10 Απριλίου 2013

Οι τελευταίες στιγμές του Χαρίλαου Τρικούπη

Το Άστυ, 10.04.1896

Στις 10 Απριλίου 1896, μία ημέρα πριν την κηδεία του Χαρίλαου Τρικούπη, ο οποίος πέθανε στις Κάννες (30 Μαρτίου), όπου είχε αυτοεξοριστεί μετά την εκλογική αποτυχία του 1895, η εφημερίδα "Το Άστυ" δημοσίευσε ένα χρονικό με τις τελευταίες στιγμές του σπουδαίου πολιτικού άντρα, όπως τις είχε καταγράψει στις σημειώσεις του, ο λοχαγός του πυροβολικού Κωνσταντίνος Τρικούπης, ξάδερφος του εκλιπόντος, που τον επισκέφτηκε μαζί με την πολυαγαπημένη του αδερφή Σοφία τις τελευταίες ώρες της ζωής του. Η αφήγηση της εφημερίδας ήταν σε τρίτο πρόσωπο.

Σύμφωνα με όσα διαβάζουμε στο συγκεκριμένο δημοσίευμα, η Σοφία Τρικούπη μαζί με τον ξάδελφό της, Κωνσταντίνο Τρικούπη, έφθασαν στις Κάννες στις 11.30΄π.μ. της 28ης Μαρτίου και αμέσως διευθύνθηκαν στο ξενοδοχείο Gray et d; Albion, όπου κατοικούσε ο Χαρίλαος Τρικούπης. Στο σταθμό του σιδηροδρόμου τους περίμενε ο βαρώνος Τραούτεμβεργ και ο γενικός πρόξενος στη Μασσαλία, κ. Φίλων.
Όταν η Σοφία έφθασε στο ξενοδοχείο, εκεί την υποδέχθηκε ο γιατρός κ. Φραγκ, ο οποίος την πληροφόρησε για τις λεπτομέρειες της ασθένειας του αδερφού της, της επέστησε την προσοχή να μην τον ταράξει με συγκινησιακή έκρηξη, αλλά να οπλιστεί με όση απάθεια μπορεί. Ο ασθενής είχε ταραχθεί υπερβολικά από την προηγούμενη ημέρα, διότι ενώ περίμενε την αδελφή του, εκείνη δεν είχε φτάσει λόγω της καθυστέρησης του ατμόπλοιου. 
- Pourquoi Sophie n'est pas venue? Est-ce que vous savez si elle viendra? ("Γιατί δεν ήρθε η Σοφία; Ξέρετε αν θα έρθει;")
Από εκείνη την ώρα, ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν έπαψε να προφέρει το όνομα της αδερφής του ούτε στιγμή. Πριν η Σοφία μπει στο δωμάτιο του ασθενούς, μπήκε ο γιατρός, ο οποίος τον προετοίμασε για την είσοδο της αδελφής του. Δεν άφησε όμως να μπει μέσα και ο ξάδελφος του, αλλά του επέτρεψε μόνο να τον δει από την πόρτα, την ώρα που έμπαινε η Σοφία. Παρ' όλη την προσπάθεια που εκείνη κατέλαβε να μείνει ατάραχη, η συνάντηση του Χαρίλαου Τρικούπη με την αδερφή του ήταν συγκινητική. Η Σοφία παρέμεινε στο πλευρό του αδελφού της επί πολλή ώρα, μέχρι που ο γιατρός Φραγκ, βλέποντας ότι η συνάντηση είχε διαρκέσει πολύ και φοβούμενος μήπως ο ασθενής κουραστεί, παρακάλεσε τη Σοφία να φύγει και να επιστρέψει αργότερα.
Ύστερα από κάποιες ώρες εκείνη επέστρεψε συνοδευόμενη από τον Κωνσταντίνο Τρικούπη, που έμειναν αρκετή ώρα δίπλα στον ασθενή, ενώ το ίδιο βράδυ, ο βαρώνος Τραούτμβεργ την ανακοίνωσε ότι κατ' εντολή του αδελφού της κατέστρεψε διάφορα χειρόγραφα του, ενώ παρέδωσε στη Σοφία τα κλειδιά και τις επιστολές του.

Παρασκευή 29 Μαρτίου
Έγινε συμβούλιο των ιατρών Φραγκ, Μπλαν και Κάρρ, το οποίο αποφάνθηκε ότι ο ασθενής ήταν πολύ καλύτερα. Μάλιστα, ο κ. Φραγκ έδινε οδηγίες στη Σοφία Τρικούπη για το μέλλον, ότι δηλαδή δεν θα έπρεπε ο αδερφός της να επέστρεφε στη δουλειά. Ωστόσο, η Σοφία δεν έτρεφε πολλές ελπίδες και δυσπιστούσε απέναντι στις διαβεβαιώσεις των γιατρών, οι οποίοι επέμεναν ότι ο κίνδυνος είχε παρέλθει. Αλλά και ο ασθενής φαινόταν ευχαριστημένος από την παρουσία της αδελφής του, ενώ λάμβανε πρόθυμα από το χέρι της τα φάρμακα και το γάλα. 
Η νύχτα της Παρασκευής προς το Σάββατο ήταν ήσυχη. Η αναπνοή του ήταν τακτική, αλλά βεβαρημένη. Είχε διαύγεια πνεύματος, ενώ και το βλέμμα του ήταν πολύ καθαρό. Μιλούσε κάθε τόσο προς τη Σοφία, διαισθανόμενος δε ότι το τέλος πλησίαζε της είπε:
- Η ιδέα του θανάτου δεν με θλίβει, διότι η ζωή πλέον δεν μου παρέχει θέλγητρο. Θλίβομαι μόνο για σένα, την οποία αφήνω μόνο στον κόσμο!
Στη συνέχεια πρόσθεσε ότι είχε φοβηθεί μήπως ερχόταν το τέλος χωρίς να τη δει και να της μιλήσει και ότι η ιδέα αυτήν τον είχε συνταράξει τρομερά, αλλά ήδη ήταν ήσυχος. Επίσης, ο Χαρίλαος Τρικούπης της τόνισε ότι δεν ήθελε καμία επίδειξη στην κηδεία του, ούτε επιθυμούσε να του απονεμηθούν οι συνήθεις τιμές, όπως στέφανα ή επικήδειοι λόγοι. 
Ο Κωνσταντίνος Τρικούπης έμπαινε πολλές φορές στο δωμάτιο για να βοηθήσει την ξαδέλφη του και ο ασθενής έστρεφε το βλέμμα του προς εκείνον. Του έδειξε σε κάποια στιγμή το ρολόι του που βρισκόταν σε κάποιο τραπέζι. Ο Κωνσταντίνος νόμισε ότι το ήθελε, όμως εκείνος του έκανε νόημα να το πάρει ως τελευταίο δώρο.

Σάββατο 30 Μαρτίου
Κατά την πρωινή τους επίσκεψη, οι γιατροί απεφάνθησαν ότι ο ασθενής είχε μεγάλη αδυναμία και του έδωσαν τονωτικά. Στις 3 το μεσημέρι, η Σοφία διαισθάνθηκε ότι το μοιραίο ήταν πλέον κοντά, όμως οι γιατροί όμως τη διαβεβαίωναν ότι έκανε λάθος. Μετά την αναχώρηση των γιατρών, η Σοφία στράφηκε προς τον ξάδελφο της και του είπε: "Τον χάνουμε". 
Στις 5 το απόγευμα, οι γιατροί απεφάνθησαν ότι πράγματι το τέλος ήταν επικείμενο. Ο Χαρίλαος Τρικούπης είχε ήδη κλείσει τα μάτια του αναπνέοντας βαριά, αλλά δεν είχε σπασμούς ή κάποια άλλη ένδειξη στενοχώριας. Στις 6 και 5΄ το απόγευμα παρέδωσε το πνεύμα παρουσία της αδερφής του Σοφίας, του ξαδέρφου του Κωνσταντίνου, των γιατρών Φραγκ και Καρρ και μιας νοσοκόμας. 
Μόλις οι γιατροί μέτρησαν τους σφυγμούς του και άφησαν τα χέρια του, η Σοφία έβαλε τα χέρια της στα μάτια του νεκρού, η όψη του οποίου ήταν γαλήνια και φαινόταν σαν να κοιμόταν. Με τη βοήθεια του ξαδέλφου της, η Σοφία ετοίμασε τα πάντα και διανυκτέρευσε στο πλευρό του νεκρού.

Κυριακή 31 Μαρτίου
Μετά το μεσημέρι της Κυριακής, οι γιατροί έκαναν όλες τις αναγκαίες ενέσεις για τη διατήρηση του νεκρού και στη συνέχεια ο Χαρίλαος Τρικούπης "περιεβλήθη τη συνήθη του περιβολήν". Η Σοφία φρόντιζαν για όλα, αδυνατούσα να πιστέψει τι είχε συμβεί. Μάλιστα, πολλές φορές έλεγε στον ξάδελφο της να κάνει παρατηρήσεις στους υπηρέτες του ξενοδοχείου και στους εισερχόμενους στο γειτονικό δωμάτιο να μην κάνουν θόρυβο, ώστε να μην ξυπνήσει ο αδελφός της, που τον φανταζόταν κοιμώμενο.

Δευτέρα 1 Απριλίου.
Μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα, η σωρός του νεκρού τοποθετήθηκε μέσα στο φέρετρο παρουσία και του γενικού προξένου κ. Φίλωνα. Το φέρετρο μεταφέρθηκε σε μια ωραία αίθουσα του ξενοδοχείου, ενώ ο πρόξενος στις Κάννες κ. Μπον προσέφερε την ελληνική σημαία, η οποία κάλυψε το φέρετρο. Η αδερφή και ο ξάδερφος του νεκρού έμειναν δίπλα στο φέρετρο μέχρι τις 6.30΄ της Τρίτης, οπότε ο νεκρός μεταφέρθηκε με νεκροφόρα στην προκυμαία, όπου επιβιβάστηκε στη θαλαμηγό "Τιτάν" και μεταφέρθηκε στη Μασσαλία. Η αναχώρηση έγινε στις 9 το πρωί, όμως ξαφνική θύελλα ανάγκασε το πλοίο να ελλιμενιστεί στην Τουλούζη στις 6 το απόγευμα, απ' όπου αναχώρησε στις 7 η ώρα το πρωί της Πέμπτης.

___________________________________

Η είδηση του θανάτου του πρώην πρωθυπουργού έγινε γνωστή στη - μεθυσμένη από τη νίκη του Σπύρου Λούη στο Μαραθώνιο δρόμο των Ολυμπιακών Αγώνων - Ελλάδα μέσω ενός τηλεγραφήματος του Κωνσταντίνου Τρικούπη στη σύζυγο του: "Ο αγαπητός μας εξάδελφος εξέπνευσεν ήρεμα σήμερον την 6ην εσπερινήν ώραν, περιστοιχιζόμενος υφ' ημών. Καταστήσατε τους φίλους μας κοινωνούς της ημετέρας θλίψεως".
Η επίσημη πολιτεία έμεινε μάλλον απαθής από το θάνατο του Τρικούπη - άλλωστε πρωθυπουργός ήταν ο μεγάλος του πολιτικός αντίπαλος, Θεόδωρος Δηλιγιάννης. Και μπορεί επιθυμία του νεκρού να ήταν να μην πραγματοποιηθεί θορυβώδης κηδεία, ωστόσο η κυβέρνηση δεν έστειλε καν ένα πλοίο μέχρι τις Κάννες για τη μεταφορά της σωρού "διότι δεν έχει τοιούτο διαθέσιμον, αλλ' ότι θέλει καταβάλει τον ναύλον της διά ξένου εμπορικού πλοίου μεταφοράς του νεκρού, μετακομιζομένου ως εμπορεύματος και την δαπάνην της κηδείας του εν Ελλάδι!" ("Το Άστυ", 01.04.1896, σελ.3).

Ήταν άραγε οι Ολυμπιακοί Αγώνες ή η κοντοφθαλμία του φανατισμένου δικομματισμού της εποχής η αιτία που οι αντιδράσεις και τα σχόλια των εφημερίδων ήταν τόσο αντιφατικά μεταξύ τους αναφορικά με το θάνατο του Τρικούπη;
Η εφημερίδα "Άστυ" του Θ. Άνινου ασχολήθηκε από την πρώτη μέρα με το θάνατο του Χαρίλαου Τρικούπη μέχρι και την επομένη της κηδείας του, που πραγματοποιήθηκε στις 11 Απριλίου, με σειρά αφιερωμάτων στην πολιτική σταδιοδρομία και στο έργο του εκλιπόντος. Στις 31 Μαρτίου, την επομένη του θανάτου του πολιτικού, το κεντρικό άρθρο της εφημερίδας σχολίαζε:
"Έχει κάτι το απείρως τραγικόν η τύχη του ανδρός, όστις χθες περί το λυκόφως εξέπνευσεν εις μίαν πόλιν ξένης χώρας, περιστοιχιζόμενος από μόνην την αδελφήν του και τον εξάδελφόν του, εν μέσω ξένων και αδιαφόρων, οίτινες θα παρήρχοντο κάτωθεν του θαλάμου του ξενοδοχείου, όπου απέκειτο νοσών, χωρίς να γνωρίζωσι ποίος ήτο ο όπισθεν των αξένων εκείνων τοίχων ρέγχων τον επιθανάτιον ρόγχον.... Και εάν δεν είχεν υπάρξει οποίος υπήρξε και εάν δεν είχεν αφιερώσει τον εαυτόν του και τας δυνάμεις του, τον βίον του ολόκληρον εις την υπηρεσίαν της πατρίδος και εάν δεν είχεν ενσαρκώσει, όπως είχεν ενσαρκώσει τα ιδεώδη όλου του Ελληνισμού, εν υπερόχω εκφάνσει μεγαλείου και επιβολής, και μόνον το γεγονός αυτό θα ήρκει να επιβάλη σιγήν εις παν άλλο αίσθημα, πλην της οδύνης της βαθείας και του οίκτου του οδυνηρού. Υγραίνει τους οφθαλμούς και των εχθρών το τέλος, επελθόν ούτως, αποσπά δε τα δάκρυα των φίλων, οι οποίοι, αποθεώνοντες τον πολιτικόν, συνείθησαν να λατρεύουν τον άνθρωπον....
Ατομικώς υπήρξεν αναμφιβόλως έξοχος. Η φύσις τον επροίκισεν αφθόνως. Με την δύναμιν. Με την αντίληψιν, την εισδύουσαν μέσα εις το βάθος των πραγμάτων και αντλούσαν τον μυελόν αυτών. Με την οξύτητα, την διερχομένην διά μέσου παντός εμποδίου και λαμβάνουσαν ακριβή εικόνα της ζωής και των πραγμάτων της ζωής. Ιδίως με την θέλησιν, την ισχυράν θέλησιν, την σιδηράν θέλησιν, την χαλύβδινην θέλησιν. Ήτο μάλλον βραδύς την γλώσσαν και απέβη ο πρώτος ρήτορας της νεωτέρας Ελλάδος. Ήτο φύσις, η οποία ηγάπα την άνεσιν, και όμως εκέντρισε τον εαυτόν του, τον επροπόνησε και τον ήσκησε μέχρι του ν' αποβή ο θαυμασιώτερος πολιτικός εργάτης, τον οποίον είδαμεν ποτέ. Όταν ηθέλησε να γείνη οικονομολόγος, δι' εργασίας ενός ή δύο ετών, απέβη θεωρητική εξοχότης εν τη επιστήμη ταύτη και θα κατέκτα την πρώτην θέσιν εις οποιανδήποτε άλλην - αρκεί να το ήθελε. Υπό τοιούτους όρους, δεν είνε απορίας άξιον, ότι ευθύς εξ αρχής επεβλήθη εφ' όλων και ότι εις την πολιτικήν, όπου άλλοι κατακτούν το έδαφος δι' αγώνων βήμα προς βήμα, εκείνος εξήρθη διά μιας επί βάθρου υψηλού και εδέσποσεν όλων με την αυστηράν και σύννουν μορφήν, την οποίαν εφώτιζεν η λάμψις βλέμματος, απαυγάζοντος αστραπάς μεγαλοφυίας....."

Η ελληνική εφημερίδα "Ημέρα", που εκδιδόταν στην Τεργέστη έγραψε:
"Ενώ εν τω παναθηναϊκώ Σταδίω αι μυριάδες ανευφήμουν τους Ολυμπιονίκας, μακράν, επί ξένης γης, εν δωματίω ξενοδοχείου, μη έχων παρ' εαυτώ ή την αδελφήν, ήτις υπήρξεν η πιστή κοινωνός των μόχθων και των συγκινήσεων του βίου του, εξέπνεεν ανήρ, όστις ήκουσεν απειράκις τα αυτά πλήθη ενευφημούντα ενθουσιωδώς το όνομά του. Η τραγική αύτη αντίθεσισ φυσικόν είνε να επιτείνη το άλγος, όπερ γεννά εν πάση καρδία ελληνική η απώλεια εξόχου Έλληνος. Διότι έξοχος Έλλην ήτο αναντιρρήτως ο Χαρίλαος Τρικούπης και τον τίτλον τούτον, ον δεν ημφισβήτησεν ουδ' η πολιτική εμπάθεια, ότε έζη, ουδείς θ' αμφισβητήση αυτώ νυν, ότε έκλεισε τους κεκμηκότας εκ της πάλης οφθαλμούς. Και αυτή η "μεγαλομανία", ήτις προσήφθη αυτώ ενίοτε, τι άλλο ήτο, ή έντασις φιλοπατρίας, αμέτρως υψηλή αντίληψις της παρελθούσης δόξης και της μελλούσης αποστολής της Ελλάδος;"

Η εφημερίδα "Καιροί" του Π. Κανελλίδη, παρόλο που έχει συνδεθεί με τον Χαρίλαο Τρικούπη, αφού εκεί δημοσιεύτηκε το ιστορικό του άρθρο "Τις πταίει;", στην ουσία ήταν από επιφυλακτική έως αντίθετη στην πολιτική που ασκούσε κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, και αυτό αποτυπώθηκε στον τρόπο που κάλυψε την είδηση του θανάτου του - με σεβασμό μεν, αλλά από απόσταση. Στις 2 Απριλίου, η εφημερίδα σχολίαζε:
"Διακωμωδούμεν διά των πέραν παντός μέτρου υπερβολών τας σοβαροτέρας των υποθέσεων. Αγνοούντες ότι βήμα μόνον απέχει το σπουδαίον του γελοίου, εκτελούμεν προς την χώραν του γελοίου άλματα Ολυμπιονικών.... Αυτό συμβαίνει και σήμερον με τους ενθουσιασμούς των Ολυμπιονικών και τας πενθίμους ληρωδίας των υμνούντων θανόνταν πολιτευτήν. το δε από τούτων θέαμα παράγει την απογοήτευσιν και τον απελπισμόν.... Εν συναγωνισμώ, κακώς εννουμένω, υπερβάλλουσι παν μέτρον αξιοπρεπείας, αληθείας και λογικής, παρασύρουσι δε τον λαόν εις το γελοίον και την ελαφρότητα.... παρέχει δε επίφοβα σημεία ηθικής, πολιτικής και εθνικής παρακμής. Αι τοιταύται υπερβολαί χαρακτηρίζουσι τον βυζαντινισμόν εν τη εσχάτη αυτού παρακμή".

Ωστόσο, λίγες μέρες αργότερα (05.04.1896), οι "Καιροί" θα αφιέρωναν ένα εκτενές άρθρο εγκωμιάζοντας τον νεκρό, μιας και "το επαινείν τους θανόντας είναι ου μόνον ευγενές και ανέκαθεν οικείον τη Ελλάδι, αλλά και χρήσιμον διά τους ζώντας... ως παρορμητικόν προς τα κοινωφελή και γενναία, όσα εχαρακτήριζον τον βίον των θανόντων".
Τα προσόντα του Τρικούπη; Σύμφωνα με τους "Καιρούς" το ένα ήταν η μεγάλη ρητορική του δεινότητα, καθώς "αυτός, ο εν τη ξένη κατά την νεότητά του επί μακρά έτη βιώσας, είχε την υφήν του λόγου ελληνικωτάτην, δεικνυόμενος ως ικανώς εξοικειωθείς προς λόγους ρητορικούς των προγόνων ημών, ενώ άλλοι, εν Ελλάδι διαρκώς ζήσαντες και εκπαιδευθέντες, πληρούσι τους λόγους αυτών γαλλισμών, κακοζήλως μεταφραζομένων"
Η εφημερίδα εξύμνησε και την προσωπικότητα του Τρικούπη, ο οποίος "αναμφισβητήτως εκέκτητο αρετάς εν τω ιδιωτικώ του βίω, χρηστός ων και εγκρατής, και προς τους φίλους ικανώς ευγνώμων και ειλικρινής". Ωστόσο, στρεφόταν εναντίον των εγκωμιαστών οι οποίοι "σπεύδοντες να περιβάλωσι και διά μυθιστορικών περιβλημάτων τον άνδρα, φορτώνουσιν εις βάρος της μνήμης αυτού, επιννοούντες, ανύπαρκτον παθητικόν, ουχί απλής τινος αδυναμίας, αλλά τίποτε ολιγώτερον ει μη πάθη..."
Κατά την εφημερίδα, τα πολλά εγκωμιαστικά σχόλια στη μνήμη του Τρικούπη έβλαπταν τα δημόσια πράγματα "διότι αντί να χρησιμοποιώμεν τας αρετάς, και μόνον τας αρετάς αυτών ως φιλοτίμημα των νεωτέρων, πλάττομεν ένα όγκον φοβερόν και μίαν, τρόπον τινά, γενικήν καθ' όλου του ζώντος πολιτευόμενου κόσμου αντιπολίτευσιν, παρακωλύουσαν επί ικανόν εκάστοτε  και αυτών εκείνων ακόμη, οίτινες εν πολλοίς αντιμετωπίσαντες τους πριν ζωντανούς και ακμαίους αρχηγούς κομμάτων και προωθυπουργούς εξαφανίζονται υπό του όγκου των νεκρών αυτών, καθισταμένων απολεμήτων. Και μάλλον αδικούνται οι θανόντες, διότι παρά τας διαθέσεις των μεταβάλλονται μετά θάνατον εις διώκτας των ζώντων απολεμήτους!"
Βέβαια, η στάση της εφημερίδας εν τέλει αδικούσε τον Τρικούπη και δικαιολογούσε μια πραγματικά ανίκανη γενιά πολιτικών, που ένα χρόνο αργότερα θα παρασυρόταν σ' έναν εντελώς αδικαιολόγητο πόλεμο με την Τουρκία, θα έβαζε τη χώρα στη μέγγενη του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου και θα θα δημιουργούσε μια Ελλάδα σε πλήρες αδιέξοδο μέχρι την έλευση του Ελευθερίου Βενιζέλου.

Κι αν ακόμη θεωρήσουμε ότι η συγκεκριμένη εφημερίδα προσπαθούσε να κρατήσει ένα μέτρο στον απολογισμό του έργου και της προσφοράς του Τρικούπη, η πλέον μικρόψυχη στάση ήταν εκείνη της εφημερίδας "Πρωία", δημοσιογραφικό όργανο του δηλιγιαννικού κόμματος, η οποία ανακοίνωσε την είδηση του θανάτου του Χαρίλαου Τρικούπη τηλεγραφικά ("ΚΑΝΝΑΙ, 30 Μαρτίου, ώρα 8.12΄μ.μ.. Ο κ. Τρικούπης απέθανεν την 6ην ώραν"), ενώ τις επόμενες μέρες μέχρι την κηδεία του πρώην πρωθυπουργού (στις 11 Απριλίου) του αφιέρωσε μονάχα ένα άρθρο, το οποίο ήταν μάλλον ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα.
Ωστόσο, μάλλον από υποχρέωση και για λόγους ευγενείας, ο αρθρογράφος δεν παρέλειψε να αξιολογήσει τον Τρικούπη ως έναν "εκ των κατά την λήξασαν εικοασετίαν επιφανέντων πολιτικών ανδρών", αλλά και να παραδεχτεί ότι τα προσόντα που διέθετε ο πρώην πρωθυπουργός, ένας από τους μακροβιότερους της ελληνικής ιστορίας μέχρι και σήμερα, ήταν "ουχί κοινά". Σημαντική λεπτομέρεια: λίγες μέρες νωρίτερα, στις 25 Μαρτίου 1896, η ίδια εφημερίδα έπλεξε στο πρωτοσέλιδο της το εγκώμιο ενός βουλευτή του δηλιγιαννικού κόμματος που έφυγε από την ζωή, του Ιωάννη Γεωργαντά (βουλευτή Λιβαδείας), τον οποίο και εκθείαζε με λυρικές εκφράσεις. Προφανώς, ο Γεωργαντάς ήταν μεγαλύτερης εμβέλειας πολιτικός για την "Πρωία", άσχετα αν η ιστορία αγνοεί το όνομα του - εν αντιθέσει με του Τρικούπη.

Ως έμμεση απάντηση στις αιτιάσεις περί υπερβολικών εγκωμίων μπορεί να θεωρηθεί το κύριο άρθρο της εφημερίδας "Το Άστυ" στις 12 Απριλίου 1896, την επομένη της κηδείας του Χαρίλαου Τρικούπη.
"Δεν χάνομεν την ελπίδα, ότι μεταξύ των νεωτέρων πολιτευτών, των διεκδικούντων να ηγηθώσι του έθνους, θ' αναφανή αν όχι ο έχων την ικανότητα και τα χαρίσματα του Τρικούπη, τουλάχιστον όμως ο έχων τον χαρακτήρα αυτού τον ανδρικόν, την θέλησιν την ισχυράν, την ενεργητικότητα την ακατάβλητον. Εάν οι υπέροχοι άνδρες δεν αποθνήσκουν και εάν τι επιζή εξ αυτών, τούτο είνε η εξύψωσις της εθνικής συνειδήσεως προς το υπέρτερον και η μόρφωσις αυτής κατά τρόπον μη επιτρέποντα την ανάδειξιν προσωπικοτήτων, προδήλως υπολειπομένων αυτών. Τούτο τουλάχιστον ας είνε το δίδαγμα, το οποίον εκ του τάφου του Τρικούπη θα λάβωμεν. Δίδαγμα, ότι τα έθνη πρέπει πολύ να προσέχουν πριν παραδοθούν. Δίδαγμα, ότι πρέπει να σταθμίζουν τους ανθρώπους μετά ψυχρότητος και αυστηρώς. Δίδαγμα, ότι οι λαοί δεν πρέπει ν' αυτοκτονώσιν, διά στιγμιαίων ορμών και παραφορών, ριπτόμενοι εις αγκάλας αναξίας αυτών.... Όταν απέθανεν ο Κουμουνδούρος, η μεγάλη εκείνη καρδία και ο μέγας εκείνος νους, συνησθάνθημεν τας αληθείας ταύτας. Δυστυχώς παρήλθον ολίγα έτη και τας ελησμονήσαμεν. Συνετρίψαμεν πάλιν τα είδωλα, τα οποία ελατρεύσαμεν και αντ' αυτών εστήσαμεν εις την θέσιν των θεούς, κατά το ηθικό ανάστημα των οποίων, εάν μας έκρινεν ο κόσμος, θα μας έκρινε πάρα πολύ μικρούς. Ο τραγικός θάνατος του ισχυρού ανδρός, τον οποίον απώλεσεν η Ελλάς τόσον προώρως, ας μας σωφρονίση τουλάχιστον και ας μας παραδειγματίση. Ας είμεθα ολιγώτερον εύφλεκτοι εις τον ενθουσιασμόν - αλλά και περισσότερον περιεσκεμμένοι εις την κατάκρισιν. Άλλως κινδυνεύομεν ποτέ να μη ευρισκώμεθα εις την αλήθειαν".


Στις 6 Απριλίου 1896, ο Γεώργιος Σουρής αποχαιρέτησε ποιητικά - άλλα όχι σατιρικά - τον Χαρίλαο Τρικούπη:

Δάκρυ του "Ρωμηού" πικρό
στον μεγάλο τον νεκρό.
Και σαν είδε πως κυλιέται μες στον βούρκο σαν τους άλλους
και πως έθαψε σε τούτον τόσους πόθους του μεγάλους,
έφυγε φαρμακωμένος μες στην ξένη συννεφιά
πέρνοντας την μαύρη πίκρα για μονάχη συντροφιά,
ως που δίχως μιαν ελπίδα με τα χείλη πικραμένα
μόνος έσβυσε στα ξένα.

Ύμνος για την αρετή του, για το λάσπωμά του χάρις,
και βουβγός ας μείνει μπρος του κάθε φθόνος κιτρινιάρης...
μεσ στου τάφου του το χώμα
δεν θ' ανοίξει πια το στόμα,
δεν θα σείσει τον αγέρα με βροντόφωνη λαλιά
διαλαλώντας την Ελιά.

Μην κανένας ξεφωνήσει για τον άφωνο μικρός, 
μην ξυπνήσει και νεκρός...
ξεφωνήματα δεν θέλει και στεφάνια Παλατιού,
φθάνουν για το λείψανό του τα λουλούδια του σπιτιού.

Μόνο ο λαός να πάρει
της Ελιάς μικρό κλωνάρι,
κι ακολουθώντας δακρυσμένος τον νεκρό να τραγουδεί
της Ελιάς της πικραμένης το παρήγορο κλαδί.

Με τα πράσινα κλωνάρια κι η πατρίς στεφανωμένη
φως αντίκρυζε στη μαύρη κι αξημέρωτη βραδιά,
μ' από πάνω κι από κάτω μια πνοή φαρμακωμένη
σκόρπισε ξεφυλλισμένα της Ελιάς της τα κλαδιά.

βλέποντας το σύμβολό του λαχταρούσαμε μ' ελπίδα,
εβροντούσαν ππολεμάρχοι του πολέμου την ασπίδα,
κι έψαλαν με της ειρήνης της δουλεύτρας τον αυλό
το σπαθί του Καραΐσκου, του Κανάρη το δαυλό.

Δύναμη παρηγορήτρα μες στων σκλάβων τον αγώνα, 
σωτηρίας ξεφωνήτρα και ροδόχρυσος νεφέλη,
αλλ' επέταξαν με βόμβους στον ευώδη μελισσώνα
τόσοι λαίμαργοι κηφήνες κι όλο βύζαξαν το μέλι.

Ένας τάφος κι αν ανοίξει μες στους άλλους τι σημαίνει;
ο νεκρός που μέσα μπαίνει
λαμπροφώτιστο τον δείχνει της αθανασίας μνήμα
και την άψυχή του πέτρα της Πνυκός την κάνει βήμα.

Μες στης νέκρας τις ημέρες, μες στους πόνους τους μακρούς,
στρέφετε τα μάτια πίσω στων μεγάλων τους νεκρούς.
Εις τους τάφους των απάνω δεν σας φθάνουν ορυγμοί
και ξεμαυλισμένο πλήθος,
εις τους τάφους των απάνω ζωντανεύει μια στιγμή
κάθε πεθαμένο στήθος.

Φύγε, φθόνε, που και τώρα σαν οχιά κρυφοσφυρίζεις,
και με φώτα και πυρσούς
και παιάνες περισσούς
του θανάτου του την ώρα πηδηχτός πανηγυρίζεις.

Φύγε, φθόνε φρενιασμένε, κι άφησε τον να ησυχάσει,
δίχως λόγους και στεφάνια προσκυνήστε τον σκυφτοί,
την Ελιά του, την Ελιά του τραγουδείτε να ξεχάσει
τα φαρμάκια και τις πίκρες, που ποτίστηκε γι' αυτή.

Με το σύμβολο εκείνο πήρε λάμψη και το Στέμμα,
κι αν σε Στάδια και στίβους και σ' αγώνες δίχως αίμα
της Ελιάς δεχθείτε κλώνους από χέρια Βασιλιά
μην ξεχνάτε στη χαρά σας την Ελιά του, την Ελιά.

Κι αν ακούσετε ποτέ σας "έως πότε παλικάρια",
κι αν τ' αμάτωτα σπαθιά σας δεν σκουριάσουν στο θικάρι,
κι αν σημαία νικηφόρος στα πελάγη κυματίσει
κι άγγελοι πετάξουν νίκης σαν γοργόφτερα πουλιά,
μες στους ήχους των παιάνων ο λαός ας κελαϊδήσει
την Ελιά του, την Ελιά.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου