18 Ιουλίου 2012

ΑΠΟΚΑΛΥΨΕ ΜΥΣΤΙΚΑ ΕΤΩΝ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΤΗ ΝΕΚΡΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΤΟΥ!



Όταν η θεία της Τζέιν Έιρ (της ηρωίδας του ομότιτλου βιβλίου της Σαρλότ Μπροντέ) αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο να εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο, ζήτησε από την ορφανή ανιψιά της, που δεν είχε και πολύ σε εκτίμηση ως παιδί, να την επισκεφτεί για μια τελευταία φορά για να της αποκαλύψει μέσω ενός γράμματος ένα καλά κρυμμένο μυστικό, ότι η Τζέιν είχε ένα μακρινό θείο από το σόι της μητέρας της, ώστε να μην πεθάνει έχοντας το ως βάρος στη συνείδησή της.
H τελευταία εξομολόγηση δεν αποτελεί απλά ένα λογοτεχνικό εύρημα που το συναντάμε στην "Τζέιν Έιρ" ή και σε πλήθος άλλων κλασσικών έργων της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αλλά συμβαίνει και στην καθημερινή μας ζωή. Άνθρωποι που ζουν τις τελευταίες τους στιγμές πάνω στη Γη νιώθουν την ανάγκη να εξομολογηθούν παλιές αμαρτίες ή καλά φυλαγμένα μυστικά στα αγαπημένα τους πρόσωπα, ένα είδος εξιλέωσης ή ανακούφισης από το ανυπόφορο βάρος, είτε καλώντας τους στο κρεβάτι του θανάτου είτε με ένα αποκαλυπτικό γράμμα που αφήνουν πίσω τους. 
Ο Βαλ Πάτερσον, ένας άνδρας από το Σολτ Λέικ της Γιούτα, ο οποίος πέθανε στις 10 Ιουλίου σε ηλικία 59 ετών από καρκίνο στο λαιμό, προτίμησε να γράψει μόνος του τη νεκρολογία του, την οποία και απέστειλε σε τοπική εφημερίδα για να δημοσιευτεί μετά το θάνατό του. Και τι νεκρολογία είναι αυτή. Αφού εκφράζει την απεριόριστη αγάπη, "που δεν μπορώ να εκφράσω με λόγια" όπως έγραψε χαρακτηριστικά, προς τη σύζυγό του Μέρι Τζέιν και αφού κάνοντας τον απολογισμό του διαπιστώνει ότι έζησε μια ωραία ζωή με σύνθημα τη φράση "τα πάντα για το γέλιο", αποκαλύπτει μυστικά ετών.
Κατ' αρχήν, ομολογεί ότι τον Ιούνιο του 1971 είχε κλέψει το χρηματοκιβώτιο ενός πανδοχείου. "Θα μπορούσα να μην το πω, όμως ήθελα να το βγάλω από μέσα μου", όπως αναφέρει με απολογητική διάθεση. Πέραν αυτού, αποκαλύπτει ότι δεν απέκτησε ποτέ διδακτορικό τίλο, όπως πίστευαν όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι του. "Αυτό που έγινε ήταν ότι τη μέρα που πήγα να εξοφλήσω το δάνειο για τις σπουδές μου στην Τράπεζα, η κοπέλα που εργαζόταν εκεί έβαλε την απόδειξη μου σε λάθος στοίβα και δυο εβδομάδες αργότερα, με το ταχυδρομείο ήρθε ένα δίπλωμα. Δεν είχα καν ολοκληρώσει τις σπουδές μου, ήμουν μόνο τρία χρόνια στο κολέγιο. Στην πραγματικότητα, δεν ήξεραν καν τι αντιπροσωπεύουν τα γράμματα PhD".
Πάντως, αν υπάρχει κάτι για το οποίο είχε πραγματικά μετανιώσει κάνοντας μια αναδρομή στη ζωή του ήταν "που ένιωθα ανίκητος, όταν ήμουν νεαρός, και κάπνιζα τσιγάρα, ενώ ήξερα ότι μου έκαναν κακό", αλλά κι επειδή θα στερούσε με το θάνατο του από τη γυναίκα του "μία ή και περισσότερες δεκαετίες που θα μεγαλώναμε μαζί και θα γελούσαμε με τα χιλιάδες απλά πράγματα, τα οποία ήρθαμε (στη ζωή) να απολαύσουμε".


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου