18 Δεκεμβρίου 2016

Η διαφορετική ταινία ενός Ολλανδού σκηνοθέτη, που κατασκόπευσε το κλέφτη του κινητού του τηλεφώνου μέσω του Ίντερνετ. Η αναπάντεχη εξέλιξη της ιστορίας.


Όλα ξεκίνησαν, όταν ο φοιτητής σκηνοθεσίας Άντονι βαν ντερ Μέερ έπεσε θύμα κλοπής, καθώς άγνωστος του είχε αρπάξει το iPhone του ενώ ο ίδιος απολάμβανε το μεσημεριανό του γεύμα. Αυτό που τον τάραξε περισσότερο δεν ήταν η - ομολογουμένως μεγάλη - χρηματική αξία του κλεμμένου τηλεφώνου, όσο το αίσθημα ότι ένας άγνωστος θα μπορούσε να εισχωρήσει βαθιά στην προσωπική του ζωή, μιας και στο τηλέφωνο ο Άντονι είχε αποθηκευμένες φωτογραφίες, βίντεο, sms, emails, επαφές με φίλους και γνωστούς. Αναρωτήθηκε ποιος και γιατί έκλεβε το τηλέφωνό του, ποιοι και γιατί κλέβουν γενικότερα τα τηλέφωνα από ανυποψίαστους πολίτες. Ήθελε να μάθει περισσότερα και έθεσε σ' εφαρμογή ένα περίεργο, όσο και παράτολμο σχέδιο, να αφήσει ένα δεύτερο τηλέφωνο να κλαπεί επίτηδες και στη συνέχεια να παρακολουθήσει την πορεία του με τη βοήθεια της κάμερας του δεύτερου αυτού κινητού. Αποτέλεσμα αυτής της παρακολούθησης ήταν μια ταινία περίπου 20λεπτης διάρκειας, ένα ντοκιμαντέρ (ή ριάλιτι, αν προτιμάτε) με αναπάντεχη εξέλιξη, το οποίο μάλιστα θα παρουσίαζε στα πλαίσια της διπλωματικής του εργασίας κατά την αποφοίτησή του από τη σχολή τον Ιούνιο του 2015.

Ο Άντονι, λοιπόν, αγόρασε ένα τηλέφωνο Android έχοντας εξ αρχής την πρόθεση να το χρησιμοποιήσει ως δόλωμα. Πρώτα όμως εγκατέστησε σ' αυτό μια ειδικά επεξεργασμένη εκδοχή της εφαρμογής Cerberus, η οποία θα ήταν αδύνατο να ανιχνευτεί από τον κλέφτη. Χάρη σ' αυτήν την εφαρμογή θα μπορούσε να ελέγχει το συγκεκριμένο τηλέφωνο από απόσταση, αρκεί να ήταν συνδεδεμένο στο ίντερνετ. Εξάλλου, έχοντας επηρεάσει το σύστημα ενημερώσεων της συσκευής, ο κλέφτης δεν θα μπορούσε να διαγράψει την εφαρμογή, ακόμη κι αν την εντόπιζε. 

Πράγματι, το δόλωμα έπιασε και κάποιος βρήκε την ευκαιρία να κλέψει το τηλέφωνο δόλωμα. Πρώτα ο Άντονι απευθύνθηκε στις αστυνομικές αρχές του Άμστερνταμ, οι οποίες δεν έδειξαν ιδιαίτερο ζήλο κινητοποίησης, αλλά του έδωσαν την απάντηση ότι το πιθανότερο ήταν τα διάφορα κομμάτια του τηλεφώνου του να πωλούνταν χωριστά στις αγορές της ανατολικής Ευρώπης. 

Πέρασαν λίγες μέρες και ο Άντονι λαμβάνει ένα μήνυμα - χάρη στο πρόγραμμα που είχε εγκαταστήσει στο τηλέφωνο - ότι στη συσκευή του είχε τοποθετηθεί νέα κάρτα SIM. Εφόσον υπήρχε ενεργή σύνδεση στο ίντερνετ, θα μπορούσε πλέον να παρακολουθήσει κάθε κίνηση του νέου κατόχου, που πιθανότατα ήταν και ο κλέφτης. Έτσι κι έγινε. 

Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο Άντονι ήταν να φωτογραφίσει το πρόσωπο του κλέφτη. Τις επόμενες εβδομάδες παρακολουθούσε κάθε κίνησή του τραβώντας φωτογραφίες, κάνοντας ηχογραφήσεις ή βιντεοσκοπήσεις (περιστασιακά, ώστε να μη χαθεί ο ελεύθερος χώρος) και γενικά είχε επίγνωση κάθε κίνησης και μετακίνησης του ανθρώπου εκείνου.

Στο μεταξύ, συνέβη κάτι περίεργο. Παρακολουθώντας τόσο στενά την ζωή του άγνωστου αυτού άνδρα, ο Άντονι άρχισε να αισθάνεται ένα είδος συμπάθειας απέναντι στον κλέφτη σαν να τον γνώριζε καλά, ενώ έφτασε στο σημείο και να τον λυπάται. Κατά την αντίληψή του, ο κλέφτης ήταν ένας φτωχός, δυστυχισμένος άνθρωπος που απλά έτυχε να κλέψει το τηλέφωνο.

Μια μέρα, εντελώς ξαφνικά η σύνδεση στο ίντερνετ διακόπηκε. Ο Άντονι ανησύχησε και έκανε κάτι ριψοκίνδυνο. Αφού επιβεβαίωσε μ' ένα τηλεφώνημα ότι δεν είχε αλλάξει ο κάτοχος της συσκευής, σκέφτηκε να συναντήσει από κοντά τον κλέφτη. Άλλωστε, παρακολουθώντας τον επί τόσες εβδομάδες γνώριζε πού βρισκόταν ανά πάσα στιγμή. 

Έφτασε, λοιπόν, έξω από το σπίτι του και την ώρα που ετοιμαζόταν να συνδέσει την κάμερα, ο κλέφτης βγήκε έξω. Τα βλέμματά τους συναντήθηκαν στιγμιαία, όμως αυτή η στιγμή ήταν αρκετή ώστε ο Άντονι ν' αλλάξει στάση απέναντί του. Ο κλέφτης δεν του φαινόταν πλέον σαν ένας καημένος και φτωχός ανθρωπάκος, αλλά αρκετά επιθετικός και τρομακτικός. Δεν αναγνώρισε τον Άντονι, παρότι θα τον είχε δει στις φωτογραφίες που ήταν αποθηκευμένες στο κινητό, ωστόσο λίγη ώρα αργότερα η συσκευή τέθηκε εκτός λειτουργίας - για πάντα.

Πολλά επικριτικά μπορεί να πει κανείς για την απόφαση του Άντονι βαν ντερ Μέερ να παρακολουθήσει τόσο στενά και επί τόσες εβδομάδες το κλέφτη του κινητού του τηλεφώνου. Η εύλογη αρχική δικαιολογία ότι ήθελε να εντοπίσει τον κλέφτη, εξασθένησε όταν δεν χρησιμοποίησε την πληροφορία είτε για να τον αντιμετωπίσει ο ίδιος κατά πρόσωπο είτε για να ενημερώσει την αστυνομία, αλλά συνέχισε την παρακολούθηση με εμμονικό τρόπο, ένα είδος ένοχης απόλαυσης να κοιτάξει από την κλειδαρότρυπα την ζωή ενός άγνωστου ανθρώπου. 

Η αναπάντεχη εξέλιξη των συναισθημάτων και το πέρασμα από την ξαφνική συμπάθεια στο φόβο καταμαρτυρούν απλά ότι η ζωή καθαυτή είναι περίπλοκη και απρόβλεπτη, γεμάτη εσωτερικές συγκρούσεις και ανατροπές κατά περίπτωση: είναι άλλο να φαντάζεσαι - από απόσταση - έναν "καημένο" κλέφτη που πιθανόν να μην έχει χρήματα για να ζήσει και τελείως διαφορετικό να βλέπεις μπροστά σου τον συγκεκριμένο κλέφτη ενός προσωπικού σου αντικειμένου, ο οποίος δεν είναι απλά ένα δημιούργημα της φαντασίας, αλλά πραγματικός με σάρκα και οστά.

Αυτή είναι η ταινία του Άντονι βαν ντερ Μέερ (με αγγλικούς υπότιτλους):



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου