4 Απριλίου 2012

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΑΕΡΟΠΟΡΟΣ (Η πρώτη πτήση και το πρώτο δυστύχημα της πολεμικής αεροπορίας)


Στις 4 Απριλίου 1913 (π.η.) σημειώθηκε το πρώτο δυστύχημα της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας. Επρόκειτο για ένα αεροπλάνο τύπου Bleriot XI με δύο επιβάτες, τον Εμμανουήλ Αργυρόπουλο και τον Κωνσταντίνο Μάνο, οι οποίοι ανασύρθηκαν νεκροί ύστερα από ατύχημα στην περιοχή του Λαγκαδά Θεσσαλονίκης. Δεκατέσσερις μήνες νωρίτερα, στις 8 Φεβρουαρίου 1912, ο Αργυρόπουλος είχε γίνει ο πρώτος Έλληνας αεροπόρος πετώντας με αεροσκάφος τύπου Νιούπορτ πάνω από την πρωτεύουσα.. 

Η ΠΡΩΤΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗ ΠΤΗΣΗ
Η προαναγγελία της είδησης για την πρώτη πτήση αεροπλάνου στη χώρα μας πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων της εποχής. Διαβάζουμε στην πέμπτη σελίδα του φύλλου της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ: "Σήμερον την 8ην πρωϊνήν ώραν εις τους στρατώνας του Μηχανικού ο πρώτος Έλλην αεροπόρος κ. Αργυρόπουλος θα κάμη δοκιμάς πτήσεως του αεροπλάνου του παρουσία των αρχών".
Ωστόσο, πολύ μεγάλη έκταση δόθηκε την επομένη, μετά την πραγματοποίηση της δοκιμαστικής πτήσης. Στο πρωτοσέλιδο της ίδιας εφημερίδας διαβάζουμε με πηχαίους τίτλους: "ΤΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟΝ ΤΟΥ κ. ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΕΙΣ ΥΨΟΣ 500 ΜΕΤΡΩΝ - Ο κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΕΠΕΤΑΞΕ", καθώς ο τότε πρωθυπουργός, κ. Ελευθέριος Βενιζέλος, ήταν συνεπιβάτης σε μία δεύτερη αεροπορική πτήση, που πραγματοποιήθηκε την ίδια ημέρα ενώπιον πλήθους κόσμου, που είχε συγκεντρωθεί στους στρατώνες του Ρουφ. 
Όπως διαβάζουμε στο σχετικό ρεπορτάζ, ο Αργυρόπουλος ήταν 25 ετών, ψηλός και διπλωματούχος της σχολής Μαρμελλάν, ενώ κατά το παρελθόν ο πατέρας του είχε υπηρετήσει ως πρεσβευτής στην Αγία Πετρούπολη.. Σύμφωνα με την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ (08.02.1912, απογευματινή έκδοση), ο Αργυρόπουλος είχε ήδη στο ενεργητικό του τρεις τιμητικές πτήσεις, , ενώ το μονοπλάνο του ήταν "εκ των τελειοτέρων θεωρουμένων και έχει εξοικειωθή τελείως προς αυτό".
Την πρώτη πτήση την πραγματοποίησε μόνος του φέροντας την αεροναυτική στολή, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει η προετοιμασία για την απογείωση του αεροπλάνου: "Ο αδελφός του κ. Αργυρόπουλου κρατεί τας πτέρυγας της έλικος και οι στρατιώται του Μηχανικού τας δύο πλαγίας πτέρυγας του αεροπλάνου και το πηδάλιον. Εις το πρόσταγμα "έτοιμοι" ο αδελφός Αργυρόπουλος και οι στρατιώται αφήνουν τας πτέρυγας και η κινήτηριος μηχανή αρχίζει να λειτουργεί. Η έλιξ στρέφεται με δαιμονιώδη ταχύτητα και κρότον εγείρουσα νέφος σκόνης. Το αεροπλάνον προχωρεί επί των δύο τροχών, ενώ οι στρατιώται οι υποβαστάζοντες το πηδάλιον προχωρούν μέχρι αποστάσεως είκοσι μέτρων" (ΣΚΡΙΠ, 09.02.1912).
Τότε, το αεροπλάνο άρχισε να απογειώνεται υπό τα χειροκροτήματα του πλήθους φτάνοντας σε υψόμετρο 500 μέτρων. Κινήθηκε με διεύθυνση προς την Ακρόπολη, έκανε στροφή πάνω από το Θησείο, διέγραψε κύκλο πάνω από τις οδούς Σταδίου και Πειραιώς και επέστρεψε στο σημείο από το οποίο απογειώθηκε. Κατά την προσγείωση έτρεξε να τον αγκαλιάσει η μητέρα του, ενώ όταν ο Βενιζέλος τον πλησίασε για να τον συγχαρεί, ο πρώτος Έλληνας αεροπόρος ρώτησε τον πρωθυπουργό, αν επιθυμούσε να πετάξει μαζί του. 



Σύμφωνα με το αντιβενιζελικό ΣΚΡΙΠ, η αρχική άρνηση του Βενιζέλου δεν πτόησε τον Αργυρόπουλο, ο οποίος επέμεινε πείθοντας τον να φορέσει την αεροπορική κάσκα και να ανέβει ως συνεπιβάτης σε μια δεύτερη πτήση, η οποία είχε διάρκεια πέντε λεπτών, κατά την οποία το αεροπλάνο ανέβηκε μόλις μέχρι τα 150 μέτρα ύψος για λόγους ασφαλείας. Όταν στη συνέχεια ο Βενιζέλος, που είχε την τιμή να είναι ο δεύτερος Έλληνας που πέταξε με αεροπλάνο, ρωτήθηκε για τις εντυπώσεις του από την πτήση, απάντησε ότι το θέαμα ήταν μεν θαυμάσιο, ωστόσο οι προσωπικές του εντυπώσεις ήταν συγκεχυμένες "ένεκα της ιλιγγιώδους ταχύτητος του αεροπλάνου".
Μια διαφορετική εκδοχή φιλοξενούσε η φιλοκυβερνητική εφημερίδα ΕΣΤΙΑ. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της συγκεκριμένης εφημερίδας, την πρωτοβουλία την είχε πάρει ο ίδιος ο Βενιζέλος, που ξαφνικά έβγαλε το καπέλο του και φόρεσε το δερμάτινο κάλυμμα του αεροπόρου. Διαβάζουμε:
"Πράγματι ο κ. Πρωθυπουργός εζήτησε να πετάξη. Η επιτυχής πτήσις, η εκτελεσθείσα ενώπιόν του, τον ενθάρρυνε. Και ο κ. Αργυρόπουλος, φυσικά, δεν ημπόρει να του το αρνηθή. Μερικοί συμβουλεύουν περισσότεραν φρόνησιν. Αλλ' ο κ. Πρωθυπουργός μειδιά. Άλλως τε ο κ. Αργυρόπουλος είνε πλέον εις την θέσιν του και καλεί διά μειδιάματος τον κ. Πρόεδρον να τον ακολουθήση εις την θέσιν του συνεπιβάτου, ήτις είνε ακριβώς όπισθεν και ολίγον υψηλωτέρα της θέσεως του κυβερνώντος".
Όσον αφορά τις εντυπώσεις του Ελευθέριου Βενιζέλου, η ΕΣΤΙΑ δημοσίευσε τελείως διαφορετικές δηλώσεις: "Έχομεν κάμει τόσην κατάχρησιν των επιθέτων, ώστε δεν μπορεί να εκφρασθή κανείς. Το μόνον που έχω να ειπώ είνε ότι ελυπήθην διότι η πτήσις διήρκεσε τόσο ολίγον!". Επίσης, η ίδια εφημερίδα δημοσίευσε και μια στιχομυθία του ρεπόρτερ με τον Εμμανουήλ Αργυρόπουλο, ως προς το γιατί τη δεύτερη φορά πέταξε σε χαμηλότερο ύψος: "Εβάρυνεν ίσως εις το αεροπλάνον η προσωπικότης του κ. Πρωθυπουργού", ήταν το σχόλιο του δημοσιογράφου και ο πιλότος απάντησε, "Ίσως αυτό να είναι!".
Εξάλλου, σύμφωνα με την εφημερία ΑΣΤΡΑΠΗ (08.02), η δεύτερη πτήση ολοκληρώθηκε διήρκεσε λιγότερη ώρα, "διότι εφοβείτο την ευθύνην τυχαίου ατυχήματος, το οποίον θα εβάρυνε και τον συνεπιβάτην του κ. πρωθυπουργόν". Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι τόσο η ΕΣΤΙΑ όσο και η ΑΣΤΡΑΠΗ δημοσίευαν την είδηση στη δεύτερη σελίδα, ενώ η τελευταία αφιέρωσε πολύ λίγες γραμμές για να περιγράψει την πρώτη αεροπορική πτήση στην Ελλάδα.
Η πανηγυρική ημέρα τελείωσε με τη βάφτιση του αεροπλάνου από τους παρευρισκόμενους, με τον καθένα να του δίνει και από ένα όνομα. Ο ίδιος ο Αργυρόπουλος διάλεξε το όνομα "Αλκυών", ενώ ο Βενιζέλος το βάφτισε "Αλβιών" ή "Ιέραξ". Τρεις ημέρες αργότερα, στις 11 Φεβρουαρίου 1912, πραγματοποιήθηκαν και οι πρώτες αεροδρομίες στο Παλαιό Φάληρο στη μεγάλη πλατεία του ζωολογικού κήπου, ενώ η Εταιρία των Τροχιοδρόμων διέθετε την ημέρα εκείνη τρένα με προορισμό το Π. Φάληρο ανά πέντε λεπτά, διευκολύνοντας τον κόσμο που ήθελε να παρακολουθήσει από κοντά το πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της εποχής θέαμα.

ΤΟ ΔΥΣΤΥΧΗΜΑ
Στις 8 το πρωί της 4ης Απριλίου 1913, ο Αργυρόπουλος πραγματοποίησε μια πρώτη πτήση πάνω από τη Θεσσαλονίκη με συνεπιβάτη τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών κ. Λάμπρο, τον οποίο κατέβασε κοντά στο σιδηροδορμικό σταθμό. Το αεροπλάνο ήταν τουρκικό λάφυρο από τον πρώτο βαλκανικό πόλεμο, κάτι που υπογραμμίστηκε από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων.
Στις 9 πραγματοποιήθηκε η δεύτερη και μοιραία πτήση, συνεπιβάτης της οποίας ήταν ο Κωνσταντίνος Μάνος, ποιητής και πολιτικός - ανιψιός του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, αρχηγού του Εθνικού Κόμματος. Το δυστύχημα έλαβε χώρα στην περιοχή του Λαγκαδά όπου και κατέπεσε από ύψος 500 με 600 μέτρων "λόγω των σχηματιζομένων αντιθέτων ρευμάτων", όπως διαβάζουμε στα δημοσιεύματα των εφημερίδων της εποχής.
Το σχετικό τηλεγράφημα του υπουργείο Εξωτερικών από τη Θεσσαλονίκη έγραφε: "Αεροπόρος Αργυρόπουλος ιπτάμενος σήμερον άνωθεν Λαγκαδά κατέπεσε φονευθείς". Οι περιγραφές ορισμένων εφημερίδων για τα τραύματα των δύο νεκρών ήταν υπερβολικά λεπτομερείς και παραστατικές, ώστε δεν θα είχε νόημα να τις αναπαράγει κανείς, ωστόσο γεγονός είναι ότι τα πρόσωπα τους είχαν παραμορφωθεί.  Ο θάνατος του Αργυρόπουλου ήταν ακαριαίος, ενώ ο Μάνος εξέπνευσε περίπου τρία λεπτά μετά την άφιξη των παρισταμένων, που έτρεξαν στην περιοχή, μόλις είδαν το αεροπλάνο να πέφτει.
Τα θύματα μεταφέρθηκαν αμέσως στο στρατιωτικό νοσοκομείο Θεσσαλονίκης που έδρευε στο Παπάφειο ορφανοτροφείο, ενώ δύο ημέρες αργότερα μεταφέρθηκαν με το ατμόπλοιο "Θράκη" μέχρι το λιμάνι του Πειραιά. Εν συνεχεία, τα φέρετρα των δύο νεκρών σκεπασμένα με τη γαλανόλευκη μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και ακολούθησαν οι κηδείες τους με όλες τις προσήκουσες τιμές και παρουσία του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, πολιτικών, αξιωματικών και των συγγενών των νεκρών.
Στις 18 Απριλίου, η εφημερίδα "Πατρίς" δημοσίευσε την παρακάτω φωτογραφία από τα συντρίμμια του αεροπλάνου:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου