Συμπληρώνονται σήμερα 169 χρόνια από την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, μοναδικό αίτημα της οποίας ήταν η παραχώρηση Συντάγματος από τον τότε βασιλιά Όθωνα. Ο μέχρι τότε Βαυαρός πρίγκιπας Όττο Φρίντριχ Λούντβιχ φον Βίττελσμπαχ είχε αποβιβαστεί στο Ναύπλιο στις 25 Ιανουαρίου 1833, επειδή όμως ήταν ανήλικος, μέχρι το 1835 ασκούσε την εξουσία διά της μισητής Αντιβασιλείας, μια περίοδος που έμεινε στη λαϊκή συνείδηση γνωστή και ως "Βαυαροκρατία".
Τα πράγματα πάντως δε βελτιώθηκαν ούτε μετά την ενηλικίωση του Όθωνα, ο οποίος κυβερνούσε με τα μέλη του - διορισμένου από τον ίδιο - Υπουργικού Συμβουλίου, το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ανακτοβούλιο, ένα συμβουλευτικό όργανο που ο λαός το αποκαλούσε "καμαρίλα". Το Σεπτέμβριο του 1843, επτά μήνες μετά το θάνατο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη - βράδυ της 3 προς 4 Φεβρουαρίου - το κλίμα ήταν κάτι παραπάνω από έτοιμο για την εκδήλωση του λαϊκού αιτήματος για περιορισμό της βασιλικής αυθαιρεσίας.
Ένα από τα κεντρικά πρόσωπα του κινήματος ήταν ο στρατηγός Μακρυγιάννης. Στα Απομνημονεύματα του στρατηγού αναδεικνύεται ο πρωταγωνιστικός του ρόλος ως ο οργανωτής του κινήματος. Ο ίδιος γράφει: "Την είχα την ιδέα αυτείνη εις το νου μου και μο 'γινε υποκοντρία. Κι όλο η ψυχή μου ήταν εις αυτό νύχτα και ημέρα, αφού έβλεπα την κακή κυβέρνησιν και τον κίντυνον της πατρίδας".
Η αλήθεια είναι, πάντως, ότι ο Μακρυγιάννης θεωρούσε σχεδόν μεσσιανική την αποστολή του, αν κρίνουμε από τα όνειρα που παραθέτει στα Απομνημονεύματα ότι έβλεπε λίγους μήνες πριν την εξέγερση για το Σύνταγμα, την οποία άλλωστε αποκαλεί "θείον έργον". Κοινός τόπος σε αυτά τα όνειρα ήταν ο πρωταγωνιστικός ρόλος του ίδιου του Μακρυγιάννη, ο οποίος ως σωτήρας πότε εξολόθρευε το όρνιο που είχε πιάσει στα νύχια του ένα περιστέρι, πότε έφτιαχνε το θρυμματισμένο ρολόι του Δεσπότη Αττικής και πότε ονειρευόταν ότι έτρεχε για να σώσει τον Κριτζώτη.
"Αφού κατήχησα όλο το κράτος με τις υπογραφές, έκρινα εύλογο να βάλω και πολιτικούς εις την πρωτεύουσα....... Τότε ορκιζόμαστε ότι να κάμωμεν Εθνική Συνέλεψη και Σύνταμα, να διοικιόμαστε τοιούτως. Κι αν ο Βασιλέας υπογράψη, να είμαστε υπέρ του, αν δεν υπογράψη, να του είμαστε ενάντιοι, ότι θα μας σκοτώση", γράφει ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματα του. Το καθοριστικό πάντως γεγονός για την εξέλιξη του όλου εγχειρήματος ήταν η μύηση στη συνωμοσία του 39χρονου συνταγματάρχη Δημητρίου Καλλέργη, γόνος επιφανούς κρητικής οικογένειας και αρχηγός του ιππικού σώματος, ύστερα από μια τυχαία συνάντηση του με τον Μακρυγιάννη στο παζάρι τον Αύγουστο του 1843.
Το σχέδιο ήταν καλά οργανωμένο, αν και φαίνεται ότι είχε διαρρεύσει στο παλάτι, το οποίο όμως παρέμεινε αδρανές και μάλιστα έδειξε να αιφνιδιάζεται από την τελική έκβαση των γεγονότων. Στις 2 Σεπτεμβρίου το απόγευμα, ο Καλλέργης πήγε στο θέατρο για να θολώσει τα νερά, καθώς τελούσε υπό παρακολούθηση. Από εκεί, κρυφά έφτασε μέχρι το σπίτι του Μακρυγιάννη, όπου είχαν ήδη μαζευτεί πολίτες.
Και ενώ η χωροφυλακή περικύκλωσε το σπίτι του Μακρυγιάννη, που είχε αναδειχτεί σε οργανωτικό κέντρο της Επανάστασης, ο Καλλέργης καταφεύγει στους στρατώνες, όπου συγκεντρώνει τους άνδρες της φρουράς αναφωνώντας "ζήτω το Σύνταγμα!". Μια ομάδα αποστέλλεται στο σπίτι του Μακρυγιάννη για να λύσει την πολιορκία, ενώ στη 1 μετά τα μεσάνυχτα η ρίψη δύο πυροβολισμών σήμανε την έναρξη της εξέγερσης, καλώντας το λαό να βγει στους δρόμους, όπως και έγινε.
"Εμείς θέλομεν να μας δώση ο Βασιλέας μας εκείνο όπου αποχτήσαμεν με το αίμα μας και θυσίες μας, οπού το καταπάτησε κι ο Καποδίστριας. Οι Δύναμες τον οδήγησαν να μας δώση σύνταμα, όταν τον αναγνώρισαν βασιλέα μας και ήρθε εδώ. Και υποσκέθη. Κι ως σήμερον δεν το 'βαλε σ' ενέργεια. Να το βάλη τώρα και είναι Βασιλέας μας. Και να μας κυβερνάγη συνταματικώς. Δι' αυτό, αδελφοί, σηκώθήκαμεν και κιντυνέψαμεν, κι όχι να κάμωμεν αταξίες. Ούτε εις το περιβόλι να μην πλησιάση κανένας και περιάξετε ούτ' ένα φύλλο".
Τα πιο πάνω λόγια τόνισε ο στρατηγός Μακρυγιάννης στο πλήθος που είχε συγκεντρωθεί έξω από το παλάτι και ζητούσε να εισβάλει σε αυτό, σύμφωνα με τα Απομνημονεύματα του. Και πράγματι, δε σημειώθηκαν πολλά παρατράγουδα, εκτός από το θάνατο ενός ενωμοτάρχη και τον τραυματισμό δύο χωροφυλάκων. Η επανάσταση ήταν σε γενικές γραμμές ειρηνική και ταχύτατα αποτελεσματική.
Όπως διαβάζουμε στην Ιστορία του Όθωνος Βασιλέως της Ελλάδος του Τρύφωνος Ευαγγελίδου, την ώρα που ξεσπούσε η Επανάσταση ο Όθωνας εργαζόταν στο ιδιαίτερο του γραφείο, ενώ η βασίλισσα Αμαλία, που έως τότε κοιμόταν, "έντρομος αφυπνίσθη", ντύθηκε και έτρεξε στο πλευρό του συζύγου της βασιλιά, ο οποίος "κάτωχρος εξ οργής συνδιεσκέπτετο μετά των υπασπιστών και των αυλικών".
Ο υπουργός των Στρατιωτικών Α. Βλαχόπουλος κι ένας υπασπιστής στάλθηκαν από το παλάτι για να ζητήσουν τη διάλυση της συγκέντρωσης, όμως συνελήφθησαν από τους στασιαστές. Τότε, ο Όθωνας καταδέχτηκε να συναντηθεί με τον Καλλέργη, που τον περίμενε έξω από ένα παράθυρο των ανακτόρων. "Μεγαλειώτατε, ευδοκήσατε να ικανοποιήσητε την αίτησιν του στρατού και του λαού ομογνωμόνως ζητούντων Σύνταγμα" αποκρίθηκε ο συνταγματάρχης, εισπράττοντας κατ' αρχήν την άρνηση του Βασιλιά.
Εν τω μεταξύ, η πίεση των στασιαστών εντεινόταν, ενώ στο Συμβούλιο της Επικρατείας συνήλθε διάσκεψη πολιτικών προσώπων, συγκροτήθηκε ειδική Επιτροπή, η οποία κατέληξε στην πρόταση της για σύγκληση Εθνοσυνέλευσης εντός τριάντα ημερών, παραχώρηση Συντάγματος και διορισμό νέου υπουργικού συμβουλίου υπό την πρωθυπουργία του Ανδρέα Μεταξά. Αυτή τη φορά, ο Όθωνας αποδέχθηκε της πρόταση των στασιαστών παρουσία των πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής. Η ώρα ήταν 3 το πρωί. Η επανάσταση πέτυχε τους στόχους της μέσα σε τέσσερις μόλις ώρες.
Ακολούθησε η ανάγνωση του διατάγματος ενώπιον του λαού που είχε συγκεντρωθεί έξωθεν των ανακτόρων - η σημερινή πλατεία Συντάγματος. Όπως ήταν φυσικό, το κλίμα ήταν πανηγυρικό. Ο στρατός έκανε παρέλαση μπροστά από τα ανάκτορα κραυγάζοντας "ζήτω ο συνταγματικός βασιλεύς Όθων ο Α`", ενώ το Συμβούλιο της Επικρατείας ανακήρυξε την 3η Σεπτεμβρίου ως "ημέραν εορτάσιμον εις το έθνος ως παραγωγόν λαμπρού μέλλοντος".
Ένεκα και του προχωρημένου της ώρας, σύντομα το πλήθος διαλύθηκε. Όπως διαβάζουμε στο σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας Αθηνά: "Μετά ημίσειαν ώραν, ο περιδιαβάζων εις την πλατείαν, δεν ηδύνατο να ίδη σημείον δι ου να συμπεράνη ότι λαός ολόκληρος και στρατός εξετέλεσαν εκεί προ ολίγου μίαν επανάστασιν. Εις τούτο πάντες εχάρησαν και οι Έλληνες έδειξαν πόσο προέβησαν εις τον πολιτισμόν, πόσον κατενόησαν τα δικαιώματα των και τον τρόπον καθ ον πρέπει να τ΄ αποκτήσωσι, χωρίς ν' αφήσωσιν ουδεμίαν κηλίδαν εις την ιστορίαν. Δέκα έτη τους εσυκοφάντησαν ως ανθρώπους πλήρεις παθών και μίσους και δόλου, τους εξηυτέλισαν ως υπομένοντας την δουλείαν και την διαφθοράν και εις μίαν ημέραν έδειξαν ούτοι πόσον είναι ζηλότυποι της ελευθερίας των, πόσον είναι επιεικείς, μετά την νίκην, πόσον είναι γενναίοι προς τους προξένους της δυστυχίας των".
Στις 7 Σεπτεμβρίου προκηρύχθηκαν οι εκλογές για την Εθνοσυνέλευση σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο του 1829, που είχε εισαγάγει ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο οποίος ουδέποτε είχε χρειαστεί να εφαρμοστεί στην πράξη. Ένα περίεργο περιστατικό περί τα τέλη Σεπτεμβρίου προκάλεσε φόβους για τυχόν απόπειρα αντεπανάστασης, όμως τελικά οι εκλογές διεξήχθησαν σχεδόν όπως ήταν προγραμματισμένο εξ αρχής, με μία εβδομάδα μόνο καθυστέρησης λόγω κακοκαιρίας, ενώ η Εθνοσυνέλευση ξεκίνησε τις εργασίες της στις 8 Νοεμβρίου εκλέγοντας ως πρόεδρο της τον υπέργηρο Πανούτσο Νοταρά, 103 ετών, επειδή ήταν ο γηραιότερος μεταξύ των αντιπροσώπων.
Οι εργασίες της Εθνοσυνέλευσης διήρκεσαν μέχρι τις 14 Μαρτίου 1844, οπότε ο Όθωνας κήρυξε τη λήξη τους. Πλέον, η απόλυτη μοναρχία κατέστη Συνταγματική, δηλαδή περιορισμένη. Το Σύνταγμα αποτελείτο από 107 άρθρα βασισμένα στο γαλλικό και το βελγικό Σύνταγμα του 1830 και του 1831 αντίστοιχα. Ο περιορισμός της βασιλικής εξουσίας δεν ήταν σημαντικός, ήταν όμως ένα πρώτο βήμα. Ο βασιλιάς παρέμενε ο ανώτατος άρχοντας και το ανώτατο όργανο του κράτους, υπέρ του οποίου συνέτρεχε το τεκμήριο αρμοδιότητας. Η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, θεμέλιος λίθος ενός δημοκρατικού πολιτεύματος ήταν αρκετά κουτσουρεμένη: η νομοθετική εξουσία ασκούνταν από το βασιλιά, τη Βουλή και τη Γερουσία ισότιμα, η εκτελεστική ασκούνταν από το βασιλιά και τους "υπ' αυτού διοριζομένων υπουργών", οι οποίοι πάντως υπείχαν ποινική ευθύνη και τέλος, η δικαστική εξουσία πήγαζε από το βασιλιά και ενεργούνταν δια των δικαστηρίων.
Στα θετικά σημεία του Συντάγματος ήταν η προστασία σημαντικού αριθμού ατομικών δικαιωμάτων. Αν και το Σύνταγμα δεν έκανε μνεία στο εκλογικό σύστημα, ο νόμος της 18ης Μαρτίου 1844 καθιέρωνε την άμεση, σχεδόν καθολική και μυστική ψηφοφορία, αναγνωρίζοντας δικαίωμα ψήφου σε όλους τους Έλληνες - μόνο στους άνδρες - που είχαν γεννηθεί εντός των συνόρων του βασιλείου, είχαν συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας τους και διέθεταν ιδιοκτησία ή εξασκούσαν οποιοδήποτε επάγγελμα. Στην πράξη, πάντως, το Σύνταγμα δεν εφαρμόστηκε παρά ελάχιστα, με συνέπεια την έκρηξη πολλών εξεγέρσεων τα επόμενα χρόνια, με αποκορύφωμα την κατάλυση της οθωνικής δυναστείας στις 10 Οκτωβρίου 1862.
Ένα χαριτωμένο περιστατικό, διαβάζουμε στο βιβλίο Ιστορία του Όθωνος Βασιλέως της Ελλάδος. Εκείνη την εποχή, τα μέσα συγκοινωνίας δεν μπορούσαν επ' ουδενί τρόπω να συγκριθούν με τα σημερινά από άποψη ταχύτητας ούτως ή άλλως, πόσο μάλλον στο νεοσύστατο και φτωχό ελληνικό βασίλειο του 1843. Όπως ήταν φυσικό, τα νέα δε διαδίδονταν και πολύ γρήγορα, ακόμη κι αν επρόκειτο για ένα γεγονός της εμβέλειας της Επανάστασης της 3ης Σεπτεμβρίου. Έτσι, λοιπόν, οι κάτοικοι της Σαντορίνης δεν έμαθαν παρά μερικούς μήνες αργότερα τα της Επαναστάσεως στην πρωτεύουσα του κράτους και της καθιέρωσης συνταγματικού πολιτεύματος και μάλιστα, πηγή της πληροφόρησης τους ήταν κάποιοι Γάλλοι περιηγητές από τη Μασσαλία!
_______________________________
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ
1. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1843, η εφημερίδα ΑΙΩΝ κυκλοφόρησε έκτακτο παράρτημα με πανηγυρικό περιεχόμενο. Το ρεπορτάζ της εφημερίδας έχει αδιαμφισβήτητα ιστορικό χαρακτήρα. Διαβάζουμε:
"ΣΥΜΠΟΛΙΤΑΙ! Πιστοί προς τον Θεόν και την Πατρίδα Έλληνες!
Τον Ύψιστον Θεόν ας δοξάσωμεν όλοι όλη ψυχή! το υπεράγιον αυτού όνομα ας ευλογήσωμεν πάντες όλη καρδία! Όσων άχρει τούδε δικαίων εθνικών εστέρει λυπηρώς την πατρίδα η στυγερά αυθαιρεσία και η Βαβαροκρατεία, ταύτα εν ροπή οφθαλμού ανεκτήθησαν διά της γενομένης κατά την ώραν 1 1/2 μμ. της νυκτός της 2 προς την 3 Σεπτεμβρίου 1843, κινήσεως του Λαού και της Φρουράς της Πρωτευούσης. Του μεν Λαού πανταχόθεν της πόλεως, της δε εκ του Πεζικού, του Ιππικού και του Πυροβολικού συνισταμένης Φρουράς, αρχηγούντος του Συνταγματάρχου Κυρίου Δ. Καλλέργη, και του λοιπού Στρατού αρχηγούντος του Συνταγματάρχου Κυρίου Ι. Μακρυγιάννη, η κίνησις εγένετο εκ του στρατώνος και της θέσεως του Ολυμπίου Διός εις τα Ανάκτορα εν τω μέσω των ζωηροτέρων ζητωκραυγών υπέρ του Συντάγματος. Μόνος ο Μοίραρχος Κ. Κουτζογιαννόπουλος έδειξε μετ' ολίγων αντίστασιν τινά, εμποδίζων την συρροήν του Λαού, αλλά, θανατωθέντος εις τον τόπον ενός Χωροφύλακος υπό των περί τον Μακρυγιάννην, και επαπειληθείς αυτός υπό της Φρουράς υπέκυψεν εις την ανωτέραν δύναμιν του Λαού και του Στρατού, ενωθείς μετ' αυτών. Ο πριν Υπουργός των Στρατιωτικών Κ. Α. Βλαχόπουλος και ο Συνταγματάρχης Υπασπιστής της Α.Μ. του Βασιλέως Κ. Γαρδικιώτης Γρύβας εξελθόντες εκ των Ανακτόρων διά να προσκαλέσωσι την διάλυσιν του Στρατού και του Λαού, επέμφθησαν ευθύς δι' ιππέων εις τον Στρατώνα υπό κράτησιν.
Συγχρόνως ετέθησαν υπό κράτησιν διά φρουράς εντός των οικιών των οι λοιποί Υπουργοί, και η Α.Μ. ο Βασιλεύς λαβών εκ των Ανακτόρων τον λόγον μετά του Συνταγματάρχου Κ. Καλλέργη, και ακούσας την περί συγκαλέσεως της Εθνικής Συνελεύσεως και του Συντάγματος απαίτησιν του Λαού και του Στρατού, εζήτησεν ευκαιρίαν μιάς ημέρας, αλλά δεν τω εδόθη. Εζήτησε τους Υπουργούς του, αλλ' ήκουσεν, ότι δεν αναγνωρίζονται πλέον Υπουργοί ούτοι.
Εν τω μέσω δε του Λαού και του Στρατού παρουσιασθέντες οι Κύριοι Α. Λόνδος Συνταγματάρχης και Α. Μεταξάς, Σύμβουλος της Επικρατείας, ανευφημίσθησαν διά του μεγαλητέρου ενθουσιασμού, και, του Συμβουλίου της Επικρατείας συγκαλεσθέντος, εξεδόθη πρώτη η ακόλουθος εθνική Πράξις, ήτις ανεγνώσθη εις επήκοον όλου του Λαού και όλου του Στρατού, αλλεπαλλήλως ανευφημισθείσα".
Στη συνέχεια, η εφημερίδα παρέθεσε την απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας.
2. Εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κύριο άρθρο της ίδιας εφημερίδας στο επόμενο φύλλο της, που κυκλοφόρησε στις 8 Σεπτεμβρίου 1843. Διαβάζουμε ορισμένα εκτενή αποσπάσματα:
"Χαίρετε Έλληνες! δοξάζετε εις γενεάς γενεών την Ύψιστον Πρόνοιαν! Επείδεν αύτη εις την οδυνηράν καθ' όλους τους λόγους κατάστασιν της Πατρίδος ημών. Επείδεν εισακούσασα των θερμών δεήσεων του ηδικημένου Έθνους, των δικαίων ευχών της Ευρώπης απάσης, και ιδού ουκ ην το από του 1833 ανεγερθέν οικοδόμημα του βδελυρού ξενισμού και της αποτροπαίου αυθαιρεσίας. Η αξιομνημόνευτος ημέρα της 3 7βρίου , 1843, επεσφράγισε την μεγάλην ιδέαν και τον σκοπόν της 25 Μαρτίου 1821. Η ημέρα αύτη ανταπεκρίθη εντελώς με τας φιλανθρώπους βουλάς των φιλελλήνων Λαών, εδικαίωσε την ευμενή και σωτήριον προστασίαν της ευκλεούς και ευεργέτιδος Τριπλής Συμμαχίας. Ο Έλλην δεν θέλει διαβάλλεσθαι πλέον ως εξηχρειωμένον ον, ως αναίσθητος και ανάξιος θεσμών ανθρωπίνων.
.... Η πόλις έμελλε να κινηθή περί την ώραν 2 μετά το μεσονύκτιον της 1ης προς την 2 7βρίου, αλλά, συσκέψεως γενομένης επί ενός εκτάκτου συμβεβηκότος, ανεβλήθη η κίνησις διά την ακόλουθον νύκτα.... Την 2 7βρίου περί την 4 ώραν μ.μ. η επιφυλακή διετάγη να γεμίση τα όπλα, και να απέλθη προς ενδυνάμωσιν των θέσεων. Περί την ώραν 1 και λεπτά 25 ηκούσθη ο κρότος ενός τουφεκίου επί του όρους Υμηττού. Μετ' ολίγου εφάνη η λάμψις δύω άλλων πυροβολισμάτων εις την κλίμακα του Πανεπιστημείου. Περί την ώραν 1 3/4 πυροβολισμοί άλλοι, επαναληφθέντες δις, ηκούσθησαν κατά την Πλάκαν προς την οικίαν του Συνταγματάρχου Μακρυγιάννη. Ο Φρούραχος Πίσσας διέταξεν ευθύς τον Ταγματάρχην της πλατείας Ανάργυρον να απέλθη εις τον στρατώνα της Διλοχίας των ακροβολιστών, και να διορίση την κίνησιν ταύτης κατά της οικίας του Μακρυγιάννη πολιορκιθησομένης. Συγχρόνως προσέδραμεν ο Συνταγματάρχης Δ. Καλλέργης, Αρχηγός του Ιππικού, μετά μιας Ίλης προς το μέρος τούτο, και μετ' ολίγον επέστρεψε εις τον στρατώνα. Μία φωνή ηκούσθη από του Παρθενώνος λέγουσα, ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ !!! ΣΥΝΤΑΓΜΑ!!! και αύτη ήτο βροντώδης φωνή δύω απομάχων γερόντων. Από τας επάλξεις της Ακροπόλεως έπεσαν συγχρόνως δύω τουφέκια. Κατά την νότειον και βόρειον πλευράν της πόλεως ηκούετο κίνησις λαού κραυγάζοντος Σύνταγμα!!!....
.... Τότε ο Συνταγματάρχης Καλλέργης τοποθετείται εν τω μέσω της πλατείας, προσκαλών τους Αξιωματικούς εις κύκλον... Τότε εισήλθε και ο Φρούραχος, ο δε Καλλέργης ήρχησε μεγάλη τη φωνή λέγων!
"Κύριοι Αξιωματικοί και Στρατιώται! Ακούσατε τους πυροβολισμούς, ακούετε τας φωνάς του Έθνους και του Λαού, ζητούντων από τον Βασιλέα τας Εθνικάς των Ελευθερίας, την Εθνικήν Συνέλευσιν και το Σύνταγμα! Ενθυμηθήτε, ότι, πριν γίνωμεν στρατιώται, είμεθα πολίται! Η Πατρίς μας κράζει. Ας τρέξωμεν εις βοήθειαν της, ενόνοντες την φωνήν μας μ' εκείνη του Λαού. Ας ζητήσωμεν από τον Βασιλέα Εθνικήν Συνέλευσιν και το Σύνταγμα, προσπίπτοντες εις τους πόδας της Αυτού Μεγαλειότητος. Ακολουθήτε με!!"...
....Εν τούτω τω διαστήματι εδόθη από των Ανακτόρων η ακόλουθος Διακήρυξις:
Έλληνες!
Ήκουσα την επιθυμίαν σας, και θέλω συγκαλέσει το πρωί το Υπουργικόν Συμβούλιον, και το Συμβούλιον της Επικρατείας, διά να συνενοηθώ με αυτά, καθώς και με τους Πρέσβεις των τριών φίλων Δυνάμεων, αι οποίαι υπέγραψαν τας περί της αποκαταστάσεως της Ελλάδος συνθήκας.
Γνωρίζετε την προς το Έθνος ένθερμον αγάπην μου και τας προσπαθείας και κόπους διά την ευδαιμονίαν και πρόοδον αυτού, εις το οποίον εθυσίασα την νεότητα και την υγείαν μου.
Σας διατάττω λοιπόν να επιστρέψητε εν ησυχία εμπιστευόμενοι εις την φροντίδα και την προς το έθνος αγάπην μου, διά τα οποία είμαι έτοιμος να θυσιάσω και την ζωήν μου.
Εν Αθήναις, τη 3 Σεπτεμβρίου 1843
ΟΘΩΝ
Βαρέως ήκουσαν και οι Πολίται και ο Στρατός την προκήρυξιν αυτήν, κραυγάζοντες "Δεν πιστεύομεν!! να υπογραφή αμέσως το Σύνταγμα!!". Ολίγον ύστερον προβάς από του εξώστου των Ανακτόρων ο Αυλάρχης Έσε, και αποταθείς προς τον Καλλέργην ως Αρχηγόν, είπεν απειλών, οπόσην ανεδέχθη ούτος βαρείαν ευθύνην. Ο Καλλέργης τον απήντησε βροντοφώνως να αποσυρθή ευθύς, προθέσας άλλα τε πολλά και την ακόλουθον επίπληξιν: "Ταλαίπωρε Βαβαρέ! ακόμη τολμάς να απειλής την Ελληνικήν θέλησιν;".........Άμα δ' ήρχισε φαινόμενον το λυκαυγές της ημέρας, παρά την σημαίαν των πολιτών φέρουσαν την επιγραφήν σταυροειδώς Ζήτω το Έθνος, Ζήτω το Σύνταγμα, επαρουσιάσθη υπό τα ανάκτορα και η των Μαθητών του Πανεπιστημίου λαμπρώς κατασκευασμένη εξ υφάσματος μεταξωτού και χρώματος ανοικτού κυανού, κινήσασα πολλήν την χαράν και τον ενθουσιασμόν των ανθρώπων. Του αγώνος του 1821 οι Παιάνες ηκούοντο συνεχέστερον ήδη διά της Μουσικής. Θέαμα δε, όλων των θεαμάτων περιεργότερον, ήτο ο ακολουθών αμοιβαίος και γλυκύτατος ασπασμός ου μόνον φίλων και γνωρίμων, ου μόνον ανωτέρων προς κατωτέρους και τανάπαλιν, αλλά και των μέχρι της στιγμής εκείνης υπαρχόντων αδιαλλάκτων πολιτικών ή προσωπικών εχθρών.
Άλλ' ήταν άρα το μέγα υπό τα ανάκτορα πλήθος μόνοι Έλληνες, μόνοι τυχόντες εν Αθήναις Άγγλοι και Γάλλοι, συμμεριζόμενοι το κοινόν αίσθημα, ενόνοντες την φωνήν εαυτών και ρίπτοντες εις τον αέρα τους πίλους των; Όχι! Παρήσαν και Βαβαροί, μετά την πρόοδον της ανατολής του ηλίου, θεαταί συμπεριφερόμενοι, ουδαμώς ενοχλούμενοι, ουδέ λόγον καν ένα ακούοντες ψυχρόν των Ελλήνων, τοσούτων καταπεπληγμένων, πάσης τάξεως και πάσης ηλικίας... Ιδού ο λόγος, διά τον οποίον και Γάλλοι και Άγγλοι είπον κατά την ημέραν ταύτην: "Καυχώμεθα άχρι τούδε, ως όντες Γάλλοι, ως όντες Άγγλοι, , αλλ' επιθυμούμεν να ήμεθα σήμερον Έλληνες".
.... Τοιούτον έλαβε πέρας εθνικόν και ένδοξον συνάμα η κίνησις της 3 7βρίου. Ουδέν απευκταίον συνέβη εκτός του θανατωθέντος Χωροφύλακος. Από της ημέρας ταύτης χρονολογείται η κυρία ελευθερία των Ελλήνων, της Εκκλησίας η σωτηρία. Από της ημέρας ταύτης χρονολογείται του ξενισμού η εξόντωσις, και εξαλείφεται το όνειδος, το οποίον ως χαρακτήρα, στερεότυπον νομιζόμενον υπό πολλών, ετύπωσεν από του 1833 η Βαβαροκρατία επί του μετώπου των Ελλήνων....."
Πηγές:
Το αρχείο της εφημερίδας ΑΙΩΝ από την Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων
Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα
Τρύφωνος Ε. Ευαγγελίδου, Ιστορία του Όθωνος Βασιλέως της Ελλάδος (1830 – 1862), τ. Α`, εκδότης Αριστείδης Γ. Γαλανός, Αθήνα, 1894
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ.ΙΓ’, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., 1977,
Γιώργος Αναστασιάδης, Κοινοβούλιο και Μοναρχία στην Ελλάδα, εκδόσεις Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη, 1995
Παύλος Β. Πετρίδης, Πολιτικές Δυνάμεις και Συνταγματικοί Θεσμοί στη Νεώτερη Ελλάδα (1844-1940), εκδόσεις Σάκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 1992
Διάβασε επίσης:
Η κατάλυση της δυναστείας του Όθωνα στις 10 Οκτωβρίου 1862.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου