19 Ιουνίου 2012

Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ


Όλα δείχνουν ότι το μαρτύριο μιας τρίτης σερί εκλογικής αναμέτρησης θα το αποφύγουμε. Κατά τη γνώμη μου, κακώς υποστήκαμε το μαρτύριο της δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης μέσα σε σαράντα ημέρες. Ποτέ στην ιστορία του ελληνικού κράτους δε συνέβη κάτι παρόμοιο, ούτε ακόμα και στην εποχή που ο βασιλιάς είχε δικαίωμα να διαλύει τη Βουλή όποτε "του κάπνιζε", μόνο και μόνο επειδή διαφωνούσε με τη σύνθεσή της τον μακρινό 19ο αιώνα. Τότε βέβαια είχαμε το φαινόμενο της αλλαγής του πρωθυπουργού κάθε τρεις και λίγο, όμως τουλάχιστον το Κοινοβούλιο λειτουργούσε κανονικά. Άλλωστε, ποιος ειλικρινά πιστεύει, σ' αυτήν την περίοδο οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ανωμαλίας που έχουμε την ατυχία να ζούμε, ότι θα σταματήσουν οι πρωθυπουργοί ν' αλλάζουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα; Ήδη τους τελευταίους δώδεκα μήνες, η χώρα κυβερνήθηκε από τρία διαφορετικά πρόσωπα να έχουν καταλάβει το πρωθυπουργικό αξίωμα, ενώ αναμένεται να εκλεγεί  σύντομα ένα τέταρτο με τη συναίνεση των κομμάτων που θα συμμετάσχουν στην νέα κυβέρνηση. 
Ομολογώ ότι τον τελευταίο μακρύ προεκλογικό αγώνα δεν τον παρακολούθησα από κοντά. Όχι επειδή δεν ενδιαφέρομαι για τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, αλλά ακριβώς γιατί δεν εξυπηρετούσε σε τίποτα. Αυτό άλλωστε φάνηκε και από τα εκλογικά αποτελέσματα. Εν πολλοίς, η δύναμη των δύο πρώτων κομμάτων (ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ) αυξήθηκε σε αναμενόμενα πλαίσια και μάλλον καταναγκαστικά, χωρίς δηλαδή να ανταποκρίνεται στο πραγματικό αίσθημα των πολιτών απέναντι στους δύο αυτούς πολιτικούς σχηματισμούς. 
Επί της ουσίας, τα κόμματα που εκπροσωπήθηκαν στη Βουλή των δύο ημερών που προέκυψε από τις εκλογές της 6ης Μαΐου, διατήρησαν τις δυνάμεις τους με ελάχιστες και προβλέψιμες απώλειες, αν αναλογιστεί κανείς ότι στήθηκε ένα σκηνικό πρωτοφανούς πόλωσης και εκφοβισμού του εκλογικού σώματος είτε προς τη μία είτε προς την άλλη κατεύθυνση. Η ΔΗΜΑΡ και η Χρυσή Αυγή ουσιαστικά διατήρησαν τα ποσοστά τους, οι ελάχιστες απώλειες του ΠΑΣΟΚ ήταν αναμενόμενες και άνευ ουσίας, οι απώλειες των Ανεξαρτήτων Ελλήνων ήταν εξίσου αναμενόμενες, αν όχι λιγότερες του αναμενόμενου, αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόκειται για έναν νεόκοπο κομματικό σχηματισμό χωρίς καμιά συγκεκριμένη πολιτική θέση πέραν του "όχι στο μνημόνιο", ενώ επίσης αναμενόμενες ήταν οι αναμφίβολα σημαντικές απώλειες του ΚΚΕ, του μοναδικού ίσως κόμματος από όσα θα εκπροσωπηθούν στη νέα Βουλή, το οποίο υπέστη πραγματική πολιτική ήττα. 
Στην πραγματικότητα το ποσοστό που συγκέντρωνε το ΚΚΕ τα τελευταία χρόνια ήταν πλασματικό, φιλοξενώντας πολίτες που το ψήφιζαν όχι επειδή ασπάζονταν το κομμουνιστικό του όραμα, αλλά από σεβασμό στους αγώνες του για την εργατική τάξη. Ωστόσο, η προοπτική ανάδειξης της πρώτης κυβέρνησης της Αριστεράς απομάκρυνε τους μάλλον ευκαιριακούς ψηφοφόρους του κόμματος, το οποίο απέμεινε να εκπροσωπεί κοινοβουλευτικά μόνο τους πραγματικούς κομμουνιστές, οι οποίοι ουδέποτε ξεπερνούσαν στη χώρα το 4 - 5% του εκλογικού σώματος. 
Τι ήταν λοιπόν αυτό που συνέβη στις 17 Ιούνη και ανέβασε κατά δέκα μονάδες τα ποσοστά των δύο πρώτων κομμάτων; Πολύ απλά, οι ψηφοφόροι που στις 6 Μαΐου επέλεξαν κάποιο από τα κόμματα που δεν κατάφεραν να περάσουν το όριο του 3% (και τα οποία - για να μην ξεχνιόμαστε - είχαν συγκεντρώσει το 19% των ψήφων στις εκλογές του Μαΐου), αποφάσισαν να ψηφίσουν κάποιο από τα δύο κόμματα που διεκδικούσαν την πρώτη θέση στις εκλογές της περασμένης Κυριακής, ώστε η ψήφος τους να έχει αντίκρισμα και να μπορέσει να επηρεάσει τις εξελίξεις στη χώρα, κάτι που είχε καταστεί αδύνατο στις εκλογές του περασμένου μήνα λόγω του παράλογου εκλογικού νόμου που ισχύει. 
Ποιοι ήταν όμως οι ψηφοφόροι που στις 6 του Μάη επέλεξαν κάποιο από τα κόμματα που τελικά έμειναν εκτός Βουλής; Ήταν κυρίως άτομα δυσαρεστημένα με το πολιτικό σύστημα στο σύνολό τους, οι οποίοι αναζητούν ένα νέο πολιτικό φορέα και κυρίως νέα πρόσωπα για να εκφραστούν, μακριά από τους ήδη υφιστάμενους κομματικούς σχηματισμούς. Δυστυχώς, η ατολμία νέων προσώπων να βγουν μπροστά με δυναμισμό και η αδυναμία συνεννόησης ανθρώπων που με δημόσιες παρεμβάσεις τους ζητούσαν την ανανέωση της πολιτικής μας ζωής, ακόμα και ο θολός πολιτικός τους λόγος, εγκλώβισαν ένα μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος, που στις μεν 6 Μάη διασκορπίστηκε σε πλήθος μικρών κομμάτων που έμειναν τελικά εκτός Βουλής και στις 17 Ιούνη στράφηκαν με μισή καρδιά σε κόμματα που δεν τους εκφράζουν επί της ουσίας, σε κόμματα που άλλωστε πριν ένα μόλις μήνα είχαν απορρίψει με την ψήφο τους αναζητώντας το νέο. 
Γι' αυτό εκτιμώ ότι η πραγματική δύναμη των κομμάτων, ειδικά της ΝΔ και λιγότερο του ΣΥΡΙΖΑ (που ούτως ή άλλως δε θα συμμετάσχει στο νέο κυβερνητικό σχήμα), αποτυπώθηκε στις εκλογές του Μαΐου και όχι της 17 Ιούνη, όπου ήταν μια ψήφος με βαριά καρδιά και υπό το καθεστώς εκφοβιστικών διλημμάτων. Γι' αυτό εξάλλου δεν πρόκειται να υπάρξει ούτε μία ημέρα περίοδος χάριτος στο νέο κυβερνητικό σχήμα, το οποίο άλλωστε επί της ουσίας δε θα αντιστοιχεί σε λαϊκή πλειοψηφία (τα τρία κόμματα δε συγκεντρώνουν μαζί το περίφημο 51%, που δεν πρέπει να το υποτιμούμε σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης), παρόλο που η κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα είναι αρκετά ευρεία.
Πόσο συνεκτική όμως θα είναι αυτή η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 179 βουλευτών, εφόσον τελικά προκύψει συνεργασία ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, όπως δείχνουν τα μέχρι τώρα στοιχεία; Κατ' αρχήν, δεν είναι δυνατή η αναθεώρηση του Συντάγματος, κάτι που αποτελεί επιτακτική ανάγκη, ως πρώτο βήμα για να βγούμε κατ' αρχήν από το πολιτικό αδιέξοδο των τελευταίων ετών. Η χώρα χρειάζεται ένα νέο Σύνταγμα, το οποίο να καταργήσει πρώτα απ' όλα το καθεστώς ατιμωρησίας των πολιτικών προσώπων με αλλαγή του πλαισίου "περί ευθύνης υπουργών", καθώς το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο δηλητηριάζει την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος συνολικά. 
Ωστόσο, το πιο κρίσιμο ζήτημα, εκείνο που θα κρίνει την μακροημέρευση ή όχι του νέου κυβερνητικού σχήματος, είναι η διαχείριση της τρέχουσας οικονομικής και κοινωνικής κρίσης: από τη διαχείριση της στρατηγικής αναθεώρησης και των πολιτικών εφαρμογής του Μνημονίου μέχρι το ζήτημα αντιμετώπισης της λαθρομετανάστευσης είναι σαφές ότι οι κυβερνητικοί εταίροι πρέπει να προβούν σε υποχωρήσεις. Αν η ΝΔ κινηθεί στην αλαζονική λογική "στηρίξετε τις πολιτικές μου θέσεις, επειδή ήρθα πρώτο κόμμα" (με το οικτρό ποσοστό του 29% που στην πραγματικότητα δεν υπερβαίνει το 18.5% των εκλογών του Μαΐου), πολύ φοβάμαι ότι η κυβέρνηση δε θα βγάλει ούτε το καλοκαίρι. 
Αντίστοιχα, βέβαια, θα πρέπει να κάνουν συμβιβασμούς και τα άλλα δύο κόμματα, ειδικά η ΔΗΜ.ΑΡ., με τη διαφορά όμως ότι ειδικά το κόμμα του κυρίου Κουβέλη δικαιούται να προτάξει το επιχείρημα ότι εκπροσωπεί ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που ουδέποτε μέχρι σήμερα συμμετείχε στη λήψη αποφάσεων σε ένα ανώτερο επίπεδο, και η συμμετοχή του οποίου είναι απαραίτητη για την έξοδο της χώρας από την κρίση, εφόσον βέβαια ασκηθούν οι σωστές πολιτικές - κάτι όχι και τόσο αυτονόητο ότι θα συμβεί, οφείλω να ομολογήσω. Αυτός είναι ο λόγος που εκτιμώ ότι το πρόσωπο του νέου πρωθυπουργού θα πρέπει να είναι άλλο, και όχι κάποιος από τους τρεις αρχηγούς: η ανάγκη σύνθεσης. 
Πόσο εύκολο θα είναι για τον αρχηγό ενός κόμματος με σαφείς, δεξιόστροφες θέσεις για ζητήματα οικονομίας και ασφάλειας να εφαρμόσει πολιτικές που αναπόφευκτα θα πρέπει να ενσωματώνουν και λογικές της αριστεράς; Το ίδιο φυσικά ισχύει και στην αντίστροφη περίπτωση. Είναι αδιανόητα τα επιχειρήματα ότι "πρωθυπουργός πρέπει να γίνει αυτοδικαίως ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, διότι έτσι συμβαίνει στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη" παραγνωρίζοντας την εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο που διανύει η χώρα, όπου το ζητούμενο είναι η υπέρβαση των κομματικών διαφορών και η σύνθεση όλων των απόψεων. Εκτός κι αν ο κύριος Σαμαράς, ως ειδικός στην κυβίστηση, εκτιμά ότι μπορεί να εφαρμόσει αριστερές πολιτικές - αν γνωρίζει τι σημαίνει αριστερή πολιτική πρόταση.
Ας μη γελιόμαστε, η κοινωνία δεν έχει ηρεμήσει ούτε θα ηρεμήσει σύντομα. Δεν πιστεύω ότι η όποια αναθεώρηση του Μνημονίου θα είναι εντυπωσιακή. Για την ακρίβεια, εκτιμώ ότι ενδεχομένως το μόνο που θα επιτευχθεί είναι η ολιγοετής παράταση του χρόνου αποπληρωμής του νέου δανείου, χωρίς την οποιαδήποτε αλλαγή στις υπόλοιπες υποχρεώσεις της χώρας (μετενέργεια, αύξηση του κατώτατου μισθού, σημαντική μείωση του ΦΠΑ κλπ). Άντε, το πολύ πολύ, να μειωθεί μία με δύο μονάδες ο ΦΠΑ (παραμένοντας πάντως σε υψηλά επίπεδα) ή να υπάρξει συμβιβασμός σε ένα-δυο ζητήματα ελάσσονος σημασίας. Όχι ότι εύχομαι να συμβεί κάτι τέτοιο. Το αντίθετο θα έλεγα, μακάρι να υπάρξουν μεγάλες αλλαγές. 
Πραγματιστικά όμως το θεωρώ δύσκολο, ειδικά στη συγκεκριμένη περίοδο, όπου τα οικονομικά της χώρας έχουν εκτροχιαστεί λόγω της παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου, αλλά και του επιχειρήματος ότι "πάση θυσία πρέπει να παραμείνουμε στο ευρώ", το οποίο θεωρώ ότι εξασθενεί τη διαπραγματευτική ικανότητα της χώρας, όταν το προβάλλουμε τόσο έντονα και με φοβική διάθεση. (Να διευκρινίσω ότι είμαι φανατικός υπέρμαχος της παραμονής της χώρας στη ζώνη του ευρώ, όμως δεν αντιλαμβάνομαι πώς μπορεί η χώρα να αναδιαπραγματευτεί επί της ουσίας το οτιδήποτε, όταν ήδη προτάσσει αυτό το "πάση θυσία". Είναι σαν να λέμε στους εταίρους μας να μας κάνουν κανένα ψυχικό από την καλή τους καρδιά, αλλά αν δεν το πολυθέλουν, δε χάλασε κι ο κόσμος...) Σίγουρα ελπίδα αποτελεί η προώθηση ενός αναπτυξιακού πακέτου, το οποίο όμως από μόνο του δεν αρκεί όσο διαρκεί η συστημική κρίση της ευρωζώνης, ενώ τα όποια θετικά αποτελέσματά του θα φανούν όχι άμεσα αλλά σε ένα με δύο χρόνια. 
Ας μη γελιόμαστε, ο λαός δεν έχει άλλη υπομονή, έχουν εξαντληθεί οι όποιες αντοχές, και αναζητούνται άμεσες ανακουφιστικές λύσεις. Νομίζω ότι το ερώτημα στα στοιχήματα για το εάν ή πότε θα εγκαταλείψει η Ελλάδα το ευρώ, θα μπορούσε κάλλιστα να αντικατασταθεί από το ερώτημα για το πότε θα γίνουν οι πρώτες μεγάλες διαδηλώσεις στην πρωτεύουσα, ακριβώς επειδή οι πολίτες που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ, τους Ανεξάρτητους Έλληνες ή προτίμησαν αντισυστημικές επιλογές, όπως Χρυσή Αυγή και ΚΚΕ, έχουν ελάχιστα περιθώρια υπομονής από ένα πολιτικό σύστημα που δεν εμπιστεύονται. Ας μην ξεχνάμε ότι τους περιβόητους "Αγανακτισμένους" του 2011 δεν τους έβγαλε στις πλατείες 
κανένα πολιτικό κόμμα, παρόλο που υπήρξαν κόμματα που στη συνέχεια τους εκμεταλλεύτηκαν. Και αν είναι αυξημένη η πιθανότητα ενός νέου γύρου κοινωνικής αναταραχής σε σύντομο χρονικό διάστημα, το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν εξαρτάται από την πρωτοβουλία του ενός ή του άλλου κοινοβουλευτικού κόμματος, αλλά από τη διάψευση ή όχι των προσδοκιών μιας κοινωνίας χωρίς αντοχές, αλλά με αυξημένο τον πήχη των προσδοκιών.

ΥΓ: Θεωρώ ότι ένας από τους πρώτους νόμους που θα πρέπει να ψηφιστούν από τη νέα Βουλή, είναι η αλλαγή του εκλογικού νόμου και μάλιστα με αυξημένη πλειοψηφία 200 βουλευτών, ώστε να ισχύσει από την επόμενη εκλογική διαδικασία, η οποία δε νομίζω να αργήσει (από έξι μήνες μέχρι ένα χρόνο το πολύ). Δεν μπορεί ο κόσμος να εγκλωβίζεται σε πολιτικούς σχηματισμούς που δεν τον εκφράζουν μόνο και μόνο από το φόβητρο της ακυβερνησίας. Μπορεί με αυτόν τον τρόπο να ικανοποιούνται οι ονειρώξεις ορισμένων πολιτικών αρχηγών που θέλουν να γίνουν πρωθυπουργοί για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους, όμως σε καμία περίπτωση δεν καθιστά την κοινωνία σύμμαχό τους. 
Επίσης, εύχομαι να υπάρξουν ουσιαστικές πρωτοβουλίες για την ανατροπή του υπάρχοντος πολιτικού σκηνικού, το οποίο μετά βίας επιζεί με ενέσεις, ενώ στην πραγματικότητα είναι κλινικά νεκρό. Απαιτείται η ανάδειξη νέων κομμάτων με νέα πρόσωπα και σαφές ιδεολογικοπολιτικό στίγμα για το σύνολο των κοινωνικών προβλημάτων, που να αποκτήσουν ουσιαστική απήχηση σε πλατιά στρώματα της κοινωνίας. Η αλλαγή δεν είναι κάτι που πρέπει να φοβόμαστε - το ακριβώς αντίθετο. Η ελληνική ιστορία βρίθει τέτοιων παραδειγμάτων, μόνο που δυστυχώς η αλλαγή ερχόταν ύστερα από μακρές μεταβατικές περιόδους, με αφορμή κάποιο ιδιαίτερα αρνητικό γεγονός. Δε χρειάζεται αυτό να επαναληφθεί και τώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου