30 Ιανουαρίου 2013

Η ιστορία της τελευταίας "μάγισσας" της Ευρώπης


Στην ιστορία, ως "Μεσαίωνας" ορίζεται η περίοδος από τον 5ο μέχρι το 15ο αιώνα, δηλαδή από την πτώση της δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μέχρι την εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων και της σταδιακής αυτονόμησης της πολιτικής εξουσίας από την παπική. Ωστόσο, το τέλος των Σκοτεινών Χρόνων, όπως χαρακτηρίζεται αλλιώς ο Μεσαίωνας, συνοδεύτηκε από την έξαρση ενός απάνθρωπου φαινομένου, που δεν ήταν άλλο από το κυνήγι των μαγισσών.

Το κυνήγι και οι δίκες μαγισσών αποτελούσαν καθημερινό φαινόμενο, κατά κύριο λόγο σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, οι Κάτω Χώρες και η Ελβετία. Οι απαρχές τους απαντώνται στη Γαλλία και τη Γερμανία του 15ου αιώνα, ενώ το 16ο αιώνα επεκτάθηκαν και σε άλλες περιοχές της ηπείρου, μέχρι την Αγγλία και τη Σκοτία, όχι όμως στη νότια Ευρώπη και στη Ρωσία. 
Το φαινόμενο άρχισε να παρακμάζει στην κεντρική Ευρώπη από τις αρχές του 17ου αιώνα και ενώ βρισκόταν στο αποκορύφωμα του στις σκανδιναβικές χώρες και στην Πολωνία μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα. Ωστόσο, εξακολουθούσαν να σημειώνονται σποραδικά κρούσματα μαγισσοθηρίας μέχρι το 1782, όταν στο Γκλάρους της Ελβετίας εκτελέστηκε η Άννα Γκόλντι (Anna Göldi), που έμεινε στην ιστορία ως η "τελευταία μάγισσα της Ευρώπης".
Για τα παιδικά χρόνια της Άννα Γκόλντι γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα, όπως ότι προερχόταν από φτωχή οικογένεια και ότι εργαζόταν από μικρή ως υπηρέτρια. Είχε μείνει έγκυος σε μικρή ηλικία, όμως δεν γνωρίζουμε τι συνέβη στο παιδί που έφερε στον κόσμο. Το 1765, σε ηλικία 31 ετών, εγκαταστάθηκε στη μικρή ελβετική πόλη Γκλάρους. Εκεί έζησε δεκαεπτά χρόνια, εργαζόμενη ως οικονόμος στα σπίτια διαφόρων πλούσιων κατοίκων της πόλης, όπως και της γειτονικής Μόλλις. 
Γνωρίζουμε ότι ήταν ψηλή, όμορφη, με σκούρα καστανά μαλλιά και καστανά μάτια, αλλά και με "γενναιόδωρες αναλογίες", σαγηνεύοντας πολλούς, παντρεμένους άνδρες, στα σπίτια των οποίων εργαζόταν. Ένας από αυτούς ήταν ο κατά 10 χρόνια μικρότερος της δρ. Μέλχιορ Ζβίκι (Melchior Zwicky), ο οποίος άφησε έγκυο την Άννα Γκόλντι και εκείνη αναγκάστηκε να δώσει το παιδί για υιοθεσία. 
Κάτι αντίστοιχο, συνέβη και με τον 35χρονο δρ. Γιόχαν Γιάκομπ Τσούντι (Johann Jacob Tshudi), επιφανή γιατρό και δικαστή της πόλης Γκλάρους, με τη διαφορά ότι η Γκόλντι δεν έδωσε το παιδί για υιοθεσία, αλλά κατήγγειλε στις εκκλησιαστικές αρχές τον παντρεμένο Τσούντι για μοιχεία, μια πράξη που εκείνη την εποχή θεωρείτο εγκληματική. Ωστόσο, ο Τσούντι αντεπιτέθηκε κατηγορώντας την Άννα Γκόλντι για μαγεία, ισχυριζόμενος ότι με τις υπερφυσικές της δυνάμεις, η γυναίκα αυτή είχε βάλει εκατό βελόνες ραψίματος στο γάλα και στο ψωμί της κόρης του, Ανεμιγκέλι, με σκοπό να τη σκοτώσει. 
Η Άννα κρύφτηκε από τις αρχές, ενώ στις 9 Φεβρουαρίου 1782 στην εφημερίδα Zürcher Zeitung δημοσιεύτηκε η αγγελία για την ανταμοιβή όποιου θα τη συνελάμβανε. Σύντομα, η Άννα συνελήφθη, φυλακίστηκε και βασανίστηκε, μέχρι που στο τέλος "ομολόγησε" ότι ήταν όντως μάγισσα και ότι συγκεκριμένα ο διάβολος της είχε εμφανιστεί με τη μορφή μαύρου σκύλου. 
Προφανώς, η "ομολογία" αυτή δεν ήταν ειλικρινής, αλλά αποτέλεσμα των βασανιστηρίων που υφίστατο, όπως το κρέμασμα από σκοινιά με μια τροχαλία να την ανασηκώνει από τους ώμους, ενώ τα χέρια ήταν δεμένα πισθάγκωνα και είχε βάρη στους αστραγάλους της, ώστε να πονάει όσο το δυνατόν περισσότερο. 
Εν τω μεταξύ, κατά τη διάρκεια της φυλάκισης της, η Άννα Γκόλντι γέννησε το παιδί του δρ. Τσούντι, που όμως πέθανε λίγες μέρες αργότερα, ενώ κατηγορήθηκε ότι το είχε δολοφονήσει η ίδια. Αν και στη συνέχεια ανακάλεσε την ομολογία της περί μαγείας, ωστόσο κρίθηκε ένοχη από το δικαστήριο και καταδικάστηκε σε θάνατο δι' αποκεφαλισμού, ποινή που εκτελέστηκε στις 13 Ιουνίου 1782. Να σημειωθεί ότι είχαν περάσει 44 χρόνια από τότε που θανατώθηκε η προηγούμενη - εκ των πραγμάτων η προτελευταία - μάγισσα της Ευρώπης στη Γερμανία το 1738.
Καθώς, λοιπόν, στην υπόλοιπη Ευρώπη η νοοτροπία των πολιτών είχε ήδη αλλάξει ριζικά και οι δίκες των μαγισσών όχι απλά επικρίνονταν, αλλά είχαν σταματήσει, η υπόθεση της Άννα Γκόλντι προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις ακόμη και στο εσωτερικό της Ελβετίας, όταν λίγους μήνες αργότερα έγινε γνωστή χάρη σ' ένα Γερμανό δημοσιογράφο ονόματι Heinrich Ludwig Lehmann. 
Έκτοτε, το όνομα της ήταν συνώνυμο με την δικαστική πλάνη, ενώ τον Αύγουστο του 2008, το ελβετικό Κοινοβούλιο αποκατέστησε και τυπικά τη μνήμη της, αθωώνοντας την από τις κατηγορίες, ένα χρόνο μετά την έκδοση ενός βιβλίου του δημοσιογράφου Walter Hauser, που προσκόμιζε νέα στοιχεία αποδεικνύοντας ότι ο Τσούντι είχε επηρεάσει τη δικαστική κρίση. 
Σήμερα, στην πόλη Γκλάρους υπάρχει ένα μουσείο αφιερωμένο στη μνήμη της, το οποίο λειτουργεί από το Σεπτέμβριο του 2007. Εκεί εκτίθεται και το πορτρέτο που απεικονίζει την Άννα Γκόλντι και το οποίο μπορείτε να δείτε στην αρχή του θέματος, καθώς και όργανα βασανισμού, που χρησιμοποιούσαν οι αρχές εκείνης της εποχής, ενδεχομένως και στην ίδια την Γκόλντι. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου