Η 1η Απριλίου γιορτάζεται στην Κύπρο ως εθνική γιορτή, η επέτειος από την έναρξη της δράσης της ΕΟΚΑ το 1955 με σκοπό την εκδίωξη των Βρετανών αποικιοκρατών. Με αφορμή τη σημαντική αυτή ημέρα για τη σύγχρονη κυπριακή ιστορία κι επειδή σήμερα βρίσκομαι σε μια ποιητική διάθεση - να φταίει η άνοιξη; - αντιγράφω ένα ωραίο ποίημα του Κωστή Παλαμά, που είναι σχετικά άγνωστο στην Ελλάδα, αφιερωμένο στο νησί της Αφροδίτης. Ο ποιητής πλέκει το εγκώμιο του νησιού με λυρική διάθεση, με μικρή αναφορά στην πολυτάραχη ιστορία του, χωρίς εθνικιστικές εξάρσεις, ενώ ιδιαίτερα συμβολικό χαρακτήρα έχουν - ιδίως μετά την τουρκική εισβολή του 1974 - οι δυο τελευταίο στίχοι του ποιήματος: "Στ' ωραίο πολύπαθο κορμί η αγνή ψυχή δεν έσβυσε/ Και ζη, και ζη, και ζη!"
Ψάχνοντας στο ίντερνετ ανακάλυψα ότι το ποίημα περιλαμβάνεται στη συλλογή "Η πολιτεία και η μοναξιά" που εκδόθηκε το 1912, όμως το συγκεκριμένο ποίημα είχε δημοσιευτεί πολλά χρόνια νωρίτερα, καθώς εγώ το βρήκα σ' ένα τεύχος της Εφημερίδας των Κυριών με ημερομηνία 15.04.1901, απ' όπου και το αντιγράφω εδώ:
ΚΥΠΡΟΣ
Καλώς μας ήρθατε, παιδιά! Στην Κύπρο την αέρινη,
Στη Μακαρία γη,
Στάζει το μέλι διαλεχτό σαν πρώτα; Ακόμα γίνεται
Τ' ολόγλυκο κρασί;
Η χαρουπιά η ολόχλωρη λέει τα παληά και τ' άξια
Της αργυρής εληάς;
Και τ' αηδόνι τραγουδεί στην ευωδιά του λάδανου
Τα πάθη της καρδιάς;
Κ' οι ακρογιαλιές λαχταριστές, τ' αραξοβόλια ολόβαθα
Και τ' ακροτόπια ορθά,
Το καρτερούνε της θεάς το υπέρκαλο ξαγνάντεμα
Και δεύτερη φορά;
Καλώς μας ήρθατε παιδιά! Στην Κύπρο την πολύχαλκη,
Στην καρποφόρα γη,
Ακόμη η Μοίρα της οργής, η Μοίρα όλων των ώμορφων,
Ξεσπάει και καταλεί;
Λυσσάει με την αναβροχιά, με την ακρίδα μαίνεται,
Χτυπάει με τη σκλαβιά;
Στ' ωραίο πολύπαθο κορμί η αγνή ψυχή δεν έσβυσε;
Πέστε το, εσείς παιδιά!
Καλώς μας ήρθατε παιδιά, και φέρτε, κελαϊδίστε μας
Το ευγενικό νησί.
Μεσ' στη βαθειά της αγκαλιά μητέρα η άσπρη θάλασσα
Να κρύψει εσέ ζητεί.
Του κάκου στεριές πέλαγα, λαοί τρυγύρω σου ήμεροι
Και βάρβαροι λαοί
Σε είδανε, σε ωρέχτηκαν, και κατά σένα χύθηκαν
Ασία και Αφρική.
Ρωμαίους και Σαρακηνούς, Τούρκους και Φράγκους γνώρισες!
Ω, Ροδαφνούσα εσύ,
Από τη Δύσι ο βασιληάς κι' ο Ρήγας σ' ερωτεύτηκαν
Απ' την Ανατολή.
Κι' απ' τον καιρό που σε ηύρανε θαλασσομάχοι Φοίνικες,
Ως τώρα που σοφά
Πατάει σ' εσένα ο Βρεταννός, πολλούς αφέντες άλλαξες.
Δεν άλλαξες καρδιά.
Κ' είνε η καρδιά σου εσέ πιστή, και δένεις με γητέματα,
Και πήραν από σε
Μια ρίζα τα διαβατικά, και μοίρανε τ' αλλότρια
Δική σου χάρη, ω ναι!
Και την Αστάρτη ξέγραψεν η θεία Ποθοκρατόρισσα
Που γέννησαν οι αφροί,
Κι' από της Τύρου το Μελκάρθ, και με τα σπλάγχνα σου έπλασες
Τον Έλληνα Ηρακλή
Κι' αφού πετάξαν οι θεοί, και της Παφίας απόμεινε
Συντρίμματα ο βωμός,
Η Ροδαφνούσα σου έφτασε, και γίνηκε τραγούδι σου,
Και σ' άναψε, καϋμός.
Και του Ηρακλή το ρόπαλον επήρε και κυνήγυσε
Τον ξένο, εκδικητής.
Κ' εσέ λημέρι του έκαμε, το κάλεσμα προσμένοντας
Το μέγα, ο Διγενής.
Κ' εσύ κρυφοζωντάνεψες, ωραίο νησί, και φύλαξες,
Κ' εσύ τα προσκυνάς,
Της Ρωμηοσύνης τα είδωλα. Της Ωμορφιάς το είδωλο
Και της Παλληκαριάς.
Από τα κέδρα του Όλυμπου σκαλίστε γοργοκάραβα,
Ω Ακρίτα! Ω Ροδαφνού!
Ή κάμετε καράβια σας τα ολάνθιστα κ' ολόδροσα
Φτερούγια του Απριλιού!
Και των Ελλάδων τα νεκρά ακρογιάλια γύρα φέρτε τα,
Ξυπνήστε ένα βορειά,
Απλώστε ένα τρικύμισμα, κι' αστράφτε εμπρός και μέσα μας
Τα ωραία, τα δυνατά.
Καλώς μας ήρθατε παιδιά! Σ' εσένα Κύπρο αέρινη,
Ω Μακαρία γη,
Πήγεν ο μέγας Έρωτας και χτύπησε, κι' ανάβρησε
Θαυματουργή πηγή.
Στοιχειό ωργισμένο την πηγή βαθειά την καταχώνιασε.
Ω χέρι ονειρευτό
Που πάντα σε προσμένουμε, ξεσκέπασε, και φέρε μας
Το αθάνατο νερό!
Καλώς μας ήρθατε, παιδιά! Στην Κύπρο την αέρινη,
Στη Μακαρία γη.
Στ' ωραίο πολύπαθο κορμί η αγνή ψυχή δεν έσβυσε.
Και ζη, και ζη, και ζη!
Αυτό βέβαια ήταν ένα ποίημα που γράφτηκε στο γύρισμα του 20ου αιώνα κάτω από δεδομένες ιστορικές συνθήκες. Πολλά χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο του 1936 και ενώ είχε μεσολαβήσει ο ξεσηκωμός των Ελληνοκυπρίων κατά του αποικιοκρατικού καθεστώτος τον Οκτώβριο του 1931 (τα κυπριακά "Οκτωβριανά"), απαντώντας σε ευχετήριο γράμμα του τοποτηρητή του αρχιεπισκοπικού θρόνου Κύπρου ο Παλαμάς σχολίαζε την ελληνικότητα της Κύπρου, την οποία αποκαλούσε "μεγάλο έρωτα" κάθε Έλληνα, αλλά και προσωπικά για τον ίδιο "μεγάλη εμπνεύστρια", πατρίδα και μούσα":
"[...] Αι ευχαί του αρχιεπισκοπικού θρόνου Κύπρου, αι τόσον ευγλώττως διατυπούμεναι υπό της υμετέρας χριστιανικής μακροθυμίας διαμένουσι χαραγμέναι ζωηρώς εις τα βάθη της ψυχής μου, καθώς πληροί ανέπαφον την σκέψιν μου η εικών της Κύπρου, Ελληνίδος απαραγράπτου από αιώνων παρ' όλας τας εθνικάς εναντιότητας. Η Κύπρος, καθώς είνε ο μέγας έρως του Έλληνος πολίτου είνε και η μεγάλη εμπνεύστρια του ποιητού, πατρίς και μούσα δι' εμέ ιδιαίτετα [...]".
Διαβάστε επίσης:
Φωτογραφίες της Κύπρου πριν από εκατό (και κάτι) χρόνια [8 εικόνες]
Φωτογραφίες της Κύπρου πριν από εκατό (και κάτι) χρόνια [8 εικόνες]
ως τώρα που σοφά πατάει σ'εσένα ο Βρετανός;;;;
ΑπάντησηΔιαγραφήΜην ξεχνάς ότι, όπως σημειώνω, το ποίημα το αντέγραψα από τεύχος της Εφημερίδας των Κυριών με ημερομηνία 15.04.1901. Δεν είχε γραφτεί για τη συγκεκριμένη εφημερίδα, αλλά οπωσδήποτε εκείνη την περίοδο, λίγο μετά την ήττα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, όταν το όραμα της "μεγάλης ιδέας" έμοιαζε να ξεθωριάζει, κάτι που αποτυπώθηκε και στην ποίηση του Παλαμά γενικότερα. Προφανώς, ο έπαινος της παρουσίας των Βρετανών στο νησί ("σοφά πατάει") γινόταν σε αντιδιαστολή με την τουρκική κατοχή για περίπου τρεις αιώνες μέχρι το 1878. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι εκείνη την εποχή η Κύπρος δεν είχε ακόμη ανακηρυχτεί "αποικία του Στέμματος". Αλλιώς διαβάζεται ο συγκεκριμένος στίχος σήμερα - ή πολύ περισσότερο διαβαζόταν τη δεκαετία του 1960 - κι αλλιώς την εποχή που γράφτηκε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩς τώρα που σοφά, δεν άλλαξες καρδιά θέλει να πει ο Παλαμάς και όχι ότι σοφά πατάει ο Βρετανός. Άλλωστε εξ ορισμού το να πατάει κάποιος τον άλλο δεν είναι ευγένεια αλλά τυραννία. Και το Πατάει μπαίνει με κεφαλαία και σε άλλο στίχο και δεν είναι συνέχεια του σοφά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΧωρίς ν' αποκλείω να ερμηνεύω λάθος το στίχο, θεωρώ ότι δεν έχει σημασία που το "πατάει" ξεκινάει με κεφαλαίο και ότι βρίσκεται σε άλλο στίχο, καθώς αυτός είναι ο τρόπος γραφής του ποιητή. Όλοι οι στίχοι ξεκινάνε με κεφαλαίο, χωρίς να διακόπτεται απαραίτητα η συνέχεια του νοήματος. Άλλωστε δεν υπάρχει τελεία. Όσον αφορά το ρήμα "πατάει", θεωρώ ότι αναφέρεται στο χώμα του νησιού και όχι με υποτιμητική διάθεση ως τύραννος. Προσωπικά εκτιμώ ότι θα πρέπει να το διαβάσουμε στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής, αλλά φυσικά αυτό είναι απλά η δική μου ερμηνεία. Κάθε άλλη άποψη καλοδεχούμενη :)
ΑπάντησηΔιαγραφή