Από την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση στην "Μαρία Πενταγιώτισσα" το 1957, ο Ανδρέας Μπάρκουλης όχι απλά ξεχώρισε, αλλά έγινε κι ένας από τους αγαπημένους πρωταγωνιστές του ελληνικού κινηματογράφου και αντικείμενο λατρείας από τις γυναίκες. Ο ίδιος εξαργύρωσε γρήγορα και με το παραπάνω αυτήν τη δημοφιλία, καθώς μέσα στην επόμενη διετία συμμετείχε σε περισσότερες από 20 ταινίες (!), ενώ στις πέντε από αυτές συμπρωταγωνίστριά του ήταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη. Αυτή η υπερέκθεση, που συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, θα αργούσε να βλάψει το προφίλ του ηθοποιού, ο οποίος το 1959 βρισκόταν ήδη στο απόγειο της δόξας του.
Χαρακτηριστικό της προσωπικής επιτυχίας, που τύγχανε ο Μπάρκουλης, ήταν και η παρακάτω ιστορία. Το φθινόπωρο του 1959, ο ηθοποιός υποδυόταν τον Δημήτριο Υψηλάντη στην παράσταση "Μαντώ Μαυρογένους" του Γεώργιου Ρούσσου, που ανέβηκε στο θέατρο Ακροπόλ από το θίασο της Μαίρης Αρώνης (με την Αρώνη στον ομώνυμο, πρωταγωνιστικό ρόλο). Στην αρχή, οι εισπρακτικές επιδόσεις της παράστασης ήταν φτωχές και πάντως κατώτερες των προσδοκιών, όμως σταδιακά τα πράγματα πήγαιναν καλύτερα. Ο λόγος; Οι φανατικές θαυμάστριες του ζεν πρεμιέ, οι οποίες πήγαιναν ομαδικά στις απογευματινές παραστάσεις και μόλις έβλεπαν τον ηθοποιό να βγαίνει στη σκηνή, φώναζαν ρυθμικά: "Μπάρ- κου- λης! Μπάρ- κου- λης!".
Ήταν τόσο εκδηλωτικές και ενθουσιώδεις, ώστε, παρά τα εισπρακτικά οφέλη από την αύξηση του κοινού, η πρωταγωνίστρια Μαίρη Αρώνη φερόταν να επιθυμούσε το κόψιμο των σκηνών του συμπρωταγωνιστή της και να είχε δώσει εντολή να μην επιτρέπεται στους θεατές η είσοδος στο καμαρίνι του ηθοποιού. Αυτά τουλάχιστον ισχυρίζονταν τα κουτσομπολιά της εποχής. Άλλωστε, στην επόμενη παράσταση του θιάσου, την κωμωδία "Σαράντα και..." των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου, που ανέβηκε στις αρχές του 1960, ο Μπάρκουλης απλά τραγουδούσε με τη φωνή του ν' ακούγεται... διά ραδιοφώνου, χωρίς ο ίδιος να δίνει το παρόν στη σκηνή. (Πολλά χρόνια αργότερα, μεγάλη επιτυχία θα σημείωνε και η κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου υπό τον τίτλο "Μια τρελή τρελή σαραντάρα" με πρωταγωνίστρια τη Ρένα Βλαχοπούλου και τον Μπάρκουλη να εμφανίζεται κανονικά στην οθόνη σε μια από τις τελευταίες κινηματογραφικές του επιτυχίες)
Όπως συνηθιζόταν εκείνα τα χρόνια, οι ηθοποιοί εξαργύρωναν τη δημοσιότητα... ηχογραφώντας δισκάκια με τραγούδια. Το παράδειγμα του άλλου ζεν πρεμιέ της εποχής, του Κώστα Κακκαβά, ακολούθησε και ο Ανδρέας Μπάρκουλης, που πάντως αγαπούσε το τραγούδι και πολλά χρόνια αργότερα (πρώτα στην Αμερική και μετά στην Ελλάδα) θα άφηνε την ηθοποιία κάνοντας στροφή στα μπουζούκια.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1959 κυκλοφόρησε ο πρώτος δίσκος του Μπάρκουλη, που περιείχε δύο τραγούδια του Γιώργου Κατσαρού: ένα μπαγιόν τσα τσα με τίτλο "Βαβέλ, Βαβέλ..." κι ένα αργό τανγκό με τίτλο "Τώρα σε ξέχασα". Μια μέρα μετά, ο ηθοποιός έκανε για πρώτη φορά δημόσια επίδειξη των φωνητικών του δυνατοτήτων τραγουδώντας σε εκπομπή του Β' προγράμματος του ραδιοφωνικού σταθμού Αθηνών.
Ωστόσο, ήδη ο ηθοποιός βρισκόταν για πρώτη (αλλά όχι τελευταία) φορά στην καριέρα του αντιμέτωπος με αρνητική δημοσιότητα, που μάλιστα θα οδηγούσε ακόμα και σε προσωρινή στέρηση της άδειας επαγγέλματος.
Την εποχή εκείνη, οι δημοφιλείς ηθοποιοί του ελληνικού κινηματογράφου πραγματοποιούσαν συχνά περιοδείες σε πόλεις της επαρχίας με αφορμή την πρεμιέρα μιας νέας ταινίας, στην οποία πρωταγωνιστούσαν. Κάπως έτσι, το Νοέμβριο του 1959 ο Ανδρέας Μπάρκουλης βρέθηκε στο Άργος και στο Ναύπλιο, στο τοπικό κινηματοθέατρο "Αίγλη". Ο ηθοποιός μαζί με άλλους συναδέλφους του ανέβηκαν στη σκηνή, όπως συνηθιζόταν, όμως οι επιχειρηματίες, που το προηγούμενο διάστημα διαφήμιζαν την παρουσία του "θιάσου Μπάρκουλη" στην πόλη, τους πίεζαν να μην περιοριστούν σε συνήθεις τυπικότητες, αλλά να... παίξουν μπροστά στους θεατές! Τι να έπαιζαν; Ό,τι ευκαιρούσαν εκείνη τη στιγμή, χωρίς πρόβες, χωρίς συγκεκριμένα κείμενα, μια ολότελα ανοργάνωτη κατάσταση που παρέπεμπε στα παλιότερα "μπουλούκια", τα οποία από πολλά χρόνια είχαν περιπέσει σε δυσμένεια από το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών.
Και ενώ οι ηθοποιοί των μπουλουκιών είχαν το επιχείρημα ότι τουλάχιστον διέθεταν ορισμένο ρεπερτόριο το οποίο και επαναλάμβαναν στους διάφορους σταθμούς των ταξιδιών τους ανά την Ελλάδα, ο Μπάρκουλης και οι συνάδελφοί του δεν ήταν προετοιμασμένοι να δώσουν μια απρόοπτη παράσταση για το κοινό του Ναυπλίου. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα ήταν άκρως απογοητευτικό και χαρακτηριστικά - όσο και άδικα για τους ηθοποιούς - περιγράφτηκε σε άρθρο, που δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα Σύνταγμα υπό τον τίτλο "Ο έξυπνος κ. Ανδρέας και η καθυστερημένη επαρχία":
"Δευτέρα, είπαμε, ήταν. Τα θέατρα της πρωτευούσης είχανε αργία. Δουλειά δεν είχε ο κ. Ανδρέας ο αητονύχης, σκέφτηκε:
- Βρε τι κάθομαι με σταυρωμένα χέρια! Δεν πάω στην Ομόνοια να μαζέψω κανένα "μπουλούκι" και να πάω κει κάτω στην... καθυστερημένη επαρχία να τα οικονομήσω;
Και άμ' έπος άμ' έργον, ο ανεκδιήγητος κ. Ανδρέας - θεωρήσας προφανώς το Ναύπλιον ως Αρβανιτοχώρι - εστρίμωξε μέσα στο θέατρο - δίκην αγέλης - εκατοντάδες ανυπόπτων ανθρώπων, διά να του εμφανίση ένα πρόγραμμα τέτιο που ούτε εις φυλήν Κάφρων δεν θα ετόλμα; να εμφανίση. "Νούμερα", απίθανα και παιδαριώδη, "τζαζ", δυο-τρία "χλαμπατσίμπανα", κοστούμια κουρελαρία, ηθοποιοί αδιάβαστοι, "κομφερανσιέ", οικτρός, ντιζέζ ιχθύς, και σκηνικά κονιορτοβριθή και να το μωσα"ικό, που παρουσιάστηκε μπροστά στα μάτια του Ναυπλιακού κοινού. Ενός κοινού που επειδή από γεννησιμιού του είναι μαθημένο στην ευγένεια, κρατήθηκε και δεν σηκώθηκε να λιανίση στο ξύλο των "ωραίο" κ. Ανδρέα και την παρέα του"!.
Ήταν μια ανελέητη κριτική, που αδικούσε τόσο τον Μπάρκουλη, όσο και τους υπόλοιπους ηθοποιούς, οι οποίοι ούτε είχαν δώσει αντίστοιχα δείγματα γραφής στο παρελθόν ούτε και είχαν την οποιαδήποτε πρόθεση να έδιναν αυτοσχέδια παράσταση στους θεατές. Από την άλλη, το λάθος του Μπάρκουλη ήταν που δεν επέμεινε στην άρνησή του να συμμετάσχει σε μια παρωδία θεάτρου, που προσέβαλε πρώτα απ' όλα τον ίδιο και τους συναδέλφους του, ανεξάρτητα του ότι δεν φαίνεται να ήταν αυτό στις προθέσεις του.
Ο ντόρος που προκλήθηκε ήταν τεράστιος, δεδομένης και της εξαιρετικά μεγάλης δημοφιλίας του πρωταγωνιστή, ώστε το όλο ζήτημα έφτασε μέχρι την Επιτροπή Αδείας Ασκήσεως Επαγγέλματος Ηθοποιού, που εξέτασε την υπόθεση. Τρεις ηθοποιοί και πιο συγκεκριμένα ο Μπάρκουλης, η - μετέπειτα σύζυγός του - Αλέκα Στρατηγού και ο Κώστας Μεντής κατηγορήθηκαν για παραβίαση του νόμου, που προέβλεπε ότι ένας ηθοποιός δεν μπορούσε να δίνει περισσότερες από 12 παραστάσεις την εβδομάδα (με τον Μπάρκουλη να εγκαλείται γιατί έδωσε 15 παραστάσεις και οι άλλοι δύο από 16). Αυτή ήταν επίσημα η κατηγορία και όχι η συμμετοχή σε θίασο μπουλουκιού, κάτι που αποδοκιμαζόταν μόνο ηθικά και όχι νομικά.
Τελικά, στη συνεδρίαση της 9ης Ιανουαρίου 1960, αποφασίστηκε η πενθήμερη στέρηση της άδειας του ηθοποιού για τον Μπάρκουλη και τη Στρατηγού και η τριήμερη στέρηση για τον Μεντή, μια απόφαση που από μερίδα του τύπο κρίθηκε εξαιρετικά επιεικής, ενώ παράλληλα η Επιτροπή άρχισε ν' ασχολείται και με άλλες περιπτώσεις ηθοποιών που έδιναν - κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες - εξτρά παραστάσεις σε "αρπαχτές" στην επαρχία, συνήθως χωρίς τη θέλησή τους.
Όπως συνηθιζόταν εκείνα τα χρόνια, οι ηθοποιοί εξαργύρωναν τη δημοσιότητα... ηχογραφώντας δισκάκια με τραγούδια. Το παράδειγμα του άλλου ζεν πρεμιέ της εποχής, του Κώστα Κακκαβά, ακολούθησε και ο Ανδρέας Μπάρκουλης, που πάντως αγαπούσε το τραγούδι και πολλά χρόνια αργότερα (πρώτα στην Αμερική και μετά στην Ελλάδα) θα άφηνε την ηθοποιία κάνοντας στροφή στα μπουζούκια.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1959 κυκλοφόρησε ο πρώτος δίσκος του Μπάρκουλη, που περιείχε δύο τραγούδια του Γιώργου Κατσαρού: ένα μπαγιόν τσα τσα με τίτλο "Βαβέλ, Βαβέλ..." κι ένα αργό τανγκό με τίτλο "Τώρα σε ξέχασα". Μια μέρα μετά, ο ηθοποιός έκανε για πρώτη φορά δημόσια επίδειξη των φωνητικών του δυνατοτήτων τραγουδώντας σε εκπομπή του Β' προγράμματος του ραδιοφωνικού σταθμού Αθηνών.
Ωστόσο, ήδη ο ηθοποιός βρισκόταν για πρώτη (αλλά όχι τελευταία) φορά στην καριέρα του αντιμέτωπος με αρνητική δημοσιότητα, που μάλιστα θα οδηγούσε ακόμα και σε προσωρινή στέρηση της άδειας επαγγέλματος.
Την εποχή εκείνη, οι δημοφιλείς ηθοποιοί του ελληνικού κινηματογράφου πραγματοποιούσαν συχνά περιοδείες σε πόλεις της επαρχίας με αφορμή την πρεμιέρα μιας νέας ταινίας, στην οποία πρωταγωνιστούσαν. Κάπως έτσι, το Νοέμβριο του 1959 ο Ανδρέας Μπάρκουλης βρέθηκε στο Άργος και στο Ναύπλιο, στο τοπικό κινηματοθέατρο "Αίγλη". Ο ηθοποιός μαζί με άλλους συναδέλφους του ανέβηκαν στη σκηνή, όπως συνηθιζόταν, όμως οι επιχειρηματίες, που το προηγούμενο διάστημα διαφήμιζαν την παρουσία του "θιάσου Μπάρκουλη" στην πόλη, τους πίεζαν να μην περιοριστούν σε συνήθεις τυπικότητες, αλλά να... παίξουν μπροστά στους θεατές! Τι να έπαιζαν; Ό,τι ευκαιρούσαν εκείνη τη στιγμή, χωρίς πρόβες, χωρίς συγκεκριμένα κείμενα, μια ολότελα ανοργάνωτη κατάσταση που παρέπεμπε στα παλιότερα "μπουλούκια", τα οποία από πολλά χρόνια είχαν περιπέσει σε δυσμένεια από το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών.
Και ενώ οι ηθοποιοί των μπουλουκιών είχαν το επιχείρημα ότι τουλάχιστον διέθεταν ορισμένο ρεπερτόριο το οποίο και επαναλάμβαναν στους διάφορους σταθμούς των ταξιδιών τους ανά την Ελλάδα, ο Μπάρκουλης και οι συνάδελφοί του δεν ήταν προετοιμασμένοι να δώσουν μια απρόοπτη παράσταση για το κοινό του Ναυπλίου. Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα ήταν άκρως απογοητευτικό και χαρακτηριστικά - όσο και άδικα για τους ηθοποιούς - περιγράφτηκε σε άρθρο, που δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα Σύνταγμα υπό τον τίτλο "Ο έξυπνος κ. Ανδρέας και η καθυστερημένη επαρχία":
"Δευτέρα, είπαμε, ήταν. Τα θέατρα της πρωτευούσης είχανε αργία. Δουλειά δεν είχε ο κ. Ανδρέας ο αητονύχης, σκέφτηκε:
- Βρε τι κάθομαι με σταυρωμένα χέρια! Δεν πάω στην Ομόνοια να μαζέψω κανένα "μπουλούκι" και να πάω κει κάτω στην... καθυστερημένη επαρχία να τα οικονομήσω;
Και άμ' έπος άμ' έργον, ο ανεκδιήγητος κ. Ανδρέας - θεωρήσας προφανώς το Ναύπλιον ως Αρβανιτοχώρι - εστρίμωξε μέσα στο θέατρο - δίκην αγέλης - εκατοντάδες ανυπόπτων ανθρώπων, διά να του εμφανίση ένα πρόγραμμα τέτιο που ούτε εις φυλήν Κάφρων δεν θα ετόλμα; να εμφανίση. "Νούμερα", απίθανα και παιδαριώδη, "τζαζ", δυο-τρία "χλαμπατσίμπανα", κοστούμια κουρελαρία, ηθοποιοί αδιάβαστοι, "κομφερανσιέ", οικτρός, ντιζέζ ιχθύς, και σκηνικά κονιορτοβριθή και να το μωσα"ικό, που παρουσιάστηκε μπροστά στα μάτια του Ναυπλιακού κοινού. Ενός κοινού που επειδή από γεννησιμιού του είναι μαθημένο στην ευγένεια, κρατήθηκε και δεν σηκώθηκε να λιανίση στο ξύλο των "ωραίο" κ. Ανδρέα και την παρέα του"!.
Ήταν μια ανελέητη κριτική, που αδικούσε τόσο τον Μπάρκουλη, όσο και τους υπόλοιπους ηθοποιούς, οι οποίοι ούτε είχαν δώσει αντίστοιχα δείγματα γραφής στο παρελθόν ούτε και είχαν την οποιαδήποτε πρόθεση να έδιναν αυτοσχέδια παράσταση στους θεατές. Από την άλλη, το λάθος του Μπάρκουλη ήταν που δεν επέμεινε στην άρνησή του να συμμετάσχει σε μια παρωδία θεάτρου, που προσέβαλε πρώτα απ' όλα τον ίδιο και τους συναδέλφους του, ανεξάρτητα του ότι δεν φαίνεται να ήταν αυτό στις προθέσεις του.
Ο ντόρος που προκλήθηκε ήταν τεράστιος, δεδομένης και της εξαιρετικά μεγάλης δημοφιλίας του πρωταγωνιστή, ώστε το όλο ζήτημα έφτασε μέχρι την Επιτροπή Αδείας Ασκήσεως Επαγγέλματος Ηθοποιού, που εξέτασε την υπόθεση. Τρεις ηθοποιοί και πιο συγκεκριμένα ο Μπάρκουλης, η - μετέπειτα σύζυγός του - Αλέκα Στρατηγού και ο Κώστας Μεντής κατηγορήθηκαν για παραβίαση του νόμου, που προέβλεπε ότι ένας ηθοποιός δεν μπορούσε να δίνει περισσότερες από 12 παραστάσεις την εβδομάδα (με τον Μπάρκουλη να εγκαλείται γιατί έδωσε 15 παραστάσεις και οι άλλοι δύο από 16). Αυτή ήταν επίσημα η κατηγορία και όχι η συμμετοχή σε θίασο μπουλουκιού, κάτι που αποδοκιμαζόταν μόνο ηθικά και όχι νομικά.
Τελικά, στη συνεδρίαση της 9ης Ιανουαρίου 1960, αποφασίστηκε η πενθήμερη στέρηση της άδειας του ηθοποιού για τον Μπάρκουλη και τη Στρατηγού και η τριήμερη στέρηση για τον Μεντή, μια απόφαση που από μερίδα του τύπο κρίθηκε εξαιρετικά επιεικής, ενώ παράλληλα η Επιτροπή άρχισε ν' ασχολείται και με άλλες περιπτώσεις ηθοποιών που έδιναν - κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες - εξτρά παραστάσεις σε "αρπαχτές" στην επαρχία, συνήθως χωρίς τη θέλησή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου