16 Ιουνίου 2015

Η πρώτη ελληνική τραγωδία που παίχτηκε σε αμερικανικό θέατρο το Μάιο του 1881.

Οι αρχαιοελληνικές τραγωδίες ήταν για πολλούς αιώνες παραμελημένες από το δυτικό κόσμο. Σύμφωνα με την έρευνα του D.D. Hains, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Classic Journal τον Οκτώβριο του 1910, η πρώτη φορά που ένα ελληνικό θεατρικό έργο παίχτηκε στο Παρίσι ήταν μόλις το 1844 με το ανέβασμα της "Αντιγόνης". Αρκετές δεκαετίες αργότερα παίχθηκε μια ελληνική τραγωδία για πρώτη φορά στις ΗΠΑ. Οι πρώτες σκέψεις άρχισαν να εκδηλώνονται από τον καθηγητή Γκούντγουιν του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ το 1876 με αφορμή τα εγκαίνια του θεάτρου Σάντερ του πανεπιστημιακού ιδρύματος, όμως γρήγορα τα σχέδια - άγνωστο για ποιο λόγο - εγκαταλείφθηκαν. Ωστόσο, το φθινόπωρο του 1880 τα σχέδια αναθερμάνθηκαν και τελικά, την άνοιξη της επόμενης χρονιάς το αμερικανικό κοινό θα είχε για πρώτη φορά τη δυνατότητα - χάρη στο Χάρβαρντ - να παρακολουθήσει την παράσταση μιας αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Ήταν ο "Οιδίπους Τύραννος" του Σοφοκλή, που μάλιστα παίχτηκε σχεδόν εξολοκλήρου στα ελληνικά.

ΓΕΝΙΚΑ
Η παράσταση ανέβηκε στο θέατρο Σάντερς του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Η πρώτη παράσταση δόθηκε στις 17 Μαΐου και επαναλήφθηκε τις επόμενες ημέρες. Το ενδιαφέρον ήταν πολύ μεγάλο και σε ρεπορτάζ της εφημερίδας New York Evening Telegram μια μέρα πριν την πρεμιέρα αναφερόταν ότι τα εισιτήρια είχαν ήδη εξαντληθεί. Εξάλλου, όπως σχολίαζε λίγες μέρες νωρίτερα η - επίσης νεοϋορκέζικη - The Sunday Courier της 1ης Μαΐου, ειδικά μεταξύ των γυναικών της Βοστόνης είχε προκαλέσει "αίσθηση" η προοπτική της παράστασης της αρχαίας τραγωδίας και ήθελαν να παρακολουθήσουν "το πρώτο ελληνικό θεατρικό έργο που έχει παιχτεί στη χώρα".
Βέβαια δεν έλειπαν και οι σκεπτικιστές, όσιο αναρωτιούνταν "Ποιο είναι το όφελος; Ποιο είναι το κέρδος στο ανέβασμα ενός ελληνικού θεατρικού έργου": Την απάντηση έδινε η New York Evening Telegram επισημαίνοντας την ανάγκη "σε μια μη ποιητική (σ.μ. πεζή) και υλιστική εποχή" - το 1881 όλα αυτά! - να διατηρηθεί "η μνήμη των σπουδαίων τραγουδιστών ενός σπουδαίου, αν και εξαφανισμένου πολιτισμού" και να προκληθεί "μελέτη μια από τις τελειότερες γλώσσες που έχει γνωρίσει ο κόσμος", ώστε έπρεπε η παράσταση "να χαιρετιστεί με ενθουσιασμό από όλους όσους έχουν στην καρδιά τους την ανάπτυξη της ευγενούς μάθησης".
Η προετοιμασία για το ανέβασμα της τραγωδίας ήταν πολύμηνη, ώστε να φροντιστούν προσεχτικά και οι μικρότερες λεπτομέρειες. Μια πρώτη αναφορά γινόταν στην εφημερίδα Cambridge Chronicle στο φύλλο της 18.12.1880, όπου ανακοινωνόταν μια διάλεξη εν όψει των προετοιμασιών για το θεατρικό έργο.
Ο συντάκτης του  New York Evening Telegram είχε παρακολουθήσει τη γενική πρόβα και εκτιμούσε ότι ο μεν Ριντλ στο ρόλο του Οιδίποδα θα έκανε "μια αξιοσημείωτα καλή απόδοση", ενώ η Ιοκάστη του Οπντάικ είχε τα φόντα να θεωρηθεί ένα "πολύ αξιόπιστο δείγμα δουλειάς". Εξάλλου, άλλο δημοσίευμα υπογράμμιζε ότι είχε δοθεί "μεγάλη προσοχή και δαπάνες" για τα κουστούμια των ηρώων, ώστε να ανταποκρίνονταν "όσο το δυνατόν περισσότερο" στην εποχή της αρχαίας Ελλάδας. 
Αξίζει ν' αναφέρουμε την πληροφορία του Cambridge Chronicle το Μάρτιο του 1881 (5 Μαρτίου) ότι το συνολικό κόστος της παράστασης υπολογιζόταν να ανέρθει σε 3000 δολάρια, τα μισά εκ των οποίων θα αφορούσαν την εκτύπωση των παρτιτούρων (μελωδίες προορισμένες για 25 όργανα) και τις πρόβες των μουσικών της ορχήστρας. Τη σύνθεση ανέλαβε ο Τζον Πάιν, καθηγητής μουσικής στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ενώ διευθυντής ορχήστρας ήταν ο Λίστερμαν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το σκηνικό σχεδίασε ο βαν Μπρουντ, αρχιτέκτονας του Memorial Hall. Το σκηνικό ήταν απλό και αποτελούταν από την πρόσοψη του παλατιού. Όμως φαίνεται ότι ήταν τοποθετημένο αρκετά μπροστά, ώστε οι ηθοποιοί δεν είχαν αρκετό ελεύθερο χώρο κίνησης. Στο μπροστινό μέρος της σκηνής βρισκόταν ο χορός, ο οποίος βρισκόταν καθ' όλη τη διάρκεια της παράστασης στη θυμέλη, με την εξαίρεση μιας σκηνής (ικεσία στο βασιλιά).
Τα κοστούμια σχεδίασε ο Φ. Ντ. Μίλλετ, ενώ το στέμμα του Οιδίποδα αποτελούσε αντιγραφή του στέμματος που είχε βρεθεί στις Μυκήνες από τον Σλήμαν. Γενικά, τα κοστούμια θα περιγράφονταν ως "πάρα πολύ πλούσια και ταιριαστά" (Cambridge Chronicle, 21.05.1881). Αν και οι διάλογοι κατά το μεγαλύτερο μέρος ερμηνεύτηκαν στην ελληνική γλώσσα, η μετάφραση του κειμένου έγινε από τον Λούις Κάμπελ, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Αγίου Ανδρέα.
Λογικά η παράσταση έβγαλε τα έξοδά της, καθώς το εισιτήριο για την πρεμιέρα είχε οριστεί σε 3 $ (σύνολο 500 θέσεις), ενώ για τις επόμενες - τουλάχιστον δύο ημέρες) είχε οριστεί στα 2 $ (σύνολο 800 θέσεις την ημέρα).

ΗΘΟΠΟΙΟΙ
Ακολουθώντας το αρχαιοελληνικό παράδειγμα, όλοι οι ηθοποιοί ήταν άντρες, πολλοί από τους οποίους τα επόμενα χρόνια θα διακρίνονταν μέσα από τη δουλειά τους. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Οιδίποδα αναφέρθηκε ήδη ότι εμφανίστηκε ο Τζορτζ Ριντλ, που μάλιστα φερόταν να είχε αναλάβει σημαντικό κομμάτι της παραγωγής. Τα επόμενα χρόνια ο Ριντλ θα ξεχώριζε στην απαγγελία έργων του Σαίξπηρ, ενώ ο αιφνίδιος θάνατός του το Νοέμβριο του 1910 ως αποτέλεσμα εγκεφαλικής αιμορραγίας, θα καταγραφόταν με εκτενή αφιερώματα από τον τύπο. 
Άλλοι ηθοποιοί του "Οιδίποδα" ήταν ο Κέρτις Γκιλντ τζούνιορ, που αργότερα θα γινόταν o 43ος κυβερνήτης της πολιτείας της Μασαχουσέτης, ο συγγραφέας Όουεν Γουίσταρ (που μάλιστα θεωρείται ο "πατέρας" της λογοτεχνίας για την Άγρια Δύση χάρη στο μυθιστόρημά του "The Virginian"), όπως επίσης ο Έβερτ Γιάνσεν Γουέντελ και ο Γκάρντιμερ Μ. Λέιν, χρηματοδότης και πρόεδρος αντίστοιχα της βιβλιοθήκης Boston Athenaeum.
Για καθαρά ιστορικούς λόγους, αξίζει ν'αναφερθούν τα ονόματα των ηθοποιών και οι ρόλοι που υποδύθηκαν:
George Riddle.... Οιδίποδας
L. E. Opdycke.... Ιοκάστη
Henry Morman.... Κρέων
Curtis Guilde....... Τειρεσίας
W. H. Manning... ιερέας του Δία
L. B. McCagg..... επικεφαλής του χορού
George L. Osgood... επικεφαλής των τραγουδιστών του χορού
A. W. Roberts...... αγγελιαφόρος από την Κόρινθο
Owen Wister........ αγγελιαφόρος από το παλάτι
G. M. Lane.......... βοσκός του Λάιου
E. Manning........... Αντιγόνη
J.K. Whittemore... Ιοκάστη


ΚΡΙΤΙΚΕΣ
Φαίνεται ότι η επιτυχία του Ριντλ ήταν όντως μεγάλη, ώστε το Σεπτέμβριο του 1881 (φύλλο της 17.09), το Cambridge Chronicle σημείωνε ότι η εμφάνιση του στον "Οιδίποδα" τον είχε καταστήσει "έναν από τους καλύτερους δραματικούς ηθοποιούς της εποχής". Άλλο δημοσίευμα του Cambridge Chronicle (18.06.1881) επικαλούταν τη μαρτυρία ενός θεατή ελληνικής καταγωγής, ο οποίος, αν και παραπονέθηκε για την κακή προφορά των περισσότερων ηθοποιών και κυρίως του Οπντάικ (όχι όμως και για την προφορά του Ριντλ), θεώρησε "εξαιρετική" την παράσταση σημειώνοντας μάλιστα ότι τήρησε "αξιοθαύμαστα" τις παραδόσεις του (αρχαιο)ελληνικού θεάτρου. 

Μια πλήρης κριτική από το Cambridge Chronicle δημοσιεύτηκε στις 21 Μαΐου 1881. Ένα απόσπασμα:
"Από δραματουργικής άποψης, ο χορός δεν ήταν εξαιρετικός. ο επικεφαλής μιλούσε βαρετά και μονότονα, σε πλήρη αντίθεση με τη φωτιά και την εκφραστική ένταση όλων των βασικών ηθοποιών. Πιθανόν οι αρχαίοι Έλληνες ήθελαν ηρεμία στα χορικά τους. Αν ήταν όντως έτσι, τότε ήταν επιτυχής (σ.μ. εννοείται η εκτέλεση στην παράσταση). (Τα μέλη του χορού) δεν χόρευαν, ούτε βάδιζαν. Ίσως τους εμπόδιζαν τα ρούχα στα πόδια. Κάποιες φορές στέκονταν στο ένα πόδι και ξανά στο άλλο αλλάζοντας θέση από τη μια πλευρά της θυμέλης στην άλλη - είτε κοιτάζοντας τη σκηνή είτε το κοινό. Οι κινήσεις τους ήταν όλες αργές και εξελικτικές. Όλοι οι ηθοποιοί ήταν καλοί... Η προφορά τους ήταν προσεκτικά μελετημένη. Οι κινήσεις τους ήταν απλές και αξιοπρεπείς - "ταίριαζαν στα λόγια". Η προσεκτική παρακολούθησε δεν εντόπισε την παραμικρή στιγμή, που μια χειρονομία ή αντίδραση ήταν λάθος. Η άρθρωσή τους ήταν τέλεια και κάθε γράμμα μπορούσε ν' ακουστεί στο πιο απομακρυσμένο μέρος του θεάτρου [...]".

Όσον αφορά την εφημερίδα του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, The Harvard Crimson, έγραφε μεταξύ άλλων στις 19 Μαΐου 1881:
"Κατά τους τελευταίους μήνες, το ελληνικό έργο ήταν πηγή συζητήσεων και, όπως αναμενόταν, διατυπώθηκαν σημαντικά διαφορετικές απόψεις σχετικά με τον καταλληλότερο τρόπο παρουσίασης της αρχαίας τραγωδίας. Η υπερ-ελληνική παράταξη δεν συμφωνούσε με την ορχήστρα των σαράντα, τον παραπληρωματικό χορό των εξήντα, την ελευθερία του μουσικού στιλ, το φόρεμα με ουρά της Ιοκάστης και άλλους αναχρονισμούς. Έλεγαν ότι θα ήταν όπερα και όχι ελληνικό έργο. Η μοντέρνα παράταξη διαμαρτυρόταν ότι η Ιοκάστη θα έμοιαζε με άντρα αν δεν είχε φόρεμα με ουρά, ότι η ελληνική μουσική ήταν ευτυχώς μη ανακτήσιμη, ότι όποιες κι αν ήταν οι ακουστικές ικανότητες του θεάτρου του Διονύσου, ένας χορός δεκαπέντε ανθρώπων ποτέ δεν θ' ακουγόταν καλά στο θέατρο του Διδασκαλείου του Χάρβαρντ και ότι γενικά δεν πρέπει να κάνουμε γελοίο το έργο εισάγοντας αναχρονισμούς. Όμως όσοι είχαν την καλή τύχη να είναι παρόντες στην παράσταση της Τρίτης ή της Πέμπτης πρέπει να παραδεχτούν ότι αν οι αντίλαλοι από το Σάντερ έκαναν τον Σοφοκλή να γυρίζει στον τάφο του, θα ήταν μαζί με μια ανάσα ανακούφισης ότι η αθάνατη παραγωγή του ήταν τουλάχιστον απελευθερωμένη από τις συμβατότητες και τους περιορισμούς ενός ελληνικού φεστιβάλ και παρουσιάστηκε με όλη της την αξιοπρέπεια, χάρη και δύναμη. Πήγαμε για να δούμε ένα κομμάτι αρχαιοδιφίας και φύγαμε με την αίσθηση ότι όντως είδαμε μια τραγωδία".
Η εφημερίδα ξεχώρισε ως τους καλύτερους ηθοποιούς της παράστασης τους Ριντλ, Οπντάικ και Γκιλντ, ενώ εξαιρετικά ήταν τα σχόλια και για τα κοστούμια: "Λες και οι φιγούρες που γνωρίζουμε σε βάζα, ζωγραφιές και αγάλματα ξαφνικά απέκτησαν ζωή, έσπασαν τα δεσμά τους και εμφανίστηκαν μπροστά μας με όλη της χάρη της κίνησης και τη λάμψη του χρώματος. Το πιο καλλιτεχνικό φόρεμα ήταν ίσως αυτό της Ιοκάστης στη δεύτερη εμφάνισή της". 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου