Όλα ξεκίνησαν στη συνεδρίαση της Εταιρίας
των Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων στις 9 Μαρτίου 1918, στην οποία μετείχαν και
οι μουσικοί (μέλη της Εταιρίας) Λαυράγκας, Καλομοίρης, Καίσαρης, Ψαρούδας,
Σακελλαρίδης και Χατζηαποστόλου. Εκείνη τη μέρα αποφασίστηκε η προκήρυξη
διαγωνισμού για τη σύνθεση αθηναϊκού λαϊκού τραγουδιού «απλού και αισθηματικού, από εκείνα που αρπάζει αμέσως ο λαός και που
γίνονται κτήμα του δρόμου», όπως σχολίασε την επόμενη μέρα η εφημερίδα
Εστία.
Δυο μέρες μετά τη συνεδρίαση εκδόθηκε και
η σχετική προκήρυξη για τον «πρώτον ετήσιον μουσικόν διαγωνισμόν προς σύνθεσιν
λαϊκών τραγουδιών», ο οποίος ήταν ανοιχτός για κάθε ενδιαφερόμενο. Οι προτάσεις
θα έπρεπε να υποβληθούν ανώνυμα στα γραφεία της Εταιρίας επί της οδού
Πανεπιστημίου 13 μέχρι τις 31 Μαρτίου, το δε όνομα του συνθέτη θα αναγραφόταν
σε ειδικό σφραγισμένο φάκελο, που θα άνοιγε μετά το πέρας του διαγωνισμού.
Η προκήρυξη έδινε και κάποιες οδηγίες προς
τους φιλόδοξους υποψήφιους. Τα τραγούδια έπρεπε να είναι «απλά, σύντομα, μονόφωνα ή δίφωνα και επί στίχων όσο το δυνατόν
καλλιτέρων, ευλήπτων, καταλλήλων διά την αντίληψιν του κοινού και επί
οιουδήποτε θέματος (ερωτικά, κοινωνικά, πατριωτικά, εύθυμα, σατυρικά κλπ.)».
Επίσης έπρεπε να είναι γραμμένα για τραγούδια και πιάνο σε μέση κλίμακα «ώστε να είνε δυνατή η εκτέλεσίς των από όλας
τας φωνάς».
Στις αρχές Απριλίου, πιθανότατα στις 4 του
μήνα, έγινε η πρώτη συνεδρίαση της κριτικής επιτροπής και το πρώτο ξεκαθάρισμα
των υποψήφιων τραγουδιών, ενώ ακολούθησαν και άλλες συνεδριάσεις τις επόμενες
μέρες. Την επιτροπή αποτελούσαν οι Χ. Άννινος, Δ. Λαυράγκας, Ι. Ψαρούδας, Θ.
Σακελλαρίδης, Γ. Τσοκόπουλος, Β. Κολοκοτρώνης, Θ. Συναδινός και Β. Βεκιαρέλλης.
Παράλληλα οι Μ. Λιδωρίκης και Χ. Δαραλέξης
είχαν αναλάβει τον καταρτισμό του προγράμματος της γιορτής για την ανακοίνωση
του «Αθηναϊκού Τραγουδιού», που αρχικά είχε προσδιοριστεί για την 29η Απριλίου,
ώστε το νικητήριο τραγούδι να είναι γνωστό τη μέρα της Πρωτομαγιάς.
Τελικά η γιορτή πραγματοποιήθηκε στις 6
Μαΐου σε εξωτερικό χώρο, στον κήπο του Ηραίου, όπου και ανακοινώθηκαν τα
τραγούδια που είχε επιλέξει η επιτροπή με τα αντίστοιχα βραβεία τους.
Γύρω στις 4 το απόγευμα άρχισα η
προσέλευση των Αθηναίων, η οποία φαίνεται ότι ήταν μαζική παρά τον ισχυρό
άνεμο, υπό τους ήχους μελωδιών από μπάντα υπό τη διεύθυνση του Σ. Καίσαρη και
γύρω στις 6 με 6.30 έγινε και η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.
Πιο συγκεκριμένα, μια ομάδα νέων της
Μανδολινάτας εκτελούσε ένα-ένα τα υποβληθέντα τραγούδια και μετά το τέλος της
κάθε εκτέλεσης, ο Λιδωρίκης, που ήταν και ο γραμματέας της Εταιρίας Ελλήνων
θεατρικών συγγραφέων, άνοιγε το σχετικό φάκελο και ανακοίνωνε το όνομα του
συνθέτη, ο οποίος προσερχόταν και λάμβανε και το βραβείο του υπό τα
χειροκροτήματα του κόσμου, ξεκινώντας όμως από την τρίτη θέση.
Το πρώτο βραβείο ύψους 400 δραχμών έλαβε
το τραγούδι «Ζηλιάρικο» του Νίκου Χατζηαποστόλου. Το δεύτερο βραβείο 300 δρχ.
δόθηκε στη «Φλογέρα» του Δημήτρη Ροδίου και το τρίτο ύψους 100 δρχ. στη
«Μαυρομάτα» του Αλέξανδρου Κυπαρίσση. Έπαινοι απονεμήθηκαν σε τρία ακόμη
τραγούδια: «Μικροπαντρεμένη» του Ν. Χατζηαποστόλου, «Ξενιτεμένο αηδόνι» της
Έρης (ή Έλλης) Καβαλλιέρι Μαρκουίζου και «Δεν μ’ αγαπάς» του Ν. Χατζηαναργύρου.
Φυσικά πρέπει να επισημανθεί ότι η Έρη ή
Έλλη Καβαλλιέρη Μαρκουίζου ήταν η πρώτη γυναίκα συνθέτης που βραβεύτηκε σε
ελληνικό διαγωνισμό τραγουδιού, κάτι αρκετά σημαντικό έως πρωτοποριακό, αν
αναλογιστεί κανείς ότι αυτός ήταν και ο πρώτος αντίστοιχος διαγωνισμός. Ωστόσο,
προσγείωση στην πραγματικότητα της εποχής, η ίδια δεν βρισκόταν εκεί για να
παραλάβει το βραβείο της ή τέλος πάντων δεν εμφανίστηκε όταν ανακοινώθηκε το
όνομά της.
Τέλος, η βραδιά ολοκληρώθηκε με
επανεκτέλεση του νικητήριου τραγουδιού και με ανθοπόλεμο μέχρι το 8 το βράδυ.
Ήταν όλοι σύμφωνοι με τ’ αποτελέσματα; Όχι
φυσικά. Ο συντάκτης της Εστίας είχε την άποψη ότι το καλύτερο τραγούδι ήταν η
«Φλογέρα» και εκτίμησε ότι η κριτική επιτροπή του έδωσε τη δεύτερη θέση «λαβούσα υπ’ όψιν ότι είνε λεπτότερον,
κομψότερον, μάλλον δε σαλόνι, ενώ το “Ζηλιάρικο” του κ. Χατζηαποστόλου,
απλούστερον και ευκολώτερον, είνε μάλλον κατάλληλον διά τον δρόμον»!
Από την πλευρά του ο συντάκτης της
Αστραπής υποστήριξε ότι το κοινό είχε χειροκροτήσει περισσότερο «και έκρινεν ως
βραβεύσιμον» το τρίτο των επαινεθέντων, δηλαδή το «Δε μ’ αγαπάς», ενώ για το
νικητήριο σχολίασε ότι ήταν «μονότονο»!
Ωστόσο θετικά σχολίασε το «Ζηλιάρικο» ο
δημοσιογράφος της Νέας Ημέρας, χαρακτηρίζοντάς το «ελληνικώτατον, χορευτικόν, εις τον χαρακτηριστικόν χρόνον των 7/8»,
που «ενθουσίασε» αμέσως τον κόσμο ως
ένα τραγούδι «της καρδιάς και του κρασιού».
Τα τρία βραβευθέντα και τα τρία
επαινεθέντα τραγούδια κυκλοφόρησαν τις επόμενες μέρες από το μουσικό οίκο του
Μιχ. Καζάζη, όμως, όπως συνήθως συμβαίνει με τις συμμετοχές σε αντίστοιχους
διαγωνισμούς, δεν ακούστηκαν στη συνέχεια, δεν έγιναν «λαϊκά» κατά τη βούληση
των εμπνευστών του διαγωνισμού και οπωσδήποτε δεν αποτέλεσαν σταθμό στη μουσική
ιστορία της Ελλάδας.
Την επόμενη χρονιά, στις 19 Απριλίου 1919, η Εταιρία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων προκήρυξε το δεύτερο διαγωνισμό αθηναϊκού τραγουδιού, θέτοντας αρχικά μια εξαιρετικά ασφυκτική προθεσμία για την υποβολή συμμετοχών, η οποία στη συνέχεια παρατάθηκε μέχρι περίπου τα τέλη Μαΐου με στόχο την πραγματοποίηση της γιορτής στις 16 Ιουνίου. Ωστόσο στις 08.09.1919 η εφημερίδα Καιροί ανακοίνωνε ότι η γιορτή του αθηναϊκού τραγουδιού θα γινόταν «προσεχώς», σε απροσδιόριστη κατά τ’ άλλα ημερομηνία. Πιθανόν δεν πραγματοποιήθηκε και ποτέ, καθώς δεν βρήκε κάποια άλλη σχετική πληροφορία στον τύπο της εποχής.
Ίσως σας ενδιαφέρει κι αυτό: