14 Φεβρουαρίου 2019

Ο αδερφός παλιότερου Έλληνα πρωθυπουργού, ο οποίος είχε οικονομικά προβλήματα και έψαχνε διακριτικά μια οποιαδήποτε δουλειά για να ζήσει

Η οικογενειοκρατία και ο νεποτισμός είναι δύο αρνητικά φαινόμενα της ελληνικής πολιτικής ζωής, οι ρίζες των οποίων ανάγονται στα πρώτα ακόμα χρόνια του ελληνικού κοινοβουλευτικού βίου. Άλλες φορές εκδηλώνονται με την κληροδότηση αξιωμάτων (βουλευτικό, κομματικό, υπουργικό, ακόμη και πρωθυπουργικό) και άλλοτε με το διορισμό συγγενικών προσώπων σε θέσεις ευθύνης με παχυλό μισθό. 
Βέβαια, για να είμαστε ειλικρινείς, κατά την ελληνική νοοτροπία το να είναι κάποιος στενός συγγενής ενός ισχυρού πολιτικού προσώπου αποτελεί από μόνο του ένα ισχυρό ατού στο βιογραφικό του, ώστε δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε ότι ο αδελφός π.χ. ενός οποιουδήποτε Έλληνα - ή ακόμα και ξένου - πρωθυπουργού θα μπορούσε να ζει φτωχός και να ταλαιπωρείται από την ανεργία. Η λογική λέει ότι σε μια τέτοια περίπτωση δεν χρειάζεται η μεσολάβηση του όποιου πρωθυπουργού, για να προσληφθεί ο αδελφός του σε μια καλή και υψηλά αμειβόμενη θέση εργασίας, πάντα όμως υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Μια τέτοια εξαίρεση ήταν η περίπτωση του Γεώργιου Πλαστήρα, ο οποίος αναζητούσε μια οποιαδήποτε δουλειά, την περίοδο που ο αδερφός του, ο απόμαχος στρατιωτικός Νικόλαος Πλαστήρας, ήταν πρωθυπουργός της Ελλάδας!

Λίγα λόγια πρώτα για το Νικόλαος Πλαστήρα, ο οποίος είχε πάρει μέρος σ’ όλους τους πολέμους της Ελλάδας κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, ενώ διακρίθηκε κυρίως στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Μάλιστα, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, υπήρξε ένας από τους πρωτεργάτες του Κινήματος που το Σεπτέμβριο του 1922 ανέτρεψε την αντιβενιζελική κυβέρνηση και εξώθησε σε παραίτηση το βασιλιά Κωνσταντίνο. Πιστός στον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο Πλαστήρας αποτέλεσε στόχο της αντιβενιζελικής αντιπολίτευσης τα επόμενα χρόνια, ενώ βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα με την απόπειρα πραξικοπήματος στις 6 Μαρτίου 1933 και με το κίνημα του Μαρτίου του 1935, για τη συμμετοχή του στο οποίο καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο. Η άμβλυνση των πολιτικών παθών μεταξύ των παραδοσιακών αντίπαλων κομμάτων λόγω μιας σειράς περιστάσεων τα επόμενα χρόνια (δικτατορία Μεταξά και κοινή αντιδιδακτορική δράση, κατοχή της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα και συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων που βρίσκονταν εκτός επικράτειας, καθώς και η αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου) έφεραν τον Πλαστήρα και πάλι στο πολιτικό προσκήνιο, ώστε ως αρχηγός της ΕΠΕΚ σχημάτισε δύο βραχύβιες κυβερνήσεις (15 Απριλίου – 21 Αυγούστου 1950 και 1 Νοεμβρίου 1951 – 11 Οκτωβρίου 1952).

Ο Πλαστήρας δεν προερχόταν από κάποιο πολιτικό τζάκι, αλλά γεννήθηκε και μεγάλωσε σ’ ένα χωριό της Καρδίτσας, γιός ράφτη. Τα αδέρφια του δεν ασχολήθηκαν – ενεργά τουλάχιστον – με την πολιτική, αλλά ακολούθησαν το δικό τους, μοναχικό δρόμο, όπου το επίθετο Πλαστήρας δεν αποτελούσε απαραίτητα κάποιο κλειδί, που θα τους άνοιγε εύκολα πόρτες. Για παράδειγμα ο αδερφός του, Γεώργιος Πλαστήρας, έβγαζε τα προς το ζην δουλεύοντας για πολλά χρόνια ως γεωργός στη Δράμα, ώσπου οι οικονομικές δυσκολίες τον ανάγκασαν κάποια στιγμή να κατεβεί στην πρωτεύουσα προς αναζήτηση εργασίας. Τι κι αν ο αδερφός του ήταν πρωθυπουργός της χώρας, εκείνος δεν ζήτησε τη βοήθειά του ούτε εκμεταλλεύτηκε το ισχυρό του επίθετο.

Περισσότερα στο εξαιρετικά ενδιαφέρον και διδακτικό ρεπορτάζ, που δημοσιεύτηκε στον αλεξανδρινό Ταχυδρόμο στις 25 Νοεμβρίου 1951:

Ο ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
 ΑΕΡΓΟΣ ΠΟΥ ΖΗΤΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑΝ
ΑΘΗΝΑΙ, 18. (Ι.Υ.Τ.) – Ένας απλός εξηνταπεντάρης γέρος ανεβαίνει τα σκαλιά των γραφείων των εργοστασίων Φιξ. Πηγαίνει εις την διεύθυνσιν της εταιρίας με την ελπίδα πως θα τον προσλάβη υπάλληλόν της. Εδώ και δυο χρόνια μένει χωρίς δουλειά, γιατί δεν βρήκε πουθενά. Κι ανεβαίνει σιγά-σιγά, τα σκαλιά αυτά, κάνοντας διάφορα ερωτήματα στον εαυτό του: Η εταιρία στην οποία τώρα καταφεύγει θα του δώση καμμιά δουλειά; Είνε μπεκιάρης – σαν τ’ άλλα δυο αδέλφια του – και φιλοξενείται στο σπίτι του γαμβρού του. Αν εξακολουθήση να μη εργάζεται, τι θα γίνη; Κοινές ανησυχίες. Πρέπει να βοηθήση κι αυτός τα οικονομικά του σπιτιού και να κερδίση τα δικά του έξοδα, για να μη φέρη σε δύσκολη θέσι τον οικογενειάρχη γαμβρό του και τέλος γιατί δεν μπορεί να μην εργάζεται.
- Μήπως, κύριοι, χρειάζεσθε κανένα υπάλληλο; Σας παρακαλώ να με δοκιμάσετε...
Αυτά είπε ο γέρος επισκέπτης στους εκπροσώπους της εταιρίας. Κι εκείνοι τον ερώτησαν:
- Σ’ αυτή την ηλικία, τι δουλειά μπορείς να κάνης;
- Μια απλή δουλειά, σαν αυτή που σας προσφέρει ένας κοινός υπάλληλος. Με τα λίγα που ξέρω, ότι κι εγώ θα καταφέρω…
- Καλά, του είπαν τότε, καθήστε να δούμε τι μπορεί να γίνη. Και τον ερώτησαν πώς ονομάζεται.
- Πλαστήρας, απήντησεν ο απλός γέρος που ζητούσε δουλειά.
- Έχετε καμμιά συγγένεια με τον πρωθυπουργό;
- Ναι, ναι, είπε. Είμαι αδελφός του!
Άλλοι έμειναν έκπληκτοι κι άλλοι δεν επίστευσαν σ’ αυτό που είπε ο γηραιός ξένος...
Αυτά έγιναν ένα πρωινό των τελευταίων ημερών του περασμένου μηνός. Και χθες το μεσημέρι, δεν πιστεύαμε στα μάτια μας. Βρήκαμε πράγματι, τον αδελφό του προέδρου της Κυβερνήσεως σκυμμένο σε... ανιαρές λογιστικές καταστάσεις να εργάζεται ακριβώς όπως κι όλοι οι άλλοι κατώτεροι υπάλληλοι των γραφείων της εταιρίας Φιξ. Τυπικός και υπάκουος ο κ. Γεώργιος Χρήστου Πλαστήρας, ερώτησε, πριν μας δεχθή, τον προϊστάμενό του, τον κ. Μελά, αν μπορή να... διακόψη τη δουλειά του για πέντε λεπτά! Κι όταν του είπαμε την ιδιότητά μας φοβήθηκε τον θόρυβο και θερμότατα μας παρεκάλεσε να μη γράφουμε τίποτε.
- Τι σημασία έχει, μας είπε, κι αν είμαι αδελφός του πρωθυπουργού; Εφόσον άλλους πόρους ζωής δεν έχουμε, πρέπει να δουλέψουμε. Για να είμαι, όμως, εν τάξει, δεν θέλησα να διορισθώ σε δημόσια θέσι. Γι’ αυτό ζήτησα δουλειά σε ιδιωτική επιχείρησι. Και είμαι ευχαριστημένος, γιατί δουλεύω ως ιδιωτικός υπάλληλος, ελεύθερος από τις κακές γλώσσες..
- Τι κάνατε παλαιότερα, κ. Πλαστήρα;
- Ζούσα στη Δράμα με τα έσοδα μιας μικρή αλωνιστικής μηχανής. Αλλ’ η δουλειά αυτή τα τελευταία χρόνια, δεν πήγαινε καλά. Γι’ αυτό με βλέπετε τώρα, σ’ αυτήν την θέσι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου