Ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς τύπους της παλιάς "παλιάς Αθήνας" (που έζησε δηλαδή το 19ο αιώνα, αλλά πέθανε αρκετά πριν τη λήξη του), δημοφιλής ανάμεσα στους τότε κατοίκους της πρωτεύουσας, παρότι ο ίδιος ζούσε σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας ως επαίτης, ήταν ο Χρήστος ο Αράπης. Αυτό δεν ήταν το πραγματικό του επίθετο, αλλά ένας προσδιορισμός της εξωτερικής του εμφάνισης, χωρίς να έχει όμως το υποβιβαστικό έως υβριστικό περιεχόμενο που θ' αποκτούσε η λέξη "αράπης" πολλές δεκαετίες αργότερα. Τότε σήμαινε απλά τον μελαψό άνδρα με καταγωγή από τις αραβικές χώρες, αν και στην πραγματικότητα ο Χρήστος δεν ήταν Άραβας, αλλά Αφρικανός και κατά πάσα πιθανότητα Αιθίοπας.
Είναι άγνωστο πότε ακριβώς ήρθε στην Ελλάδα. Ωστόσο, πολλοί ηλικιωμένοι του 1886, τη χρονιά που εκείνος έφυγε από την ζωή, τον θυμόντουσαν από τα παιδικά τους χρόνια παιδί κι αυτόν, αν πιστέψουμε στην αναφορά εφημερίδας με αφορμή το θάνατό του. Μία εκδοχή υποστηρίζει ότι ήρθε στην Ελλάδα μαζί μ' έναν Έλληνα της Αιγύπτου, στον οποίο εργαζόταν ως υπηρέτης.
Το πραγματικό του όνομα είναι αδιευκρίνιστο. Ο ίδιος πάντως ήθελε να τον αποκαλούν Χρήστο Μοναστηριώτη, υιοθετώντας το επίθετο του πνευματικού του πατέρα, ενός στρατηγού που τον βάφτισε ορθόδοξο - άγνωστο πότε. Γενικά, λίγες είναι οι πληροφορίες που γνωρίζουμε για εκείνον.
Ζούσε πλανόδιος και άστεγος, όμως για ένα διάστημα είχε εργαστεί στο δημόσιο ως φύλακας καθαριότητας και μάλιστα του είχαν φάει ένα μισθό, όπως ο ίδιος διαμαρτυρόταν. Πάντως αγαπούσε πολύ την Ελλάδα, στην οποία εγκλιματίστηκε γρήγορα. Συνήθιζε να φωνάζει ότι ήταν "ελεύθερο έλληνος" με δικαίωμα ψήφου, γι' αυτό και κανείς δεν είχε το δικαίωμα να τον πειράζει, μιας και "τρεις στο λάδι, τρεις στο ξύδι", όπως έλεγε κάνοντας χαρακτηριστική χειρονομία για τις οικονομικές καταχρήσεις που υφίστατο. Σε όσους τον παρενοχλούσαν απαντούσε με το "λευτερία -κλεφτερία", μια φράση δικιά του, που έγινε σύνθημα και εννοούσε ότι πολλοί Έλληνες της εποχής είχαν κάνει κατάχρηση της ελευθερίας ενδιαφερόμενοι μόνο για το ίδιον όφελος.
Όλοι τον γνώριζαν και όλους τους γνώριζε κι εκείνος με το όνομά τους. Οι μανάδες του πήγαιναν τα παιδιά τους για να τα φιλήσει πιστεύοντας ότι μ' αυτόν τον τρόπο θα γλίτωναν τη βασκανία σε μια εποχή, κατά την οποία οι προλήψεις καλά κρατούσαν. Στις γιορτές, στους γάμους και σε κάθε κοινωνική εκδήλωση ήταν ο πρώτος που θα έστελνε ανθοδέσμη ή θα πήγαινε στον εορτάζοντα για να του ευχηθεί κερδίζοντας ως ανταμοιβή κι από ένα φιλοδώρημα. Πάντα όμως περιοριζόταν μόνο στα βασικά, αρκούμενος σε όσα χρήματα του έφταναν για να επιζήσει.
Κάποια στιγμή λίγο έλειψε να απελαθεί από την Ελλάδα, όταν ζητιάνεψε από τον ίδιο το βασιλιά. Ο Κλέωνας Τριανταφύλλου μετέφερε στο Ραμπαγά την αφήγηση του περιστατικού με τα λόγια του Χρήστου:
"Μια μέρα εγκώ βρίσκει βασιληά με το ρούσσο το μεγκάλο (τον δούκα) απάνω στον Άι Σίδερο (εις τον ναόν του Αγίου Ισιδώρου επί του Λυκαβητού) και γκυρεύει λεφτά, ένα φράγκο· εκείνο τυμόνει και λέει το Αστυνομία κάνει εμένα σεργούνι (δηλ. εξορία)".
Κατά τη διάρκεια της αγγλογαλλικής κατοχής (1854-1857) πουλούσε οινοπνευματώδη ποτά στους Άγγλους στρατιώτες, κάτι που ωστόσο απαγορευόταν από τον επιβληθέντα στρατιωτικό νόμο. Μια φορά τον συνέλαβαν και ο Χρήστος υπέστη φοβερά βασανιστήρια, ώστε πλέον μισούσε τους Άγγλους θανάσιμα.
Κάποια στιγμή λίγο έλειψε να απελαθεί από την Ελλάδα, όταν ζητιάνεψε από τον ίδιο το βασιλιά. Ο Κλέωνας Τριανταφύλλου μετέφερε στο Ραμπαγά την αφήγηση του περιστατικού με τα λόγια του Χρήστου:
"Μια μέρα εγκώ βρίσκει βασιληά με το ρούσσο το μεγκάλο (τον δούκα) απάνω στον Άι Σίδερο (εις τον ναόν του Αγίου Ισιδώρου επί του Λυκαβητού) και γκυρεύει λεφτά, ένα φράγκο· εκείνο τυμόνει και λέει το Αστυνομία κάνει εμένα σεργούνι (δηλ. εξορία)".
Κατά τη διάρκεια της αγγλογαλλικής κατοχής (1854-1857) πουλούσε οινοπνευματώδη ποτά στους Άγγλους στρατιώτες, κάτι που ωστόσο απαγορευόταν από τον επιβληθέντα στρατιωτικό νόμο. Μια φορά τον συνέλαβαν και ο Χρήστος υπέστη φοβερά βασανιστήρια, ώστε πλέον μισούσε τους Άγγλους θανάσιμα.
Αποτέλεσε μοντέλο πολλών σπουδαστών του Πολυτεχνείου. Το άγαλμα του Χρήστου δημιούργησε ο γλύπτης Βιτσάρης, ενώ πίνακες ζωγραφικής με το γελαστό και ήμερο πρόσωπό του υπήρχαν παντού. Οι πιο γνωστές προσωπογραφίες του είχαν φιλοτεχνηθεί από το Νικόλαο Γύζη. Ένα πορτρέτο του μάλιστα είχε φιλοξενηθεί στο ελληνικό περίπτερο της διεθνούς έκθεσης Παρισιού του 1878. Πορτρέτο του φιλοτέχνησε και ο Ιακωβίδης, ενώ τον Χρήστο Αράπη (ή Μοναστηριώτη) είχε ως πρότυπο και ο Νικηφόρος Λύτρας όταν ζωγράφιζε τον πειρατή, που με το λάγνο βλέμμα του "έτρωγε" τα κάλλη της όμορφης αιχμαλώτου στον πίνακα "Κλεμμένη", σύμφωνα με την εφημερίδα της εποχής "Ραμπαγάς".
Κάποιοι από τους πίνακες του Γύζη και του Λύτρα, στους οποίους αποτυπώθηκε η μορφή του Χρήστου:
Περισσότερα πορτρέτα του Χρήστου μπορείτε να δείτε κι εδώ: medievalpoc.tumblr.com/
Ο Χρήστος ο Αράπης ή Μοναστηριώτης πέθανε στις 4 Ιουλίου 1886. Φήμες για το θάνατό του είχαν κυκλοφορήσει και περίπου δυο μήνες νωρίτερα, όμως τότε την είχε σκαπουλάρει και ο άλλοτε χαμογελαστός Χρήστος "μόλις δυνάμενος να βαδίση εζήτει σκυθρωπός και αυτόχρημα ερείπιον το έλεος των διαβατών". Το παρήγορο γι' αυτόν ήταν ότι τουλάχιστον τις τελευταίες μέρες της ζωής του δεν τις πέρασε στο δρόμο, αλλά τον φιλοξενούσε στο σπίτι του ο εμποροράφτης Π. Λαμπίκης.
Κάποιοι από τους πίνακες του Γύζη και του Λύτρα, στους οποίους αποτυπώθηκε η μορφή του Χρήστου:
Ο Χρήστος ο Αράπης του Νικόλαου Γύζη. Πορτρέτο του 1876.
|
"Η τιμωρία του ορνιθοκλέφτη" του Νικολάου Γύζη. (1873) Ο Χρήστος βρίσκεται στη δεξιά μεριά του πίνακα, ντυμένος στ' άσπρα. (πηγή: http://texni-zoi.blogspot.com/) |
Η "Κλεμμένη" του Νικηφόρου Λύτρα το 1873.
|
Ο Χρήστος ο Αράπης ή Μοναστηριώτης πέθανε στις 4 Ιουλίου 1886. Φήμες για το θάνατό του είχαν κυκλοφορήσει και περίπου δυο μήνες νωρίτερα, όμως τότε την είχε σκαπουλάρει και ο άλλοτε χαμογελαστός Χρήστος "μόλις δυνάμενος να βαδίση εζήτει σκυθρωπός και αυτόχρημα ερείπιον το έλεος των διαβατών". Το παρήγορο γι' αυτόν ήταν ότι τουλάχιστον τις τελευταίες μέρες της ζωής του δεν τις πέρασε στο δρόμο, αλλά τον φιλοξενούσε στο σπίτι του ο εμποροράφτης Π. Λαμπίκης.
Δύο ποιήματα δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες με αφορμή το θάνατο του Χρήστου.
Το πρώτο το βρίσκουμε στην εφημερίδα Ραμπαγάς και ήταν η πρόταση της εφημερίδας για την επιτύμβια επιγραφή που θα έπρεπε να χαραχτεί σ' ένα μνημείο προς τιμήν του Χρήστου Μοναστηριώτη με έξοδα των καλλιτεχνών της εποχής, μιας και ο νεκρός "ως μοδέλο υπήρξε πολύτιμος και εις τους μαθητάς και εις τους διδασκάλους της τέχνης. Η νοημονεστάτη και ισχυρώς εκφραστική του μορφή εχρησίμευσεν εις πολλών μεγάλων πινάκων συνθέσεις".
Ουσιαστικά ο Ραμπαγάς θυμόταν τη βιβλική παράδοση για το πώς - σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη - ξεκίνησε η μαύρη φυλή:
Ήτο του Χαμ απόγονος... γνωρίζετε τον Χαμ...
Κατάδικος απόγονος και ούτος του Αδάμ,
Υιός του Νώε, τον σεπτόν πατέραν του ιδών
Στουπί να κείτ' ολόγυμνος και ανασκεληδόν,
Ομηρικώς εγέλεασε... Και τέρας ο πατέρας
Του γέλωτός του γέρας
Μαυρίλα εις την όψιν του εκόλλησε σεμνή
Διότι την αλήθειαν ητένισε γυμνήν!...
Μαζί η εφημερίδα δημοσίευε ακόμη ένα σκίτσο του Χρήστου
Το δεύτερο - μια έμμετρη νεκρολογία - δημοσιεύτηκε στο Άστυ:
Ιδού λοιπόν, απέθανε κι ο Χρήστος ο Αράπης!....
Αφρικανός την γέννησιν και την επιδερμίδα,
υπήρξεν υποκείμενον ελληνικής αγάπης,
ως αγαπήσας και αυτός ενθέρμως την πατρίδα!
Ήτο σχεδόν πασίγνωστος εντός της πρωτευούσης
ως ήτο άλλοτε ποτέ και ο κλεινός... Μπουρδούσης!
Τον ενθυμείσθε; μελανός, ουλόθριξ και λευκόδους,
ως φάντασμα νυκτερινόν επρόβαλλεν εμπρός σας·
αλλά μετά γλυκύτητος σχεδόν παροιμιώδους,
εζήτει και συνήθροιζε δεκάρας μόνον τόσας
όσαι του φθάνουν, έλεγε, μεθ' ηδονής αρρήτου,
ίνα κερδίζη ασφαλώς το μελανόν ψωμί του!
Αλλ' όταν έβλεπε τινάς εκ των λευκών Ελλήνων
να ήναι οι αράπηδες του Κεντρικού Ταμείου,
ενω αυτός βαρυαλγή την κεφαλήν του κλίνων,
ενδιαιτάτο πάντοτε εντός νοσοκομείου,
εφώναζεν έξω φρενών πως η ελευθερία
εν γένει στο Ρωμαίικο σημαίνει... κλεφτερία!
Πλην δεν παρήρχετο πολύ κι οικτρώς μετεμελείτο,
διότι την Ελλάδα του ηγάπα με μανίαν·
και αν ποτέ παρ' όλων μας σκληρά παρημελείτο,
μίαν αυτός ησθάνετο φρικώδη αγωνίαν,
ότι, ενώ κατέτρωγε τον στόμαχόν του πείνα
δεν είχε καν παρήγορον καμμίαν.... αραπίνα!
Αλλ' είχεν άλλας αρετάς πολυπληθείς ο Χρήστος:
ελάτρευεν ως Οσμανλής το γυναικείον φύλον,
ημέραν δεν παρήρχετο τον βίον αμεθύστως,
κι ουχί σπανίως έτρωγε γλυκύσματα και... ξύλον!
Πολλάς δε γλώσσας ξενικάς τόσον σαφώς ωμίλει,
ώστε εις πάσαν φράσιν του να τον γαβγίζουν σκύλοι!
Πλην φευ! καίτοι πολύγλωσσος και προσηνής τους τρόπους,
καίτοι λαλήσας και αυτός πολλά υπέρ πατρίδος,
καίτοι ελκύων προς αυτόν και ζώα, και ανθρώπους,
αποτελών πρωτοφανές διπλωματίας είδος,
εν τούτοις δεν εγένετο ποτέ μνηστήρ Πρεσβείας!....
Τοιούτος ην ο ατυχής υιός της Αραβίας....
Μεταγενέστερος, αλλά επίσης χαρακτηριστικός τύπος ξένου που αγάπησε την Αθήνα, αλλά και αγαπήθηκε από τους Αθηναίους, ήταν κι αυτός:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου