Χωρίς αμφιβολία, ο εμβληματικότερος φιλέλληνας όλων των εποχών - και όχι απλά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης - υπήρξε ο λόρδος Βύρων (Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, 6ος βαρώνος Μπάιρον, όπως ήταν ολόκληρο το όνομα και ο τίτλος ευγενείας του). Όχι απλά στήριξε τον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας μέσα από την τέχνη του ως ποιητής, αλλά το επιβεβαίωσε και με τη φυσική του παρουσία, καθώς πέρασε τους τελευταίους μήνες της ζωής του στο αγαπημένο του Μεσολόγγι, το ιδιαίτερο κλίμα του οποίου ευθυνόταν για την επιδείνωση της υγείας και τελικά το θάνατο του Άγγλου ποιητή τον Απρίλιο του 1824.
Το ποίημα που ακολουθεί ήταν το κύκνειο άσμα του λόρδου Βύρωνα, γραμμένο σε έντονα προσωπικό ύφος, προμήνυμα του επερχόμενου φυσικού τέλους, αλλά και με μικρές, σαφείς αναφορές στην αγαπημένη του Ελλάδα, που ήταν πια ελεύθερη (αν και θα χρειαζόταν να περάσουν πολλά χρόνια μέχρι να ιδρυόταν το πρώτο ελληνικό κράτος).
Πρόκειται για προσαρμογή στη σημερινή ορθογραφία της μετάφρασης, που είχε κάνει η Ελισάβετ Μαρτινέγκου.
Καιρός είναι η καρδιά μου
από έρωτες να πάψει,
τώρα που πλέον δεν μπορεί
γι' άλλες καρδιές ν' ανάψει
ερωτική φωτιά.
Αλλά όχι αν είναι αδύνατο να μ' αγαπήσουν άλλοι
όμως εγώ θε ν' αγαπώ της ομορφιάς τα κάλλη
τα κάλλη τα γλυκά.
Οι μέρες μου τελειώσανε και φεύγουνε οι αχτίδες
του έρωτα, τ' άνθη και οι καρποί,
της νιότης μου οι ελπίδες
και μένει η συμφορά.
Μαύρη φωτιά και αδιάκοπη
τα σωθικά μου φθείρει
σαν τη φωτιά της κόλασης
σαν τη φωτιά που φθείρει
του χάρου τα κορμιά.
Δεν πρέπει τέτοιος στοχασμός
το νου μου να θολώνει
εδώ που η δόξα ολόλαμπη
μονάχα στεφανώνει
του ανδρείου την κεφαλή.
Σημαίες, δάφνες και καπνοί
και άρματα τιμημένα
της ποθητής Ελλάδος μου,
παρηγορήστε εμένα,
εμέ που σας ποθεί.
Η Ελλάδα τώρα ελεύθερη,
ελεύθερη η καρδιά μου
ας τρέξει εδώ να τιμηθεί
σ' εμένα η γενιά μου
όπου σε μένα ζει.
Όχι, δεν θέλω δάκρυα γι' αγάπη
πλέον να χύσω,
τώρα στη θλίψη, στη χαρά
αδιάφορος θα ζήσω,
αφ' ότου έχω πνοή.
Αντί τη νιότη να ποθείς,
λύπη στο νου σου να χεις
κάλλιο σαν ήρωας να χυθείς
μες τον καπνό της μάχης
που 'ναι μπροστά σου εδώ.
Του πολεμάρχου τη θανή
εζήτησε η ψυχή σου,
εύρε το μνήμα που ποθείς
και τότε αποκοιμήσου
τον ύπνο το στερνό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου