20 Απριλίου 2016

Ιωάννης Πιαλόγλου: Ο Έλληνας μπατζανάκης του Μπάστερ Κίτον. Παντρεύτηκε πρωταγωνίστρια του βωβού κινηματογράφου, παρότι η οικογένεια της δεν τον ήθελε, γιατί τον θεωρούσαν... Τούρκο. Εκείνη έγινε Ελληνίδα, όμως ο γάμος τους διαλύθηκε σύντομα, επειδή της ζητούσε να εγκαταλείψει την κινηματογραφική της καριέρα.

Όταν στις 31 Μαΐου 1921 ο δημοφιλής κωμικός ηθοποιός Μπάστερ Κίτον παντρεύτηκε την 25χρονη ηθοποιό Νάταλι Ταλμάτζ (που παρεμπιπτόντως ήταν η κουνιάδα του αφεντικού του, παραγωγού Τζόζεφ Σενκ, παντρεμένου με την επίσης ηθοποιό Νόρμα Ταλμάτζ), απέκτησε Έλληνα μπατζανάκη. Αυτός ήταν ο πλούσιος καπνέμπορος, ο οποίος πέντε περίπου μήνες νωρίτερα είχε παντρευτεί τη μικρότερη αδερφή της Νάταλι, Κόνστανς, επίσης πρωταγωνίστρια του βωβού κινηματογράφου, ένας αιφνιδιαστικός κρυφός γάμος που συζητήθηκε πολύ στους κοσμικούς κύκλους της Αμερικής, όπως και το διαζύγιο, που ακολούθησε λίγους μόλις μήνες μετά.


Οι αδερφές Νόρμα, Νάταλι και Κόνστανς Ταλμάτζ (γεννημένες αντίστοιχα το 1894, το 1896 και το 1898), προερχόμενες από οικογένειες νεοϋορκέζων βιοπαλαιστών, συγκαταλέγονταν μεταξύ των πιο γνωστών πρωταγωνιστριών του βωβού κινηματογράφου στην Αμερική. Μάνατζέρ τους ήταν η μητέρα τους Μάργκαρετ, που είχε λόγο για όλα. Όταν η μεγαλύτερη από τις τρεις αδερφές, Νόρμα, την ενημέρωσε για μια συμμαθήτριά της που έκανε το μοντέλο σε κινηματογραφικά σλάιντς, η κυρία Ταλμάτζ αγωνίστηκε πεισματικά να εξασφαλίσει την ίδια καριέρα και για την κόρη της, η οποία γρήγορα μεταπήδησε στον κινηματογράφο ως ηθοποιός, ενώ στα χνάρια της θα βάδιζαν και οι άλλες δύο.

Όσον αφορά την Κόνστανς (ή Κόνι), η οποία μας αφορά εν προκειμένω, η κινηματογραφική της καριέρα ξεκίνησε το 1914 σε ηλικία 16 ετών με εμφανίσεις σε ταινίες μικρού μήκους. Γρήγορα έγινε αγαπητή και απέκτησε πολλούς άνδρες θαυμαστές. Στις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, όπου πήγαινε πάντα συνοδευόμενη από τη μητέρα της, οι άνδρες έκαναν ουρές ζητώντας ένα χορό μαζί της. Σε συνέντευξή της, η ίδια η Κόνι είχε προσδιορίσει τον άντρα των ονείρων της - ή μάλλον τον άντρα προς αποφυγή - ως εξής: "Δεν θα μπορούσα να παντρευτώ έναν άνδρα που φοράει παπούτσια με κουμπιά ή τρώει σπανάκι ή κουβαλάει ομπρέλα ή έχει γενειάδα ή λέει"Αισθάνομαι άσχημα" ή φοράει δαχτυλίδι στο μεσαίο του δάχτυλο ή τραγουδάει σαν τενόρος".


Οι κοσμικοί κύκλοι στοιχημάτιζαν ότι ο τυχερός, εκείνος που θα έκλεβε τελικά την καρδιά της Κόνι, θα ήταν ο μουσικοσυνθέτης Ίρβινγκ Μπέρλιν, ο οποίος είχε μείνει πρόωρα χήρος, καθώς η πρώτη σύζυγός του πέθανε μόλις έξι μήνες μετά το γάμο τους. Οι δυο τους φέρονταν μάλιστα να είχαν αρραβωνιαστεί στη διάρκεια περιοδείας της ηθοποιού στο Σαντιάγκο της Χιλής. Όμως ο Μπέρλιν ήταν συντηρητικών αρχών και έψαχνε για μια σύντροφο που θα έμενε στο σπίτι και δεν εργαζόταν, οπότε η μαμά Μάργκαρετ, που αρχικά είχε δώσει την έγκρισή της, παρενέβη κι έδωσε τέλος στο ειδύλλιο.

Ο άνθρωπος που τελικά έκλεψε την καρδιά της Κόνι, ονομαζόταν Ιωάννης Πιαλόγλου. Ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας από την Κωνσταντινούπολη, που εμπορευόταν καπνό και διέθετε γραφεία στην Πόλη και την Αθήνα, ενώ, παρότι δεν μιλούσε καλά τα αγγλικά, βρέθηκε στις ΗΠΑ ως διαχειριστής του τοπικού γραφείου της οικογενειακής επιχείρησης. Συχνά επισκεπτόταν τα κλαμπ της Νέας Υόρκης θέλοντας περισσότερο να τονώσει τις δημόσιες σχέσεις του. Δεν καθόταν πολύ. Απλά έμπαινε με ύφος "κατακτητή", χαιρετούσε έναν προς έναν τους θαμώνες, επιβαλλόταν με την παρουσία του και στη συνέχεια αποχωρούσε.

Ένα βράδυ, γύρω στα 1918 με 1919, ο Πιαλόγλου βρέθηκε στο κλαμπ Sixty, όπου έτυχε να διασκεδάζει η Κόνι. Τη χαιρέτισε φυσικά, όπως συνήθιζε, όμως δεν αρκέστηκε μονάχα σ' αυτήν την τυπικότητα. Γοητευμένος από το χαμόγελο της ηθοποιού, της ζήτησε να χορέψουν, όπως κι έγινε. Οι χορευτικές του δεξιότητες εντυπωσίασαν την Κόνι από την πρώτη στιγμή. Όμως υπήρχε ένα πρόβλημα. Ο υποψήφιος γαμπρός δεν είχε την έγκριση της μητέρας Μάργκαρετ, η οποία τον θεωρούσε Τούρκο, επειδή είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη!

Βέβαια, όσα παιδιά Ελλήνων γεννιόντουσαν σε τουρκικό έδαφος έπαιρναν αυτόματα και την ελληνική υπηκοότητα στη βάση παλιότερης ελληνοτουρκικής συμφωνίας, όμως το επιχείρημα της επιβλητικής Μάργκαρετ Ταλμάτζ ήταν αφοπλιστικά απλουστευτικό: "Αν γεννηθείς στην Αμερική από Γάλλους γονείς, δεν είσαι Αμερικανός; Φυσικά και είσαι"! Αυτό που η Μάργκαρετ φοβόταν, ήταν ότι σε περίπτωση γάμου της Κόνι με τον Γιάννη, η κόρη της θα έπαιρνε την τουρκική υπηκοότητα, καθώς σύμφωνα με την αμερικανική νομοθεσία της εποχής, μετά το γάμο η γυναίκα αποκτούσε αυτόματα την υπηκοότητα του άνδρα της, αν αυτός δεν ήταν Αμερικανός. Και μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή λίγο μετά το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, όταν η Οθωμανική αυτοκρατορία ανήκε στις "δυνάμεις του κακού" εναντίον των οποίων είχαν πολεμήσει οι Αμερικανοί, εξ ου και οι έντονες αρνητικές αντιδράσεις σχετικά με την υποτοθέμενη τουρκική καταγωγή του Κωνσταντινουπολίτη Πιαλόγλου.

Πέρασαν δυο χρόνια από εκείνη την πρώτη γνωριμία. Στο μεταξύ, ο πατέρας του Γιάννη και ο αδελφός του, Γιώργος, του έγραψαν να επιστρέψει πίσω στην Αθήνα, όπου είχε μετακομίσει πλέον η οικογένεια, όμως εκείνος τους ξεκαθάρισε ότι δεν ένιωθε μοναξιά στην Αμερική και σε κάθε περίπτωση δεν ήθελε ν' αφήσει τη διοίκηση του παραρτήματος της οικογενειακής επιχείρησης σε ξένα χέρια, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με την εκμάθηση των αγγλικών, αν και ούτε γι' αστείο δεν σκεφτόταν να ζητήσει ποτέ την αμερικανική υπηκοότητα.

Ύστερα από περίπου μια διετία έρωτα εξ αποστάσεως, το ειδύλλιο του Γιάννη και της Κόνστανς αναθερμάνθηκε το φθινόπωρο του 1920, μετά την επιστροφή της τελευταίας από ταξίδι στην Ευρώπη. Οι χοροί στο Sixty Club συνεχίστηκαν φέρνοντας τους δυο νέους ακόμη πιο κοντά, όμως η Κόνι αγωνιούσε: "Αν γεννήθηκες στην Τουρκία, αυτό δεν σε κάνει Τούρκο; Και δεν θα κάνει κι εμένα Τουρκάλα"; Όταν πήρε τις διαβεβαιώσεις ότι όχι μόνο εκείνος είχε την ελληνική ιθαγένεια, αλλά κι ότι και η ίδια θα γινόταν Ελληνίδα (και όχι Τουρκάλα) σε περίπτωση γάμου, τα εμπόδια εξαφανίστηκαν - φαινομενικά, γιατί μπορεί να πείστηκε η Κόνι, όχι όμως και η μητέρα της.

Το Δεκέμβριο του 1920, η Κόνστανς Ταλμάτζ συμμετείχε στα γυρίσματα μιας ταινίας. Στο καστ κατάφερε να παρεισφρήσει και ο Γιάννης, που πάντως δεν είχε βλέψεις να γινόταν ηθοποιός. Στις 26 Δεκεμβρίου γυριζόταν μια σκηνή με αυτοκίνητα που έτρεχαν στην εξοχή. Στο ένα βρισκόταν η Κόνι με το Γιάννη και στο δεύτερο η ηθοποιός Ντόροθι Γκρις, καλή φίλη της Κόνι, με την οποία είχαν συμφωνήσει να παντρεύονταν την ίδια μέρα και στην ίδια εκκλησία. Τα δυο αυτοκίνητα έπρεπε να σταματήσουν στο Γκρίνουιτς, προάστιο της Νέας Υόρκης, όμως το γύρισμα τινάχτηκε στον αέρα, καθώς οι οδηγοί χάθηκαν σε άγνωστη κατεύθυνση. Δυο μέρες αργότερα έγινε γνωστό ότι η Κόνστανς και η Ντόροθι είχαν παντρευτεί κρυφά τους αγαπημένους τους - προς μεγάλη απογοήτευση της μαμάς Μάργκαρετ. 

Αμερικάνικες εφημερίδες απέδιδαν στον Ιωάννη Πιαλόγλου δηλώσεις όπως "Ένας φιλελεύθερος σύζυγος δεν θα κάνει το έγκλημα ν' αφαιρέσει από τη σκηνή και το θαυμασμό της Αμερικής μια μοναδική καλλιτέχνιδα. Μόνο, επί του παρόντος τουλάχιστον, θα είναι δύσκολο να επιδεικνύει το ταλέντο της στη γυμνή τέχνη". Όμως ο γαμπρός μάλλον δεν ήταν και τόσο φιλελεύθερος στις απόψεις του...

Η Κόνστανς ήταν πρόθυμη να γίνει μια αφοσιωμένη σύζυγος μόνο όταν θα έκανε διαλείμματα στην κινηματογραφική της καριέρα, δηλαδή όταν θα ολοκληρώνονταν τα γυρίσματα μιας ταινίας και μέχρι να ξεκινήσουν τα γυρίσματα της επόμενης. Η αγάπη της για την ηθοποιία ήταν μεγαλύτερη από την αγάπη για τον άνδρα της κι αυτό ήταν από την αρχή αντικείμενο διαφωνίας για το ζευγάρι. Ο Πιαλόγλου της υποσχόταν μια πλούσια και ανέμελη ζωή σ' ένα υπέροχο σπίτι στο Λονγκ Άιλαντ και μια επιβλητική έπαυλη στην Πέμπτη Λεωφόρο της Νέας Υόρκης, όμως όλα αυτά δεν ήταν ικανά ν' αλλάξουν τα μυαλά της Κόνι. Άλλωστε, η μητέρα της και οι δυο αδερφές της ήταν κάθετες: εφόσον διαταράσσεται η ισορροπία μεταξύ αγάπης και καριέρας, προτεραιότητα έχει η τελευταία, ακόμη κι αν ένας άνδρας ήταν σε θέση να προσφέρει στην σύζυγό του όλες τις πολυτέλειες του κόσμου. Όμως και η ίδια η Κόνι δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό της κλεισμένη στο σπίτι, να κοιτάζει το ρολόι περιμένοντας τον αντρούλη της να γυρίσει από τις επιχειρήσεις του.

Το Νοέμβριο του 1921, η εφημερίδα Chicago Tribune έγραφε στο πρωτοσέλιδό της ότι το ζευγάρι είχε βρισκόταν από καιρό σε διάσταση, επειδή ο Πιαλόγλου είχε ζητήσει από την Κόνστανς να αφήσει για πάντα την κινηματογραφική της καριέρα, ενώ εκείνη απέδιδε τις διαφορές τους στα διαφορετικά ταπεραμέντά τους λόγω της διαφορετικής τους καταγωγής. Το γυαλί φερόταν να ράγισε, όταν η Κόνι ανακοίνωσε στο Γιάννη την απόφασή της να πάει στο Λος Άντζελες, για να γυρίσει μια καινούρια ταινία υπό τις οδηγίες του Τζόζεφ Σένεκ, του άνδρα της αδερφής της.

Τελικά, η συζήτηση και έκδοση του διαζυγίου από δικαστήριο του Λος Άντζελες πραγματοποιήθηκε την 1η Ιουνίου 1922. Η μητέρα της Κόνστανς, Μάργκαρετ, κατέθεσε ότι ο Πιαλόγλου καταριόταν τη μέρα που είχε παντρευτεί την κόρη της και ότι γενικά αισθανόταν απογοητευμένος, κάτι που - κατά τα λεγόμενά της - επηρέαζε την ψυχολογική κατάσταση της Κόνι. Έτσι, πριν καν συμπληρωθούν 18 μήνες έγγαμου βίου, η Κόνστανς Πιαλόγλου γινόταν και πάλι Ταλμάτζ, έχανε την ελληνική υπηκοότητα και ξαναγινόταν Αμερικανίδα.

Από κει και μετά, τα ίχνη του Ιωάννη Πιαλόγλου σχεδόν χάνονται. Κανείς πλέον δεν ασχολείται με τον "σύζυγο της Κόνστανς", πέρα από μια αναφορά στο πρόσωπό του από αμερικανική εφημερίδα το Νοέμβριο του 1926. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Πιαλόγλου "δεν έδειχνε ενδείξεις ότι θα ξαναπαντρευόταν", ωστόσο ήταν "πολύ γνωστή φυσιογνωμία στο Μπρόντγουεϊ και συχνά θεάται στις πρεμιέρες των θεάτρων".

Αντίθετα, η Κόνι αποκτά μια έφεση στους γάμους μικρής διάρκειας. Το Φεβρουάριο του 1926 παντρεύτηκε τον σκοτσέζο Άλαστερ ΜακΊντος, όμως αυτός ο γάμος κράτησε ακόμη λιγότερο - μόνο μέχρι το μήνα του μέλιτος! Οι φήμες έλεγαν ότι η Κόνι είχε απογοητευτεί από τους φίλους του νέου της συζύγου, οι οποίοι ήταν περισσότερο δημοκρατικοί και λιγότερο αριστοκρατικοί απ' ό,τι τους φανταζόταν (βάσει των παραστάσεων που είχε από την απεικόνιση των Άγγλων στα διάφορα φιλμ του Χόλιγουντ!), ενώ πιθανός παράγοντας για το χωρισμό ήταν και οι σοβαρές οικονομικές ζημίες του γαμπρού την ίδια περίοδο.

Ακολούθησε τρίτος γάμος με τον Τάουσον Νέτσερ το 1929, όμως κι αυτός θα διαλυόταν το 1931. Τελικά το 1939 και ενώ η Κόνστανς Ταλμάτζ είχε αποσυρθεί από το προσκήνιο μετά την έλευση του ομιλούντος κινηματογράφου, φαίνεται ότι ήρθε και η ευτυχία. Ο τέταρτος σύζυγος, που ονομαζόταν Ουόλτερ Μάικλ Γκίμπλιν, ήταν φαίνεται και ο τυχερός, καθώς έμεινε μαζί του μέχρι το θάνατό του το 1964. Η ίδια θα έφευγε από την ζωή στις 23 Νοεμβρίου 1973 σε ηλικία 75 ετών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου