31 Αυγούστου 2013

Οι πρώτες εμφανίσεις της Μαρίας Κάλλας στην Ελλάδα και ο θρίαμβος την περίοδο της Κατοχής - Η περιγραφή της μητέρας της


Η πρώτη δημόσια εμφάνιση της Μαρίας Κάλλας έγινε σε ηλικία 14 ετών και 4 μηνών, στις 11 Απριλίου 1938, λίγους μήνες αφότου η οικογένεια Καλογεροπούλου εγκατέλειψε τη Νέα Υόρκη και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Τότε, η Μαρία ήταν ακόμη μαθήτρια του Εθνικού Ωδείου, ενώ η εμφάνισή της έγινε στα πλαίσια μουσικής επίδειξης στην αίθουσα του Παρνασσού.

Πιθανότατα, τότε γράφτηκε για πρώτη φορά και το όνομα της στις εφημερίδες - όχι όμως ως "Μαρία Κάλλας", αλλά με το βαφτιστικό της, που ήταν Μαρία Άννα Καλογεροπούλου. Συγκεκριμένα, στις 11.04.1938, στη στήλη των καλλιτεχνικών, η εφημερίδα "Πρωία" έγραφε:
"Σήμερον 6.45 μ.μ. εις την αίθουσαν "Παρνασσού" δίδεται η ετησία επίδειξις των τάξεων τραγουδιού της καθηγητρίας του Εθνικού Ωδείου Μαρίας Τριβέλλα. Λαμβάνουν μέρος η κυρία Μαρίχεν Βασιλείου, αι δίδες Μαριάννα Καλογεροπούλου, Νόρα Καρυδάκη, Αννούλα Σακκά, Έλπη Κωνσταντινίδου, Ανθούλα Βαφειάδου, Νίτσα Βλαχοπούλου, Άρτεμις Πετρίτη, Τέα Καβανόζη και οι κ.κ. Γιάννης Καμπάνης, Κώστας Καραποδίνης, Νίκος Ζαχαριουδάκης, Μανώλης Δροσούλης και Νίκος Κατσαρόπουλος".
Η δεύτερη εμφάνιση έγινε ένα χρόνο αργότερα, στις 2 Απριλίου 1939 (Κυριακή των Βαΐων), όταν η Κάλλας συμμετείχε στην παράσταση "Καβαλερία Ρουστικάνα", που ανέβηκε στο θέατρο "Ολύμπια" από τη Μελοδραματική Σχολή του Εθνικού Ωδείου. Η παρακάτω αναγγελία προέρχεται από τις εφημερίδες "Ακρόπολις" και "Πρωΐα":
"Σήμερον και ώραν 6.15 μ.μ. ακριβώς, εις το θέατρον "Ολύμπια" επαναλαμβάνεται η μεγάλη μελοδραματική επιτυχία με την "Καβαλλερία Ρουστικάνα" και τους "Παλιάτσους", κατά σκηνοθεσίαν του κ. Γ. Καρακαντά, με χορωδίαν 100 προσώπων και μεγάλην ορχήστραν, υπό την διεύθυνσιν του κ. Μ. Βούρτση. Λαμβάνει μέρος ο τενόρος Ζαννής Καμπάνης και οι Ρεμούνδου, Σημηριώτης, Αθηναίος και διά πρώτην φοράν εμφανίζεται εις τον ρόλον την Σαντούτσας η δις Μ. Καλογεροπούλου".
Οι εφημερίδες δεν ασχολήθηκαν με τη δεσποινίδα Καλογεροπούλου ούτε στη μία ούτε στην άλλη περίπτωση - και πώς θα μπορούσαν, αφού η Κάλλας ήταν ακόμη μαθήτρια. Θα ακολουθούσαν κάποιοι ρόλοι κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, όμως η πρώτη καταξίωση θα ερχόταν κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Κάποιες λεπτομέρειες από εκείνη την περίοδο αντλούμε από μια συνέντευξη που είχε δώσει η μητέρα της Κάλλας, Ευαγγελία Καλογεροπούλου, στην οποία βασίστηκε και το βιβλίο "Κάλλας, η κόρη μου", που εκδόθηκε το 1960 και διεύρυνε ακόμη περισσότερο το χάσμα στην ήδη τεταμένη σχέση μάνας και κόρης.
Η περιγραφή της Ευαγγελίας Καλογεροπούλου ίσως και να μην είναι η πλέον αξιόπιστη, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Μαρία Κάλλας φέρεται να είχε εκμυστηρευτεί σημεία και τέρατα για το πώς η μητέρα της την εξωθούσε να συνάπτει σχέσεις με Ιταλούς και Γερμανούς αξιωματικούς τα χρόνια της Κατοχής, όπως τουλάχιστον ισχυρίζεται στο βιβλίο του με τίτλο "Η άγνωστη Κάλλας: Τα ελληνικά χρόνια" ο συγγραφέας Νικόλας Πετσάλης-Διομήδης. Ωστόσο, έχει αξία να ρίξουμε μια ματιά στην αφήγησή της:

"Στην Αθήνα, από το 1940 έως το 1944, κατά τη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής, η Μαρία άρχισε να γίνεται γνωστή και αυτή υπήρξε η αρχή της φήμης της....
Το καλοκαίρι του 1941, όταν οι ναζί επέτρεψαν να ξανανοίξουν τα θέατρα, η Μαρία ξανάρχισε να τραγουδάει στο ωδείο και στην όπερα. Προσελήφθη ως πρωταγωνίστρια του θιάσου του Βασιλικού Θεάτρου. Ήταν μόλις 17 ετών! Τα μεγαλύτερα σε ηλικία μέλη του θιάσου, κυρίως οι γυναίκες, ήταν έξαλλοι από θυμό και θα τη σκότωναν ευχαρίστως. Η Μαρία δεν έκανε καμία προσπάθεια να τους κατευνάσει, αφού τσακωνόταν συνέχεια μαζί τους. Όταν ήμουν μαζί της στο θέατρο, προσπαθούσα να τη συγκρατήσω, "Μαρία, μη φέρεσαι τόσο άσχημα". "Μ' εκνευρίζουν, μαμά", μου απαντούσε.
Κάποιες φορές ορμούσε πάνω τους με προτεταμένες τις γροθιές. Μια μέρα γύρισε στο σπίτι με μαυρισμένο μάτι. Ο σύζυγος της κυρίας Φλερύ, μιας άλλης υψιφώνου, την αποκάλεσε "πόρνη". Αμέσως εκείνη άφησε τα βιβλία της, έβγαλε τα γυαλιά της και χύμηξε καταπάνω του. Ωστόσο, όταν εγώ ήμουν μέσα στο καμαρίνι της, κανείς δεν τολμούσε να την αγγίξει. Με φοβόντουσαν....
Τον Ιούλιο του 1941, στην αίθουσα του Βασιλικού Θεάτρου, η Μαρία εμφανίστηκε για τρίτη φορά σε σημαντικό ρόλο και τραγούδησε "Τόσκα" μπροστά σ' ένα κοινό γεμάτο με Γερμανούς και παλιούς στρατιώτες. "Μάριος" ήταν κάποιος Αντώνης Δελένδας. Ήταν καλός ηθοποιός και τραγουδούσε συχνά. Ένας βαρύτονος και πολύ ωραίος, ο Καρέλης, η φωνή του οποίου δεν ανταποκρινόταν ίσως στο επίπεδο του παρουσιαστικού του, τραγουδούσε το ρόλο του "Σκάρπια". Η Μαρία τραγούδησε πολύ καλά και οι Ιταλοί, που λατρεύουν την "Τόσκα", τη χειροκρότησαν, όμως το μεγαλύτερο μέρος των χειροκροτημάτων πήγε στο Δελένδα, που ήταν πολύ δημοφιλής.
Στην Αθήνα, η Μαρία δεν είχε ακόμη αποκτήσει πραγματική φήμη. Μια άλλη υψίφωνος και όχι η Μαρία θα τραγουδούσε την "Τόσκα" εκείνη τη βραδιά, όμως αρρώστησε την τελευταία στιγμή και η Μαρία επελέγη για να την αντικαταστήσει. Η υψίφωνος αυτή, της οποίας δεν θα πω το όνομα, ήταν απόλυτα αποφασισμένη να εμποδίσει τη Μαρία να τραγουδήσει. Έστειλε το σύζυγό της για ν' απαγορεύσει στη Μαρία την είσοδο στο θέατρο. Όταν, όμως, εκείνος προσπάθησε να της εμποδίσει την είσοδο, εκείνη όρμηξε πάνω του και του γρατζούνισε το πρόσωπο. Για ακόμη μία φορά ήμουν περήφανη για το θάρρος της γνώμης μου.
Λίγο αργότερα, η Μαρία τραγούδησε το ρόλο της Λεονόρα στην οριστική εκδοχή του "Φιντέλιο", της μοναδικής όπερας του μεγάλου Μπετόβεν, στο ωραίο αρχαίο ωδείο του Ηρώδου του Αττικού. Ήταν εκεί, κάτω από τ' άστρα της ζεστής ελληνικής νύχτας, που γνώρισε την πρώτη πραγματική επευφημία της. Όλο το κοινό είχε σηκωθεί να την αποθεώσει. Εκείνο το βράδυ καθόμουν δίπλα σ' ένα Γερμανό αξιωματικό, ο οποίος ήταν τόσο ενθουσιασμένος από τη φωνή της Μαρίας, που πετούσε το καπέλο του στον αέρα φωνάζοντας. "Τι καλλιτέχνης", φώναξε γυρίζοντας προς το μέρος μου. "Τι φωνή! Αυτή η κοπέλα θα γίνει διάσημη".
Όταν του είπα ότι ήμουν η μητέρα της Μαρίας, με αγκάλιασε και άρχισε να με φιλάει. "Όχι, όχι!", του φώναζα. "Είστε εχθρός μου!". Ξέσπασε σε γέλια και με φίλησε ξανά. "Δεν θα μπορούσα να είμαι εχθρός μιας γυναίκας, που έφερε στον κόσμο μια τέτοια κόρη, κυρία", μου είπε. Ήμουν έξαλλη, όμως στο βάθος της καρδιάς μου ήμουν κι ευχαριστημένη, επειδή ένας εχθρός θαύμαζε τη Μαρία"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου