Αν αναζητήσουμε τον κορυφαίο Έλληνα παλαιστή του 20ου αιώνα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο τίτλος θα απονεμόταν στον Τζιμ Λόντος (πραγματικό όνομα Χριστόφορος Θεοφίλου), ο οποίος βέβαια ίσως κατάφερε να γίνει θρύλος κι ένας από τους κορυφαίους αθλητές της ελευθέρας πάλης (σίγουρα ο κορυφαίος της εποχής του) επειδή ακριβώς βρέθηκε μετανάστης στην Αμερική σε πολύ μικρή ηλικία. Στις συνεντεύξεις του, όσο ζούσε, ο ίδιος δήλωνε ότι δεν θυμόταν ποια χρονιά γεννήθηκε, ωστόσο σύμφωνα με τη Wikipedia η ημερομηνία γέννησής του ήταν η 2α Ιανουαρίου 1897, αν και στον τάφο του ως έτος γέννησης αναγράφεται το 1894. Πάντως, σε συνέντευξή του το 1974, περίπου ένα χρόνο πριν το θάνατό του, ο Λόντος θυμόταν ότι είχε φτάσει στην Αμερική γύρω στα 1913 σε ηλικία 12 ή 13 ετών μαζί μ' ένα φίλο του, που ονομαζόταν Ανδρέας Γκέκας. Αρχικά εργάστηκε ως νερουλάς στους αμερικανικούς σιδηροδρόμους, περιπλανήθηκε σε διάφορες πόλεις των ΗΠΑ μέχρι που δυο χρόνια μετά την άφιξή του στη νέα του πατρίδα εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Όκλαντ στο Σαν Φρανσίσκο.
Αρχικά δεν σκεφτόταν ν' ασχοληθεί με την πάλη, όμως ο φίλος του ο Γκέκας, που είχε συμμετάσχει σε αγώνες στην Ελλάδα, τον έπεισε να συμμετάσχει σ' ένα ερασιτεχνικό πρόγραμμα του YMCA. Στον πρώτο του αγώνα ηττήθηκε κατά κράτος από τον σαφώς πιο ογκώδη αντίπαλό του.
Αρχικά δεν σκεφτόταν ν' ασχοληθεί με την πάλη, όμως ο φίλος του ο Γκέκας, που είχε συμμετάσχει σε αγώνες στην Ελλάδα, τον έπεισε να συμμετάσχει σ' ένα ερασιτεχνικό πρόγραμμα του YMCA. Στον πρώτο του αγώνα ηττήθηκε κατά κράτος από τον σαφώς πιο ογκώδη αντίπαλό του.
Η πρώτη φορά που έβγαλε χρήματα από την πάλη, κατά κάποιον τρόπο ο πρώτος επαγγελματικός του αγώνας, ήταν μ' έναν Ιταλό, ο οποίος μπορεί να ζύγιζε πάνω από 104 κιλά, όμως δεν ήταν σε ιδιαίτερα καλή φυσική κατάσταση κι έτσι ο Λόντος τον κέρδισε και μαζί εισέπραξε και το ποσό των 200 δολαρίων. Ήταν η πρώτη φορά στην ζωή του που κέρδιζε τόσα χρήματα.
Ο μεγαλύτερος αντίπαλός του ήταν ο Εντ Λούις. Οι σχέσεις των δύο αθλητών δεν ήταν ποτέ καλές σε προσωπικό επίπεδο κάνοντας τις μεταξύ τους αναμετρήσεις συναρπαστικές. Άλλωστε, ο Τζιμ Λόντος σε συνέντευξή του το 1971 αναγνώριζε ότι "είναι καλό να αγωνίζεσαι με ανθρώπους που δεν σε συμπαθούν παρά με φίλους. Έτσι ανακαλύπτεις πόσο καλός πραγματικά είσαι".
Ο Λόντος και ο Λούις συναντήθηκαν 14 φορές γύρω στα 1920. Τις πρώτες επτά φορές νικητής είχε αναδειχθεί ο Λούις ρίχνοντας το ηθικό του Έλληνα αθλητή, ο οποίος είχε φτάσει στο σημείο να μην θέλει ν' αγωνίζεται μαζί του. Τα πράγματα άλλαξαν μετά την πρώτη του νίκη κατά του Λούις, τις οποίες διαδέχτηκαν άλλες έξι ισοφαρίζοντας το σκορ του αντιπάλου του.
Όμως ο Λόντος δεν ξεχώριζε μονάχα για τις νίκες του στο ριγκ, αλλά και για τον πράο χαρακτήρα του εξωαγωνιστικά. Δεν έκανε έξαλλη ζωή, δεν έπινε, δεν κάπνιζε, ενώ είχε έντονο το αίσθημα της δικαιοσύνης ακόμη κι αν αυτό απέβαινε σε βάρος του. Όπως θυμόταν ένας συναθλητής του το 1970, "ο Τζίμι ποτέ δεν κάπνιζε ούτε έπινε και δεν ήθελε κανείς να καπνίζει ή να βρίζει στα αποδυτήρια.
Όταν αγωνίστηκε απέναντι στον Τζακ Λα Ρου για τον τίτλο του πρωταθλητή, ο Λόντος αισθανόταν κατώτερος του αντιπάλου, γι' αυτό και προσπαθούσε να τον αποφεύγει την ώρα του αγώνα, μέχρι που βρέθηκε σε μια γωνία. Ενστικτωδώς, σήκωσε τη γροθιά του, χτύπησε τον Λα Ρου, ο οποίος βγήκε νοκ άουτ και ο Λόντος ανακηρύχτηκε πρωταθλητής. Αισθανόμενος ότι είχε κερδίσει τον τίτλο άδικα, ο "χρυσός Έλληνας" αναζητούσε την αυτοεπιβεβαίωση, ότι άξιζε τη νίκη. Έτσι, λοιπόν, άρχισε να ψάχνει τον Λα Ρου για περίπου έξι μήνες, ώσπου τον εντόπισε σ' ένα γυμναστήριο στο Όκλαντ. Αυτό ήταν. Οι δυο άνδρες έκαναν "προπόνηση" και ο Λόντος κέρδισε την αυτοεπιβεβαίωση που επιθυμούσε κερδίζοντας τον Λα Ρου.
Δύο φωτογραφίες από αγώνα του Λόντου με τον άγγλο παλαιστή Ντέμπσεϊ (αρχείο της εφημερίδας Αθλητική Εβδομάς το Νοέμβριο του 1928).
Παγκόσμιος πρωταθλητής αναδείχτηκε για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1930 αντιμετωπίζοντας τον μέχρι τότε πρωταθλητή Σίκατ, από τον οποίο μάλιστα είχε ηττηθεί δέκα μήνες νωρίτερα. Ωστόσο, χάρη σ' εκείνη την ήττα στην αναμέτρησή τους τον Αύγουστο του 1929 κατάφερε ο Λόντος να κερδίσει τον πολυπόθητο τίτλο. "Τα παθήματα, μαθήματα" έγραφε σε άρθρο του στον Εθνικό Κήρυκα στις 8 Ιουνίου 1930, δυο μόνο μέρες μετά τη μεγάλη εκείνη επιτυχία και εξηγούσε:
"Από τον περασμένον Αύγουστον επεδόθην αποκλειστικώς εις την μελέτην όλων των χαρακτηριστικών, όλων των τεχνασμάτων, όλης της τακτικής του ομολογουμένως επιστημονικωτάτου Γερμανού αντιπάλου μου... Κατά τον περυσινόν αγώνα μου με τον Σήκατ, αντελήφθην ότι, ενώ μεν ούτος έχει χαλύβδινον, σιδερένιον, υπερδυνατόν σβέρκον, εν τούτοις είναι αδύνατος εις τα κάτω άκρα - εις τα χέρια και ιδιαιτέρως εις τα πόδια. Έκτοτε εμελέτησα, ανετόμησα, ούτως ειπείν, τα μειονεκτικά αυτά σημεία του αντιπάλου μου...
Τα συμπεράσματα της προσεκτικής αυτής μελέτης και της τελευταίας και πλέον φαινομενικώς ασημάντου κινήσεως του Σήκατ μ' έπεισαν ότι έπρεπε να εκμεταλλευθώ την αδυναμίαν των κάτω άκρων του. Και απεφάσισα να εφαρμόσω εις την περίπτωσίν του την Ιαπωνικήν Λαβίδα ποδός και το Ιαπωνικόν κεφαλοκλείδωμα συγχρόνως.
Μήνας ολοκλήρους χωρίς να το γνωρίζη σχεδόν κανείς εξαιρουμένων, βέβαια, των στενών μου φίλων, ήρχισα προπονούμενος καταλλήλως. Ταυτοχρόνως δεν αφήκα να μου φύγη καμμία ευκαιρία, όπως μελετώ τον Σήκατ εις κάθε πάλην εις την οποίαν ενεφανίζετο".
Όπως, όμως, αναγνώριζε στο ίδιο άρθρο ο Λόντος, δεν ήταν μόνο "τεχνικοί" οι λόγοι του θριάμβου του, αλλά "το συναίσθημα ότι αντίκρυζα τον Σήκατ διά το παγκόσμιον πρωτάθλημα ως εκπρόσωπος των αγαπημένων μου Ελλήνων της Αμερικής, μ' έδωσε περισσότερα φτερά και μεγαλητέραν δύναμιν. είμαι απ' εκείνους που πιστεύουν βαθειά, ακλόνητα, ότι κάθε Έλλην της Αμερικής έχει μέγα εθνικόν καθήκον απέναντι της κοινωνίας μας, ότι κάθε Έλλην της Αμερική πρέπει να φροντίζη όπως τιμά την Πατρίδα μας όχι με αργοσχόλους συζητήσεις και κενά και κομπορρημονούντα λόγια, αλλά με έργα".
Την τιτανομαχία Λόντου και Σίκατ μπορείτε να την παρακολουθήσετε στο youtube κλικάροντας στον παρακάτω σύνδεσμο: Dick Shikat vs Jim Londos (1930)
Δύο φωτογραφίες από αγώνα του Λόντου με τον άγγλο παλαιστή Ντέμπσεϊ (αρχείο της εφημερίδας Αθλητική Εβδομάς το Νοέμβριο του 1928).
Παγκόσμιος πρωταθλητής αναδείχτηκε για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1930 αντιμετωπίζοντας τον μέχρι τότε πρωταθλητή Σίκατ, από τον οποίο μάλιστα είχε ηττηθεί δέκα μήνες νωρίτερα. Ωστόσο, χάρη σ' εκείνη την ήττα στην αναμέτρησή τους τον Αύγουστο του 1929 κατάφερε ο Λόντος να κερδίσει τον πολυπόθητο τίτλο. "Τα παθήματα, μαθήματα" έγραφε σε άρθρο του στον Εθνικό Κήρυκα στις 8 Ιουνίου 1930, δυο μόνο μέρες μετά τη μεγάλη εκείνη επιτυχία και εξηγούσε:
"Από τον περασμένον Αύγουστον επεδόθην αποκλειστικώς εις την μελέτην όλων των χαρακτηριστικών, όλων των τεχνασμάτων, όλης της τακτικής του ομολογουμένως επιστημονικωτάτου Γερμανού αντιπάλου μου... Κατά τον περυσινόν αγώνα μου με τον Σήκατ, αντελήφθην ότι, ενώ μεν ούτος έχει χαλύβδινον, σιδερένιον, υπερδυνατόν σβέρκον, εν τούτοις είναι αδύνατος εις τα κάτω άκρα - εις τα χέρια και ιδιαιτέρως εις τα πόδια. Έκτοτε εμελέτησα, ανετόμησα, ούτως ειπείν, τα μειονεκτικά αυτά σημεία του αντιπάλου μου...
Τα συμπεράσματα της προσεκτικής αυτής μελέτης και της τελευταίας και πλέον φαινομενικώς ασημάντου κινήσεως του Σήκατ μ' έπεισαν ότι έπρεπε να εκμεταλλευθώ την αδυναμίαν των κάτω άκρων του. Και απεφάσισα να εφαρμόσω εις την περίπτωσίν του την Ιαπωνικήν Λαβίδα ποδός και το Ιαπωνικόν κεφαλοκλείδωμα συγχρόνως.
Μήνας ολοκλήρους χωρίς να το γνωρίζη σχεδόν κανείς εξαιρουμένων, βέβαια, των στενών μου φίλων, ήρχισα προπονούμενος καταλλήλως. Ταυτοχρόνως δεν αφήκα να μου φύγη καμμία ευκαιρία, όπως μελετώ τον Σήκατ εις κάθε πάλην εις την οποίαν ενεφανίζετο".
Όπως, όμως, αναγνώριζε στο ίδιο άρθρο ο Λόντος, δεν ήταν μόνο "τεχνικοί" οι λόγοι του θριάμβου του, αλλά "το συναίσθημα ότι αντίκρυζα τον Σήκατ διά το παγκόσμιον πρωτάθλημα ως εκπρόσωπος των αγαπημένων μου Ελλήνων της Αμερικής, μ' έδωσε περισσότερα φτερά και μεγαλητέραν δύναμιν. είμαι απ' εκείνους που πιστεύουν βαθειά, ακλόνητα, ότι κάθε Έλλην της Αμερικής έχει μέγα εθνικόν καθήκον απέναντι της κοινωνίας μας, ότι κάθε Έλλην της Αμερική πρέπει να φροντίζη όπως τιμά την Πατρίδα μας όχι με αργοσχόλους συζητήσεις και κενά και κομπορρημονούντα λόγια, αλλά με έργα".
Την τιτανομαχία Λόντου και Σίκατ μπορείτε να την παρακολουθήσετε στο youtube κλικάροντας στον παρακάτω σύνδεσμο: Dick Shikat vs Jim Londos (1930)
Όταν εγκατέλειψε την επαγγελματική του ενασχόληση με την πάλη το 1946 ύστερα από 26 χρόνια αναμετρήσεων και ενώ είχε επανειλημμένως επιβεβαιώσει ότι ήταν ο κορυφαίος αθλητής της ελευθέρας πάλης στον κόσμο, ο Λόντος ασχολήθηκε κυρίως με φιλανθρωπίες, ενδιαφερόμενος ιδιαίτερα για τα ελληνόπουλα που έμειναν ορφανά κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ενώ ουδέποτε παρακολουθούσε αγώνες πάλης, αφού δεν είχε αρκετό ελεύθερο χρόνο, τον οποίο αφιέρωνε στην οικογένειά του, τη σύζυγό του Άβρα (με την οποία παντρεύτηκαν το 1942) και τις τρεις κόρες του.
Το 1970, ο αμερικανός πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον τον τίμησε για τις φιλανθρωπικές του δραστηριότητες, ενώ παλιότερα είχε τιμηθεί και από το ελληνικό κράτος με το Χρυσό Σταυρό του Φοίνικα. Πέθανε στις 19 Αυγούστου 1975 από ανακοπή καρδιάς την ώρα που ετοιμαζόταν να πέσει για ύπνο στο δωμάτιό του στο Γενικό Νοσοκομείο του Παλομάρ, όπου νοσηλευόταν.
Στις παρακάτω φωτογραφίες βλέπουμε τον Λόντο στα πλαίσια αφιερωμάτων αμερικανικών εφημερίδων στο πρόσωπό του το 1971 και το 1974 αντίστοιχα.
Και ο τάφος του Λόντου, δίπλα στον οποίο θάφτηκε και η σύζυγός του, Άβρα:
Οι Αμερικανοί του έδωσαν τα παρατσούκλια "Χρυσός Έλληνας", "Έλληνας Απόλλωνας" και "Άδωνις". Φυσικά ήταν εξαιρετικά δημοφιλής και στην Ελλάδα, όπου αγωνίστηκε πολλές φορές με κορυφαία στιγμή την αναμέτρησή του με τον πολωνό παλαιστή Ζιμπίσκο στο Πανθηναϊκό στάδιο το 1928.
Πολλά τραγούδια γράφτηκαν για τον Λόντο κι ένα από αυτά ήταν ο ύμνος που είχε συνθέσει προς τιμήν του η ελληνοαμερικανική κοινότητα. Είναι ένα μάλλον ξεχασμένο τραγούδι, που δεν θα το βρείτε κάπου στο ίντερνετ, όμως όσοι έχετε μουσικές γνώσεις ίσως μπορέσετε να το παίξετε ακολουθώντας την παρτιτούρα στις εικόνες που ακολουθούν.
Πρώτα όμως οι στίχοι:
Η δόξα η χρυσοφτέρουγη που λάμπει στα ουράνια
για σένα πλέκει αμάραντα τα δάφνινα στεφάνια.
Περήφανα σαλπίσματα λένε στον κόσμον όλον
πως το λιοντάρι ο Λόντος μας ο νέος είν' Απόλλων!
Ψυχή σούδωσε ανίκητη το ελληνικό θυμάρι!
Δυο μάνες έχει η λευτεριά! Κι οι δυο σ' έχουν καμάρι.
Όσον ο Όλυμπος θα ζει κι οι Δελφικοί βωμοί μας,
τόσο του Λόντου τ' όνομα θάναι χαρά, τιμή μας.
Κρυφή μια σπίθα απ' των Δελφών το ιερό ετινάχθη!
Σαν αστραπή και σαν χρησμός στον ουρανό εχαράχθη.
Κι αντιλαλήσανε στη Γη κάθε δρυμός και πόντος:
"Ο Φοίβος δεν επέθανε! Ο Φοίβος είν' ο Λόντος!"
Και η παρτιτούρα:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου