31 Δεκεμβρίου 2012

Παλιότερες Πρωτοχρονιές μέσα από τις σελίδες των εφημερίδων της εποχής.


Ας κάνουμε μια αναδρομή σε περασμένες Πρωτοχρονιές, να γνωρίσουμε πώς γιόρταζαν οι παλιότερες γενιές την αλλαγή του έτους. Πώς θα γίνει αυτό; Με μια αναδρομή στα δημοσιεύματα των εφημερίδων: περιγραφές της εμπορικής κίνησης, άρθρα που κάνουν απολογισμό της χρονιάς που έφευγε, φωτογραφίες, σκίτσα, στατιστικά στοιχεία. Μια άλλη Ελλάδα την οποία δεν χρειάζεται - ούτε έχει και νόημα - να τη νοσταλγούμε, αλλά αρκεί να την γνωρίσουμε. 

1900
Η κακοκαιρία που επικρατούσε στην Αθήνα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1900 κράτησε τους κατοίκους μακριά από τα εμπορικά καταστήματα της πόλης προς μεγάλη λύπη των εμπόρων. Όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα ΠΡΩΙΑ της 1.1.1900, καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας έπεφτε "λεπτή και διαρκής βροχή", η οποία το απόγευμα μεταβλήθηκε σε "ραγδαία" μεταβάλλοντας "εις θάλασσαν βορβόρου πάσας τας οδούς, εχρειάζετο δε πολύς ηρωισμός ίνα ριψοκινδυνεύση τις εις τοιούτον ωκεανόν λάσπης, ην ουδέποτε βλέπουσιν ούτε αυτά τα σοκάκια της Κων/πόλεως". 
Εν τω μεταξύ, κάνοντας αναδρομή στο 1899, η ίδια εφημερίδα το χαρακτήριζε ως "το πτωχότερον εις πολιτικά ή εις άλλα άξια ιστορικής ύλης συμβεβηκότα διά την Ελλάδα" και ότι η μόνη του αξία ήταν ότι έκλεινε τις πύλες ενός πολυκύμαντου αιώνα, "του μεγίστου των μέχρι τούδε". Ήταν, άλλωστε, ο αιώνας που δημιουργήθηκε το πρώτο ελληνικό κράτος.

1905
Εκτενέστατη αναφορά στα δρώμενα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς έκανε η εφημερίδα ΧΡΟΝΟΣ, που κυκλοφόρησε την 1η Ιανουαρίου του 1905, καθώς είχε παρατηρηθεί "κίνησις πρωτοφανής" στους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας και ιδίως στις οδούς Αιόλου και Ερμού. "Ο θόρυβος και ο κρότος μικρών τυμπάνων και ροκανών, ήχοι μικρών σαλπίγγων, αι φωναί των πολιτών και του πλήθους η θορυβώδη διέλευσις απετέλουν την μουσικήν παροδίαν της ημέρας", κατά την περιγραφή του συντάκτη του ρεπορτάζ. Κάποιοι παραπονούνταν για τις ακριβές τιμές, υπήρχαν όμως κι εκείνοι που έδειχναν κατανόηση λόγω των εορτών, από τις οποίες περιμένουν οι έμποροι για να ζήσουν. 
Κι ενώ στην πρωτεύουσα οι άνθρωποι έκαναν τα ψώνια τους, στον Πειραιά τα πράγματα κινούνταν σε υποτονικούς ρυθμούς. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν προκαλούσε εντύπωση στην εφημερίδα, καθώς "ο Πειραιεύς ποτέ δεν χαρακτηρίζεται διά την ζωηρότητά του κατά την τέλεσιν των εορτών δημοσίων, ίσως διότι εις την πόλιν αυτήν, έχουν συγκεντρωθή όλοι οι άνθρωποι του θετικού πνεύματος και της δημιουργίας εν τη εργασία", σύμφωνα με τον συντάκτη. Αρκετή κίνηση παρατηρήθηκε μόνο στις οδούς Αθηνάς και Φίλωνος, "κατά τας απογευματινάς ιδίως ώρας".
Η κίνηση στους δρόμους της Αθήνας συνεχίστηκε ζωηρή μέχρι τις 9 το βράδυ, οπότε έκλειναν όλα τα μαγαζιά. Κι όταν λέμε όλα, εννοούμε όλα - ακόμη και τα καφενεία. Μάλιστα, η εφημερίδα διαμαρτυρόταν προς την αστυνομία εν όψει της αργίας της Πρωτοχρονιάς: "Να κλείση τα οινοπωλεία μάλιστα. Αλλά τα ζυθοπωλεία και τα καφενεία, τα κεντρικότερα μάλιστα, διά ποίον λόγο να τα κλείση από της 9ης; Ηπείλησε ποτέ την τάξιν η διανυκτέρευσις τούτων;" Λίγο πιο κάτω, ο συντάκτης αποκάλυπτε για ποιο λόγο ενδιαφερόταν κυρίως για τα καφενεία: "... δια να διέλθωμεν τας ώρας μας σήμερον, όσοι δεν έχωμεν να παίξωμεν...".
Η αλήθεια είναι ότι το παραδοσιακό πρωτοχρονιάτικο χαρτάκι τιμόταν δεόντως από τους Αθηναίους της εποχής. Διαβάζουμε στον ΧΡΟΝΟ: "Πέραν της 9ης εσπερινής ώρας η πόλις ολόκληρος έχει μεταβληθή εις χαρτοπαίγνιον... Όπου οικία και χαρτοπαίγνιον..... Η πρώτη ερώτησις του φίλου σου σήμερον προτού σου ευχηθή "έτη πολλά" είναι να σε ερωτήση πόσα έχασες. Είναι απαραίτητος η ερώτησις αυτή, διότι πρέπει να συμπληρώση δι' αυτής την ευχή της πρωτοχρονιάς. Εάν του είπης ότι εκέρδισες, θα σου απαντήση "και του χρόνου. Πάμε να κεράσης, γιατί εγώ έχασα". Και το αποτέλεσμα είναι ότι εις το τέλος όλοι ευρίσκονται χαμένοι".
Όμως, εκτός από την περιγραφή της κίνησης την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, η εφημερίδα ΧΡΟΝΟΣ δημοσίευσε στο ίδιο φύλο και ορισμένα ενδιαφέροντα στατιστικά στοιχεία του Πειραιά για το απελθόν έτος 1904. Έτσι, λοιπόν, μεταξύ άλλων διαβάζουμε ότι κατά το 1904 ανεγέρθηκαν στον Πειραιά 161 νέες οικοδομές (έναντι 203 το 1903), νηολογήθηκαν 10 ατμόπλοια και 7 ιστιοφόρα (έναντι 12 και 4 αντίστοιχα μία χρονιά νωρίτερα), ενώ απεβίωσαν 1.500 άτομα (έναντι μόλις 1.200 το 1903). Στην πρωτεύουσα, συνολικά πέθαναν 3.300 άτομα μέσα στο 1904, εκ των οποίων "428 εκ φθίσεως, 30 εκ τύφου, 20 εκ διεφθερίτιδος, 47 εκ τυφοειδούς πυρετού" και οι υπόλοιποι εξ αιτίας άλλων ασθενειών. 
Τέλος, σύμφωνα με τα στοιχεία του Αρχηγείου της Χωροφυλακής, καθ' όλη τη διάρκεια του 1904 είχαν τελεστεί 178 φόνοι, 78 απόπειρες, 142 φόνοι εξ αμελείας, 120 απαγωγές, 83 απόπειρες και άλλες 22 εκούσιες απαγωγές, 20 βιασμοί, 22(!) βρεφοκτονίες, 2 πατροκτονίες, 4 αδελφοκτονίες, 10 συζυγοκτονίες, 434 κλοπές, 51 ζωοκλοπές, 25 αντιστάσεις κατά της αρχής, 16 ιεροσυλίες, 13 παραχαράξεις, 15 πλαστογραφίες και 203 λαθρεμπορίες. Θα είχε ενδιαφέρον να κάναμε μια αντιπαραβολή με τα σημερινά στοιχεία - λαμβάνοντας φυσικά υπ' όψη την τεράστια διαφορά στα πληθυσμιακά μεγέθη.


1908
"Το λήξαν έτος 1907 κατεβυθίσθη εις τον Ωκεανόν των αιώνων. Επιπλέουσι μόνον ολίγα ιστορικά γεγονότα αξιοσημείωτα και μέλλοντα να αναγραφώσιν εις την παγκόσμιον ιστορίαν". Έτσι ξεκινούσε το κύριο, πρωτοσέλιδο άρθρο της εφημερίδας ΚΑΙΡΟΙ, που κυκλοφόρησε την 1η Ιανουαρίου 1908
Περιγράφοντας την κίνηση στους δρόμους της Αθήνας κατά την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, η εφημερίδα επικεντρώθηκε στην οδό Ερμού, όπου συγκεντρώθηκε το μεγαλύτερο πλήθος, παρά τον ψυχρό καιρό. Οι ροκάνες και οι σφυρίχτρες προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση "κατά τρόπον ώστε να αντιλαλή ακόμη και τώρα η οδός Ερμού από τον σατανικόν θόρυβον". Το μόνο που φαινόταν να είχε μειωθεί σε σχέση με προηγούμενες χρονιές ήταν οι... σερπαντίνες, καθώς "ολίγαι κορδέλλαι εξσφενδονίσθησαν εις το κενόν και οι εξώσται έμειναν αμέτοχοι από τας εχθροπραξίας". Όπως φαίνεται, πριν έναν αιώνα, οι προπαππούδες μας δεν έπαιζαν χαρτοπόλεμο με τις σερπαντίνες μόνο τις Αποκριές, αλλά και την Πρωτοχρονιά. 
Όσον αφορά τον Πειραιά, η πόλη ξύπνησε από τους ήχους "των ζουρνάδων, των τυμπάνων και των άλλων εκείνων οργάνων τα οποία θόρυβον μόνον προξενούν, ουχ ήττον και χαράν και ευθυμίαν και εν μέρει άνοιγμα καρδιάς". Πάντως, είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ο συντάκτης των ΚΑΙΡΩΝ χαρακτήριζε τους Πειραιώτες ως "ευφυείς και πρακτικούς", δηλαδή παρόμοια με τον συνάδελφο στο ΧΡΟΝΟ τρεις Πρωτοχρονιές νωρίτερα. 
Στις υπόλοιπες συνοικίες της πρωτεύουσας επικρατούσε "μέγας συναγερμός", καθώς οι νοικοκυρές και οι "γυναικούλες του λαού", κατά την ελαφρά υποτιμητική περιγραφή της εφημερίδας, έκαναν του κόσμου τις δουλειές, καθάριζαν τα σπίτια και ετοίμαζαν γλυκά, ενώ παιδιά με... μουστάκια τραγουδούσαν τα κάλαντα και τον ερχομό του Άι Βασίλη.
Το βράδυ, μετά το κλείσιμο της αγοράς, "το μακελειό εστήθη εις σαλόνια διάφορα γύρω από τραπέζια", μόνο που τώρα "η θύελλα... έδερνε και τα πορτοφόλια", κατά τη γλαφυρή περιγραφή του συντάκτη, ο οποίος υπονοούσε το πρωτοχρονιάτικο χαρτάκι. Το έθιμο δεν σταμάτησε, παρόλο που τη βραδιά εκείνη η αστυνομία συνέλαβε δεκάδες χαρτοπαίκτες, οι οποίοι έπαιζαν μανιωδώς "πασέττα, λασκενέ και βακαρά και μπατιφόνι". 


1912
Στις 1.1.1912, η φιλοβενιζελική εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ έκανε ένα θριαμβευτικό απολογισμό της χρόνιας που έφυγε, κατά την οποία τέθηκαν οι βάσεις για την αναγέννησης μιας χώρας, που μέχρι τότε βρισκόταν στο έρμαιο μικροκομματικών ανταγωνισμών, ενώ έφερε το βάρος της ήττας του 1897 και του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Διαβάζουμε στο κύριο άρθρο της εφημερίδας:
"Σπανίως έτος Ελληνικόν έκλεισε τόσον ευτυχές, όσον το απερχόμενον 1911. Ο Ευρωπαϊκός Τύπος, προηγηθείς εις επιθεώρησιν αυτού, λόγω του νέου ημερολογίου, ωμίλησε περί της Ελλάδος μετά τόσης ευφημίας, ώστε να παρέλκη σήμερον παρά του Ελληνικού Τύπου οιαδήποτε επανάληψις των λεχθέντων.. Αρκεί να ενθυμηθή τις οποίας ήτο η Ελλάς κατά τα τέλη του 1910 και οποία παρουσιάζεται σήμερον ως Κράτος. Τότε δισταγμοί και φόβοι εκράτουν περί της τύχης και του μέλλοντος της χώρας ημών. Φόβοι περί της πολιτικής ανακαινίσεως (σημ.: στις εκλογές του Οκτωβρίου είχε επικρατήσει το Κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου) και δισταγμοί περί του έργου της Ανορθώσεως. Εμειδίων τα παλαιά κόμματα με την νέαν Βουλήν και με τους νέους άνδρας και υπήρχον οι αμφιβάλλοντες περί του εάν η Ελλάς θα κατορθώση να επανίδη ημέρας καλλιτέρας τύχης. Και όμως, η απαισιοδοξία του παλαιοκομματισμού κατετροπώθη και το Ελληνικόν Κράτος εισήλθεν εις οδόν τάξεως, νομιμότητος, προόδου και ακμής. Εντός ολιγίστου χρόνου ήρκεσε  σοβαρά εργασία να δώση καρπούς αγλαούς και όλοι σήμερον βλέπομεν και ανομολογούμεν την διαφοράν της καταστάσεως... Η υπόληψις της Ελλάδος εν τω εξωτερικώ ανεστηλώθη και η Ελλάς, μεταβαλούσαν όψιν, απετέλεσε το αντικείμενον των διεθνών επαίνων και της Εΰρωπαϊκής εκτιμήσεως..."
Όσον αφορά την κίνηση στους δρόμους την ημέρα της παραμονής, αυτή περιγραφόταν ως "ζωηροτάτη" στις οδούς Σταδίου, Ερμού και Αιόλου. Εδικά η οδός Ερμού, κατά το απόγευμα, "συνεταράσσετο από ήχους μουσικών, ροκανών, τσαμπουνών κλπ.", ενώ δεν έλειπε και ο χαρτοπόλεμος με τις σερπαντίνες. Εξάλλου, στην οδό Σταδίου άναψαν τα φώτα και ο δρόμος ήταν "μέχρι βαθείας νυκτός λουσμένος εις το φως".
Συνωστισμός επικρατούσε και στον Πειραιά, ιδιαίτερα στη Λεωφόρο Αθηνάς, όπου "ως εκ του συνωστισμού μετά δυσκολίας διέσχιζε το εκείθεν διερχόμενον ηλεκτρικόν τραμ της Καστέλλας - Φαλήρου". Μάλιστα, λόγω του πολύ κόσμου, η κίνηση παρατάθηκε μέχρι τις 9.30' το βράδυ. Δεν έλειπε ούτε εδώ ο καθιερωμένος χαρτοπόλεμος, ενώ ιδιαίτερη νότα έδωσαν μαθητές του Γυμνασίου Πειραιώς, οι οποίοι έψελναν κάλαντα σε ομάδες με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων υπέρ των Πειραϊκών Σκοπευτηρίων.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε η εφημερίδα στα ψώνια των λιλιπούτειων Αθηναίων, που πίεζαν τους γονείς τους για τις αγορές παιχνιδιών. Μολυβένια στρατιωτάκια, τενεκεδένιοι στόλοι, αεροπλάνα, σιδηρόδρομοι και ζωάκια "απήχθησαν εν θριάμβω εις τα Αθηναϊκά σπίτια υπό τους ενθουσιώδεις αλαλαγμούς των Τοτών, των Πίπηδων, των Γιαννάκηδων και των Τιτικών, των Μαρικών και όλων των άλλων χαριτωμένων μικρών των Αθηναίων", αν και ο ρεπόρτερ μάλλον αναφερόταν στους γόνους των πλουσίων οικογενειών της πρωτεύουσας. Τοτός, Πίπης και Τιτίκα δεν περιλαμβάνονταν στα ονόματα που θα συναντούσε κανείς στις λαϊκές συνοικίες - ούτε για δείγμα. Το ρεπορτάζ διανθίστηκε και με σχετικές φωτογραφίες παιδιών να κρατούν χαρούμενα τα πρωτοχρονιάτικα δώρα τους.

Εν τω μεταξύ, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσίαζε το πρωτοσέλιδο της ΕΣΤΙΑΣ την επόμενη μέρα, 2 Ιανουαρίου 1912. Η εφημερίδα δημοσίευε στην πρώτη της σελίδα ένα συγκριτικό πίνακα ανάμεσα στην Ελλάδα του 1837 και την Ελλάδα του 1912. εξετάζοντας τι είχε αλλάξει στη χώρα μέσα σε διάστημα 75 ετών.Με βάση τα στοιχεία αυτά:
-Το 1837, η Ελλάδα είχε έκταση 47.516 τ.χλμ. και 752,077 κατοίκους. Ο οικονομικός απολογισμός του κράτους έδειξε έσοδα 23.118.533 δραχμές και 14 λεπτά και έξοδα 20.054.028 δραχμές και 60 λεπτά. Η σταφιδική παραγωγή ήταν 22 εκατομμύρια λίτρα. Η Πελοπόννησος δεν είχε ελιές, καθώς είχαν καεί από το στρατό του Ιμπραήμ κατά τη διάρκεια του Αγώνα για την Ελευθερία, ενώ αμπέλια υπήρχαν μόνο στα νησιά του Αιγαίου και στις ορεινές περιοχές. Δρόμοι σχεδόν δεν υπήρχαν, εκτός από μονοπάτια απ' όπου περνούσαν καραβάνια με μουλάρια και στα οποία "φύτρωσαν αγκάθια και ήταν αυλακωμένα με νερό". Δεν λειτουργούσε κανένα μεταλλείο, ενώ δεν υπήρχε ούτε μία πόλη που να μην βρισκόταν σε κατάσταση ερειπίων. Εξάλλου, τον Ιούλιο του 1843, οι έντοκες καταθέσεις των πολιτών της χώρας στην Εθνική Τράπεζα υπολογίζονταν σε 37.000 δραχμές. 
-Το 1912, μέσα σε 75 χρόνια δηλαδή και πριν την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων που διπλασίασαν τη χώρα, η Ελλάδα είχε έκταση 63.270 τ.χλμ. (με την προσάρτηση των Επτανήσων, της Θεσσαλίας και της Άρτας) και 2.631.952 κατοίκους. Ο προϋπολογισμός το έτους προέβλεπε έσοδα 143.618.645 δρχμ. και έξοδα 142.448.113 δρχμ και 90 λεπτών. Η παραγωγή της κορινθιακής σταφίδας ζύγιζε 320 εκατομμύρια λίτρα (συν 3.000.000 λίτρα λευκής), ενώ η παραγωγή της ελιάς έφτανε τις 66.850.000 οκάδες (χωρίς να υπολογίζονται οι βρώσιμες ελιές) και η συνολική έκταση των αμπελιών υπολογιζόταν σε 1 εκατομμύριο στρέμματα. Το σύνολο των οδικών δικτύων που κατασκευάστηκαν στη χώρα ήταν 390.901 χιλιόμετρα - εκ των οποίων τα 160 χλμ. κατασκευάστηκαν την περίοδο από την απελευθέρωση μέχρι το 1852, ενώ μέσα στην επόμενη 15ετία κατασκευάστηκαν άλλα 223 χλμ. Η συντριπτική πλειοψηφία του οδικού δικτύου της χώρας - μέχρι τότε - είχε κατασκευαστεί μέσα σε 45 μόλις χρόνια, μετά τη σύσταση του Ταμείου Οδοποιίας το 1867. Εξάλλου, το συνολικό ύψος των καταθέσεων των πολιτών στις έξι μόνο μεγάλες τράπεζες της εποχής ανήρχοντο σε 408.100.000 δραχμές. 


1929
"Άλλες χρονιές ο Άη-Βασίλης ερχόταν με καράβια χάρτινα ή και ξύλινα, αναλόγως της καλαισθησίας των παιδιών, που περιήρχοντο τα σπίτια και τα καταστήματα για να πουν τα κάλανδα. Εφέτος μας ήλθε μέσ' από το χωνί του φωνογράφου", έγραφε η εφημερίδα ΠΡΩΙΑ την Πρωτοχρονιά του 1929 σηματοδοτώντας το πέρασμα σε μια άλλη εποχή, περισσότερο τεχνολογική. Με το φωνογράφο υπό μάλης " αντί καραβιού, αντί τριγώνου ταμπαριού ή της πίπιζας", οι πλανόδιοι μουσικοί έκαναν το γύρο της πρωτεύουσας, "ανέβηκαν ακόμη στα τραμ και στα τραίνα" και αντί να πουν οι ίδιοι τα κάλαντα, τα τραγουδούσαν οι καλλιτέχνες της φωνογραφικής πλάκας. "Του χρόνου καθόλου απίθανον, να μας έλθη ο Άη-Βασίλης με αεροπλάνο και να προαναγγείλουν την έλευσιν του, εναερίως, πάλιν μεγάφωνα ή και ο ασύρματος", προέβλεπε ο συντάκτης της εφημερίδας.  Εξάλλου, καθώς ο καιρός που επικρατούσε στην Αθήνα ήταν ηλιόλουστος και γεμάτος "με ανοιξιάτικες χαρές", ο συντάκτης παρατήρησε ότι "εφέτος κ' η φτωχολογιά την χαράν των ημερών αυτών, που ήταν προνόμιον μόνον των πλουσίων".
Σε άλλη σελίδα, η εφημερίδα δημοσίευε ενδιαφέροντα στοιχεία της γενικής διεύθυνσης των Ταχυδρομείων, Τηλεγράφων και Τηλεφώνων (Τ.Τ.Τ.) για τον απολογισμό του 1928. Τη χρονιά εκείνη, η τηλεγραφική υπηρεσία είχε διαχειριστεί περισσότερα από 4.000.000 τηλεγραφήματα εσωτερικού και 1.000.000 τηλεγραφήματα εξωτερικού, ενώ μαθαίνουμε ότι τα τηλεφωνικά κέντρα 16 πόλεων είχαν εξυπηρετήσει 6.846 τηλεφωνικές συσκευές, εκ των οποίων οι 6.107 ανήκαν σε ιδιώτες συνδρομητές. Στη Θεσσαλονίκη εγκαταστάθηκε νέο κέντρο 1.200 συνδρομητών, ενώ στην Αθήνα παραγγέλθηκε η αύξηση του νέου κέντρου κατά 1.500 συνδρομητές. Εξάλλου, κατά το 1928, εξυπηρετήθηκαν περισσότερες από 40.000 υπεραστικές συνδιαλέξεις, ενώ τέθηκαν σε λειτουργία οι κοινόχρηστοι τηλεφωνικοί θάλαμοι του Πειραιά. Τέλος, είχε προκηρυχθεί διεθνής διαγωνισμός για την εγκατάσταση κι εκμετάλλευση ενός ραδιοφωνικού πομπού στην πρωτεύουσα.



1930
Η εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ της 1ης Ιανουαρίου 1930 δημοσίευσε τις ευχές του τότε πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου προς τον ελληνικό λαό. Καθώς οι συνέπειες από το κραχ του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης το απελθόν έτος 1929 δεν είχαν φτάσει ακόμη στη χώρα μας, ο Βενιζέλος απηύθυνε ένα μήνυμα ελπίδας και αισιοδοξίας, ενώ έδωσε έμφαση στην αγροτική παραγωγή, που άλλωστε αποτελούσε τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας της εποχής. Το μήνυμα του Ελευθέριου Βενιζέλου για το νέο έτος είχε ως εξής:
"Εύχομαι ο νέος χρόνος να μας φέρει ακόμη πλησιέστερα στην ημέρα, κατά την οποία ο ελληνικός λαός θα δει την ειρηνική του προσπάθεια θριαμβεύουσα. Εν τω μεταξύ, ας μην παύσουμε όλοι οι Έλληνες, από τον πρώτο έως τον τελευταίο να εργαζόμεθα, καθένας στον κύκλο της δράσης του, με επιμονή, με σύστημα, αλλά με ενθουσιασμό, για να επισπεύσουμε την ανατολή της ημέρας αυτής.
Η ελληνική γη δεν θα αρνηθεί να μας προσφέρει πλούσιους τους καρπούς της, εφόσον την καλλιεργούμε, οδηγούμενοι από το φως της επιστήμης και βοηθούμενοι από την Αγροτική Τράπεζα. Και η ελληνική ευφυΐα, η οποία θριάμβευσε και θριαμβεύει κάθε μέρα και εντός και εκτός της Ελλάδας στο εμπόριο, στη βιομηχανία, στη ναυτιλία μπορεί να γίνει, παράλληλα προς τη γεωργία, το έτερο σκέλος της ανάπτυξης.
Νομίζω ότι δεν πρέπει να θεωρείται κανείς υπερβολικά αισιόδοξος, αν πιστεύει ότι με την εξασφάλιση πολιτικής ομαλότητας και ισχυρής κυβέρνησης, ακολουθούσης ένα συνεχές και ενιαίο σύστημα στην αύξηση και εντατική εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών δυνάμεων της χώρας, κάθε νέος χρόνος που μπαίνει, θα μας φέρνει πλησιέστερα προς την εσωτερική ανόρθωση της Ελλάδας, για την οποία όλοι μοχθούμε".
Στο ίδιο μήκος κύματος με τις ευχές του πρωθυπουργού της χώρας ήταν και το πρωτοσέλιδο σκίτσο της εφημερίδας.



1941
Με την Ελλάδα να αντιστέκεται και να θριαμβεύει στο αλβανικό έδαφος ("εποποιία του '40"), όπως ήταν φυσικό, τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της Πρωτοχρονιάς του 1941 ήταν σε πανηγυρικό κλίμα. Στο κύριο άρθρο της, η απογευματινή εφημερίδα Ο ΤΥΠΟΣ σημείωνε: "Το έτος 1940 είναι το έτος της Ελλάδος. Διότι κατά το έτος αυτό η Ελλάς επετέλεσε μίαν από τις σημαντικοτέρας πράξεις της ιστορίας της και της ιστορίας των λαών", ενώ στη συνέχεια η εφημερίδα απαριθμούσε πώς η μία μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν υποταχθεί στα ναζιστικά στρατεύματα του Χίτλερ προβάλλοντας ελάχιστη ή και ανύπαρκτη αντίσταση. 
Στο πρωτοσέλιδα της εφημερίδας δημοσιεύτηκε μια πολύ πετυχημένη, έγχρωμη γελοιογραφία με τον Άη Βασίλη να προσφέρει την ελληνική σημαία ως δώρο στο Μουσολίνι, λέγοντας του: "Για να στολίσεις τη Ρώμη, όταν θα νικήσει ο ελληνικός στρατός". Στο ίδιο πνεύμα και η ανταπόκριση ενός δημοσιογράφου της εφημερίδας από το μέτωπο υπό τον τίτλο "Καλή αντάμωση στα Τίρανα!".
Όσοι πάλι βρίσκονταν στην Αθήνα, μπορούσαν να διασκεδάσουν επισκεπτόμενοι κάποια από τις σατιρικές, πολεμικές θεατρικές παραστάσεις της εποχής: στο θέατρο "Βρεττάνια", ο θίασος Αυλωνίτη έδινε την πανηγυρική πρώτη της επιθεώρησης "Κορόιδο Μουσολίνι", στο θέατρο "Κοτοπούλη" παιζόταν ("δι' 6ην εβδομάδα και 85ην φοράν") η παράσταση "Τα πολεμικά Παναθήναια" με τα "επίκαιρα πολεμικά κάλαντα", όπως διαβάζουμε στη σχετική διαφήμιση, ενώ στο θέατρο Κυβέλης παιζόταν η "Μπόμπα 1941", που διαφημιζόταν ως "η τελευταία λέξις της επικαιρότητος". 

1945
Αν αναζητήσουμε τη χειρότερη Πρωτοχρονιά του ελληνικού κράτους, αυτή αναμφίβολα ήταν η Πρωτοχρονιά του 1945, όταν η χώρα ήταν βυθισμένη στη λαίλαπα των Δεκεμβριανών, αν και η κατάσταση είχε αρχίσει να ξεκαθαρίζει και να δείχνει προς την κατεύθυνση της υποχώρησης του ΕΛΑΣ και την επίτευξη μιας πρώτης συμφωνίας, η οποία όμως θα έμενε μετέωρη και θα οδηγούσε σ' ένα δεύτερο εμφυλιοπολεμικό γύρο λίγους μήνες αργότερα. Στο φύλλο της 31ης Δεκεμβρίου 1944 της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ διαβάζουμε για την παραίτηση της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου μια μέρα νωρίτερα, την ορκωμοσία του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού ως Αντιβασιλέα, τις καταγγελίες του στρατηγού Σκόμπι, αρχηγού των βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα, για τις "βαρβαρότητες του ΕΛΑΣ" αποσιωπώντας τις βαρβαρότητες και της δικής του πλευράς, τη συντριβή των δυνάμεων του ΕΛΑΣ στις περιοχές Παγκρατίου και Καισαριανής, θέματα από το ευρωπαϊκό πολεμικό μέτωπο, αλλά και ανταποκρίσεις από το Λονδίνο για τις βρετανικές αντιδράσεις στα όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου