4 Δεκεμβρίου 2018

"Guerilla Girl": Μια ελληνοαμερικανική ταινία του 1952, που προσπάθησε ανεπιτυχώς να αναπαραστήσει τα Δεκεμβριανά


Τι γίνεται όταν ένας σκηνοθέτης προσπαθεί χωρίς κεφάλαια να γυρίσει μια ταινία μ’ ένα εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα, όπως τα αιματηρά Δεκεμβριανά του 1944, πολύ λίγα χρόνια μετά την εξέλιξη των γεγονότων, που προκαλούσαν ακόμη – και συνεχίζουν να προκαλούν πολλές δεκαετίες μετά – έντονα πάθη, προσπαθώντας όμως να κρατήσεις τις ισορροπίες; Μια άνοστη σούπα, που δεν αφήνει κανέναν ικανοποιημένο στο τέλος, ώστε η ταινία ξεχνιέται τελείως με το πέρασμα του χρόνου.

Ο Γιάννης Χριστοδούλου προπολεμικά είχε πρωταγωνιστήσει σε μια ταινία εξ ολοκλήρου γυρισμένη στη Θεσσαλονίκη, το «Μοιραίον» παραγωγής 1932, ενώ έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε σε τρεις ταινίες κατά τη διάρκεια και λίγο μετά το τέλος της Κατοχής: «Μάγια η τσιγγάνα», «Εξόρμησις», «Διπλή θυσία». Στη συνέχεια προσπάθησε να κυνηγήσει το όνειρό του στην Αμερική μετατρέποντας τ’ όνομά του σε Τζον Κρίστιαν (John Christian).

Το 1952 επιχείρησε ένα θεωρητικά τολμηρό εγχείρημα, το γύρισμα μιας ταινίας που θα κάλυπτε τους τελευταίους μήνες της Κατοχής μέχρι και τα Δεκεμβριανά. Πρόκειται για την ταινία «Guerilla Girl» (η «Αντάρτισσα»), γυρισμένη εξ ολοκλήρου στη Νέα Υόρκη με ελάχιστα χρήματα και μ’ ένα απογοητευτικό αποτέλεσμα σε όλα τα επίπεδα.

Η ταινία ξεκινάει με τον απαγχονισμό ενός Κομμουνιστή από τους ναζί μέσα στην Αθήνα και κατά τη διάρκεια της νύχτας. Ντυμένος με τη ναζιστική στολή εισάγεται ο πρωταγωνιστής της ταινίας, ο Δημήτρης Αλεξάνδρου, ο οποίος προφανώς ντύθηκε ως Γερμανός στρατιώτης για να μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα τη νύχτα. Κατευθύνεται στο σπίτι μιας φίλης του, της Νίνας, η οποία ζει σ’ ένα πλούσιο σπίτι με όλε τις ανέσεις (είχε και θέρμανση!), αλλά παραπονιέται επειδή οι Γερμανοί απαγχόνισαν τον Κομμουνιστή μπροστά στο σπίτι της μέσα στη νύχτα και παραπονιέται γιατί λόγω της Κατοχής δεν υπάρχει νυχτερινή ζωή στην Αθήνα. Μη βιαστείτε να βγάλετε το συμπέρασμα ότι η ταινία ήταν φιλοκομμουνιστική, γιατί η συνέχεια θα σας διαψεύσει.

Τέλος πάντων, ο Δημήτρης Αλεξάνδρου ανακοινώνει στη Νίνα ότι θα φύγει για μυστική αποστολή στην Αίγυπτο. Αυτό και γίνεται, μόνο που πρώτα κάνει μια στάση στη... Χίο! Τώρα, γιατί έπρεπε η στάση να γίνει σ’ ένα νησί που γεωγραφικά βρίσκεται σε άλλη κατεύθυνση, είναι μια πολύ καλή απορία που ίσως δεν θα την απαντούσε ούτε ο σεναριογράφος.

Στη Χίο, λοιπόν, ο Αλεξάνδρου γνωρίζει την Ζαΐρα, μια κοπέλα που υποδύεται την Τσιγγάνα στα πλαίσια της Αντίστασης κατά των Γερμανών. Μάλιστα, την υποδύεται τόσο πειστικά, ώστε μένει ακόμα και σε τσαντίρι! Μόνο ένα βράδυ περνούν μαζί αυτοί οι δύο, μέχρι να έρθουν οι… Αμερικανοί, που θα οδηγούσαν τον Αλεξάνδρου στην Αίγυπτο. Όμως αυτό το βράδυ είναι αρκετό να ερωτευτούν παράφορα ο ένας τον άλλο – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι βλέπουμε κάποια ιδιαίτερη έκφραση αυτού του έρωτα επί της οθόνης – ώστε όχι απλά δίνουν υπόσχεση να ξαναβρεθούν, αλλά σ’ όλη την υπόλοιπη ταινία δεν θα κάνουν ουσιαστικά τίποτε περισσότερο από το να σκέφτονται ο μεν τη δε και αντίστροφα.

Με το που φεύγει ο Αλεξάνδρου (μαζί με τους Αμερικανούς, οι οποίοι πώς έφτασαν στη Χίο χωρίς να τους πάρουν χαμπάρι οι Γερμανοί, αποτελεί ένα ακόμη από τα πολλά μυστήρια της ταινίας), η Ζαΐρα και οι υπόλοιποι Τσιγγάνοι του τσαντιριού συλλαμβάνονται και οδηγούνται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης κάπου στην Ελλάδα! Εκεί η Ζαΐρα γνωρίζεται μ’ έναν σκληροπυρηνικό κομμουνιστή, ο οποίος φυσικά είχε σλάβικο όνομα, όπως και όλοι οι Κομμουνιστές της ταινίας. Πρόκειται για το Βλάντα, ο οποίος κάνει κήρυγμα στους άλλους αιχμαλώτους όχι πώς θα δραπετεύσουν από το στρατόπεδο, αλλά πώς θα πετάξουν τους ιμπεριαλιστές στη θάλασσα, αφού περιμένει από στιγμή σε στιγμή την έλευση του σοβιετικού στρατού.

Απελευθερώνεται η Ελλάδα, βγαίνει από  το στρατόπεδο συγκέντρωσης και η Ζαΐρα που πλέον έγινε κομμουνίστρια, αλλά το μυαλό της είναι κολλημένο στον Δημήτρη Αλεξάνδρου. Όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, ρωτάει αν τον γνωρίζει κάποιος. Έτσι στα καλά καθούμενα ρωτάει και τους συντρόφους της, από τους οποίους μαθαίνει ότι ο Αλεξάνδρου είναι ο υπ’ αριθμόν ένας στόχος τους. Στο μεταξύ ξεσπάνε οι μάχες των Δεκεμβριανών, παίζονται διάφορα εσωτερικά παιχνίδια εξουσίας στις τάξεις των Κομμουνιστών, οι οποίοι εμφανίζονται ως καρικατούρες εξίσου αντιπαθητικοί με τη σνομπ – αλλά ερωτευμένη με το Δημήτρη – Νίνα, την οποία ξανασυναντάμε στην πορεία, ώσπου στο τέλος της ταινίας συναντιούνται επιτέλους ο Δημήτρης και η Ζαΐρα, αλλά δεν μπορώ ν’ αποκαλύψω αν το τέλος αυτό είναι χαρούμενο ή όχι. Όσοι έχετε αντοχή, μπορείτε να βρείτε την ταινία (διάρκειας μόλις 80 λεπτών) στο Youtube, όπου μάλιστα έχει περισσότερες από 87.000 προβολές μέσα σε μια πενταετία!

Με εξαίρεση την Ζαΐρα, τους υπόλοιπους χαρακτήρες υποδύθηκαν ξένοι ηθοποιοί. Ο Helmut Dantine υποδύθηκε το Δημήτρη Αλεξάνδρου, η Irene Champlin υποδύθηκε τη Νίνα, ο Ray Julian το σύντροφο Βλάντα κλπ. Η κοπέλα που υποδύθηκε την Ζαΐρα ήταν μια Ελληνοαμερικανίδα ερασιτέχνης ηθοποιός, που στους τίτλους αναγράφεται απλά ως Μαριάννα. Αρχικά την προσέλαβαν ως γραμματέα και μεταφράστρια, αλλά φαίνεται ότι ο Τζον Κριστίαν διαπίστωσε κάποια καλά κρυμμένα υποκριτικά προσόντα και την έχρισε πρωταγωνίστρια!

Το πλήρες όνομά της ήταν Μαριάννα Μπόζης (Marianna Bozes) και ζούσε στην Αστόρια. Στα πλαίσια προώθησης της ταινίας, η Μαριάννα έκανε και μια εμφάνιση στην αμερικανική τηλεόραση, ενώ από το πουθενά, πολλούς μήνες μετά την προβολή και την απόλυτη εμπορική και καλλιτεχνική αποτυχία της ταινίας στους αμερικανικούς κινηματογράφους, αλιεύουμε ένα κουτσομπολιό σε εφημερίδα του Λονγκ Άιλαντ: «Η ηθοποιός της Αστόρια, Μαριάννα (Μπόζης) και ο παραγωγός Τζον Κρίστιαν είχαν “αυτό το βλέμμα” πάνω από ένα κομμάτι πίτσας στο Jogus της Αστόρια» (Long Island Star-Journal, 06.11.1953). Ήταν ένα κουτσομπολιό εξίσου ανούσιο και ερασιτεχνικά δοσμένο, όσο και η «Αντάρτισσα».

Η κοπέλα δεν έπαιξε σε άλλη ταινία – τζάμπα η διαρροή του κουτσομπολιού! – ενώ με μια απλή έρευνα στο ίντερνετ εντοπίζουμε το γάμο κάποιας Μαριάννας Μπόζης μ’ ένα Δημήτριο Ευσταθίου στο Μανχάταν το 1959 – μακράν η πλέον άχρηστη πληροφορία της ημέρας!

Όσον αφορά την υποδοχή της ταινίας από τους κριτικούς κινηματογράφου στις ΗΠΑ, υπήρχε ομοφωνία για τον ερασιτεχνισμό της όλης προσπάθειας. Σε μια ταινία «αδύναμη σε όλους σχεδόν τους τομείς» με «κατά καιρούς ασυνάρτητη ιστορία», «μπανάλ διαλόγους» και «περίεργη σκηνοθεσία» αναφέρθηκε το κριτικό σημείωμα που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Brooklyn Eagle στις 7 Ιουλίου 1953, ενώ για ένα «ερασιτεχνικό μελόδραμα, που ακρωτηριάζεται από μια μπερδεμένη ιστορία καθώς και από ένα εξαιρετικά κακό μοντάζ» έγραφε το Harrisons Reports του ελληνοαμερικανού P.S. Harrison (Πέτρος Σπαλιός) στις 25 Απριλίου 1953.

Αν έχετε την περιέργεια να δείτε τι μέρος του λόγου ήταν τέλος πάντων αυτή η πρώτη ταινία που επιχείρησε να μεταφέρει στον κινηματογράφο μυθοπλασίας τα Δεκεμβριανά του 1944, αναζητήστε τη στο Youtube (ή όπου αλλού) με τον αγγλικό της τίτλο («Guerilla Girl») και... η εμπειρία θα σας μείνει σίγουρα αξέχαστη (αρκεί να γνωρίζετε καλά αγγλικά, γιατί δεν διατίθενται υπότιτλοι)!

ΚΑΠΟΙΕΣ ΣΚΗΝΕΣ

Αν ο τοίχος δεν έγραφε ΚΚΕ, πώς θα καταλάβαινε ο αμερικανός θεατής
ότι αυτοί οι δύο ήταν Κομμουνιστές;

Ο Βάντα

Ο Δημήτρης Αλεξάνδρου

Ο Δημήτρης με τη Νίνα

Η Ζαΐρα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου