Σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο του άρθρου 22 της Συμβάσεως της Βιέννης "περί διπλωματικών σχέσεων", που υπογράφηκε στις 18.04.1961 και τέθηκε σε ισχύ τρία χρόνια αργότερα: "Οι χώροι της (διπλωματικής) αποστολής είναι απαραβίαστοι. Δεν επιτρέπεται σε πρόσωπα που ενεργούν εκ μέρους του κράτους υποδοχής να εισέρχονται σε αυτούς, παρά μόνο με τη συγκατάθεση του αρχηγού της (διπλωματικής) αποστολής". Εξάλλου, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του ίδιου άρθρου: "Οι χώροι της αποστολής, η επίπλωση τους και τα λοιπά είδη που βρίσκονται σε αυτά, όπως και τα μεταφορικά μέσα της αποστολής, χαίρουν ασυλίας από έρευνα, επίταξη, κατάσχεση ή εκτέλεση εκτελεστικών μέτρων".
Αυτά τα δύο εδάφια, στα οποία αποτυπώθηκε εγγράφως προϊσχύων εθιμικός κανόνας του διεθνούς δικαίου σχετικά με το "απαραβίαστο των χώρων των διπλωματικών αποστολών", αποτελούν τον άσο στο μανίκι του Τζούλιαν Ασάνζ, ο οποίος τις τελευταίες εβδομάδες ζει ως ελεύθερος-πολιορκημένος στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο, όπου εξ άλλου ζήτησε και του παρασχέθηκε πολιτικό άσυλο από την κυβέρνηση της λατινοαμερικανικής χώρας.
Ο κανόνας δικαίου που εισάγεται με το κείμενο της Συμβάσεως της Βιέννης του 1961 είναι απόλυτος και δεν επιτρέπει καμία εξαίρεση, παρά τις προσπάθειες που είχαν καταβάλει ορισμένες χώρες του δυτικού κόσμου κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ώστε να περιληφθεί ρήτρα κάμψης του κανόνα "σε εξαιρετικές περιπτώσεις" συναντώντας, ωστόσο, τη σθεναρή αντίσταση των αντιπροσώπων των σοσιαλιστικών κρατών. Κατ' αυτόν τον τρόπο προστατεύονται μεν περιπτώσεις όπως αυτή του Ασάνζ, όταν δηλαδή έχει χορηγηθεί πολιτικό άσυλο σε κάποιο άτομο που διώκεται από τις αρχές του κράτους υποδοχής για "πολιτικούς λόγους" (αν δεχτούμε ότι αυτό ισχύει στην περίπτωση του mr. Wikileaks), ωστόσο επιτρέπει τη διάπραξη παράνομων πράξεων από τα μέλη της διπλωματικής αποστολής, όπως για παράδειγμα συνέβη με πολλούς Λίβυους πρέσβεις επί καθεστώτος Καντάφι, μεταξύ αυτών και με τον πρέσβη της Λιβύης στην Ελλάδα, οι οποίοι είχαν μετατρέψει τα κτίρια των πρεσβειών της βορειοαφρικανικής χώρας σε αποθήκες οπλισμού.
Σε κάθε περίπτωση, ο Τζούλιαν Ασάνζ μπορεί να αισθάνεται ασφαλής στο χώρο της πρεσβείας του Ισημερινού, ωστόσο η περίπτωση του δεν είναι η μοναδική στα χρονικά. Ένα παρόμοιο περιστατικό, το οποίο έφτασε να απασχολήσει μέχρι και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, έλαβε χώρα στις 3 Ιανουαρίου 1949 με επίκεντρο την πρεσβεία της Κολομβίας στο Περού, όταν ο τρεις μήνες νωρίτερα ανατραπείς περουβιανός πρόεδρος Βικτόρ Ραούλ Χάγια ντε λα Τόρρε κατέφυγε στην πρεσβεία ζητώντας πολιτικό άσυλο, το οποίο και του χορηγήθηκε από την κολομβιανή κυβέρνηση λίγες ημέρες αργότερα.
Ο Κολομβιανός πρέσβης ζήτησε από την κυβέρνηση του Περού τη χορήγηση ειδικής άδειας, ώστε ο Χάγια ντε λα Τόρρε να φύγει από τη χώρα με κατεύθυνση την Κολομβία, όμως εκείνη το αρνήθηκε με το αιτιολογικό ότι ο πρώην πρόεδρος διωκόταν για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, για τα οποία δεν ήταν επιτρεπτή η χορήγηση ασύλου. Τελικά, η υπόθεση έφτασε μέχρι το Διεθνές Δικαστήριο. Αν και στη με ημερομηνία 20.05.1950 απόφαση του το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της περουβιανής κυβέρνησης ότι η δίωξη κατά του ντε λα Τόρρε εντασσόταν στο πεδίο του κοινού ποινικού δικαίου, απέρριψε όμως και τη νομιμότητα των προϋποθέσεων χορήγησης ασύλου στον έκπτωτο πρόεδρο από την κυβέρνηση της Κολομβίας βάσει του ισχύοντος νομικού καθεστώτος της εποχής εκείνης - κυρίως επί τη βάσει της Συνθήκης της Αβάνας του 1929 - αλλά και το βαθμό κατά τον οποίο η χορήγηση του πολιτικού ασύλου δέσμευε νομικά την περουβιανή κυβέρνηση, ώστε να διασφαλίσει την έξοδο του ντε λα Τόρρε από τη χώρα.
Η πιο πάνω απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου θεωρείται μία από τις σημαντικότερες αποφάσεις του εν λόγω οργάνου σε θέματα ανίχνευσης της νομιμότητας ενός εθιμικού κανόνα του διεθνούς δικαίου, καθώς το Δικαστήριο αναγνώρισε τη δυνατότητα γέννησης νομικής υποχρέωσης ακόμη και επί τη βάση ενός περιφερειακού εθιμικού κανόνα, αρκεί να προϋπάρχει γενική και ομοιόμορφη πρακτική.
Όσον αφορά την τύχη του Χάγια ντε λα Τόρρε, κατάφερε να φύγει από το Περού μόλις το 1954, χάρη στην άσκηση συνεχών πιέσεων από προσωπικότητες διεθνούς κύρους, όπως ο Άλμπερτ Άινσταϊν. Το κόμμα του νομιμοποιήθηκε λίγα χρόνια αργότερα, ενώ ο ντε λα Τόρρε κέρδισε τις εκλογές του 1962, οι οποίες όμως ακυρώθηκαν από τη στρατιωτική χούντα. Το 1978 εξελέγη πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης του Περού, αξίωμα που διατήρησε μέχρι το θάνατο του στις 2 Αυγούστου 1979.
Όπως βλέπουμε, η ζωή κρύβει συνεχώς εκπλήξεις και ανατροπές, στις οποίες μπορεί να προσδοκά και ο Τζούλιαν Ασάνζ. Ελπίζουμε μόνο να μην περιμένει και αυτός πέντε χρόνια παγιδευμένος στο εσωτερικό του κτιρίου της πρεσβείας του Ισημερινού στη βρετανική πρωτεύουσα, αλλά να βρεθεί μια συμβιβαστική φόρμουλα πολύ νωρίτερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου