14 Δεκεμβρίου 2018

Όταν το ελληνικό Δημόσιο υποχρέωσε τη Χριστίνα Ωνάση να καταβάλει ιλιγγιώδη φόρο κληρονομιάς

Μετά το θάνατο του Έλληνα μεγιστάνα Αριστοτέλη Ωνάση στις 15 Μαρτίου 1975, η περιουσία του σχεδόν μοιράστηκε στη μοναχοκόρη του, Χριστίνα, η οποία έλαβε το 55%, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό διατέθηκε στο ίδρυμα «Αλέξανδρος Ωνάσης», που συστάθηκε το Δεκέμβριο του 1975 -  κατ’ εφαρμογή της ρητής εντολής του αποθανόντα μέσω της διαθήκης του – με έδρα το Λιχτενστάιν στη μνήμη του πρόωρα χαμένου γιου του. Ωστόσο, μετά το θάνατο του πατέρα της η Χριστίνα Ωνάση δεν υπέβαλε την απαραίτητη εκ του νόμου δήλωση στην Εφορία και το 1977 το ελληνικό Δημόσιο της καταλόγισε πρόστιμο μαζί με τον ανάλογο φόρο.
Η πράξη αυτή προσβλήθηκε από τη Χριστίνα Ωνάση και έκτοτε το θέμα ξεχάστηκε από το Δημόσιο, που απλά αδιαφόρησε πιθανότατα για πολιτικούς λόγους. Άλλωστε, η Χριστίνα Ωνάση διατηρούσε καλές σχέσεις με την κυβέρνηση Καραμανλή, στην οποία – στο ελληνικό Δημόσιο για την ακρίβεια – δώρισε την πολυτελή θαλαμηγό του πατέρα της, «Χριστίνα», προκειμένου να χρησιμοποιούταν ως η επίσημη θαλαμηγός του προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας.


Στις αρχές του 1982 το ελληνικό Δημόσιο αποφάσισε να διεκδικήσει πιο ενεργά την τακτοποίηση της φορολογικής εκκρεμότητας της Χριστίνας Ωνάση προκαλώντας μάλιστα αντιδράσεις από τις αντιπολιτευόμενες εφημερίδες, ενώ... πατριωτικά πήρε το θέμα ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Μιλτιάδης Έβερτ, με ερωτήσεις στη Βουλή. Μάλιστα, η είδηση απασχόλησε και το διεθνή τύπο, που δεν παρέλειπε να σημειώνει – ειδικά ο αμερικανικός – ότι η κυβέρνηση της Ελλάδας ήταν «σοσιαλιστική».

Το Δημόσιο αξίωνε την καταβολή 3 δισεκατομμυρίων δραχμών (συμπεριλαμβανομένων των τόκων και των προστίμων που της επιβλήθηκαν για τη μη υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομίας στην Εφορία), ο μεγαλύτερος φόρος κληρονομίας που είχε ποτέ ζητηθεί στην Ελλάδα. Εναλλακτικά δόθηκε η δυνατότητα καταβολή του ποσού σε ισόποσε εξαμηνιαίες δόσεις ύψους 733.428.086 δραχμών.

Ο Στέλιος Παπαδημητρίου, δικηγόρος της Χριστίνας Ωνάσης και εκπρόσωπος του Ιδρύματος Ωνάση, απείλησε με ακύρωση όλων των φιλανθρωπικών προγραμμάτων του στην Ελλάδα, ενώ κατήγγειλε σε ελληνικά και ξένα μέσα ενημέρωσης ότι η χρυσή κληρονόμος «διωκόταν» και ότι «υφίστατο μεταχείριση χειρότερη από εκείνη του μέσου Έλληνα πολίτη». Ένα άλλο επιχείρημα του δικηγόρου ήταν ότι σε κάθε περίπτωση, το ελληνικό δημόσιο δεν θα έπρεπε να πιέζει την Ωνάση, από τη στιγμή που ανακοίνωσε ότι θα διέθετε 60 εκατομμύρια δραχμές για τη δημιουργία νοσοκομείου καρδιολογίας (το μετέπειτα Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο). Βέβαια ο Παπαδημητρίου παρέλειπε ν’ αναφέρει ότι το νοσοκομείο θα αντλούσε τη χρηματοδότησή του κατά κύριο λόγο από το ίδρυμα «Αλέξανδρος Ωνάσης», το οποίο διέθετε δική του περιουσία, χωριστή από εκείνη της Χριστίνας.

Το βασικό ωστόσο επιχείρημα της Χριστίνας Ωνάση ήταν ότι η ιδιοκτησία του πατέρα στην Ελλάδα είχε μεταβιβαστεί σε τέσσερες εταιρίες με έδρα τον Παναμά, γνωστό και μη εξαιρετέο φορολογικό παράδεισο, ήδη από το 1957, όπως κατατέθηκε στο δικαστήριο κατά τη συζήτηση της προσφυγής της κληρονόμου κατά της απόφασης του διοικητικού πρωτοδικείου, βάσει της οποίας υποχρεωνόταν να καταβάλλει 3 δισεκατομμύρια δραχμές. Άλλωστε, αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίο ο Ωνάσης διοικούσε τις επιχειρήσεις του: μία εταιρία ήλεγχε μια δεύτερη και ελεγχόταν από μια τρίτη. Εκτός αυτού ο δικηγόρος της Χριστίνας υπενθύμιζε ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης ήταν υπήκοος Αργεντινής, καθώς διέθετε αργεντίνικο διαβατήριο (και ως γνωστόν στο διαβατήριο αναγράφεται η υπηκοότητα και όχι η εθνικότητα του κατόχου του – εκτός κι αν θεωρήσουμε ότι ο Ωνάσης ήταν ή αισθανόταν όντως Αργεντινός)!

Υπάλληλος του υπουργείου Οικονομικών ταξίδεψε στον Παναμά για να ερευνήσει την υπόθεση. Και ενώ στην αρχή φάνηκε να πέφτουν οι τόνοι, σε σημείο να γίνει λόγος για υποχώρηση της ελληνικής κυβέρνησης, όμως στη συνέχεια αποδείχτηκε ότι οι εταιρίες αυτές ήταν επί της ουσίας εικονικές.

Με την υπ΄αριθμ. 183/83 απόφασή του το Φορολογικό Εφετείου απέρριψε την αίτηση της Χριστίνας Ωνάση για αναστολή της πληρωμής του φόρου κληρονομιάς είτε συνολικά είτε κατά τις δόσεις που είχαν προσδιοριστεί. Παρότι αναγνώριζε ότι το ποσό των 3 δισ. Δραχμών ήταν «ασύνηθες υψηλό», το δικαστήριο εκτιμούσε ότι «εφόσον δύναται να καταβληθεί σε εξαμηνιαίες δόσεις και δεδομένης της οικονομικής ευρωστίας της Χριστίνας Ωνάση κρίνεται ότι αυτή δεν βρίσκεται σε αδυναμία καταβολής. Τέλος ως προς το επιχείρημα ότι αυτή πρόκειται να καταβάλει ένα μεγάλο ποσό για την ίδρυση νοσοκομείου, και ένεκα τούτου έχει οικονομική δυσχέρεια, κρίνεται ότι προέχει η προς το κράτος υποχρέωση του πολίτη». Μάλιστα της απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα, απόφαση που στη συνέχεια άρθηκε χωρίς να δοθούν επίσημες εξηγήσεις. Ωστόσο στο μεταξύ είχε επέλθει συμφωνία ανάμεσα στη χρυσή κληρονόμο και την ελληνική κυβέρνηση.

Όπως αποκάλυψε σε τηλεοπτική του συνέντευξη τον Οκτώβριο του 2014 ο Δημήτρης Τσοβόλας, που στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ήταν υφυπουργός Οικονομικών, ο ίδιος έδωσε εντολή στο διευθυντή Εφορίας Λευκάδας, όπου υπαγόταν ο Σκορπιός (ο τόπος κατοικίας της Χριστίνας Ωνάση κατά την παραμονή της στην Ελλάδα), ώστε να βγάλει ένταλμα εναντίον της. Αυτό έγινε στις 13 Αυγούστου, τη μέρα που ο Τσοβόλας έφυγε για το χωριό του ενόψει δεκαπενταύγουστου και επομένως δεν θα μπορούσε εύκολα να δεχτεί πιέσεις από άλλους παράγοντες. Στην ίδια συνέντευξη ο Τσοβόλας θυμόταν πώς τελικά η Χριστίνα Ωνάση συνελήφθη και ο ίδιος συναντήθηκε με τον Παπαδημητρίου, πρόεδρο του Ιδρύματος Ωνάση, τέσσερις μέρες αργότερα. 

Τελικά επήλθε συμφωνία, όμως ενώ ο Τσοβόλας θυμάται ότι έγινε άμεσα η καταβολή ολόκληρου του ποσού, φαίνεται ότι η συμφωνία προέβλεπε την τμηματική καταβολή ποσού 1.73 δισεκατομμυρίων δραχμών, η τελευταία δόση του οποίου (ύψους 767 εκατομμυρίων δραχμών) καταβλήθηκε στις αρχές Δεκεμβρίου 1983, είδηση που έκανε το γύρο του κόσμου!

Το ρεπορτάζ της εφημερίδας Quad-City Times του Davenport της Άιοβα στις 10 Δεκεμβρίου 1983


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου