27 Σεπτεμβρίου 2014

Οι μαρτυρίες εκείνων που ξέφυγαν από τη μανία των μαχητών του ISIS

Δεκαπενταύγουστος 2014. Οι περισσότεροι Έλληνες συνωστιζόμασταν σε κάποια παραλία ή σε κάποια ταβέρνα, με άλλα λόγια απολαμβάναμε ανέμελοι το ελληνικό καλοκαίρι. Τη μέρα εκείνη, οι πάνω από 1.200 κάτοικοι του ιρακινού χωριού Κότσο, Γιαζίντι στο θρήσκευμα, ζούσαν ώρες τρόμου, όταν μασκοφόροι στρατιώτες της οργάνωσης ISIS (ή στα ελληνικά ΙΚΙΛ, δηλ. Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε), οι τζιχαντιστές που δρουν στην περιοχή της Συρίας και του Ιράκ, εισέβαλαν στο χωριό, έτοιμοι να σκορπίσουν τον τρόμο.


Οι κάτοικοι είχαν ακούσει για την απειλή του ΙΚΙΛ, αλλά δεν πίστευαν ότι θα μπορούσαν όντως να δεχτούν επίθεση. Έτσι, ήταν πρακτικά ανέτοιμοι, όταν δέχτηκαν την εισβολή των τζιχαντιστών, οι οποίοι αμέσως διέταξαν τους κατοίκους να συγκεντρωθούν στο σχολείο του χωριού. Αφού αφαίρεσαν από τους συγκεντρωμένους τα κινητά τους τηλέφωνα και κάθε άλλο πολύτιμο αντικείμενο, οι τζιχαντιστές τους "καθησύχασαν" ότι δεν θα τους έκαναν κακό, αλλά θα τους έστελναν στο βουνό Σινζάρ, εκεί όπου βρίσκονταν και οι υπόλοιποι Γιαζίντι. Αυτό τους είπαν, αλλά δεν ήταν αυτό που τελικά έκαναν. Οι τζιχαντιστές θα οδηγούσαν τους κατοίκους στο θάνατο.
Από τους πρώτους που επιβιβάστηκαν σ' ένα από τα φορτηγάκια του θανάτου ήταν κι ο 17χρονος Κιντίρ, ο οποίος τελικά θα ξέφευγε και θα γλίτωνε από το τυφλό μίσος των τρομοκρατών. Η μαρτυρία του, όπως καταγράφεται στο Foreign Policy, είναι συγκλονιστική.
Καμιά εικοσαριά άντρες ήταν στοιβαγμένοι στο λευκό φορτηγάκι, πιστεύοντας ότι κατευθύνονταν στο βουνό. Περίπου ένα δεκάλεπτο μετά, αντιλήφθηκαν τη φρικτή αλήθεια. Το φορτηγάκι σταμάτησε στο μέσο ενός χωραφιού, όπου τους περίμεναν δυο οπλισμένοι άνδρες. Ο Κιντίρ δεν θα ξεχάσει τα μάτια ενός από τους εκτελεστές, που έκρυβε το υπόλοιπο πρόσωπό του πίσω από ένα μαύρο ύφασμα, αν και φαινόταν σαν να χαμογελούσε. (Αλήθεια, τι ήθελε να κρύψει, αφού ούτως ή άλλως δεν θα βιντεοσκοπούσε τη φρικαλεότητα που ετοιμαζόταν να διαπράξει;)
"'Αυτό είναι το τέλος', μας είπαν και μετά μπουμ", θυμάται ο 17χρονος. Οι τζιχαντιστές άρχισαν να εκτελούν τους αιχμαλώτους τους έναν προς έναν. Ο Κιντίρ πίστεψε ότι είχε φτάσει το τέλος του. Αισθάνθηκε το κάνιστρο στο λαιμό του. Έπεσε στο πάτωμα. Όμως η σφαίρα αστόχησε παρά λίγο. Προσποιήθηκε ότι ήταν νεκρός, μέχρι που οι εκτελεστές θα έφευγαν. Πέρασε ένα δίωρο περίπου, όταν σηκώθηκε και πάλι στα πόδια του, για ν' ανακαλύψει ότι ήταν ότι μαζί μ' αυτόν είχε επιζήσει κι ένας γείτονάς του, που ήταν τραυματισμένος στο πόδι.
Δεν είχαν πολλά περιθώρια επιλογής. Άρχισαν να περπατούν επί ώρες αναζητώντας καταφύγιο. Κάποια στιγμή έφτασαν σ' ένα σουνιτικό χωριό, όπου οι κάτοικοι τους έδωσαν λίγο νερό και μετά τους ζήτησαν να φύγουν. Ο φόβος που αισθάνονταν για τους νέους κυρίαρχους της περιοχής υπερνίκησε τ' ανθρωπιστικά τους συναισθήματα.
Έτσι, ο Κιντίρ και ο τραυματισμένος γείτονάς του συνέχισαν να περπατούν επί ώρες, ώσπου έφτασαν σ' ένα βουνό κοντά στα σύνορα του Ιράκ με τη Συρία, όπου τους φρόντισαν κάποιοι Κούρδοι μαχητές. Από εκεί, την επομένη ο Κιντίρ κατευθύνθηκε στο Ντοχούκ του Ιρακινού Κουρδιστάν, όπου είχε βρει καταφύγιο η αδερφή του με τον άντρα της λίγες μέρες πριν την επιδρομή των τζιχαντιστών του ΙΚΙΛ στο χωριό τους. Κι από κει, οι τρεις τους κατέφυγαν σ' ένα στρατόπεδο προσφύγων στο Κάνκε.
Λίγες μέρες αργότερα, χάρη σ' ένα τηλεφώνημα από μια άλλη αδερφή του, την Μπαντέαα, ο Κιντίρ έμαθε ότι η μητέρα του μαζί με τις αδερφές του και άλλες 40 γυναίκες, που είχαν μείνει πίσω στο Κότσο, κρατούνται σ' ένα κτίριο στην ελεγχόμενη από το ΙΚΙΛ πόλη του Ταλ Αφάρ. Οι γυναίκες αυτές δεν ήξεραν τι τύχη τις περιμένει, ενώ η Μπαντέαα ζήτησε από τον Κιντίρ να μην της τηλεφωνήσει στο ίδιο νούμερο, αφού παραμόνευαν οι τζιχαντιστές. "Μην καλέσεις αυτό το νούμερο, θα μας σκοτώσουν", ήταν τα τελευταία της λόγια.
Από τότε ξαναμίλησαν κάποιες φορές για λίγα δευτερόλεπτα, όποτε η Μπαντέαα έβρισκε την ευκαιρία να κάνει κάποιο βιαστικό τηλεφώνημα στα δυο αδέρφια της, που είχαν σωθεί. Δεν τους έδωσε όμως την παραμικρή πληροφορία, αν γνώριζε, για το τι απέγιναν ο πατέρας και τα υπόλοιπα αγόρια της οικογένειας. Πολύ πιθανό, είναι ότι εκτελέστηκαν κι αυτοί, όπως δεκάδες ακόμη συγχωριανοί τους.

Εν τω μεταξύ, στο livewire.amnesty.org φιλοξενείται η μαρτυρία και του 59χρονου Ελίας, του άνδρα που γλίτωσε μαζί με τον Κιντίρ, καθώς κι ένα τρίτου άνδρα από το ίδιο χωριό, που ανήκε σ' ένα άλλο γκρουπ κατοίκων που εκτελέστηκαν, αλλά ο ίδιος κατάφερε να σωθεί. Αυτή είναι η μαρτυρία του Ελίας:
"Στις 11-11.30 το πρωί (της 15ης Αυγούστου), το ΙΚΙΛ κάλεσε τους κατοίκους στο γυμνάσιο, όπου βρισκόταν η έδρα τους από τότε που ήρθαν στο χωριό, πριν από δυο εβδομάδες. Εκεί μας ζήτησαν να παραδώσουμε τα χρήματά μας, τα κινητά μας τηλέφωνα και οι γυναίκες να παραδώσουν τα κοσμήματά τους. Ύστερα από περίπου 15 λεπτά έφεραν οχήματα και άρχισαν να τα γεμίζουν με άνδρες και αγόρια. Έσπρωξαν περίπου 20 από εμάς στο πίσω μέρος ενός Kia και μας οδήγησαν περίπου ένα χιλιόμετρο ανατολικά του χωριού. Μας κατέβασαν από το όχημα δίπλα στην πισίνα και μας ανάγκασαν να καθήσουμε οκλαδόν στο έδαφος κι ένας από αυτούς μας φωτογράφισε. Σκέφτηκα ότι μετά απ' αυτό θα μας άφηναν να φύγουμε, όμως άνοιξαν πυρ από πίσω μας. Χτυπήθηκε στο αριστερό γόνατο, όμως η σφαίρα απλά έξυσε το γόνατό μου.
Άφησα τον εαυτό μου να πέσει μπροστά, σαν να ήμουν νεκρός, και παρέμεινα με το πρόσωπο πεσμένο, χωρίς να κουνιέμαι. Όταν οι πυροβολισμοί σταμάτησαν, παρέμεινα ακίνητος και αφότου έφυγαν, το έβαλα στα πόδια. Πέντε ή έξι ακόμη ήταν επίσης ζωντανοί και επίσης έτρεξαν μακριά από το μέρος εκείνο. Όλοι οι υπόλοιποι ήταν νεκροί. Γνωρίζω δύο από αυτούς. Βρίσκονταν ακριβώς δίπλα μου: Κιντέρ Μάττο Κασέμ, 28, και Ράβο Μαόκρι Σαλάχ, περίπου 80 ετών. Δεν γνωρίζω ποιοί ήταν οι υπόλοιποι. Φοβόμουν πολύ να κοιτάξω γύρω, δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ. Δεν γνωρίζω τι συνέβη στην οικογένειά μου, στη σύζυγό μου, τα εφτά παιδιά μου, στη σύζυγο του γιου μου και τα δυο τους παιδιά. Δεν γνωρίζω αν είναι νεκροί ή ζωντανοί ή πού βρίσκονται. Δεν μπορώ να επικοινωνήσω με κανέναν, καθώς αφαίρεσαν τα κινητά μας τηλέφωνα".
.......................................
Πολλά μπορεί να πει κανείς ερμηνεύοντας γιατί οι φονταμενταλιστές, οι πιο ακραίοι ακόμη κι από την Αλ Κάιντα, μαχητές του ΙΚΙΛ κατάφεραν να επιδείξουν τη δύναμή τους σ' ένα μεγάλο μέρος του Ιράκ και της Συρίας· ποιοι παράγοντες ευνόησαν την άνοδο και την εδραίωσή τους στην περιοχή. Όμως το κρίσιμο είναι πώς η διεθνής κοινότητα θα σταθεί απέναντι στην απειλή που συνιστά αυτή η ακραία ομάδα για την ειρήνη και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή, χωρίς αυτό να σημαίνει και απαραίτητα ότι οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί ή οι στρατιωτικές επιχειρήσεις αποτελούν και την καλύτερη λύση - αν και δεν αποτελούν ούτε τη χειρότερη. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι η αδιαφορία και τελικά η αδράνεια σε πρακτικές που αμφισβητούν τις αξίες όχι της δυτικής ή της χριστιανικής, αλλά της παγκόσμιας κοινότητας. Όπως εξίσου αρνητική εξέλιξη θα ήταν η επιλογή ν' απαντήσουμε στο φανατισμό και τη μισαλλοδοξία με τα ίδια μέσα. Άλλωστε, ο εχθρός δεν είναι το Ισλάμ, αλλά οι μισαλλόδοξοι ζηλωτές του. Και η μισαλλοδοξία είναι επικίνδυνη ανεξαρτήτως θρησκεύματος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου