Στις 3 Ιουνίου 1892, η εφημερίδα
το Άστυ έγραφε στην πρώτη σελίδα: «Προ
τεσσάρων ημερών διήλθεν εκ Πειραιώς, επιβαίνων του γαλλικού ατμοπλοίου Τίγρης
των Θαλασσίων Διαπορθμεύσεων, ο διάσημος Καπετάν-Γιώργης Κωνσταντίνου, ο υπό
των Ινδών στιγματισθείς Σουλιώτης [..]. Ο καπετάν-Γιώργης, εκ Μασσαλίας
προερχόμενος, εσκόπει ν’ αποβιβασθή εις Πειραιά και να παραμείνη επί τινα χρόνον
παρ’ ημίν, ποθών να επανίδη μετά πολυετή αποδημίαν την Ελλάδα, την οποίαν, ως
έλεγεν εν πατριωτική συγκινήσει, ποτέ δεν έπαυσε ν’ αγαπά εν μέσω των
περιπετειών και των κινδύνων του πολυκυμάντου βίου του. Αλλ’ η προς αυτόν
βάρβαρος συμπεριφορά των εν Πειραιεί λεμβούχων τόσον ελύπησε τον
καπετάν-Γιώργη, ώστε απεφάσισε να εξακολουθήση το ταξείδιόν του εις
Θεσσαλονίκην και Κωνσταντινούπολιν, και ανεχώρησεν αυθημερόν επιβαίνων του
Τίγρητος, χωρίς να πατήση επί ελευθέρας ελληνικής γης».
Στη συνέχεια του δημοσιεύματος
αναφέρονταν κάποιες γενικές πληροφορίες για τον καπετάν-Γιώργη, που δεν ήταν άλλος
από τον διάσημο στην Αμερική, αλλά και σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης με τελευταίο
του σταθμό τη Γαλλία, captain
Costentenus. Ήταν πιθανότατα το πρώτο αφιέρωμα στο
μυστηριώδη αυτόν άνθρωπο με τα τατουάζ σε ελληνική εφημερίδα, που ωστόσο έγραψε
λανθασμένα ότι δήθεν δεν είχε κατεβεί στο λιμάνι του Πειραιά, αλλά αναχώρησε
αυθημερόν για Θεσσαλονίκη με τελικό προορισμό την Κωνσταντινούπολη.
Ο καπετάν-Γιώργης, όπως πλέον θ’
αποκαλούμε τον κάπτεν Κωστεντένους μιας και έτσι θα τον ανέφεραν οι ελληνικές
εφημερίδες στο εξής, παρέμεινε στον Πειραιά, μπήκε σ’ ένα καφενείο, όπου
μάλιστα συστήθηκε ως καπετάν Κωνσταντής, και εκεί τον «τσάκωσε» ο πολιτευτής Κωνσταντίνος
Πλατούτσας, ο οποίος σαν ένας νέος Φινέας Μπάρνουμ σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να
βγάλει πολλά χρήματα επιδεικνύοντας με εισιτήριο στο κοινό ως αξιοπερίεργο
θέαμα αυτόν τον «κατάστικτο» από τατουάζ άνδρα.
Περνούν λίγοι μήνες και στις 16
Οκτωβρίου 1892, η εφημερίδα Το Άστυ (και πάλι) δημοσίευσε μια «δραματική»
είδηση, που θα προκαλούσε αναστάτωση επί σειρά ημερών στην πρωτεύουσα αφήνοντας
σε δεύτερη μοίρα τον εορτασμό των αργυρών γάμων του βασιλιά Γεωργίου με την
Όλγα: «Ο κατάστικτος άνθρωπος, όστις
είχεν εκτεθή εις κοινήν θέαν από τινων ημερών και του οποίου την εικόνα είχε δημοσιεύσει
το Άστυ προ τινων μηνών, είνε γόνος μιας των πρώτων ελληνικών οικογενειών, υιός
του στρατηγού Τζαβέλλα, αδελφός δε της κυρίας Κριεζώτου»!
Ο λόγος γινόταν για το Δημήτρη
Τζαβέλλα, γιο του αγωνιστή Κίτσου Τζαβέλλα, ο οποίος εξαφανίστηκε το 1844, όταν
ακόμα ήταν μαθητής στη σχολή Ευελπίδων. Οι πληροφορίες έφεραν το Δημήτρη
επικεφαλής μιας απόπειρας να οργανωθεί εξέγερση των φοιτητών της σχολής,
προκαλώντας μεγάλο σκάνδαλο, αφού υπουργός Στρατιωτικών την εποχή εκείνη ήταν ο
πατέρας του. Μόλις η είδηση έγινε γνωστή, ο Κίτσος Τζαβέλλας κατέβηκε στη
σχολή, όπου διαπληκτίστηκε έντονα με το γιό του, με αποτέλεσμα την αποβολή του
τελευταίου. Τότε ο Δημήτρης πήρε την απόφαση να εξαφανιστεί, όπως κι έγινε. Λίγα
χρόνια αργότερα ήρθε η είδηση ότι ο Δημήτρης είχε σκοτωθεί στην Αλγερία το 1847.
Εδώ πρέπει να επισημανθεί ένα
μεγάλο κενό. Πόσο χρονών ήταν ο Δημήτρης Τζαβέλλας το 1844; Ένα δημοσίευμα του
Άστυ τον ήθελε 25 ετών, ενώ άλλο – της Εφημερίδος – σημείωνε ότι το 1842-1844 ο
νεαρός Δημήτρης ήταν 16 ετών. Αν λοιπόν ήταν όντως αυτός ο καπετάν Γιώργης ή
κάπτεν Κωνστεντένους, τότε το 1876, όταν οι αμερικανικές εφημερίδες περιέγραφαν
το επιβλητικό παρουσιαστικό του, θα πρέπει να ήταν 50 έως 57 ετών! Όμως
εμφανιζόταν τουλάχιστον δέκα χρόνια νεότερος. Πώς εξηγείται αυτό; Τόσο πολύ
μικροέδειχνε παρά τις κακουχίες που είχε περάσει τα προηγούμενα χρόνια
ταξιδεύοντας μέχρι την άκρη του κόσμου;
Η περιβόητη αναγνώριση έγινε από
την Καλλιόπη Κριεζώτου, κόρη του Κίτσου Τζαβέλλα, η οποία δήλωνε «πεπεισμένη»
για την ταυτότητα του κατάστικτου άνδρα, χωρίς εκείνος να έχει παραδεχτεί, αλλά
και χωρίς να έχει διαψεύσει το παραμικρό. Οι αντιδράσεις του και κυρίως μια
ιδιαίτερη συγκίνηση που εκδήλωνε συναντώντας τα μέλη της οικογένειας Κριεζώτου
συνέβαλαν στην εδραίωση της πεποίθησης ότι αυτός ήταν ο απολωλός Δημήτρης.
«Η καρδία μου πάντοτε μοι έλεγεν ότι ο Δημήτριος ζη και δεν έπαυσα να
ερευνώ περί αυτού» εξομολογούταν στο Άστυ της 17ης Οκτωβρίου
1892 η Καλλιόπη Κριεζώτου. «Προ ένδεκα
περίπου ετών μοι είχον γράψει εκ Παρισίων, ότι άνθρωπός τις κατάστικτος Έλλην
την καταγωγήν και δη Σουλιώτης, αποκρύπτων όμως εντελώς το οικογενειακόν του
όνομα και γνωστός ως Καπετάν-Γιώργης, εβεβαιούτο ότι είνε ο Δημήτριος
Τζαβέλλας, ο υιός του στρατηγού Κίτσου Τζαβέλλα».
Όταν πληροφορήθηκε ότι ο
κατάστικτος εκείνος άνδρας βρισκόταν στην Αθήνα, ήθελε να μάθει την αλήθεια.
Επειδή όμως η ίδια ήταν πολύ συγκινημένη, τις έρευνες ανέλαβε η κόρη της,
Αγγελική Ζορμπά. Πράγματι, εκείνη, συνοδευόμενη από τον αδερφό της, επισκέφτηκε
τον κατάστικτο καπετάν Γιώργη, ο οποίος το προηγούμενο βράδυ είχε ενημερωθεί
για την επίσκεψή της και – σύμφωνα με το διευθυντή του ξενοδοχείου «Μασσαλία»
όπου διέμενε – δεν είχε κλείσει μάτι όλη νύχτα. Αποφεύγοντας να τον ρωτήσει
ευθέως, η Αγγελική Ζορμπά μιλούσε στον καπετάν Γιώργη για την οικογένειά της,
όμως εκείνος δεν αντιδρούσε, ώσπου σε κάποια στιγμή διημείφθη ο παρακάτω
διάλογος ανάμεσά τους:
- Έχω δύο αγόρια.
- Και πώς τα λες;
- Το ένα το λέγω Κίτσο.
- Και το άλλο;
- Δημήτριο.
- Λοιπόν, έχει το όνομά μου («εκραύγασεν συγκεκινημένος», όπως έγραψε
το Άστυ, που μετέφερε το διάλογο).
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο καπετάν
Γιώργης ή Δημήτρης Τζαβέλλας (πλέον) ζήτησε από την ανιψιά του να μη φανέρωνε
σε κανέναν την ταυτότητά του – άσχετα αν εκείνη το έκανε ελαφρά τη καρδία – και
αυτή με τη σειρά της τον προσκάλεσε στο σπίτι της οικογένειας. Επειδή όμως
εκείνος δεν εμφανίστηκε, η Καλλιόπη Κριεζώτου πήρε τη μεγάλη απόφαση να
επισκεφτεί η ίδια τον αδερφό της. Μόλις συναντήθηκαν, εκείνος λιποθύμησε και μεταφέρθηκε στην οικία
Τζαβέλλα, όπου και παρέμεινε προσωρινά. Ωστόσο τα ρεπορτάζ άλλων εφημερίδων,
που πάντως δεν μετέφεραν διαλόγους με μέλη της οικογένειας Κριεζώτου,
ισχυρίζονταν ότι η Καλλιόπη δεν υποπτευόταν τίποτα, αλλά ο γιός της ήταν εκείνος
που έκανε πρώτος την ανακάλυψη.
Στο σπίτι των Τζαβελλαίων συνέρρευσαν
παλιοί συμμαθητές του Δημήτρη Τζαβέλλα από τη σχολή Ευελπίδων, οι οποίοι
ισχυρίζονταν ότι πράγματι ο κατάστικτος άνδρας ήταν ο Δημήτρης αναγνωρίζοντάς
τον από συγκεκριμένα σημεία του προσώπου του (μάτια, μύτη κλπ.) ή κάνοντάς του
ερωτήσεις, στις οποίες απαντούσε σωστά. «Είνε
αυτός, αυτότατος κύριε. Το βάδισμά του, η στάσις του, οι μικροί του πόδες, αι
χείρες του, προδίδουν την Τζαβελλικήν καταγωγήν του» δήλωνε με σιγουριά στην Ακρόπολι ο Θεόδωρος Φαλέζ Κολοκοτρώνης.
Υπήρχαν βέβαια και άλλοι που στο
πρόσωπο του κατάστικτου άνδρα αναγνώρισαν κάποιο γνωστό – αγαπημένο, χωρίς αυτό
να είναι και απαραίτητο – πρόσωπο. Ένας αναγνώρισε σ’ αυτόν το φίλο του Ιωάννη
Μαμούνη, γόνο γνωστής οικογένειας των Ψαρών, ο οποίος εξαφανίστηκε το 1847.
Άλλος πάλι είδε στο πρόσωπό του έναν παλιό δήμιο, τον Νταή Γιώργη, ο οποίος
βέβαια, αν το 1892 βρισκόταν στην ζωή, θα ήταν αιωνόβιος!
Μεταξύ εκείνων που τον αναγνώρισαν
ως Τζαβέλλα ήταν και ο... Πλατούτσας, ο άνθρωπος που μόλις τον εντόπισε στον
Πειραιά, θέλησε να τον εκμεταλλευτεί για να βγάλει κέρδος – άσχετα αν στην
Εφημερίδα δήλωνε ότι έγινε «ξεναγός» του. «Μου
εφάνη καλός άνθρωπος και είδα κ’ έπαθα έως ότου να του βγάλω το μυστικόν της καταγωγής
του. Αλλά του το έβγαλα. Προσθέσατε ότι με έχει εις την διαθήκην του ως ένα εκ
των κληρονόμων» φερόταν να δηλώνει. (Εφημερίς, 19.10.1892)
Στο μεταξύ, αντιφατικές ήταν οι
πληροφορίες που δημοσιεύονταν στον τύπο για το κατά πόσο ο μυστηριώδης αυτός
άντρας είχε όντως περιουσία ή όχι. Αν και αρχικά γράφτηκαν πληροφορίες που
είχαν δημοσιευτεί κατά το παρελθόν κι από τις ξένες εφημερίδες, ότι διέθετε
καταθέσεις σε τράπεζες, ότι είχε πουλήσει το δέρμα του σε μουσείο του Λονδίνου
κλπ., στη συνέχεια όλα αυτά διαψεύστηκαν και υποστηρίχθηκε ότι όλη η περιουσία
του κατάστικτου άνδρα ξοδεύτηκε στα νοσοκομεία και τα μόνα περιουσιακά στοιχεία, που του είχαν απομείνει, ήταν τα κοσμήματα και κάποιες χρυσές αλυσίδες που
φορούσε, η αξία των οποίων υπολογιζόταν σε 20.000 δραχμές. Άλλες πληροφορίες
πάλι επέμεναν ότι οι καταθέσεις του σε διάφορες ευρωπαϊκές τράπεζες ανέρχονταν
σε 500.000 δραχμές κι ότι σκόπευε να ταξιδέψει στο εξωτερικό για να σηκώσει τα
λεφτά του. Μέσα στην παραφιλολογία των ημερών δημοσιεύτηκε και η πληροφορία ότι
σ’ ένα από τα δαχτυλίδια του, ο κατάστικτος Τζαβέλας περίκλειε ένα πολύ
δραστικό δηλητήριο!
Ο συντάκτης της Εφημερίδος ήταν
δύσπιστος. Περιέγραφε τη συνάντηση που είχε με τον κατάστικτο άνδρα πριν γίνει
η αποκάλυψη της ταυτότητάς του. «Μας
ωμίλησεν αρκετά, αλλά δεν φαίνεται κατέχων την Ελληνικήν, τούτο δε μας φαίνεται
περίεργον, καθ’ όσον ο υιός του Τζαβέλλα ότε απήλθε των Αθηνών ήτο ηλικίας 21
ετών, είχε δε διακούσει μαθήματα της τρίτης τάξεως του γυμνασίου και διετέλεσε
συμμαθητής εν τη στρατιωτική Σχολή των ευελπίδων με πολλούς οίτινες σήμερον
φέρουσι τον βαθμόν του Συνταγματάρχου εις διάφορα σώματα του στρατού. Εν ηλικία
τοιαύτη δυσκόλως απομανθάνει τις την γλώσσαν του και έτι δυσκολώτερον
απομανθάνει να την αναγινώσκη. Ότε τον είδομεν μας έλεγεν ότι είνε Σουλιώτης,
ότι δεν γνωρίζει τα Ελληνικά και ανεμίγνυεν αγγλικάς λέξεις εις την ομιλίαν
του». (Εφημερίς, 17.10.1892)
Η Εφημερίς δημοσίευσε και
συνομιλία με Έλληνα ιερέα, ο οποίος κατά το παρελθόν είχε ζήσει στην Καλκούτα
της Ινδίας επί δεκαπενταετία. Το 1858 με
1859, όταν ο ιερέας αυτός ήταν εφημέριος στον ελληνικό ναό της Μεταμορφώσεως
στην Καλκούτα, ισχυριζόταν ότι εκεί συνάντησε τον καπετάν Γιώργη, προερχόμενο
από την Αλγερία και φέροντα τη στολή Γάλλου στρατιώτη. Τότε είχε συστηθεί ως
Κωνσταντίνος Λάμπρου Σουλιώτης και ήταν 35 ετών. Αυτή ήταν η συνέντευξη που
δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα στις 18.10.1892:
- Στίγματα δεν είδε πουθενά; ηρωτήσαμεν τον
ιερέα.
- Είχε κάτι κυπαρίσσια στα χέρια του απ’ εκείνα
που κεντούν οι κατάδικοι. Σημειωτέον ότι ο αληθής Δ. Τζαβέλας δεν έφερε κανέν
τοιούτον στίγμα.
- Μιλούσε τότε καλά Ελληνικά;
- Όχι μιλούσε χυδαία όπως και τώρα, αλβανικής
προφοράς, και πρόστυχα, πολύ πρόστυχα. Αφού δ’ εμάζευσε τας 70 λίρας αντί να
έλθη εις την Ελλάδα ανεχώρησεν εις Κοχγκίναν όπου ευρίσκοντο Γαλλικά στρατεύματα.
Εκείθεν μετέβη εις Κεϋλάνην και απ’ εκεί εις το Μαδράς.
Όταν μετά από έξι μήνες ο
συγκεκριμένος Κωνσταντίνος Σουλιώτης επέστρεψε στην Καλκούτα, απέκτησε τη φήμη του κακοποιού μεταξύ των
Ελλήνων της περιοχής και κυρίως μεταξύ των Χιώτηδων. Κάποια στιγμή έφυγε για τη
Βιρμανία, απ’ όπου επέστρεψε και πάλι στην Καλκούτα «όχι πλέον όπως ανεχώρησεν, αλλά κατάστικτος όπως είνε τώρα» σύμφωνα
με τον ιερέα, που σημείωνε ότι στη συνέχεια ο άνδρας εκείνος έφυγε για την
Αμερική.
Όμως και ο Στέφανος Ξένος,
αρχισυντάκτης του Βρετανικού Αστέρος και συμμαθητής του Τζαβέλλα, φαινόταν δύσπιστος,
θεωρώντας ότι ενδεχομένως ο άνδρας αυτός είχε βάλει στο μάτι την περιουσία της οικογένειας
Κριεζώτου – ένα εντελώς απίθανο σενάριο ωστόσο.
πηγή: Νέος Αριστοφάνης, 23.10.1892 |
Τελικά, στις 20 Οκτωβρίου ο καπετάν
Γιώργης ή κάπτεν Κωστεντένους ή Δημήτρης Τζαβέλλας αναχώρησε για το σπίτι της
αδερφής του και του συζύγου της στη Χαλκίδα, αν και ο ίδιος εξέφρασε την
επιθυμία να μονάσει στο Άγιο Όρος. Στη Χαλκίδα, τον υποδέχθηκε πλήθος κόσμου,
που είχε διαβάσει τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών και ήθελε να δει το
μυστηριώδη άνδρα από κοντά. Συνοδεία Χαλκιδέων έφτασε στο σπίτι του γαμπρού
του, όπου ο Δημήτρης (πλέον) φέρεται να έπεσε γονατιστός μπροστά σε μια εικόνα
του πατέρα του ζητώντας του συγχώρεση.
Αλήθεια; Δημοσιογραφική φαντασία;
Άγνωστο. Άλλωστε η οικογένεια Κριεζώτου είχε ήδη υψώσει έναν τοίχο προστασία
θέλοντας να προστατεύσει το νέο... παλιό μέλος της οικογένειας, που είχε
αναστατωθεί με όλη αυτήν τη φασαρία – και πιθανόν να είχε μπερδευτεί ακόμα και
ο ίδιος, θα προσέθετα εγώ. Στις αρχές του 1893 ο Δημήτρης πηγαίνει στο Παρίσι και
κάπου εκεί χάνονται και πάλι – οριστικά αυτήν τη φορά – τα ίχνη του.
Οι ευρωπαϊκές εφημερίδες ασχολήθηκαν τότε - όχι φυσικά στην ίδια έκταση με τις ελληνικές - με το παράξενο αυτό παιχνίδι της μοίρας και την αναγνώριση του επί δεκαετίες αγνοούμενου Δημήτριου Τζαβέλλα, του ήδη γνωστού ανά την Ευρώπη κάπτεν Κωστεντένους. Σήμερα, ωστόσο, αν ψάξετε στο ίντερνετ, θα βρείτε στα μεν αγγλόφωνα(/αμερικανικά) βιβλία και άλλες ιστοσελίδες αφιερώματα μόνο στον Κωστεντένους, που σταματούν στο σημείο της εξαφάνισής του από την Αμερική, ενώ σε ελληνικές ιστοσελίδες έχουν γραφτεί κάποια αφιερώματα στη σχεδόν μυθιστορηματική αναγνώριση του Δημήτρη Τζαβέλλα από την αδερφή του, την οποία και θεωρούν οπωσδήποτε αξιόπιστη και ακριβή, αγνοώντας όμως ή αναφέροντας επιπόλαια τη μεγάλη καριέρα του ως μέλος του θιάσου του Φινέας Μπάρνουμ, αναπαράγοντας απλά τις γενικές πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στις ελληνικές εφημερίδες του 1892. Αυτό είναι το πρώτο - και το πλέον διεξοδικό που θα μπορούσε να υπάρξει - αφιέρωμα σ' αυτήν τη μυστηριώδη προσωπικότητα, που έζησε μια απίστευτη ζωή σαν μυθιστόρημα (και ίσως πολλές λεπτομέρειες που γράφτηκαν γι' αυτόν να ήταν όντως αποκυήματα της φαντασίας), το τέλος της οποίας δεν γνωρίζουμε, καθώς ξαναχάθηκαν σύντομα τα ίχνη του, για να τον θυμηθούμε πάνω από εκατό χρόνια μετά με αφορμή ένα μιούζικαλ.
Διαβάστε το πρώτο μέρος του αφιερώματος εδώ:
Captain Costentenus: Ο άνθρωπος με τα τατουάζ του "The Greatest Showman" που ίσως ήταν ο Δημήτρης Τζαβέλλας, γιός αγωνιστή της ελληνικής επανάστασης! Μέρος πρώτο: Η καριέρα ως "τέρας της φύσης" σε Ευρώπη και Αμερική
Οι ευρωπαϊκές εφημερίδες ασχολήθηκαν τότε - όχι φυσικά στην ίδια έκταση με τις ελληνικές - με το παράξενο αυτό παιχνίδι της μοίρας και την αναγνώριση του επί δεκαετίες αγνοούμενου Δημήτριου Τζαβέλλα, του ήδη γνωστού ανά την Ευρώπη κάπτεν Κωστεντένους. Σήμερα, ωστόσο, αν ψάξετε στο ίντερνετ, θα βρείτε στα μεν αγγλόφωνα(/αμερικανικά) βιβλία και άλλες ιστοσελίδες αφιερώματα μόνο στον Κωστεντένους, που σταματούν στο σημείο της εξαφάνισής του από την Αμερική, ενώ σε ελληνικές ιστοσελίδες έχουν γραφτεί κάποια αφιερώματα στη σχεδόν μυθιστορηματική αναγνώριση του Δημήτρη Τζαβέλλα από την αδερφή του, την οποία και θεωρούν οπωσδήποτε αξιόπιστη και ακριβή, αγνοώντας όμως ή αναφέροντας επιπόλαια τη μεγάλη καριέρα του ως μέλος του θιάσου του Φινέας Μπάρνουμ, αναπαράγοντας απλά τις γενικές πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στις ελληνικές εφημερίδες του 1892. Αυτό είναι το πρώτο - και το πλέον διεξοδικό που θα μπορούσε να υπάρξει - αφιέρωμα σ' αυτήν τη μυστηριώδη προσωπικότητα, που έζησε μια απίστευτη ζωή σαν μυθιστόρημα (και ίσως πολλές λεπτομέρειες που γράφτηκαν γι' αυτόν να ήταν όντως αποκυήματα της φαντασίας), το τέλος της οποίας δεν γνωρίζουμε, καθώς ξαναχάθηκαν σύντομα τα ίχνη του, για να τον θυμηθούμε πάνω από εκατό χρόνια μετά με αφορμή ένα μιούζικαλ.
Διαβάστε το πρώτο μέρος του αφιερώματος εδώ:
Captain Costentenus: Ο άνθρωπος με τα τατουάζ του "The Greatest Showman" που ίσως ήταν ο Δημήτρης Τζαβέλλας, γιός αγωνιστή της ελληνικής επανάστασης! Μέρος πρώτο: Η καριέρα ως "τέρας της φύσης" σε Ευρώπη και Αμερική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου