15 Μαΐου 2015

Το "γκρέμισμα των τειχών" στην Αθήνα για τους Έλληνες νικητές σε διεθνή μουσικό διαγωνισμό το Μάιο του 1910

Όλοι θυμόμαστε πώς το Μάιο του 2005 όλη η Ελλάδα πανηγύρισε τη νίκη της Έλενας Παπαρίζου στο διαγωνισμό τραγουδιού της Γιουροβίζιον. Ήταν περασμένες 1 τα ξημερώματα (βέβαια βόλευε και η μέρα, αφού ήταν ξημερώματα Κυριακής), όταν πολλοί βγήκαν στην πλατεία Συντάγματος ή στο Λευκό Πύργο, ενώ χιλιάδες υποδέχθηκαν την νικήτρια κατά την επιστροφή της από το Κίεβο. Κάποιοι τότε μίλησαν για σύμπτωμα των καιρών και για απόδειξη κυριαρχίας του lifestyle στην ζωή μας. Αναφέρεται ακόμη και σήμερα, την περίοδο της οικονομικής κρίσης, ως ένα παράδειγμα υποτιθέμενης αλλοτρίωσης του πληθυσμού, που δήθεν παρασύρθηκε από τη γοητεία των στρας και πανηγύριζε για ανούσιες νίκες. Αν ανατρέξουμε στο βάθος του χρόνου, θα εντοπίσουμε παρόμοιους πανηγυρισμούς (όχι με κόρνες, αφού τότε τα αυτοκίνητα ήταν ελάχιστα, ούτε με συγκεντρώσεις στα αεροδρόμια, αφού τότε δεν υπήρχαν καν αεροπλάνα στην Ελλάδα) με αφορμή τη νίκη της αθηναϊκής μαντολινάτας σε διεθνή μουσικό διαγωνισμό το Μάιο του 1910 - 95 ολόκληρα χρόνια πριν τη νίκη της Έλενας.
Όπως κάθε χρόνο, το Μάιο του 1910 πραγματοποιήθηκε στην Κρεμόνα διεθνής διαγωνισμός μαντολίνου. Τριάντα τρεις ορχήστρες συμμετείχαν συνολικά, προερχόμενες από την Ιταλία, την Ελβετία, τη Γαλλία (Μασσαλία) και μαζί τους η Αθηναϊκή Μαντολινάτα υπό τη διεύθυνση του Κωνσταντίνου Λάβδα. Δεν υπήρχαν τηλεοράσεις, ούτε ραδιόφωνα που να μετέδιδαν ζωντανά το διαγωνισμό κι έτσι χρειάστηκε να περάσουν δυο ημέρες για να έρθει στην Ελλάδα το τηλεγράφημα που ανήγγειλε τη χαρμόσυνη είδηση, ότι δηλαδή η ελληνική ορχήστρα κέρδισε τρία πρώτα βραβεία στο φεστιβάλ συν το μέγα βραβείο τιμής (gran premio d' onore) και το μετάλλιο της βασίλισσας της Ιταλίας, Ελένης.Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι το πρώτο βραβείο διευθύνσεως απονεμήθηκε στον Ν. Λάβδα.

Οι νίκες ήταν καθαρές. Στο διαγωνισμό εκτελέσεως εκ πρώτης αναγνώσεως, η Αθηναϊκή Μαντολινάτα συγκέντρωσε 45 βαθμούς (με άριστα το 50) έναντι 40 της Μαντολινάτας Γενεύης, ενώ στον αγώνα εκτελέσεως μουσικών τεμαχίων, η ελληνική ορχήστρα απέσπασε 48 βαθμούς έναντι 45 της δεύτερης, που προερχόταν από τη Μασσαλία. Το βραβείο τιμής αντιστοιχούσε σε 700 φράγκα μαζί με δίπλωμα και χρυσά μετάλλια για τους εκτελεστές, ενώ το πρώτο βραβείο prima vista ήταν ένας πίνακας ζωγραφικής του Μπατσέτα αξίας 500 δραχμών, συνοδευόμενος από δίπλωμα επίσης. 
Το άγνωστο κομμάτι, που είχε οριστεί από την επιτροπή για την ελληνική ορχήστρα, ήταν το "Στάμπατ Μάτερ" του Ροσίνι. "Αν δεν αποφασίζαμε και δεν γράφαμε εμείς οι ίδιοι το θέμα, θα λέγαμε ότι μας το έχετε κλέψει και μελετήσει", ήταν το επαινετικό σχόλιο του προέδρου του φεστιβάλ, Ουμπέρτο Νοβάτι, προς τους Έλληνες μουσικούς - σύμφωνα με τις ελληνικές εφημερίδες.
Όσον αφορά το μουσικό κομμάτι, που χάρισε στην Αθηναϊκή Μαντολινάτα το μεγάλο βραβείο τιμής, ήταν η εκτέλεση του "Treischutz" του Βέμπερ. Μέλος της ελληνικής αποστολής περιέγραφε σε κείμενό του στο Σκριπ τις ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κοινού μετά το τέλος της εκτέλεσης: "Τι έγεινε την στιγμήν εκείνην δεν περιγράφεται· άνθρωποι ανέβησαν εις τα καθίσματα διά να μας χειροκροτήσωσιν, άλλοι έτρεχον προς την σκηνήν και ο διευθυντής της Μανδολινάτας Κρεμόνας κατεφίλει τον μαέστρον κ. Λάβδαν. Εκλήθημεν επί σκηνής και επί ημίσειαν ώραν δεν ηδυνήθημεν να αποσυρθώμεν".


Όσον αφορά την εκτέλεση κουαρτέτου, για την οποία επίσης βραβεύθηκε η μαντολινάτα, αυτή περιελάμβανε πρώτα Χάιντν σε ρε, στη συνέχεια το κουαρτέτο νούμερο 12 του Σούμπερτ σε ρε μινόρε και τέλος ο "Μαγεμένος αυλός" του Μότσαρτ.

Ο διαγωνισμός πραγματοποιήθηκε το πρωί, ενώ το βράδυ, πριν την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, δόθηκε συναυλία, κατά την οποία η αθηναϊκή μαντολινάτα εκτέλεση την "Ελληνική Ραψωδία" και τον "Κρητικό Χορό" του Λάβδα. Ήταν η πρώτη ίσως φορά που καθαρά ελληνικές συνθέσεις παίζονταν στο εξωτερικό
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των μουσικών που συμμετείχαν στο φεστιβάλ, με το που ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού γύρω στις 1 τα ξημερώματα, οι Ιταλοί αποθέωσαν τα μέλη της μαντολινάτας ραίνοντας τους με λουλούδια και μοιράζοντάς τους ιταλικές κονκάρδες, ενώ ξέσπασαν σε ζητωκραυγές στη θέα της ελληνικής σημαίας, την οποία μέχρι τότε ούτε καν γνώριζαν πώς ήταν. Πανηγυρική ήταν η υποδοχή και από το δήμαρχο Κρεμόνας, ο οποίος μάλιστα αποκάλεσε την Αθήνα "μητέρα της Ρώμης" (Viva Atene madre di Roma). 



Με το που έγινε γνωστή η είδηση της νίκης, οι φίλοι της μαντολινάτας και οι διάφορες συντεχνίες άρχισαν να προετοιμάζουν την υποδοχή των μουσικών, ενώ οι εφημερίδες - εν μέσω δημοσιογραφικού πανζουρλισμού για το πέρασμα του κομήτη Χάλεϊ εκείνες τις ημέρες - εξυμνούσαν τους Έλληνες μουσικούς. Ενδεικτικά, οι Καιροί αναφέρονταν σε "ωραίους νέους, που μας φέρνουν τον Πανελλήνιον θρίαμβον" και σε "δοξασμένα Ελληνόπουλα, που ήσυχα και κρυφά πέρασαν του Απολλωνίου ρυθμού την Χρυσόπορτα για να μας τιμήσουν τόσο περήφανα μέσα εις την χώραν της Μουσικής", ενώ η Πατρίς εξυμνούσε τον Λάβδα, ο οποίος χωρίς καμιά κυβερνητική ή ιδιωτική βοήθεια κατάφερε να δημιουργήσει εκ του μηδενός "ένα σωματείον που τιμά το Ελληνικόν όνομα και μορφώνει το μουσικόν αίσθημα του λαού". Και παρατηρούσε πικρά: "Αν η Αθηναϊκή Μανδολινάτα είχε το ευτύχημα να γεννηθή εις άλλο μέρος, θα είχεν ήδη ιδιόκτητον μέγαρον με αιθούσας συναυλιών, με σχολάς, με επιδόματα κυβερνητικά με, με, με... Αλλ' εδώ αι Μαικήναι σπανίζουν, ή αν υπάρχουν είνε ξενομανείς". 

Καθώς το 1910 δεν υπήρχαν αεροπορικές συγκοινωνίες, τα μέλη της Μανδολινάτας επέστρεψαν από τη γειτονική Ιταλία με πλοίο στις 11 Μαΐου (π.η.) - άφιξη στην Πάτρα και από εκεί με το τρένο έφτασαν στην Αθήνα λίγο μετά τις 7 το απόγευμα. Στο σταθμό του ΣΠΑΠ είχαν συγκεντρωθεί χιλιάδες άτομα, προκειμένου να υποδεχθούν τους νικητές: το προεδρείο και μέλη της Μανδολινάτας, διάφοροι σύλλογοι και πλήθος απλού κόσμου. Ο Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς, πρόεδρος της Μανδολινάτας, υποδέχτηκε τους νικητές προσφωνώντας ομιλία, ενώ ο πρόεδρος των Συντεχνιών προσέφερε στους νικητές μια πολυτελή λύρα εκ μέρους του Ομίλου των Εκδρομών, μια ακόμη λύρα εκ μέρους του συλλόγου Εμποροϋπαλλήλων και άλλα δώρα.
Στη συνέχεια οι συγκεντρωμένοι ανέβηκαν πεζή την οδό Αγίου Κωνσταντίνου, διευθυνόμενοι στην πλατεία Ομονοίας και από εκεί στην οδό Σταδίου. Η ατμόσφαιρα ήταν πανηγυρική καθ' όλη τη διαδρομή. Καταστηματάρχες προσέφεραν ανθοδέσμες, από τους εξώστες των σπιτιών πολίτες άναβαν βεγγαλικά και έραιναν με ρόδα τους νικητές, ενώ ακόμη και οι ξένοι επισκέπτες της πόλης είχαν βγει στα μπαλκόνια των ξενοδοχείων και χειροκροτούσαν. 
Η πομπή κατέληξε στο κατάστημα της Μαντολινάτας, που είχε προσαρμοστεί ειδικά για την περίσταση. Εκφωνήθηκε σειρά ομιλιών μέχρι τις 10 το βράδυ, ενώ ο Ανδρέας Νικολάρας, τον οποίο η εφημερίδα Ακρόπολις περιέγραφε ως τον "πατριάρχη της κιθάρας", απήγγειλε ένα αυτοσχέδιο ποίημα:
Απ' την Κρεμόνα έρχεσθε
των Ιταλών τη χώρα
με πρώτες δάφνες ζηλευτές. 
Μαζί σας χαίρω τώρα
κι εγώ παλιός κιθαριστής,
γλυκά τα χελιδόνια
τον ερχομό σας κελαηδούν
να ζήστε χίλια χρόνια.

Τις προηγούμενες ημέρες οι εφημερίδες είχαν προαναγγείλει υποδοχή και δεξίωση των νικητών από το δήμαρχο της Αθήνας, Σπύρο Μερκούρη, όμως η γιορτή ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Ο Χρόνος έγραψε ότι ο λόγος της ματαίωσης ήταν ο βροχερός καιρός, ενώ η Αθήναι υποστήριξε ότι ο δήμαρχος έπεσε θύμα κακόβουλων εισηγήσεων από ανθρώπους που είχαν αμφισβητήσει ακόμη και την αξιοπιστία της νίκης της μαντολινάτας. . 
Ο Φιλαδελφεύς πάντως βρήκε την ευκαιρία και επιτέθηκε στο Μερκούρη: "Δεν κατεδέχθη να σφίξει το χέρι είκοσι εντίμων πολιτών δοξασάντων την Ελλάδα, αυτός ο σφίγγων το χέρι 15 χιλιάδων ψηφοφόρων των Αθηνών, ούτε να δεχθεί εις την Δημαρχίαν τους τιμήσαντας το Ελληνικόν όνομα εν τη ξένη, αυτός ο δεχόμενος εκεί παντός είδους ανθρώπους". 

Αλλά αυτά τα παραπολιτικά σχόλια, καμία αξία δεν έχουν. Ας κρατήσουμε για το τέλος δύο σημεία από ένα χρονογράφημα του Γεώργιου Τσοκόπουλου (υπογράφοντας ως Φιλέας Φογγ) στην εφημερίδα Καιροί με αφορμή τη νίκη της Αθηναϊκής Μαντολινάτας, όπου περικλείεται μια πικρά διαχρονική αλήθεια:
"Η Αθηναϊκή Μανδολινάτα, η οποία ήλθε χθες το βράδυ φέρουσα στον στέφανον ενός διεθνούς αγώνος, έρχεται να μας ειδοποιήση ότι δεν έχομεν το δικαίωμα να γκρινιάζωμε διαρκώς διά κάθε τι που είνε Ρωμαϊικον. Είμαι βέβαιος ότι και άλλαι χίλιαι εργασίαι αν έβγαιναν από την Ελλάδα και επήγαιναν εις άλλους τόπους να μετρηθούν με τους ξένους, είμαι βέβαιος ότι θα ενικούσαν και θα εστεφανώνοντο και θα ετιμώντο. Αλλά μένουσαι εις την Ελλάδα τιμώνται διά της περιφρονήσεώς μας. [...]
[...] Πόσαι άρα γε άλλαι Ελληνικαί εργασίαι, πνιγόμεναι εδώ εις την αδιαφορίαν, πλέουσαι εις ωκεανόν περιοφρνήσεως δυσπνοούσαι εις την ατμοσφαίραν της ταπεινώσεως και του εξευτελισμού που πυκνώνομεν γύρω από πάσαν Ελληνικήν προσπάθειαν, πόσαι άλλαι Ελληνικαί εργασίαι θα εθριάμβευαν, αν ετινάζοντο έξω από αυτά τα στενά και πνικτικά όρια; Αλλά πώς να γίνη αυτό; Εδώ, μόνον όταν μας έλθη απ' έξω η νίκη, ο θρίαμβος και η καθιέρωσις, τότε μόνον τρίβομεν τα μάτια μας, σταυροκοπούμεθα και ψιθυρίζομεν κατάπληκτοι:
- Για φαντάσου!"


πηγές: τα άρθρα των εφημερίδων Αθήναι, Ακρόπολις, Καιροί, Νέον Άστυ, Πατρίς, Σκριπ και Χρόνος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου