Όταν στις 9 Αυγούστου 1963 γεννήθηκε η Γουίτνεϊ Χιούστον, η μητέρα της, Σίσι, είχε το προαίσθημα ότι δεν θα την είχε μαζί της για πολύ. Στη συνέχεια αυτό ξεχάστηκε, μέχρι το μοιραίο βράδυ της 11ης Φεβρουαρίου 2012, όταν ο Γουίτνεϊ βρέθηκε νεκρή στην μπανιέρα ενός ξενοδοχείου του Μπέβερλι Χιλς. Ένα χρόνο μετά, η Σίσι Χιούστον θυμάται την κόρη της και εξομολογείται άγνωστες πτυχές της ζωής της, μέσα από το βιβλίο "Remembering Whitney: My Story of Love, Loss and the Night the Music Stopped", που έγραψε η ίδια.
Στο βιβλίο αυτό, η Σίσι Χιούστον αναφέρεται και στην περιπέτεια της διάσημης κόρης της με τα ναρκωτικά και εξομολογείται τη στιγμή που κατάλαβε από πρώτο χέρι τον εθισμό της Γουίτνεϊ στα ναρκωτικά, ύστερα από μια ξαφνική επίσκεψη στην έπαυλη της.
Όταν η Γουίτνεϊ άνοιξε την πόρτα, περιγράφει η μητέρα της, "ήμουν σε σοκ. Ήταν όσο πιο πολύ μαστουρωμένη θα μπορούσε να είναι. Δεν είχα δει ποτέ πριν κάτι τέτοιο. Τα μάτια της ήταν ανέκφραστα και εκείνη ήταν τελείως χαμένη. Της είπα, "Νίπι (σ.σ.: το παρατσούκλι της) τι στο καλό κάνεις"", ενώ η Γουίτνεϊ προσπαθούσε να την καθησυχάσει, "Δεν είμαι εθισμένη. Είμαι ώριμη γυναίκα".
Το 2000, η Σίσι Χιούστον μετακόμισε στο σπίτι της κόρης της, όταν εκείνη την έπεισε ότι μόνο μαζί της θα μπορούσε να ξεπεράσει τον εθισμό της στα ναρκωτικά. Η Σίσι θυμάται: "Η Νίπι θα κλειδωνόταν κάπου και δεν θα έβγαινε. Όταν έδειχνε το πρόσωπο της, ορκιζόταν ότι ότι δεν είχε κάνει τίποτα. Όμως κρυβόταν τόσο πολλές ώρες, που δεν μπορούσα να πιστέψω ότι αυτό ήταν αλήθεια".
Τα χειρότερα, όμως, δεν είχαν έρθει ακόμα. Στις αρχές του 2005, η Σίσι Χιούστον έκανε μια επίσκεψη στο νέο σπίτι της Γουίτνεϊ και του Μπόμπι Μπράουν στην Ατλάντα. Οι εικόνες που αντίκρισε ήταν σοκαριστικές: οι τοίχοι και οι πόρτες ήταν βαμμένοι με σπρέι, ενώ το πρόσωπο της Γουίτνεϊ ήταν κομμένο από μια σπασμένη κορνίζα, την οποία είχε σπάσει η ίδια, επειδή θεωρούσε ενοχλητική την (οικογενειακή) φωτογραφία που πλαισίωνε.
Η απεγνωσμένη μητέρα επέστρεψε συνοδεία αστυνομικών, ενώ η Γουίτνεϊ οδηγήθηκε στο νοσοκομείο κι από εκεί σε κέντρο απεξάρτησης στην Αντίγκουα. "Ήταν τόσο θυμωμένη μαζί μου και με καταριόταν συνέχεια", γράφει στο βιβλίο της η Σίσι Χιούστον. "Τελικά, ύστερα από πολύ καιρό, η Νίπι σταμάτησε να είναι θυμωμένη μαζί μου. Κατάλαβε πως ό,τι έκανα ήταν για να την προστατέψω και αργότερα είπε σε ανθρώπους ότι της είχα σώσει την ζωή".
Πάντως, αν και παραδέχεται ότι ουδέποτε συμπάθησε τον Μπόμπι Μπράουν, η μητέρα της Γουίτνεϊ αναγνωρίζει ότι δεν ήταν εκείνος που την παρέσυρε στον κόσμο των ναρκωτικών. Άλλωστε, ο μικρότερος αδερφός της Γουίτνεϊ, Μάικλ, εξομολογήθηκε στο τοκ σόου της Όπρα Ουίνφρεϊ ότι εκείνος ήταν ο υπεύθυνος για τον εθισμό της τραγουδίστριας στην κοκαΐνη, πολύ προτού εκείνη γνωρίσει και ερωτευτεί τον Μπράουν.
Μία ακόμη συγκινητική στιγμή του βιβλίου είναι όταν η Σίσι Χιούστον θυμάται τη στιγμή που έμαθε για το θάνατο της κόρης της. Η ίδια βρισκόταν ολομόναχη στο σπίτι, όταν άκουσε το κουδούνι της πόρτας να χτυπάει επίμονα. Όταν, όμως, πήγε ν΄ανοίξει την πόρτα, δεν ήταν κανείς. Ύστερα από λίγο, ο μεγαλύτερος γιος της, Γκάρι, άρχισε να φωνάζει, "Η Νίπι! Την βρήκαν πάνω, αλλά εγώ δεν ξαναπηγαίνω εκεί πέρα!".
"Γκάρι, είναι νεκρή;", τον ρώτησε η μητέρα του. "Ναι, μαμά. Είναι νεκρή", ήταν η αναπάντεχη απάντηση. "Αυτή ήταν η στιγμή που όλος μου ο κόσμος κατέρρευσε", περιγράφει η τραγική μητέρα, που θεωρεί ότι εκείνο το μυστηριώδες χτύπημα του κουδουνιού, λίγο προτού μάθει την τραγική είδηση, δεν ήταν άλλος από το πνεύμα της Γουίτνεϊ, που προσπαθούσε να επικοινωνήσει μαζί της για τελευταία φορά.
Ακόμη και σήμερα, κάποιες νύχτες η Σίσι Χιούστον πετάγεται από τον ύπνο της και φωνάζει τη Γουίτνεϊ ψάχνοντας να τη βρει. "Αλλά τότε σηκώνομαι από το κρεβάτι μου, σκουπίζω τα μάτια μου, πλένω το πρόσωπο μου και ξαπλώνω για να κοιμηθώ. Επειδή αυτό είναι το μόνο που μπορώ να κάνω. Είμαι τόσο ευγνώμων στο Θεό, που μου έδωσε το δώρο των 48 χρόνων με την κόρη μου. Και αποδέχομαι ότι Εκείνος ήξερε πότε ήταν η στιγμή να την πάρει".
Σχετικά θέματα:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου