Ο Νιμ Τσίμπσκι, το όνομα του παραπέμπει επίτηδες στον γνωστό φιλόσοφο Νόαμ Τσόμσκι, γεννήθηκε το Νοέμβριο του 1973 1973 στο εργαστήριο του Ινστιτούτου Μελετών των Πρωτευόντων Θηλαστικών της Οκλαχόμα. Ο Νιμ δεν ήταν άνθρωπος, αλλά χιμπαντζής. Επελέγη από τους επιστήμονες ν' αποτελέσει το πειραματόζωο σε μια πρωτότυπη έρευνα για να διαπιστωθεί εάν και κατά πόσο μπορεί ένας χιμπατζής ν' αποκτήσει ανθρώπινες ιδιότητες, όπως η επικοινωνία και η γλώσσα. Η ιστορία του έγινε βιβλίο ("Nim Chimpsky: The Monkey Who Would Be Human") αλλά και ντοκιμαντέρ ("Project Nim"), το οποίο κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ του Σάντανς το 2011.
Λίγες μόνο μέρες μετά τη γέννηση του, ο Νιμ "υιοθετήθηκε" από την πολυμελή οικογένεια της Στέφανι ΛαΦαρτζ, η οποία είχε 7 παιδιά, και μετακόμισε στη Νέα Υόρκη. Εκεί, κοιμόταν σε κανονικό κρεβάτι, έπαιζε με τα ανθρώπινα αδελφάκια του και τρεφόταν από το μαστό της υποτιθέμενης "μητέρας" του. Απέκτησε αρκετές ανθρώπινες συνήθειες, όπως να ντύνεται μόνος του, να πλένει τα πιάτα και να συμμετέχει σε ορισμένες δουλειές του σπιτιού κλπ. Απέκτησε, όμως, και κακές συνήθειες, όπως το κάπνισμα (από καπνό μέχρι μαριχουάνα) και η μπίρα.
Ο Νιμ απέκτησε μια ευρεία γκάμα συναισθημάτων: από αγάπη για τη "μητέρα" του μέχρι ζήλια για τον άντρα της, τον υποτιθέμενο "πατέρα" του. Ωστόσο, όσο περνούσε ο καιρός γινόταν μάλλον ανεξέλεγκτος και συμπεριφερόταν περισσότερα ως χιμπαντζής, όπως είναι η φύση του, παρά ως άνθρωπος. Δάγκωνε τα μέλη της ανθρώπινης "οικογένειας" του και τους δασκάλους του, κατέστρεφε τα έπιπλα του σπιτιού κλπ. Η φύση είχε κερδίσει.
Τελικά, ο Νιμ, που δεν κατάφερε κατ' αρχήν να προσαρμοστεί στο ανθρώπινο περιβάλλον, χρειάστηκε να μετακομίσει. Δεύτερη μητέρα του έγινε η φοιτήτρια ψυχολογίας Λόρα-Αν Πετίτο. Στο νέο περιβάλλον, ο Νιμ σημείωσε σημαντική πρόοδο και κατάφερε να μάθει 125 γλωσσικά σημάδια, ενώ το αγαπημένο του ήταν το σήμα που αναπαριστούσε τη λέξη "παιχνίδι". Η φύση του ζώου, όμως, δεν ήταν εύκολο να καμφθεί. Κάποια στιγμή ο χιμπατζής της ιστορίας μας δάγκωσε την Πετίτο επιφέροντας της σοβαρά τραύματα.
Ο Νιμ άλλαξε και πάλι περιβάλλον, όμως και πάλι η κατάληξη ήταν ίδια δαγκώνοντας και τον τρίτο άνθρωπο που ανέλαβε να τον φροντίζει. Έτσι, σε ηλικία 4 ετών στάλθηκε πίσω στην Οκλαχόμα, στο εργαστήριο όπου ήρθε στην ζωή. Υπήρχε, όμως, ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα. Ο Νιμ ερχόταν για πρώτη φορά σ' επαφή με άλλους χιμπατζήδες και δεν ήξερε πώς να συμπεριφερθεί.
Κάποια στιγμή, το Ινστιτούτο έκλεισε λόγω οικονομικών προβλημάτων και ο Νιμ μετακόμισε ξανά, αυτή τη φορά σ' ένα μικρό ερευνητικό εργαστήριο του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Ο υπεύθυνος του εργαστηρίου διαπίστωσε ότι τα πειράματα ήταν αντιδεοντολογικά και αποφάσισε να ελευθερώσει τον Νιμ, ο οποίος μεταφέρθηκε στο Τέξας, σ' ένα σανατόριο για κακοποιημένα άλογα. Εκεί, τον επισκέφτηκε κάποια στιγμή η πρώτη του μητέρα, όμως η χαρά του Νιμ ήταν τόσο μεγάλη και ανεξέλεγκτη, που λίγο έλειψε να τη σκοτώσει.
Εκείνη την περίοδο, στην ζωή του Νιμ μπήκε ο Μπομπ Ίνγκερσολ, ένας βιολόγος που εργαζόταν στο Κέντρο Πρωτευόντων Θηλαστικών της Οκλαχόμα και τον γνώριζε από μικρό. Τώρα, όμως, ανέπτυξε μια οικειότητα μαζί του. "Ήξερα πώς να γίνω χιμπατζής" είναι η ερμηνεία που δίνει ο ίδιος ύστερα από τόσα χρόνια και εξηγεί: "Να γυρνάμε γύρω-γύρω, να γαργαλάμε και να χαστουκίζουμε ο ένας τον άλλο, ν' ανεβαίνουμε τα δέντρα και να σκέφτομαι σαν ένα παιδί 9 ετών".
Εκείνη την περίοδο, στην ζωή του Νιμ μπήκε ο Μπομπ Ίνγκερσολ, ένας βιολόγος που εργαζόταν στο Κέντρο Πρωτευόντων Θηλαστικών της Οκλαχόμα και τον γνώριζε από μικρό. Τώρα, όμως, ανέπτυξε μια οικειότητα μαζί του. "Ήξερα πώς να γίνω χιμπατζής" είναι η ερμηνεία που δίνει ο ίδιος ύστερα από τόσα χρόνια και εξηγεί: "Να γυρνάμε γύρω-γύρω, να γαργαλάμε και να χαστουκίζουμε ο ένας τον άλλο, ν' ανεβαίνουμε τα δέντρα και να σκέφτομαι σαν ένα παιδί 9 ετών".
Ο Νιμ πέθανε το 2000, σε ηλικία μόλις 26 ετών από καρδιακή προσβολή, πολύ νωρίτερα απ' ότι ένας χιμπαντζής σε αιχμαλωσία (55-60 ετών). Ο Ίνγκερσολ εκτιμά ότι ο Νιμ πέθανε επειδή είχε ραγίσει η καρδιά του, ενώ χαρακτηρίζει τα αντίστοιχα πειράματα ως "θεμελιωδώς απάνθρωπα". Πρόσφατα, το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι περιόρισε τα πειράματα πάνω σε χιμπατζήδες ως "μη αναγκαία", αν και ακτιβιστές κάνουν λόγο για χίλιους περίπου χιμπαντζήδες που εξακολουθούν να παραμένουν υπό την κηδεμονία του κράτους. Ίσως αυτό το ντοκιμαντέρ και η ιστορία του Νιμ, που ούτως ή άλλως είχε απασχολήσει τα αμερικανικά ΜΜΕ κατά τη δεκαετία του '70, να ευαισθητοποιήσει περισσότερους στο θέμα αυτό.
Πηγή: ABCNews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου