον αδυσώπητο χρόνο και τα νέα καλλιτεχνικά ρεύματα που αυτός φέρνει (αλλάζοντας κατά κανόνα το περιεχόμενο της λαϊκότητας στην τέχνη), αλλά εξακολουθεί να αγαπιέται από όλες τις ηλικίες, μικρούς και μεγάλους. Και οι τηλεθεατές που επιστρέφουν ξανά και ξανά στις ταινίες του, δεν επιλέγουν απλά ένα σενάριο (πολλές ταινίες του άλλωστε έχουν ένα σενάριο υποτυπώδες, που μεγαλώνει σε αξία από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή), αλλά επιλέγουν να δουν την όποια «ταινία με τον Βέγγο» και το μοναδικό, πηγαίο παίξιμό του, που χαρίζει πηγαίο άφθονο γέλιο.

«Χρωστάω τα πάντα στον κόσμο και στο Νίκο Κούνδουρο, που είναι ο άνθρωπος που άλλαξε τη ζωή μου... Τι θα ήμουνα, αν δεν μ’ εύρισκε; Ένας μικροβιοτέχνης...» παραδεχόταν σε συνέντευξή του, που δημοσίευσε η εφημερίδα Έθνος στις 10 Μαρτίου 1966.