Παρίσι, 18ος αιώνας. Η αστυνομία της γαλλικής πρωτεύουσας πήρε μια πρωτοβουλία, που για τους σύγχρονους ιστορικούς αποτελεί μυστήριο. Ιδρύθηκε μια ειδική μονάδα παρακολούθησης των γυναικών που εργάζονταν ως ιερόδουλες στους παρισινούς οίκους ανοχής, καθώς και των ανδρών που προτιμούσαν τις ερωτικές τους υπηρεσίες, χωρίς όμως ποτέ ν' αξιοποιηθούν οι ογκώδεις και λεπτομερέστατοι φάκελοι που σχηματίστηκαν μεταξύ 1747 και 1771, όσο δηλαδή οι άνδρες της μονάδας αυτής εκτελούσαν τα καθήκοντα, που τους είχαν ανατεθεί. Κι ας περιείχαν οι φάκελοι αυτοί πληθώρα προσωπικών και οικονομικών στοιχείων για πρίγκιπες, αξιωματικούς και γενικότερα για ανθρώπους κύρους, που προσλάμβαναν τις γυναίκες εκείνες ως αποκλειστικές ερωμένες επί χρήμασι.
Για έναν σύγχρονο μελετητή, τα αρχεία αυτά παρουσιάζουν πολύ ενδιαφέρον, όχι τόσο για τους άνδρες/πελάτες - πρόσωπα σημαίνοντα εκείνη την εποχή, που όμως δεν έχουν ιστορική σημασία - όσο για τις ίδιες τις γυναίκες, που εργάζονταν ως ιερόδουλες. Μία τέτοια γυναίκα ήταν η Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ - δεν είναι το πραγματικό της όνομα, το οποίο δεν είναι καν γνωστό. Ο πρώτος που κατέγραψε την ιστορία της ήταν κάποιος επιθεωρητής Μεσνιέρ το 1752, ενώ το φάκελό της συμπλήρωσαν τουλάχιστον άλλοι 20 αστυνομικοί μέσα στην επόμενη δεκαετία. Ωστόσο, η έκθεση του Μεσνιέρ ήταν η πιο κατατοπιστική για την καταγωγή της συγκεκριμένης γυναίκας.
Για έναν σύγχρονο μελετητή, τα αρχεία αυτά παρουσιάζουν πολύ ενδιαφέρον, όχι τόσο για τους άνδρες/πελάτες - πρόσωπα σημαίνοντα εκείνη την εποχή, που όμως δεν έχουν ιστορική σημασία - όσο για τις ίδιες τις γυναίκες, που εργάζονταν ως ιερόδουλες. Μία τέτοια γυναίκα ήταν η Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ - δεν είναι το πραγματικό της όνομα, το οποίο δεν είναι καν γνωστό. Ο πρώτος που κατέγραψε την ιστορία της ήταν κάποιος επιθεωρητής Μεσνιέρ το 1752, ενώ το φάκελό της συμπλήρωσαν τουλάχιστον άλλοι 20 αστυνομικοί μέσα στην επόμενη δεκαετία. Ωστόσο, η έκθεση του Μεσνιέρ ήταν η πιο κατατοπιστική για την καταγωγή της συγκεκριμένης γυναίκας.
Η Μπλανσφόρτ, λοιπόν, ήταν κόρη ενός χειρουργού από την πόλη Ανζέρς της δυτικής Γαλλίας. Μη βιαστείτε να βγάλετε συμπεράσματα κρίνοντας με βάση τις σημερινές αντιλήψεις, καθώς εκείνη την εποχή το επάγγελμα του χειρουργού δεν είχε ιδιαίτερο κύρος. Έτσι, θα ήταν δίκαιο να πούμε ότι η Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ προερχόταν από τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Δεν έχει εξακριβωθεί πότε και κάτω από ποιες συνθήκες βρέθηκε στο Παρίσι, ωστόσο το 1752, όταν ο επιθεωρητής Μεσνιέρ άρχισε ν' ασχολείται μαζί της, εργαζόταν στο "σπίτι" (μπουρδέλο) της Μαντάμ Καρλιέρ με το ψευδώνυμο "Βικτουάρ".
Ο Μεσνιέρ σημείωνε στην έκθεσή του ότι η Βικτουάρ δεν ήταν παρθένα. Άλλωστε, δεν επιτρεπόταν σ' ένα μπουρδέλο της εποχής ν' απασχολεί γυναίκες χωρίς σεξουαλική εμπειρία, παρά μόνο υπό την ανοχή της αστυνομίας. Ωστόσο, στην περίπτωση της Μπλανσόφρτ - ή Βικτουάρ - αυτή η εξαίρεση του κανόνα φέρεται να μην ίσχυε. Κάποια στιγμή, ένας αξιωματικός του γαλλικού στρατού πήρε την Μπλανσφόρτ μακριά από το μπουρδέλο της Μαντάμ Καρλιέρ και την έκανε ερωμένη του, κάτι που συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, αφού προηγουμένως εξόφλησε όλα τα χρέη της απέναντι στην Μαντάμ.
Το οικονομικό χρέος ήταν το στοιχείο που δέσμευε μια ιερόδουλη και την κρατούσε υπό την προστασία κάποιας μαντάμ. Δεν ήταν δύσκολο να δημιουργηθεί μια τέτοια υποχρέωση, αφού οι περισσότερες κοπέλες δανείζονταν χρήματα από τις προστάστιδές τους, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν για το φαγητό, τα ρούχα ή την ιατρική φροντίδα τους, το αντίτιμο της οποίας ήταν πολύ μεγαλύτερο από τα όποια κέρδη έβγαζε η καθεμιά.
Τέλος πάντων, η Βικτουάρ, που φερόταν να πάσχει από κάποιο αφροδίσιο νόσημα, έζησε μερικούς ευτυχισμένη στο πλευρό του αξιωματικού, μέχρι που εκείνους έπρεπε να φύγει από την πόλη λόγω μετάθεσης, με αποτέλεσμα να τερματιστεί η σχέση τους. Τότε, βρήκε δουλειά σ' ένα από τα διασημότερα μπουρδέλα της εποχής, το Justine Paris, ένα από τα μέρη που σύχναζε και ο Καζανόβας, ο οποίος μάλιστα το ανέφερε στα απομνημονεύματά του. Εκεί, στο Justine Paris, απέκτησε και το ψευδώνυμο Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ σε ηλικία μόλις 17 ετών.
Δυο χρόνια μετά, η Μπλανσφόρτ είχε νέο επαγγελματικό ψευδώνυμο, καθώς ήταν πλέον γνωστή ως Βαρέν, ενώ είχε πολλούς, πλούσιους πελάτες, χάρη στους οποίους είχε καταφέρει ν' αποκτήσει ένα "τέλεια επιπλωμένο" διαμερισματάκι - κατά την ακριβή φράση του επιθεωρητή Μεσνιέρ - στη.συνοικία Μαραίς του Παρισιού. Τι σήμαινε αυτό πρακτικά; Ότι το σπίτι της δεν διέθετε απλά τα βασικά έπιπλα για να ζει κανείς, αλλά αυτά ήταν άριστης ποιότητας και πανάκριβα, ενώ το διαμέρισμα ήταν διακοσμημένο και με διάφορα έργα τέχνης.
Η πετυχημένη καριέρα της Βαρέν συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια, ενώ στην τελευταία επίσημη έκθεση, που είχε συντάξει για εκείνη ο επιθεωρητής Λουί Μαραίς στις 26 Φεβρουαρίου 1762, φερόταν να έχει στην κατοχή της σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, ενώ ήταν αρραβωνιασμένη μ' έναν αξιωματικό ευγενικής καταγωγής. Ο επιθεωρητής ανέφερε στην έκθεσή του ότι η Βαρέν έκλεβε χρήματα από τον πελάτη/εραστή της και μάλιστα εξέφραζε την ευχή του να μην πραγματοποιούνταν ο επικείμενος γάμος του ζευγαριού, εκφράζοντας φόβους για την κοινωνική καταστροφή του αξιωματικού από έναν τέτοιο γάμο.
Ωστόσο, το τι συνέβη μετά, αν η Βαρέν παντρεύτηκε τον πλούσιο πελάτη της ή όχι και τι συνέπειες είχε η όποια εξέλιξη στην ζωή της, αυτό είναι κάτι που δεν θα το μάθουμε ποτέ, αφού δεν συνεχίστηκε η παρακολούθησή της, ίσως επειδή είχε όντως παντρευτεί τον αξιωματικό παρατώντας την πορνεία, οπότε η αστυνομία του Παρισιού δεν είχε κανέναν απολύτως λόγο να ενδιαφέρεται για την ζωή της. Τέλος καλό, όλα καλά; Μηδένα προ του τέλους μακάριζε και δυστυχώς δεν γνωρίζουμε το παραμικρό για το τέλος της Βαρέν (ή Βικτουάρ ή Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ).
Οι πληροφορίες για την ιστορία της Μπλανσφόρτ προέρχονται από το βιβλίο "Erotic Exchanges: The World of Elite Prostitution in Eighteenth-Century Paris" της ερευνήτριας Νίνας Κούσνερ (Nina Kushner), στο οποίο περιλαμβάνονται περισσότερα στοιχεία για τις πόρνες πολυτελείας του Παρισιού στα τέλη του 18ου αιώνα βάσει των αρχείων που κρατούσε η αστυνομία της πόλης. Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα και συνιστώ ανεπιφύλακτα να νοικιάσετε ή ν' αγοράσετε το συγκεκριμένο βιβλίο (γραμμένο στα αγγλικά, προς το παρόν) από κάποιο ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο.
Εξάλλου, στην επίσημη ιστοσελίδα της συγγραφέα (www.ninakushner.com/) δημοσιεύεται δωρεάν το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου, όπου περιγράφεται η ιστορία της Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ με βάση όλα τα γνωστά στοιχεία.
Ο Μεσνιέρ σημείωνε στην έκθεσή του ότι η Βικτουάρ δεν ήταν παρθένα. Άλλωστε, δεν επιτρεπόταν σ' ένα μπουρδέλο της εποχής ν' απασχολεί γυναίκες χωρίς σεξουαλική εμπειρία, παρά μόνο υπό την ανοχή της αστυνομίας. Ωστόσο, στην περίπτωση της Μπλανσόφρτ - ή Βικτουάρ - αυτή η εξαίρεση του κανόνα φέρεται να μην ίσχυε. Κάποια στιγμή, ένας αξιωματικός του γαλλικού στρατού πήρε την Μπλανσφόρτ μακριά από το μπουρδέλο της Μαντάμ Καρλιέρ και την έκανε ερωμένη του, κάτι που συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, αφού προηγουμένως εξόφλησε όλα τα χρέη της απέναντι στην Μαντάμ.
Το οικονομικό χρέος ήταν το στοιχείο που δέσμευε μια ιερόδουλη και την κρατούσε υπό την προστασία κάποιας μαντάμ. Δεν ήταν δύσκολο να δημιουργηθεί μια τέτοια υποχρέωση, αφού οι περισσότερες κοπέλες δανείζονταν χρήματα από τις προστάστιδές τους, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν για το φαγητό, τα ρούχα ή την ιατρική φροντίδα τους, το αντίτιμο της οποίας ήταν πολύ μεγαλύτερο από τα όποια κέρδη έβγαζε η καθεμιά.
Τέλος πάντων, η Βικτουάρ, που φερόταν να πάσχει από κάποιο αφροδίσιο νόσημα, έζησε μερικούς ευτυχισμένη στο πλευρό του αξιωματικού, μέχρι που εκείνους έπρεπε να φύγει από την πόλη λόγω μετάθεσης, με αποτέλεσμα να τερματιστεί η σχέση τους. Τότε, βρήκε δουλειά σ' ένα από τα διασημότερα μπουρδέλα της εποχής, το Justine Paris, ένα από τα μέρη που σύχναζε και ο Καζανόβας, ο οποίος μάλιστα το ανέφερε στα απομνημονεύματά του. Εκεί, στο Justine Paris, απέκτησε και το ψευδώνυμο Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ σε ηλικία μόλις 17 ετών.
Δυο χρόνια μετά, η Μπλανσφόρτ είχε νέο επαγγελματικό ψευδώνυμο, καθώς ήταν πλέον γνωστή ως Βαρέν, ενώ είχε πολλούς, πλούσιους πελάτες, χάρη στους οποίους είχε καταφέρει ν' αποκτήσει ένα "τέλεια επιπλωμένο" διαμερισματάκι - κατά την ακριβή φράση του επιθεωρητή Μεσνιέρ - στη.συνοικία Μαραίς του Παρισιού. Τι σήμαινε αυτό πρακτικά; Ότι το σπίτι της δεν διέθετε απλά τα βασικά έπιπλα για να ζει κανείς, αλλά αυτά ήταν άριστης ποιότητας και πανάκριβα, ενώ το διαμέρισμα ήταν διακοσμημένο και με διάφορα έργα τέχνης.
Η πετυχημένη καριέρα της Βαρέν συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια, ενώ στην τελευταία επίσημη έκθεση, που είχε συντάξει για εκείνη ο επιθεωρητής Λουί Μαραίς στις 26 Φεβρουαρίου 1762, φερόταν να έχει στην κατοχή της σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, ενώ ήταν αρραβωνιασμένη μ' έναν αξιωματικό ευγενικής καταγωγής. Ο επιθεωρητής ανέφερε στην έκθεσή του ότι η Βαρέν έκλεβε χρήματα από τον πελάτη/εραστή της και μάλιστα εξέφραζε την ευχή του να μην πραγματοποιούνταν ο επικείμενος γάμος του ζευγαριού, εκφράζοντας φόβους για την κοινωνική καταστροφή του αξιωματικού από έναν τέτοιο γάμο.
Ωστόσο, το τι συνέβη μετά, αν η Βαρέν παντρεύτηκε τον πλούσιο πελάτη της ή όχι και τι συνέπειες είχε η όποια εξέλιξη στην ζωή της, αυτό είναι κάτι που δεν θα το μάθουμε ποτέ, αφού δεν συνεχίστηκε η παρακολούθησή της, ίσως επειδή είχε όντως παντρευτεί τον αξιωματικό παρατώντας την πορνεία, οπότε η αστυνομία του Παρισιού δεν είχε κανέναν απολύτως λόγο να ενδιαφέρεται για την ζωή της. Τέλος καλό, όλα καλά; Μηδένα προ του τέλους μακάριζε και δυστυχώς δεν γνωρίζουμε το παραμικρό για το τέλος της Βαρέν (ή Βικτουάρ ή Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ).
Οι πληροφορίες για την ιστορία της Μπλανσφόρτ προέρχονται από το βιβλίο "Erotic Exchanges: The World of Elite Prostitution in Eighteenth-Century Paris" της ερευνήτριας Νίνας Κούσνερ (Nina Kushner), στο οποίο περιλαμβάνονται περισσότερα στοιχεία για τις πόρνες πολυτελείας του Παρισιού στα τέλη του 18ου αιώνα βάσει των αρχείων που κρατούσε η αστυνομία της πόλης. Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα και συνιστώ ανεπιφύλακτα να νοικιάσετε ή ν' αγοράσετε το συγκεκριμένο βιβλίο (γραμμένο στα αγγλικά, προς το παρόν) από κάποιο ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο.
Εξάλλου, στην επίσημη ιστοσελίδα της συγγραφέα (www.ninakushner.com/) δημοσιεύεται δωρεάν το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου, όπου περιγράφεται η ιστορία της Ντεμουαζέλ Μπλανσφόρτ με βάση όλα τα γνωστά στοιχεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου