15 Οκτωβρίου 2017

Όταν η ελληνική και η καταλανική ιστορία διασταυρώθηκαν. Το καταλανικό Δουκάτο των Αθηνών του 14ου αιώνα

Ίσως έχετε ακούσει τις τελευταίες εβδομάδες να γίνεται λόγος για τους Καταλανούς και το κατά πόσο αυτοί αποτελούν - ή όχι για ορισμένους - διαφορετική εθνότητα από τους Καστελιάνους, όπως ονομάζονται οι Ισπανοί της Μαδρίτης. Εδώ δεν θα αναπτυχθεί η συζήτησης περί της ισπανικότητας ή μη των Καταλανών, αλλά ένα ξεχασμένο κεφάλαιο της ελληνικής ιστορίας, η οποία κάποια στιγμή διασταυρώθηκε με την καταλανική. Μάλιστα, οι Καταλανοί όχι απλά έδρασαν στον ελλαδικό χώρο, αλλά για πολλές δεκαετίες ήταν οι κύριοι της Αττικής και ενός μεγάλου τμήματος της Στερεάς Ελλάδας.
Βρισκόμαστε στις πολύ πολύ αρχές του 14ου αιώνα. Η προώθηση των τουρκικών φύλων μέχρι τη Μικρά Ασία σε μια εποχή που η Βυζαντινή αυτοκρατορία βρισκόταν σε κατάσταση μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας οδήγησε τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β΄ στην απόφαση να ζητήσει ενισχύσεις από μισθοφορικό στρατό. Μεταξύ άλλων απευθύνθηκε και στους Καταλανούς, οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια είχαν διαπρέψει στο Σικελικό πόλεμο συμβάλλοντας στην αναγνώριση του ανεξάρτητου βασιλείου της Σικελίας, που μέχρι πρότινος βρισκόταν υπό την κυριαρχία του Γάλλου βασιλιά. Ήταν αλλιώς γνωστοί και ως "η Καταλανική εταιρία".

Έτσι, λοιπόν, περίπου 6.500 Καταλανοί μισθοφόροι έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη το 1303, συνοδευόμενοι από τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Κι επειδή εκείνα τα χρόνια συνηθιζόταν η επισφράγιση των σημαντικών συμφωνιών με τη σύναψη ισχυρών γάμων, ο Ανδρόνικος ο Β΄ πάντρεψε την ανιψιά του με τον αρχηγό των Καταλανών μισθοφόρων, ο οποίος ονομαζόταν Ντε Φλορ. Στην αρχή, η συνύπαρξη των Καταλανών με τους άλλους μισθοφόρους της αυτοκρατορίας υπήρξε εξαιρετικά δύσκολη έως αιματηρή. Μαρτυρίες κάνουν λόγο για 3000 νεκρούς Γενοβέζους, ενώ και ο γιος του αρχηγού των Αλανών μισθοφόρων επίσης έπεσε νεκρός από καταλανικό σπαθί. 

Οι Καταλανοί ωστόσο παρέμειναν στην Κωνσταντινούπολη, καθώς είχαν τη φήμη ότι ήταν πολύ γενναίοι στρατιώτες, κάτι που σύντομα απέδειξαν και στην πράξη. Το 1304 απελευθέρωσαν σειρά περιοχών της Μικράς Ασίας από τη Φιλαδέλφεια, τη Μαγνησία και την Έφεσο μέχρι τη Λυκία. Ήταν η τελευταία φορά που ένας χριστιανικός στρατός κατείχε τα εδάφη αυτά (μέχρι τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο στις αρχές του 20ου αιώνα).

Το θέμα είναι ότι οι κάτοικοι των περιοχών, που απελευθερώθηκαν από τους Τούρκους, δυσανασχετούσαν με τη βίαιη συμπεριφορά των Καταλανών, οι οποίοι με τη σειρά τους δυσανασχετούσαν λόγω τη καθυστέρησης καταβολής των μισθών τους από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο, ο οποίος με τη σειρά του ελάχιστα τους εμπιστευόταν, φοβούμενος ότι επιδίωκαν τη δημιουργία καταλανικού κράτους στη Μικρά Ασία! Και σαν να μην έφτανε όλη αυτή η κατάσταση αμοιβαίας δυσπιστίας, ο Μιχαήλ, ο γιός του Βυζαντινού αυτοκράτορα, μισούσε τους Καταλανούς εξ αιτίας της σύγκρουσής τους με του Αλανούς, τους οποίους ο Μιχαήλ υποστήριζε!

Παρ'όλα αυτά, στα τέλη του 1304 ο Ανδρόνικος ζήτησε και πάλι τη συνδρομή των Καταλανών της Μικράς Ασίας, αυτήν τη φορά για την απελευθέρωση της Θράκης από τις βουλγαρικές επιδρομές. Ακόμη μια φορά οι Καταλανοί μισθοφόροι προσέτρεξαν και βοήθησαν την αυτοκρατορία, όμως η απουσία τους από τη Μικρά Ασία έδωσε στους Τούρκους την ευκαιρία να ανακτήσουν τα χαμένα τους εδάφη και να πολιορκήσουν τη Φιλαδέλφεια. 

Οι Καταλανοί ήταν έτοιμοι ν' αναχωρήσουν για την περιοχή, όμως ο αρχηγός τους, ο Ντε Φλορ, επιθυμούσε να αποκαταστήσει πρώτα τις σχέσεις του με τον Μιχαήλ (παρ'όλες τις συμβουλές της συζύγου του για το αντίθετο), τον οποίο και επισκέφτηκε στην Ανδριανούπολη, συνοδευόμενος από 300 ιππείς. Ο Μιχαήλ ετοίμασε ένα μεγαλοπρεπές γεύμα για τους επισκέπτες του, οι οποίοι δεν υποψιάζονταν την παγίδα. Την ώρα που απολάμβαναν το επιδόρπιο, Αλανοί μισθοφόροι και Βούλγαροι εισέβαλαν στο χώρο και σκότωσαν τον Ντε Φλορ και τους υπόλοιπος Καταλανούς πλην τριών, οι οποίοι ξέφυγαν και έφτασαν μέχρι την Καλλίπολη, όπου βρίσκονταν περίπου 3.300 συμπατριώτες τους. (Αυτή η συνεργασία Αλανών και Βουλγάρων ήταν κατά κάποιο τρόπο ένα προοίμιο της μετέπειτα συνεργασίας τους, μιας και τα επόμενα χρόνια, οι πρώτοι θα πρόδιδαν τελικά την εμπιστοσύνη του Μιχαήλ)

Και ενώ και σε άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας σημειώθηκε ξεσηκωμός κατά των Καταλανών μισθοφόρων, οι 3.300 Καταλανοί της Καλλίπολης επιχείρησαν να έρθουν σε επικοινωνία με τον αυτοκράτορα στέλνοντας προς αυτόν 26 κήρυκες, στους οποίους ο Ανδρόνικος προσέφερε στρατιωτική συνοδεία. Καθώς όμως όλοι μαζί πήγαιναν στη Ραιδεστό, οι στρατιώτες της αυτοκρατορίας επιτέθηκαν στους Καταλανούς ιππείς και τους έσφαξαν, ενώ στη συνέχεια θα εξέθεταν τις σάρκες τους στα σφαγεία της πόλης. 

Πλέον δεν υπήρχε περιθώριο διαπραγματεύσεων. Η αντίδραση των Καταλανών ήταν βίαια, ώστε τα επόμενα δύο χρόνια κατέστησαν οι ντε φάκτο κύριοι της Θράκης μέχρι τα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης. Συνεχείς ήταν οι επιθέσεις κατά των κατοίκων, πολλοί εκ των οποίων σκοτώνοντας, πωλούνταν ως δούλοι σε ξένους εμπόρους ή απλά εξαναγκάζονταν να μετοικήσουν. Όταν δε ο Μιχαήλ ηγήθηκε εκστρατείας εναντίον των Καταλανών της Θράκης, υπέστη πανωλεθρία και λίγο έλειψε ακόμα και να πιαστεί αιχμάλωτος.  

Το αποτέλεσμα αυτής της εκδικητικής μανίας ήταν η πλήρης παρακμή της Θράκης, ώστε το έτος 1307, οι Καταλανοί δεν είχαν άλλα περιθώρια από το να εγκαταλείψουν την περιοχή κινούμενοι δυτικά προς τη Μακεδονία και καταλήγοντας στη Θεσσαλονίκη. 

Φτάνουμε στο 1310, όταν ο δούκας της Αθήνας, Γκοτιέ ντε Μπριέν, ζήτησε τη συνδρομή των Καταλανών της Μακεδονίας στην προσπάθειά του να επεκτείνει τα όρια του δουκάτου του πέραν των Αθηνών. Παρενθετικά να σημειωθεί ότι το φραγκικό δουκάτο της Αθήνας ήταν ένα από τα κράτη που δημιουργήθηκαν στον ελλαδικό χώρο μετά τη Δ' Σταυροφορία και την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204.

Το 1310, τώρα, ο Γκοτιέ ντε Μπριέν κατάφερε πράγματι να κυριεύσει τριάντα εχθρικά φρούρια χάρη στη βοήθεια των Καταλανών μισθοφόρων του, τους οποίους όμως ξαφνικά σταμάτησε να πληρώνει. Όταν εκείνοι επαναστάτησαν, ο ντε Μπριέν τους ζήτησε να εγκαταλείψουν την περιοχή, ενώ παράλληλα οργάνωσε συμμαχίες για να τους εξοντώσει. Την ίδια στιγμή όμως και οι Καταλανοί - πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που επέλεξαν να ενταχθούν στο μισθοφορικό στρατό του δούκα της Αθήνας - οργάνωσαν την τις δικές τους συμμαχίες αντεπίθεσης με τη συμμετοχή αρκετών Θεσσαλών. 

Η αποφασιστική μάχη δόθηκε στις όχθες του ποταμού Κηφισσού στην περιοχή της Βοιωτίας. Ο στρατός του ντε Μπριέν είχε την αριθμητική υπεροχή, όμως οι Καταλανοί, σύμφωνα με ιστορικό της εποχής, κατάφεραν και "μετέτρεψαν την Κωπαΐδα σε ασπίδα τους". Διοχέτευσαν τα νερά της λίμνης Κωπαΐδας στον κάμπο προς τη διεύθυνση του στρατοπέδου των αντιπάλων τους, ώστε όταν μια ομάδα 700 ιπποτών με επικεφαλής τον ντε Μπριέν όρμησαν με τα άλογά τους εναντίον των στρατοπεδευμένων Καταλανών, τα άλογα κόλλησαν στις λάσπες ρίχνοντας κατάχαμα τους αναβάτες τους. Όμως οι στολές των ιπποτών ήταν πάρα πολύ βαριές και εκείνοι αδυνατούσαν να σηκωθούν. Έτσι, έγιναν εύκολη λεία στα ξίφη των Καταλανών, οι οποίοι δεν άφησαν ούτε έναν ζωντανό. Αφού δε αιχμαλώτισαν και τους υπόλοιπους Φράγκους στρατιώτες, κινήθηκαν προς την Αθήνα, την οποία και κατέλαβαν. 

Η κατοχή της Αθήνας από τους Καταλανούς διήρκεσε 75 χρόνια. Στο διάστημα αυτό, τυπικά ο δούκας των Αθηνών ήταν κάποιο από τα μέλη της βασιλικής οικογένειας της Σικελίας, όπου απευθύνθηκαν οι νέοι κύριοι του δκουκάτου, όμως η εξουσία ασκούταν εξ αποστάσεως. Την πραγματική εξουσία την ασκούσαν οι Καταλανοί επίτροποί του. Επίσημη γλώσσα του δουκάτου ήταν πλέον τα καταλανικά, στα καταλανικά διεξαγόταν η θεία λειτουργία στο ναό της Παναγίας που λειτουργούσε στην Ακρόπολη, ενώ τα ήθη και έθιμα της Βαρκελώνης αποτελούσαν πλέον το νόμο της περιοχής. Σύμφωνα με τον Καταλανό ιστορικό, Μουστάνες, δεν έλειψαν και οι μεικτοί γάμοι Καταλανών με Αθηναίες κοπέλες, στις οποίες - λίγα χρόνια νωρίτερα - θα θεωρούσαν τιμή τους να προσέφεραν τη λεκάνη για να πλύνουν τα χέρια τους. 

Τα επόμενα χρόνια, το υπό καταλανική - ουσιαστικά - διοίκηση δουκάτο των Αθηνών επεκτάθηκε μέχρι τα Σάλωνα (σημερινή Άμφισσα) και τη Νέα Πάτρα, όμως τα βρήκαν σκούρα απέναντι στους Ενετούς, οι οποίοι ήταν εκείνη την εποχή οι κύριοι της Εύβοιας. Το 1331, ο γιος του ντε Μπριέν (ο οποίος είχε σωθεί κατά την κατάληψη των Αθηνών, καθώς είχε διαφύγει μαζί με τη μητέρα του στη Γαλλία, αφού προηγουμένως είχε κλειστεί με τη μητέρα του στην οχυρωμένη Ακρόπολη) επιχείρησε να εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του και ν' ανακαταλάβει το δουκάτο της Αθήνας, όμως φαίνεται ότι δεν βρήκε την επιθυμητή υποστήριξη από τους Έλληνες κατοίκους της περιοχής, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι η καταλανική διοίκηση ήταν όντως καλύτερη εκείνης των Φράγκων. 

Σιγά σιγά άρχισε να έρχεται η παρακμή, συνοδευόμενη από εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των Καταλανών, ώσπου το 1385, ο Νέριε Ακιανόλι, ο φλωρεντινής καταγωγής κύριος του δεσποτάτου της Κορίνθου, επωφελήθηκε της κατάστασης και κατέκτησε το δουκάτο της Αθήνας καταλύοντας την καταλανική δυναστεία. Απομεινάρι αυτής θα ήταν πλέον ο τίτλος του "δούκα Αθηνών και Νέων Πατρών" που θα έφεραν για πολλούς αιώνες οι βασιλείς της Ισπανίας, ενώ υπάρχουν αναφορές ξένων χρονογράφων - δύσκολο να επιβεβαιωθούν ωστόσο - ότι για πολλά χρόνια η λέξη "Καταλανός" θεωρούταν υβριστική για τους κατοίκους της Αθήνας και της Μακεδονίας.

Για την ιστορία απλά αξίζει ν' αναφερθεί ότι πλέον οι Φλωρεντίνοι έγιναν οι κύριοι του δουκάτου της Αθήνας μέχρι το 1458, οπότε αυτό καταλύθηκε από τους Τούρκους.


πηγές:
Αυτό το άρθρο δεν θα είχε γραφτεί, αν δεν είχα διαβάσει μια σειρά σχετικών άρθρων του λόγιου Ματθαίου Χρουτάκη, που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα "Θεσσαλία" του Βόλου το Μάιο του 1936, όταν το καταλανικό ζήτημα είχε επίσης βρεθεί στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος, μόνο που τότε η κατάληξη ήταν η δικτατορία του Φράνκο και τελικά ο ισπανικός εμφύλιος...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου