Μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη είχε δώσει ο κορυφαίος ζωγράφος μας Γιάννης Τσαρούχης το Σεπτέμβριο του 1981 στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, η οποία μάλιστα δημοσιεύτηκε στο πρώτο φύλο επανακυκλοφορίας της εφημερίδας (14.09) ύστερα από 11 χρόνια. Με αφορμή τη χθεσινή επέτειο των 103 από την ημέρα που γεννήθηκε ο Τσαρούχης (13.01.1910), ας θυμηθούμε ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα σημεία, όπου ο ζωγράφος θυμόταν το πώς ξεκίνησε.
Η συνέντευξη είχε δοθεί στη φίλη του Ελένη Χαλκούση - ηθοποιός, μεταφράστρια και δημοσιογράφος, που τη θυμούνται σίγουρα οι μεγαλύτερες γενιές. Την εποχή εκείνη, ο ζωγράφος εργαζόταν για την παράσταση "Επτά επί Θήβας", την αρχαία τραγωδία του Αισχύλου, που ανέβηκε το 1982 στην πόλη της Θήβας από το Θέατρο Μοσχοποδίου. Παράλληλα, ετοίμαζε μια αναδρομική έκθεση της καλλιτεχνικής του διαδρομής στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, που όμως δεν ήταν πλήρης, αλλά περιελάμβανε περίπου 150 πίνακες, καθώς πολλοί συλλέκτες αρνούνταν να δανείσουν τους πίνακες που κατείχαν.
Επιχειρώντας να εξηγήσει πώς ένας άνθρωπος με αστική καταγωγή, όπως ήταν εκείνος, ασχολήθηκε με την καλλιτεχνία, ο Τσαρούχης σημείωνε: "Η τέχνη είχε για μένα τη γοητεία του απόμακρου. Μια φυγή απαραίτητη για ένα νευρικό και ανήσυχο πνεύμα από μια οικογένεια στέρεη και αυτοϊκανοποιημένη, που με γέμιζε πλήξη".
Έκανε μια αναδρομή στα παιδικά του χρόνια και θυμήθηκε πώς ανακοίνωσε στους γονείς του ότι επιθυμεί να ασχοληθεί με την ζωγραφική σε ηλικία 17 ετών:
"Από μικρό παιδί άκουγα ότι δε θα κάνω τίποτα στην ζωή μου κι ότι θα πεθάνω στην ψάθα! Το νανούρισμα μου από τη διπλανή κάμαρα ήταν "τι θα γίνει αυτό το παιδί". "Στα 17 μου χρόνια, ο πατέρας μου με ρώτησε αν είναι σοβαρά αυτά που έλεγα στους άλλους, ότι δηλαδή θα γίνω ζωγράφος, και πρόσθεσε: "Αν μπορείς να με βεβαιώσεις ότι έχεις ταλέντο κι ότι θα γίνεις ένας ζωγράφος σαν τον Πάνο Αραβαντινό, τότε με την ευχή μου! Αλλά αν αποτύχεις, τι θα γίνει;" "Δεν μπορώ να σε βεβαιώσω ότι έχω ταλέντο", του είπα. "Ένα πράγμα μπορώ να σου πω και γι' αυτό είμαι σίγουρος: ότι θα έχω υπομονή και επιμονή"".
Ο πατέρας του δέχτηκε την απόφαση του γιου του, αρκεί να σπούδαζε και μια επιστήμη, να είχε ένα πτυχίο. Έτσι, ο Γιάννης Τσαρούχης γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πολυτεχνείου, όπου την πρώτη χρονιά έμεινε μετεξεταστέος στο μάθημα της... ζωγραφικής! Ο λόγος; ".. το θέμα που μας δώσανε ούτε σήμερα δε θα μπορούσα να το πετύχω. Ήταν μια απάνθρωπη πράξη. Έπρεπε να σχεδιάσουμε με κάρβουνο ένα άγαλμα", αποκάλυπτε στη συνέντευξη του προς την Ελένη Χαλκούση.
Και συνέχιζε: "Στη δεύτερη τάξη πέρασα με "μέσο"!! Φοίτησα στο εργαστήρι του Παρθένη και το περίεργο είναι πως το ίδιο θέμα μας δώσανε και στις διπλωματικές εξετάσεις το 1933 και ο Παρθένης μου έβαλε Άριστα με δυο τόνους! Παράλληλα έκανα μαθήματα με τον Κόντογλου ως βοηθός του".
Η πρώτη του έκθεση ζωγραφικής έγινε το 1938, όπου οι κριτικές ήταν μικτές. Το 1940 βρέθηκε στο Αλβανικό μέτωπο, στο 6ο Τάγμα μηχανικού, όπου το λιγοστό ελεύθερο χρόνο του... ζωγράφιζε. "Ο ψυχογιός μου Δ. Γεωργόπουλος πρέπει να έχει περί τα 20 πορτραίτα που του έκανα", θυμόταν. Εν τω μεταξύ, πολλά χρόνια πριν τον πόλεμο, είχε αναπτύξει μια στενή σχέση με το θέατρο παίζοντας για πρώτη φορά με το Γυμνάσιο στην Επίδαυρο, στην παράσταση "Ιφιγένεια εν Αυλίδι", όπου έκανε τον υποβολέα και σήκωνε ένα βωμό!
Το ίδιο βράδυ, μάλιστα, είχε παίξει στην πλατεία του Ναυπλίου και τους "Τρεις μπεκρήδες" του Ξενόπουλου "με μεγάλη επιτυχία", όπως σημείωνε ο ίδιος, ενώ το 1928 έκανε την πρώτη του επίσημη εμφάνιση στο θέατρο ως σπουδαστής της Δραματικής Σχολής του Φώτου Πολίτη. Μάλιστα, έφτιαξε και τα πρώτα του σκηνικά στην παράσταση "Πριγκίπισσα Μαλαίνα" του Μέτερλινγκ με πρωταγωνίστριες τη Μαίρη Σαγιάνου και την Κατερίνα.
Αφού έκανε σκηνογραφίες σε ελληνικές ταινίες στις αρχές της δεκαετίας του '50, ο Τσαρούχης μάζεψε χρήματα για να ταξιδέψει στο Παρίσι. Ακολούθησε ένα ταξίδι στην Αμερική, όπου συνεργάστηκε με τη Μαρία Κάλας για το ανέβασμα της όπερας "Μήδεια" του Κερουμπίνι στο Ντάλας σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Φαινόταν ότι ο Τσαρούχης μάλλον είχε ξεστρατίσει από την καλλιτεχνική δημιουργία, μέχρι που ο Τεριάντ (το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Έλληνα κριτικού τέχνης Στρατή Ελευθεριάδη, που ζούσε στη γαλλική πρωτεύουσα) τον επανέφερε στην τάξη:
"Σ' ένα άλλο ταξίδι μου στο Παρίσι δίκαια με μαλώνει σοβαρά ο Τεριάντ, που παράτησα τη ζωγραφική και κατάντησα ένας κοσμικός, παρέα με τον Ωνάση, την Μπεγκούμ, την Κάλας, την Έλσα Μάξγουελ, την Γκρέις Κέλι... Οι δίκαιες παρατηρήσεις του βρίσκουν απήχηση, τα παρατάω όλα και η ζωή μου αλλάζει. Επιστρέφω στην Ελλάδα και παραιτούμαι από όλες τις προσοδοφόρες απασχολήσεις μου... Ορκίζομαι να μην ξαναφορέσω σμόκιν! Στην περίπτωση μου ήταν σαν να ήμουν γκαρσόνι σε κοσμικό κέντρο, σύμβολο "δουλείας στο Κεφάλαιο...".
Την περίοδο 1963-'66 έχτισε το σπίτι του στην Πεύκη, το οποίο αποχωρίστηκε ένα χρόνο μετά μετακομίζοντας στο Παρίσι. Το 1970 έγινε ερημίτης σ' ένα χωριό της βόρειας Γαλλίας, όπου άρχισε ν' αμφιβάλλει "για την ουσιαστική αξία αυτού που ονομάζουμε "καλλιτεχνική επιτυχία"". Έγινε φυτοφάγος, καλλιεργούσε το κτήμα του και έκανε εκθέσεις σ' όλη την Ευρώπη: στη Ρώμη το 1974, στη Μπολόνια το 1975 και στο Παρίσι το 1980. Τελικά, επέστρεψε στην Αθήνα, συνέχισε όμως να νοσταλγεί τη ζωή στο κτήμα "Βέβαια εδώ έχουμε το ωραίο μας κλίμα. Αλλά το μόλυνε το νέφος και η βαριά συννεφιά της επαρχιώτικης βλακείας", κατέληγε η συνέντευξη.
Ένα σημείο της συνέντευξης του Γιάννη Τσαρούχη, που δημοσιεύτηκε στο ΕΘΝΟΣ το Σεπτέμβριο του 1981, ήταν η αναφορά του στον έρωτα και την επίδραση που αυτός είχε στην καλλιτεχνική του δημιουργία: "Οι ερωτικές αποτυχίες μου μ' έκαναν να σοβαρευτώ και να ερωτευθώ την ζωγραφική". Στη συνέχεια διευκρίνιζε πώς το εννοούσε:
"Φαίνεται πως η ομορφιά μου δεν άρεσε εκεί που ήθελα ν' αρέσω. Ο έρωτας τον άλλον μ' ενοχλούσε... Πολλοί με ερωτεύτηκαν, ακόμη και άνδρες. Τα ζευγάρια, που ο ένας αγαπά το ίδιο τον άλλον, είναι μάλλον φαντασία. Αν υπάρχουν τέτοια ζευγάρια, αυτό οφείλεται στην υποκρισία του ενός από τους δύο. Προσωπικά έζησα συνεχώς την υπόθεση του "Όνειρο καλοκαιρινής νυκτός" του Σαίξπηρ".
Στην παρατήρηση της Ελένης Χαλκούση ότι αγαπήθηκε πολύ "από άνδρες και γυναίκες", ο ζωγράφος απάντησε: "Αγαπήθηκα, αλλά δεν με ερωτεύθηκαν! Κάποτε έμεινα νηστικός για 20 μέρες, γιατί ήθελα ν' αυτοκτονήσω... Δεν το έκανα για να το μάθει κανείς. Ήθελα να πεθάνω. Στη συνέχεια, έπεσα με τα μούτρα στην ζωγραφική". Ωστόσο, έσπευσε να υπογραμμίσει ότι η έμπνευση του δεν ήταν απόρροια κάποιας ερωτικής απογοήτευσης. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, "Τα έργα έρχονται, όταν θέλουν εκείνα! Όχι όταν το θέλουμε εμείς!".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου