Όπως διαβάζω σ' ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο στην ιστοσελίδα της Αργολικής Βιβλιοθήκης, το πρώτο περίπτερο εμφανίστηκε στην Αθήνα επί της οδού Πανεπιστημίου μόλις το 1911 και ενώ είχαν ήδη διαδοθεί στις υπόλοιπες πόλεις της χώρας. Άλλωστε, στην πράξη αποτελούσαν μετεξέλιξη των καπνοπωλείων, που υπήρχαν από την αρχή του ελληνικού κράτους. Ωστόσο, το 1911 δεν υπήρχε κάποιο νομικό πλαίσιο, το οποίο να όριζε τα σχετικά με την λειτουργία των περιπτέρων. Αυτό θα γινόταν το 1914, όταν το κράτος θα αναλάμβανε να εξασφαλίσει μέσω των περιπτέρων την αποκατάσταση των τραυματιών των δύο βαλκανικών πολέμων, που είχαν προηγηθεί στο ενδιάμεσο διάστημα. Κάπως έτσι, τον Απρίλιο του 1914, οι εφημερίδες δημοσίευαν την είδηση για τα εγκαίνια του πρώτου περιπτέρου στην πρωτεύουσα, που είχε παραχωρηθεί σε τραυματία στρατιώτη.
Το περίπτερο εκείνο βρισκόταν στη γωνία των οδών Σταδίου και Αιόλου, ενώ τα εγκαίνιά του έγιναν στις 26 Απριλίου 1914. Όπως διαβάζουμε στο σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας Έθνος την επόμενη μέρα, το περίπτερο ήταν χτισμένο πάνω σε στερεότατη μαρμάρινη βάση και ήταν στολισμένο μ' ένα μεγάλο ρολόι. Σύμφωνα δε με τους Καιρούς (28.04.1914), ήταν ένα περίπτερο "κομψόν, ελαφρόν, περιποιημένον, έχει ένα ωρολόγιον απάνω από την θυρίδα, έχει το ηλεκτρικόν του φως, είνε μικρογραφία πολιτισμού".
Τι πουλούσε; Κινίνη του κράτους, γραμματόσημα, εφημερίδες, τσιγάρα κλπ, "ακριβώς όπως εις τα περιζήτητα μπυρό ντε ταμπά των Παρισίων", όπως σχολίαζε το Έθνος. Ιδιοκτήτης του ήταν ένας τραυματίας των βαλκανικών πολέμων, ο οποίος είχε τραυματιστεί δύο φορές, ενώ είχε χάσει και το ένα του πόδι από οβίδα στο πεδίο της μάχης. Σύμφωνα με την περιγραφή των Καιρών, αυτός δεν έδινε αμέσως την εντύπωση ότι ήταν ακρωτηριασμένος, όμως "αν σκύψη κανείς από την θυρίδα θα ιδή ότι το ένα πόδι λείπει από την βάσιν του".
Δυστυχώς, δεν δόθηκαν περισσότερα στοιχεία για το όνομα του πρώτου περιπτερούχου, στον οποίο είχε παραχωρηθεί η άδεια από το δημοτικό συμβούλιο, ούτε και κάποια περαιτέρω πληροφορία για τον τόπο του τραυματισμού του. Ωστόσο, ενδεικτικός της άμεσης ανταπόκρισης των κατοίκων της πρωτεύουσας στο πρώτο αυτό περίπτερο τραυματία πολέμου, όσο και στα υπόλοιπα, που θα ξεφύτρωναν μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, σε άλλα σημεία της πόλης, ήταν το παρακάτω απόσπασμα από το σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδα; Καιροί:
"Ο πελάτης επλησίασε, ηγόρασε το πακέττο του και έφυγε με συγκίνησιν ψιθυρίζων:
- Αξίζει να γίνη κανείς καπνιστής για να βοηθήση αυτό το παλληκάρι
Εις τα ολίγα λεπτά της ώρας που έμεινα απ' έξω από το περίπτερον είδα να πλησιάζουν οι διαβάται με προθυμίαν, να συνωθούνται έξω από την θυρίδα, να περιμένουν με υπομονήν ως να έλθη η σειρά των. Μίαν στιγμήν το υλικόν εξηντλήθη και ένας μικρός λούστρος εστάλη να πάρη βιαστικά ένα φορτίον καπνού και τσιγάρων.
Και όταν ο τραυματίας επρόβαλε το κεφάλι του να παρακαλέση να περιμένουν ολίγον οι πελάται του ως να έλθη το εμπόρευμα, είκοσι φωναί απήντησαν συμπαθώς:
- Έννοια σου, θα περιμένωμε...".
Εκείνες τις μέρες εγκαινιάστηκαν και άλλα περίπτερα, που είχαν παραχωρηθεί σε τραυματίες πολέμου, για τα οποία η ανταπόκριση του κόσμου ήταν εξίσου μεγάλη, με αποτέλεσμα ν' αντιδράσουν πολύ γρήγορα και οι παραδοσιακοί καπνοπώλες. Ήδη στις 1 Μαΐου 1914, το Σκριπ μετέφερε τα αιτήματά τους: "Καλά και ορθά, αλλ' ας τα τοποθετήσουν εις μέρη ώστε να μη κλείσουν τα ιδικά μας καπνοπωλεία, είνε δε κρίμα και αμαρτία, διότι και ημείς επολεμήσαμεν και υπεφέραμεν ως οικογενειάρχαι, έστω και εάν δεν ετραυματίσθημεν". Ωστόσο, μάταιες θα ήταν οι αντιδράσεις τους. Τα περίπτερα ήρθαν για να μείνουν και τα χρόνια θα κυριαρχούσαν απόλυτα στο αστικό τοπίο, ώστε σήμερα να μην μπορεί να νοηθεί ελληνική πόλη ή χωριό χωρίς αυτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου