Στις 20 Οκτωβρίου (π.η.) 1880 γράφτηκε
ιστορία, καθώς στο τηλεγραφικό τμήμα του υπουργείου Εσωτερικών πραγματοποιήθηκε
η πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία από τον καθηγητή Τιμολέοντα Αργυρόπουλο προς το
υπουργείο Στρατιωτικών –τα δύο υπουργεία ήταν ήδη συνδεδεμένα με
τηλεγραφικά σύρματα– μέσω τηλεφωνικής συσκευής του συστήματος Γκόβερ (Gower).
«Η επιτυχία υπήρξε πλήρης. Η συνεννόησις δι’ ομιλίας εγίνετο ευκρινεστάτη. Ενόμιζέ τις, ότι συνδιαλέγεται μετά πλησίον αυτού καθημένου. Διακρίνεται ο ομιλών αυτός εκ της φωνής», σχολίαζε την επομένη η πειραϊκή εφημερίδα Ηχώ. Και στις 22.10.1880 η αθηναϊκή εφημερίδα Στοά παρατηρούσε ότι «η μετάδοσις της φωνής εγένετο μετά τόσης τελειότητος και ευκρινίας, ώστε πάντες οι παριστάμενοι εις τα πειράματα εξεπλάγησαν, καθόσον ηκούετο ου μόνον η φωνή, αλλά και ο γέλως και αι συνομιλίαι των εν τη αιθούση ευρισκομένων».
Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 02.12.1880,
η Παλιγγενεσία ενημέρωνε τους αναγνώστες της ότι είχε πρόσφατα τοποθετηθεί
τηλεφωνική συσκευή στα Εργαστήρια Λαυρίου μετά από πρωτοβουλία του διευθυντή
τους, Φωκίωνα Νέγρη, η οποία χρησίμευε για την επικοινωνία στο σιδηρόδρομο των
μεταλλείων. Και ο συντάκτης παρατηρούσε με θαυμασμό ότι μέσω του τηλεφώνου «συνδιαλέγεταί τις μετ’ άλλου καθαρώτατα από
αποστάσεως πέντε χιλιομέτρων, νομίζει τις ότι ο μετ’ αυτού ησύχως
συνδιαλεγόμενος ευρίσκεται εν αυτώ τω δωματίω. Το δε περιεργώτερον ότι
μεταδίδεται ακριβώς και το ποιόν αυτό της φωνής, εις τρόπον ώστε να μη παραλάσση
το παράπαν η φωνή του συνδιαλεγομένου, ακριβώς ως αν ο ωρισμένος ούτος άνθρωπος
ευρίσκετο εκεί παρών και ωμίλει».
Το καλοκαίρι του 1882, η Γενική Τηλεφωνική
Εταιρία του Παρισιού απέστειλε τηλεφωνικές συσκευές συστήματος Άδερ,
προκειμένου να αξιολογηθούν από το ελληνικό υπουργείο Εσωτερικών, ώστε να
προχωρήσει η εγκατάσταση τηλεφωνικού δικτύου μεταξύ ιδιωτών. Την πρωτοβουλία
και την επικοινωνία με τη γαλλική τηλεφωνική εταιρία για την αποστολή των
συρμάτων και των συσκευών είχαν ο δημοσιογράφος και εκδότης Αντώνιος
Στεφανόπολις (η κόρη του, Ιωάννα, έγινε το 1890 η πρώτη φοιτήτρια του
Πανεπιστημίου Αθηνών) από κοινού μ’ έναν υπάλληλο του υπουργείου Εσωτερικών,
τον Νικόπουλο.
«Ημείς
το περιμένομεν ανυπομόνως», έγραφε η Νέα Εφημερίς στις 25.07.1882, «διότι ακόπως πλέον θα συνεννοώμεθα μετά των
εις τα μάλλον απόκεντρα της πόλεως μέρη φίλων μας. Κατά την μεσημβρίαν λ.χ. θα
στέλλωμεν καθ’ όλας τας διευθύνσεις εις τας φιλικάς οικογενείας την τηλεφωνικήν
ερώτησιν: - Μήπως έχετε σήμερον σκορδαλιά; Και θα λαμβάνωμεν την απάντησιν ναι
ή όχι, ή - Μάλιστα με ψάρι μαγιάτικο. - Εύγε! Έφθασα, περιμένετέ με να
συμφάγωμεν. Ή και άλλως. - Θα πάτε εις τα Ολύμπια απόψε; - Καθ’ όλα τα
φαινόμενα ναι. – Να ιδωθώμεν λοιπόν εκεί, διότι έχω να σας είπω.».
Ο ρομαντικά αισιόδοξος δημοσιογράφος, που
δεν φανταζόταν ότι το τηλέφωνο θα μπορούσε να υποκαταστήσει τη διά ζώσης
επικοινωνία των ανθρώπων, αποδείχτηκε υπερβολικά αισιόδοξος. Η κυβέρνηση
Τρικούπη πρόβαλε αντιρρήσεις για κάποιους όρους της υποβληθείσας συμφωνίας, η
οποία δεν υπογράφηκε τελικά. Έτσι, το Μάιο του 1883 τηλέφωνο διέθεταν μόνο το
υπουργείο Ναυτικών, το παλάτι και τα γραφεία του Σιδηροδρόμου (σύμφωνα με την
εφημερίδα Μη Χάνεσαι της 12.05.1883), πιθανόν και άλλα υπουργεία και ορισμένες
δημόσιες υπηρεσίες.
Το Νοέμβριο του 1883 έγινε η τηλεφωνική
σύνδεση διαφόρων αστυνομικών τμημάτων της Αθήνας, τα οποία όμως δεν φαίνεται ότι λειτουργούσαν και πολύ καλά εξαιτίας της έλλειψης ειδικού, που έπρεπε να επιτηρεί τα
σύρματα. Γι’ αυτόν το λόγο άλλωστε, στα τέλη του ίδιου μήνα σταμάτησε η
τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του υπουργείου Οικονομικών και του τελωνείου
Πειραιά (εφημερίδα Ακρόπολις, 30.11.1883).
Η ελλιπής συντήρηση του δικτύου καθιστούσε
τις όποιες τηλεφωνικές υπηρεσίες μεταξύ των υπηρεσιών μάλλον υποτυπώδεις. Περίπου
τεσσεράμισι χρόνια μετά την πρώτη τηλεφωνική δικτύωση των αστυνομικών τμημάτων
της πρωτεύουσας, στις 24.06.1888 η Ακρόπολις ενημέρωνε για την υπό εξέλιξη
εργασία επιδιόρθωσης και ανακαίνισης των τηλεφώνων της αστυνομίας, τα οποία
«είχον περιπέσει από τινος εις αχρηστίαν».
Στις 22.01.1889, η εφημερίδα
Το Άστυ δημοσίευσε το πρώτο, όπως εγώ τουλάχιστον εντόπισα στην έρευνά μου,
ποίημα εμπνευσμένο από το τηλέφωνο. Γράφτηκε από κάποιον «Ηλί», όπως ήταν το
ψευδώνυμό του, στη Ζάκυνθο το 1889.
ΤΗΛΕΦΩΝΟ
Από τα παραθύρια μας με μία κλωστή μετάξι
Εκάμαμε τηλέφωνο για να συνομιλούμε
Κι η γειτονειά δεν ήθελε ποτέ να μας
πειράξη
Εις όσα και αν ηθέλαμε κρυφόλογα να
ειπούμε.
Τρεμουλιαστά τα λόγια μας απ’ την κλωστή
περνούσαν
Όταν τους όρκους μου έστελνα και μού
στελνε κ’ εκείνη.
Ψιθυρισμοί αγγελικοί στ’ αυτιά μας
αντηχούσαν
Όταν φιλήματα η κλωστή αρχίνησε να δίνη.
Μα... τράβα εγώ και τράβη αυτή εκόπικ’ η
κλωστή μας
Κι η άπιστη δεν γύρισε ποτέ να με κυττάξη!
Τόσο που επείσθηκα κ’ εγώ η αγάπη η εδική
μας
Πως εκρατιόταν μοναχά σε μία κλωστή
μετάξι.
Στις 24 Ιανουαρίου 1890 τοποθετήθηκε
τηλεφωνική συσκευή στις φυλακές Συγγρού συνδέοντας όλα τα δωμάτια των καταδίκων
με το δωμάτιο του αρχιφύλακα «όστις
ακούει και τον ελάχιστον ψίθυρον των φυλακισμένων» (Αθηναϊκή, 01.02.1890).
Ιδιωτικές τηλεφωνικές συνδέσεις
δημιουργήθηκαν ελάχιστες και αυτές μετά από χορήγηση άδειας και οπωσδήποτε με
έξοδα των ιδιωτών. Στις 9 Αυγούστου 1890 η Εφημερίς σημείωνε ότι είχε επιτραπεί
η κατασκευή και συντήρηση «ιδίαις
δαπάναις προς αποκλειστικήν αυτών χρήσιν» η τηλεφωνική συγκοινωνία: α)
μεταξύ του κεντρικού καταστήματος της εταιρίας αεριόφωτος Αθηνών και του
σταθμού της στην πλατεία Ομονοίας, β) μεταξύ του εργοστασίου του Ελληνικού
Πυριτιδοποιείου στο Δαφνί και του καταστήματος της Γενικής Πιστωτικής Τράπεζας
(με έξοδα του Ελλ. Πυριτιδοποιείου), γ) μεταξύ του κτήματος «Ανάβρυτα» του
Ανδρέα Συγγρού στο Μαρούσι, του καταστήματος της Προνομιούχου Τραπέζης
Ηπειροθεσσαλίας στην Αθήνα και του σπιτιού του Συγγρού (με δικά του έξοδα), δ)
μεταξύ του γραφείου του εργοστασιάρχη Μ. Αρνιώτη στην οδό Αγίου Μάρκου και του
ορφανοτροφείου Χατζηκώστα (με έξοδα του πρώτου).
Οι προσπάθειες του Δημοσίου για την εγκατάσταση
ιδιωτικού τηλεφωνικού δικτύου επαναλήφθηκαν το 1891, χάρη στις ενέργειες του
Ιωάννη Γεωργαντά, γενικού διευθυντή των Ταχυδρομείων και Τηλεγράφων. Τον
Οκτώβριο της συγκεκριμένης χρονιάς είχε αποσταλεί το σχετικό υλικό από το
εξωτερικό και πραγματοποιήθηκαν οι σχετικές δοκιμές, ενώ είχαν ήδη αρχίσει οι
σχεδιασμοί επί χάρτου για την εγκατάσταση των γραμμών, για τον υπολογισμό των
δαπανών που έπρεπε να καταβάλει το δημόσιο, αλλά και για το ύψος των χρεώσεων των...
μελλοντικών συνδρομητών.
Εδώ βέβαια πρέπει να τονιστεί ότι το
ελληνικό κράτος υπολειπόταν –για την ακρίβεια είχε φάει τη σκόνη– της αυτόνομης
(υπό οθωμανική επικυριαρχία) Ηγεμονίας της Σάμου. Σύμφωνα με την αθηναϊκή
εφημερίδα Επιθεώρησις στις 04.05.1891, η τηλεφωνική επικοινωνία στη Σάμο είχε
ξεκινήσει «προ τινών μηνών» και ήδη με τηλεφωνικό σύρμα συνδέονταν μεταξύ τους
μια σειρά από χωριά του νησιού: Λιμένας Βαθέος, Μυτιληνιοί, Μαραθόκαμπος, Χώρα,
Τηγάνι, Παγώνδα, Σπαθαραίοι, Πύργος, Κουμέικα, Καρλόβασι, Άγιος Κωνσταντίνος,
Βουρλιώτας και Κοκάρι, ενώ σχεδιαζόταν η επέκταση του δικτύου και σε άλλα χωριά.
Βέβαια δεν γνωρίζουμε πόσοι διέθεταν τηλεφωνικές συσκευές ή αν αντίθετα το
σπουδαίο αυτό έργο ήταν περισσότερο έργο βιτρίνας. Πάντως η πρωτοβουλία ανήκε «εις τον ζήλον και την δραστηριότητα του
αναλαβόντος την επιχείρησιν κ. Αριστ. Σταματιάδη, προσενεγκόντος ούτω εις την
πατρίδα αυτού πολύτιμον υπηρεσίαν». (Πολλά χρόνια αργότερα, το φθινόπωρο
του 1900, ο Α. Σταματιάδης υπέγραψε σύμβαση με την κυβέρνηση της -επίσης αυτόνομης- Κρητικής
Πολιτείας για την κατασκευή τηλεφωνικής συγκοινωνίας σ’ όλο το νησί και
εκμετάλλευσή της επί 35ετία).
Σ’ ό,τι αφορά το ελληνικό κράτος, φαίνεται
ότι αρχικά το βάρος δόθηκε στην τηλεφωνική σύνδεση ακριτικών νησιών, τα οποία
δεν διέθεταν τηλέγραφο. Έτσι, στις 24 Ιουνίου 1892 σχετικό τηλεγράφημα προς τη
διεύθυνση των Τηλεγραφείων και Ταχυδρομείων ενημέρωνε για την έναρξη της
τηλεφωνικής συγκοινωνίας μεταξύ των νησιών Ίου και Σικίνου. «Ως αναφέρει ο αποσταλείς προς τον σκοπόν
τούτον υπάλληλος, η μεταξύ των ανωτέρω νήσων τηλεφωνική συγκοινωνία εκτελείται
ευχερώς, γίνονται δε νυν εργασίαι περί ενώσεως και της νήσου Φολεγάνδρου»
(Εφημερίς, 25.06.1892).
Το πρώτο τηλεφώνημα έγινε μεταξύ των δύο
σταθμαρχών, οι οποίοι αντάλλαξαν τηλεφωνική «καλημέρα». Όμως ο νέος τρόπος
επικοινωνίας έγινε αμέσως προσβάσιμος και για το κοινό. Όπως ενημέρωνε η
Ακρόπολις (25.06.1892), μετά την τηλεφωνική επικοινωνία των δύο σταθμαρχών «η τηλεφωνική γραμμή παρεδόθη εις την χρήσιν
του κοινού, εις δε εκ των νησιωτών έσπευσε να μεταβιβάση το πρώτον ως είπομεν
τηλεφώνημα, καταβάλλων ευχαρίστως τα τηλεφωνικά τέλη».
Δεν είναι ξεκάθαρο αν το σχέδιο για την τηλεφωνική σύνδεση των –τότε ακριτικών– νησιών των Κυκλάδων συνεχίστηκε ή όχι ούτε και αν αυτή η γραμμή Ίου-Σικίνου συνεχίστηκε σε βάθος χρόνου ή έπεσε θύμα έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού. Πάντως η εγκατάσταση κεντρικού τηλεφωνικού δικτύου στην πρωτεύουσα κωλυσιεργούσε σημαντικά, πλην εξαιρέσεων όπως η έναρξη εργασιών για την τηλεφωνική σύνδεση της Εισαγγελίας Αθηνών με όλα τα ανακριτικά γραφεία και με όλα τα αστυνομικά τμήματα της πρωτεύουσας το Δεκέμβριο του 1892.
Ένας λόγος της καθυστέρησης φαίνεται ότι
ήταν η διχογνωμία για το πού έπρεπε να τοποθετηθούν τα τηλεφωνικά καλώδια!
Διαβάζουμε σχετικά στο Άστυ της 12-13.03.1893: «Είνε γνωστόν, ότι η συστάσα επιτροπήν προς εξέτασιν της αντοχής των
διαφόρων οικιών, επί των στεγών των οποίων έμελλον να τοποθετηθούν τα
τηλεφωνικά σύρματα, απεφάνθη ότι δύνανται αύται να συγκρατήσωσι και μεγαλείτερα
βάρη. Αλλ’ επειδή αι τηλεφωνικαί γραμμαί εν υπαίθρω ευρισκόμεναι και συχνοτέρας
επισκευής ανάγκην θα έχουν και θα ασχημίζουν την πόλιν, γίνεται σκέψις να ενωθώσιν
οι διάφοροι τηλεφωνικοί σταθμοί οι εκτός της πόλεως ανεγερθησόμενοι, διά
καλωδίων. Ένεκα του λόγου τούτου και μέχρις ου ληφθή οριστική απόφασις
αναβάλλεται επί τινα χρόνον η σύνδεσις της πόλεως διά τηλεφώνων».
Θα λέγαμε ότι χρονιά σταθμός αποτέλεσε το
1896. Δυνάμει βασιλικού διατάγματος με ημερομηνία 25 Ιανουαρίου, η Γενική
Διεύθυνση Ταχυδρομείων και Τηλεγράφων απηύθυνε δημόσια πρόσκληση προς τους
κατοίκους της Αθήνας, του Νέου Φαλήρου και του Πειραιά, οι οποίοι επιθυμούσαν
να δηλώσουν μέσα σε ορισμένη προθεσμία την εγκατάσταση τηλεφωνικής συγκοινωνίας
με υποχρεωτική συνδρομή ενός έτους. Σκοπός ήταν να προσδιοριστεί το ποσό για τα
υλικά, αλλά και ο αριθμός των συσκευών που θα προμηθευόταν η υπηρεσία από το
εξωτερικό. Μάλιστα διευκρινιζόταν ότι όλες οι υφιστάμενες τηλεφωνικές
συγκοινωνίες θα θεωρούνταν ανακλημένες από την 1η Σεπτεμβρίου, ώστε όσοι είχαν
ήδη τηλέφωνα και δεν εγγράφονταν ως συνδρομητές, δεν θα μπορούσαν να
χρησιμοποιούν τις συσκευές τους μετά τη συγκεκριμένη ημερομηνία.
Εντάξει, δεν παρατηρήθηκε και καμιά
κοσμοσυρροή ενδιαφερομένων. Στην εφημερίδα Το Άστυ της 09.11.1896 διαβάζουμε
ότι μέχρι τότε είχαν εγγραφεί μόλις 25 συνδρομητές στην Αθήνα και 15 στον
Πειραιά, ενώ εκκρεμούσαν άλλες 15 αιτήσεις ιδιωτών, οι οποίοι περίμεναν από τη
Γενική Διεύθυνση Ταχυδρομείων να προμηθευτεί το αντίστοιχο σύρμα, ώστε να
συνδεθούν κι αυτοί με το κεντρικό τηλεφωνείο! Η ετήσια συνδρομή είχε οριστεί
στις 200 δραχμές, όμως το ποσό αυτό ανέβαινε στις 350 δρχ. για επικοινωνία
μεταξύ Αθήνας και Πειραιά. Επιπλέον, μπορούσε κάποιος να πραγματοποιήσει
οποτεδήποτε τηλεφωνικές συνδιαλέξεις έναντι 30 λεπτών, όμως η διάρκεια των
τηλεφωνημάτων δεν μπορούσε να υπερβεί τα 5 λεπτά της ώρας.
Μεταξύ των πρώτων συνδρομητών ήταν η
εφημερίδα Εμπρός, η οποία δημοσίευσε και το πρώτο τηλεφωνικό ρεπορτάζ μετά τη
φονική πλημμύρα της 14ης Νοεμβρίου 1896, όταν το τηλεγραφικό δίκτυο είχε
κυριολεκτικά καταρρεύσει, ενώ ήταν δύσκολη η πρόσβαση με τα πόδια σε πολλές
αθηναϊκές συνοικίες. Ο νεωτερισμός αυτός αποδείχτηκε αναπάντεχη διαφήμιση για
την εφημερίδα, που είχε πρωτοεκδοθεί λίγες μέρες νωρίτερα (στις 10 Νοεμβρίου), εκτοξεύοντας
την κυκλοφορία της.
Και κάποιες «μικρές» ειδήσεις για όσους
αγαπούν τις λεπτομέρειες:
- Ανέκδοτο της εποχής, ήθελε ανώτερο
αξιωματικό του ναυτικού να απαντά στον υπουργό, όταν εκείνος τον κάλεσε στο
τηλέφωνο, «Με συγχωρείτε, κύριε υπουργέ, διότι είμαι με τα νυχτικά μου»!
- Η τηλεφωνική σύνδεση της Βουλής με τα
διάφορα υπουργεία πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 1896.
- Στις αρχές του 1899 απέκτησε τηλέφωνο
και το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία» Κηφισιάς, το οποίο με αγγελία του στις
εφημερίδες ενημέρωσε τους… όσους συνδρομητές τηλεφώνου (έως 100 στην Αθήνα,
όμως ελάχιστοι εξ αυτών ιδιώτες) ότι μπορούσαν πλέον να παραγγέλνουν «γεύματα,
προγεύματα ή άλλο τι» μέσω του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία» της Αθήνας, με το
οποίο συνεργαζόταν, «ή διά των ιδίων αυτών τηλεφώνων, των συνδεομένων διά του
Κέντρου».
- Τον Ιανουάριο του 1900 απέκτησε τηλέφωνο με αριθμό 249 και το ζαχαροπλαστείο του «Γιαννάκη» , ώστε πλέον μπορούσε κανείς να παραγγείλει τηλεφωνικά και το γλυκό του. Και όπως σχολίαζε η Εστία στις 03.02.1900 α λα «Μαντάμ Σουσού», «Αν το ίδιον έκαμνον όλοι οι ζαχαροπλάσται, οι έμποροι των οδών Ερμού, Αιόλου, Σταδίου, οι της Αγοράς, θα ηνάγκαζον τους ιδιώτας να αποκτήσουν και αυτοί τηλέφωνα, θα οικονομούσαν δαπάνας υπηρετών, θα είχον ταχύτητα συνεννοήσεως και το τηλέφωνον θα εθριάμβευε».
- Στις 14 Δεκεμβρίου 1900, σύμφωνα με τον
πλέον ενημερωμένο κατάλογο, υπήρχαν 300 συνδρομητές τηλεφώνου στην Αθήνα, 150
στον Πειραιά και 9 στην Κηφισιά.
- Τον Ιανουάριο του 1901 απέκτησε τηλέφωνο με αριθμό 228 και το εστιατόριο «Σπλέντιντ», ώστε πλέον, όσοι από τους πιο πάνω 459 το επιθυμούσαν, μπορούσαν να παραγγέλνουν τηλεφωνικά και τα γεύματά τους από ένα εστιατόριο.
- Τον Ιανουάριο του 1901 τυπώθηκε και
κυκλοφόρησε στο εμπόριο το πρώτο ελληνικό βιβλίο γύρω από το τηλέφωνο με τίτλο
«Τηλεφωνικόν Εγχειρίδιον» («ήτοι Στοιχεία θεωρητικής και πρακτικής τηλεφωνίας
μετά 27 καλλιτεχνικωτάτων σχημάτων», όπως διαφημίστηκε) με συγγραφέα τον
τηλεγραφικό υπάλληλο και λόγιο Ιδομενέα Ν. Στρατηγόπουλο και εκδότη το
βιβλιοπώλη Γ. Χ. Κορνάρο.
- Στις 2 Σεπτεμβρίου 1902 η Ελευσίνα
συνδέθηκε τηλεφωνικά με την Αθήνα χάρη στο εκεί σαπωνοποιείο, ο διευθυντής του
οποίου κατέβαλε το ποσό των 10.000 δραχμών για την εγκατάσταση του τηλεφώνου.
- Στις 29 Ιανουαρίου 1904 πραγματοποιήθηκε
η πρώτη, δοκιμαστική, τηλεφωνική επικοινωνία με την Πάτρα. Ιδιαιτερότητα ήταν
το γεγονός ότι το τηλεφωνικό σύρμα είχε τοποθετηθεί επί των τηλεγραφικών
στύλων, ώστε κατά τη διάρκεια της συνομιλίας ακούγονταν τα χειριστήρια όλων των
τηλεγραφείων μεταξύ Αθήνας και Πάτρας (!), γι’ αυτό και αρχικά η τηλεφωνική
γραμμή προοριζόταν αυστηρά για τις ανάγκες του Δημοσίου. (Η πρώτη βέβαια
απόπειρα τηλεφωνικής επικοινωνίας Αθήνας και Πάτρας είχε γίνει τον Απρίλιο του
1893, μόνο που τότε δεν υπήρχε τηλεφωνικό σύρμα, αλλά ως αγωγοί είχαν
χρησιμοποιηθεί τότε τα ήδη εγκατεστημένα σύρματα του τηλεγράφου!)
Επίσημα ωστόσο η τηλεφωνική συγκοινωνία
Αθήνας-Πατρών για το κοινό ξεκίνησε την 1η Σεπτεμβρίου 1904 έναντι μίας δραχμής
για πέντε λεπτά συνομιλίας. Μία μέρα αργότερα, η εφημερίδα της Πάτρας Νέος Αιών
έγραφε σχετικά: «Πλείστοι διεξήγαγον χθες
συνεννοήσεις ιδίως μετά του Χρηματιστηρίου, χάριν δε περιεργείας αναγράφομεν,
ότι η πρώτη τηλεφωνική συνεννόησις εγένετο μεταξύ των κ.κ. Αχιλ. Χοϊδά εκ
Πατρών και Μακά εξ Αθηνών». Σύμφωνα δε με άλλο δημοσίευμα, την πρώτη μέρα
εισπράχθηκαν 16 δραχμές και τη δεύτερη 30 δρχ.
- Στις 13 Φεβρουαρίου 1905 ξεκίνησε η
τηλεφωνική σύνδεση της Αθήνας με το Αίγιο. Επειδή όμως δεν εγκαταστάθηκε
ξεχωριστή γραμμή, αλλά χρησιμοποιούνταν εκείνη του τηλεφώνου Πατρών, η
τηλεφωνική επικοινωνία με το Αίγιο επιτρεπόταν συγκεκριμένες ώρες την ημέρα,
δηλαδή 8-9 π.μ., 12-1 μ.μ., 4-5 μ.μ. και 9-10 μ.μ. Εννοείται ότι παράλληλα ήταν
δυνατή η ανταλλαγή τηλεφωνημάτων και μεταξύ του Αιγίου με την Πάτρα. Η τοπική
εφημερίδα Νέος Αιών απέδωσε την υλοποίηση του έργου στον πολιτευτή Αιγιαλείας
Κ. Ασημακόπουλο.
- Σχετικά με την ποιότητα του τηλεφωνικού
δικτύου της χώρας, ενδεικτική ήταν η επόμενη είδηση από την εφημερίδα Εστία
στις 21.05.1905: «Χθες την μεσημβρίαν ο
επί του τηλεφώνου υπάλληλος παρ’ ολίγον να πάθη βλάβην του ωτός εκ της αποτόμου
εκκενώσεως ηλεκτρισμού της ατμόσφαιρας [σ.σ. δηλαδή μετά από κεραυνό] εις το
τηλεφωνικόν σύρμα. Οι συνεννοούμενοι δε υφίσταντο τιναγμούς αρκετά ισχυρούς από
καιρού εις καιρόν. Η συγκοινωνία διεκόπη επί μίαν ώραν προς πρόληψιν
δυστυχήματος».
- Το Δεκέμβριο του 1906 περατώθηκε η
εγκατάσταση τηλεφωνικής γραμμής Παροικιάς - Κώστου - Μάρπισσας στο νησί της Πάρου, όλοι οι δήμοι του οποίου ήταν
πλέον συνδεδεμένοι μέσω τηλεφώνου, καθώς είχε προηγηθεί σε απροσδιόριστο χρόνο η
τηλεφωνική γραμμή μεταξύ Παροικιάς και Νάουσσας. Σύμφωνα με τον ανταποκριτή της
εφημερίδας Αθήναι, η πρόοδος αυτή ήταν αποτέλεσμα των ενεργειών του τοπικού
βουλευτή Νικόλαου Κρίσπη και του διευθυντή του τηλεγραφείου της Πάρου, Ιωάννη
Φωτεινού.
- Στις 14 Φεβρουαρίου 1909, το Εμπρός
αναδείκνυε την απόφαση του υπουργείου Παιδείας για την τηλεφωνική ένωση Μυκόνου
και Δήλου «ένεκα των γινομένων και εις τα
δύο ταύτα μέρη αρχαιολογικών ανασκαφών».
- Στις 24 Νοεμβρίου 1913 τα γραφεία της
εφημερίδας Λέσβος συνδέθηκαν με τον τηλεφωνικό σταθμό Μυτιλήνης και αυτή ήταν η
πρώτη τηλεφωνική σύνδεση ιδιώτη στο νησί.
- Τον Ιανουάριο του 1915 δημοσιεύτηκε στο
φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως το βασιλικό διάταγμα που ενέκρινε την
κατασκευή τηλεφωνικής γραμμής μεταξύ Βόλου και Λάρισας, η οποία εγκαινιάστηκε
το Μάιο της ίδιας χρονιάς. Στις 8 Ιουνίου 1915 τέθηκε σε χρήση η τηλεφωνική
γραμμή Αθήνας - Βόλου έναντι 60 λεπτών για 3 λεπτά συνομιλίας τις ώρες 7-9 π.μ.
και 2-4 τα ξημερώματα (!), Βόλου - Λάρισας έναντι 60 λεπτών για 3 λεπτά
συνομιλίας (αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας), ενώ λίγες μέρες αργότερα
εγκαινιάστηκε και η τηλεφωνική γραμμή Θεσσαλονίκης - Βόλου έναντι 85 λεπτών για
3 λεπτά συνομιλίας.
- Στις 18 Μαρτίου 1915 εγκαινιάστηκε η τηλεφωνική
γραμμή Αθηνών - Θεσσαλονίκης. Την επομένη, η εφημερίδα Νέα Αλήθεια μετέφερε
τους διαλόγους του πρώτου τηλεφωνήματος ανάμεσα στο στρατηγό Μοσχόπουλο (από τη
Θεσσαλονίκη) και το βασιλιά Κωνσταντίνο:
«Η Α. Μεγαλειότης ερωτά ποίος
ευρίσκεται εις το τηλέφωνον.
Ο Στρατηγός κ.
Μοσχόπουλος απαντά.
- Υποβάλλω τα σέβη μου,
Μεγαλειότατε.
- Τι καιρόν έχετε εις
Θεσσαλονίκην; ερωτά η Α. Μ. ο Βασιλεύς.
- Θαυμάσιον,
ανοιξιάτικον, Μεγαλειότατε.
Ακολούθως η Α. Μ. ερωτά
πού θα γίνη η παρέλασις και πόσος στρατός θα παραταχθή κατά την προσεχή Εθνικήν
εορτήν της 25ης Μαρτίου.
Ο Στρατηγός κ.
Μοσχόπουλος απαντά:
- Η παρέλασις θα γίνη,
Μεγαλειότατε, εκεί όπου εγένετο κατά την ενταύθα παρουσίαν της υμετέρας
Μεγαλειότητος».
Το κόστος για την τηλεφωνική σύνδεση των
δύο πόλεων υπολογίστηκε στις 200.000 δραχμές, όμως από πολύ νωρίς ήταν
προβληματική παρουσιάζοντας συχνές διακοπές. Κάποιες φορές μάλιστα η αιτία δεν
ήταν οι καιρικές συνθήκες, αλλά οι… πελαργοί! «Διότι τα πτηνά ταύτα αναπαυόμενα την νύκτα επί των συρμάτων του τηλεφώνου,
υπό το νανουριστικόν κίνημά των, άμα τη ανατολή σηκώνονται όλα μαζί και με την
ορμήν που έχουν θέτουν εις μεγάλας παλμικάς κινήσεις τα σύρματα. Ταύτα,
απέχοντα μόλις τριάκοντα εκατοστά απ’ αλλήλων, συμπλέκονται, γίνονται ενώσεις
και η συγκοινωνία διακόπτεται» (Νέα Αλήθεια, 23.07.1915)
- Τον Ιούλιο του 1915 αποφασίστηκε η
εγκατάσταση τηλεφώνου μεταξύ Αθηνών και Λουτρακίου για την εξυπηρέτηση των λουόμενων
με μόλις τέσσερις ώρες λειτουργίας την ημέρα.
- Μόλις το Νοέμβριο του 1919 ξεκίνησε η τηλεφωνική συνδιάλεξη μεταξύ Αθήνας - Χαλκίδας και Λουτρών Αιδηψού.
- Κατ’ αναλογία της ρευματοκλοπής, τα χρόνια εκείνα είχαν παρατηρηθεί και κρούσματα... τηλεφωνηματοκλοπών! Έγραφε σχετικά η εφημερίδα Πολιτεία στις 26.09.1919: «Το υπουργείον της Συγκοινωνίας διέταξε την αυστηράν επιθεώρησιν, ότι μη συνδρομηταί είχον εν λειτουργία τηλέφωνα διά συνδετικού σύρματος μετά της τηλεφωνικής γραμμής γείτονος συνδρομητού. Το υπουργείον επέβαλε ήδη χιλιόδραχμον πρόστιμον εις τους ανακαλυφθέντας παραβάτας του νόμου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου