Ο Ι.Μ. Σίνγκερ δεν ήταν ο πρώτος εφευρέτης της ραπτομηχανής, όμως η μηχανή, που εκείνος πρωτοπαρουσίασε, άλλαξε τον τρόπο που γινόταν το ράψιμο. Η ιστορία πίσω από την εφεύρεση της πρώτης μηχανής Σίνγκερ, όπως τουλάχιστον εκείνος τη διηγήθηκε, αποτελεί ένα παράδειγμα θάρρους και πείσματος, ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να τα παρατάει εύκολα, αλλά να αγωνίζεται να βρει λύσεις στα προβλήματά του (όποια προβλήματα είναι αυτά, από μια πρόκληση ενός εφευρετικού μυαλού έως κάτι πιο σημαντικό) μέχρι την τελευταία στιγμή, ακόμη και όταν όλα μοιάζουν απαισιόδοξα γύρω του.
Τον Αύγουστο του 1850, ο Σίνγκερ βρισκόταν στη Βοστόνη και με δυσκολία τα έβγαζε πέρα οικονομικά. Την εποχή εκείνη είχε μόλις λάβει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την εφεύρεση ενός τόρνου, όταν κάποιος φίλος του, ο Φελπς, τον συμβούλεψε να κατασκευάσει μια ραπτομηχανή. "Μ' αυτήν θα κερδίζεις περισσότερα χρήματα από τον τόρνο σου" του είπε, πείθοντας τελικά τον Σίνγκερ.
ην επόμενη μέρα, ο Σίνγκερ εξήγησε στο φίλο του πώς φανταζόταν την κατασκευή της ραπτομηχανής και εκείνος έσπευσε να τον βοηθήσει θέτοντας στη διάθεση του Σίνγκερ το σιδηρουργείο και τους εργάτες του. Όμως ο Σίνγκερ δεν είχε αρκετά χρήματα για να ξεκινήσουν οι δοκιμές, οπότε δανείστηκε το ποσό των 40 δολαρίων από έναν άλλο φίλο του, τον Ζίμπερ, στον οποίο, όπως και στον Φελπς, υποσχέθηκε ίσο μοίρασμα των κερδών.
Μία μόνο φορά την ημέρα έτρωγε και ξεκουραζόταν για μόλις τέσσερις ώρες ύπνου ο Σίνγκερ κατά τη διάρκεια των εντατικών εργασιών, γνωρίζοντας ότι αν τελείωναν τα χρήματα που είχε δανειστεί από τον Ζίμπερ, δεν θα έβρισκε εύκολα δεύτερη ευκαιρία. Όταν όμως τελείωσε η κατασκευή όλων των τεμαχίων, τα συναρμολόγησε και δοκίμασε να δουλέψει με τη μηχανή, ο Σίνγκερ διαπίστωσε ότι εκείνη δεν έραβε. Οι εργάτες, εξαντλημένοι από την αδιάκοπη εργασία τόσων ημερών, θεώρησαν ότι η προσπάθεια απέτυχε παταγωδώς και τον εγκατέλειψαν ο ένας μετά τον άλλο - κοινώς, την έκαναν με ελαφρά.
Ο μόνος που έμεινε πιστός στον Σίνγκερ, ήταν ο Ζίμπερ, ο οποίος μ' ένα κερί στο χέρι προσπαθούσε να κάνει λίγο φως, όσο ο φίλος του επέμενε να δουλεύει πάνω στη φιλόδοξη μηχανή. Πέρασαν αρκετές μέρες ακόμα, όμως τα αποτελέσματα ήταν φτωχά. Στο μεταξύ, η ανεπαρκής διατροφή, η αδιάκοπη εργασία, αλλά και το άγχος έκαναν ολοένα πιο νευρικό στον Σίνγκερ, που έβλεπε περίλυπος τις προσπάθειές του να επιτύχει ευθεία ραφή να βαίνουν σε απανωτές αποτυχίες.
Ένα βράδυ, περίπου μεσάνυχτα, ύστερα από μια ακόμη μέρα αδιέξοδων πειραμάτων, ο Σίνγκερ και ο Ζίμπερ το πήραν απόφαση πως έπρεπε να τα παρατήσουν, να πάνε στο ξενοδοχείο τους να ξεκουραστούν. Όμως το πρόβλημα της μηχανής συνέχιζε να τους απασχολεί κατά τη διάρκεια της διαδρομής. Γιατί δεν μπορούσε η ραπτομηχανή τους να κάνει ευθείες ραφές;
Καθώς περπατούσαν στάθηκαν σ' ένα σωρό από δοκάρια. Ξαφνικά, ο Σίνγκερ είχε μια καινούρια ιδέα. Δεν έχασαν στιγμή. Παρά τα νεύρα και την κούραση από τις απανωτές απογοητεύσεις, αλλά και χωρίς να νοιάζονται για το προχωρημένο της ώρας, επέστρεψαν αμέσως στο εργοστάσιο, άναψαν το κερί, έπιασαν δουλειά και μέχρι το ξημέρωμα είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν μια νέα ραπτομηχανή, που θα άλλαζε τα μέχρι τότε δεδομένα γράφοντας ιστορία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου