3 Νοεμβρίου 2013

Σαν σήμερα: 3 Νοεμβρίου


Ένα νόθο δημοψήφισμα, μια ιστορική εκλογική αναμέτρηση και μια κηδεία. Τρία γεγονότα που σημάδεψαν στην πρόσφατη ιστορία την τρίτη μέρα του Νοέμβρη. Επίσης, στο αφιέρωμα περιλαμβάνονται δύο ενδιαφέροντα χρονογραφήματα που δημοσιεύτηκαν σαν σήμερα και στα οποία αξίζει να ρίξετε μια ματιά.


ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Στις 3 Νοεμβρίου 1935, ένα δημοψήφισμα-φάρσα επικύρωσε την απόφαση της 10ης Οκτωβρίου περί κατάλυσης της αβασίλευτης δημοκρατίας, ύστερα από φιλοβασιλικό πραξικόπημα και το σχηματισμό κυβέρνησης από το Γεώργιο Κονδύλη. Χαρακτηριστικό της ασύστολης νοθείας ήταν ότι υπέρ της βασιλευομένης δημοκρατίας φερόταν να έχει ψηφίσει το 97.88% του εκλογικού σώματος, που όμως υπερέβαινε τους εγγεγραμμένους στους εκλογικούς καταλόγους! Πώς ξαφνικά οι οπαδοί του κόμματων των Φιλελευθέρων, που είχε ταχθεί ανοιχτά κατά της επαναφοράς της βασιλείας, αλλά ακόμη και του ΚΚΕ, που στις εκλογές του Ιουνίου της ίδιας χρονιάς είχε αποσπάσει ποσοστό 9.59%, στράφηκαν μαζικότατα υπέρ του βασιλικού θεσμού; Λογική εξήγηση δεν υπάρχει. Δεν θα μπορούσε άλλωστε! 


Στις 3 Νοεμβρίου 1963 πραγματοποιήθηκαν βουλευτικές εκλογές, κατά τις οποίες επικράτησε η Ένωση Κέντρου με αρχηγό το Γεώργιο Παπανδρέου, που όμως δεν κατάφερε να αποσπάσει απόλυτη κοινοβουλευτικά πλειοψηφία. Η Ε.Κ. απέσπασε ποσοστό 42.04% και εξέλεξε 138 βουλευτές, ενώ η Ε.Ρ.Ε. συγκέντρωσε 39.37% και εξέλεξε 132 βουλευτές. Στη Βουλή εκπροσωπήθηκαν επίσης η ΕΔΑ με 28 βουλευτές (14.34%) και το Κόμμα Προοδευτικών του Σπύρου Μαρκεζίνη (3.73% και 2 έδρες). Ήταν μια ιστορική εκλογική αναμέτρηση, καθώς για πρώτη φορά έπειτα από 11 χρόνια κυριαρχίας της δεξιάς παράταξης βρέθηκε στην εξουσία ένα κόμμα του κέντρου. 
Αν και υπήρχε μια άτυπη συμμαχία μεταξύ ΕΚ και ΕΔΑ, τελικά ο Γεώργιος Παπανδρέου αποφάσισε την εκ νέου προσφυγή στις κάλπες μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, οπότε στις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964, η Ένωση Κέντρου θα θριάμβευε με το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό 52.72%. 

Στις 3 Νοεμβρίου 1968 πραγματοποιήθηκε η κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου, δυο μέρες μετά το θάνατό του, που εξελίχθηκε στην πρώτη, λαϊκή αντιδικτατορική εκδήλωση αιφνιδιάζοντας το καθεστώς των συνταγματαρχών. 
Όλα τα αφιερώματα αυτής της στήλης βασίζονται αποκλειστικά σε πληροφορίες από τις εφημερίδες της κάθε εποχής. Επειδή, όμως, η συγκεκριμένη είδηση είχε περάσει στα ψιλά των εφημερίδων και μάλιστα λογοκριμένη, παραπέμπω σ' ένα υποτυπώδες, παλιότερο αφιέρωμα του μπλογκ στο γεγονός βάσει κάποιων αντικρουόμενων δημοσιευμάτων: Η κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου στις 3 Νοεμβρίου 1968


ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ
Στις 3 Νοεμβρίου 1904, ο Ιωάννης Κονδυλάκης υπέγραφε με το ψευδώνυμο "ΔΙΑΒΑΤΗΣ" ένα πολύ ενδιαφέρον, πάντα επίκαιρο χρονογράφημα, που δημοσιεύτηκε στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας "Εμπρός", στο οποίο σχολίαζε την τάση των ανθρώπων να νοσταλγούν από μια ηλικία και μετά τα περίφημα, παλιά "ωραία χρόνια". Αφορμή είχε αποτελέσει ένα μνημόσυνο που είχε πραγματοποιηθεί τρεις μέρες νωρίτερα υπέρ των πρώην βασιλιάδων Όθωνα και Αμαλίας, οι οποίοι εκδιώχτηκαν από τη χώρα με την επανάσταση του 1862. Πολλοί από εκείνη τη "γενιά του '62", όπως ήταν γνωστοί, νοσταλγούσαν την εποχή του Όθωνα, θεωρώντας ότι τα παλιά εκείνα χρόνια ήταν καλύτερα και αγνότερα από την εποχή που βίωναν. Αξίζει να διαβάσουμε ορισμένα αποσπάσματα από το χρονογράφημα του Κονδυλάκη, που είχε τον τίτλο "ΤΑ ΩΡΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ", και να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είναι τα παλιά χρόνια που νοσταλγούν ορισμένοι, αλλά τη χαμένη νιότη τους.
"Παρεξηγήθησαν, και το χειρότερον, παρεξήγησαν εαυτούς οι αξιωματικοί πρεσβύται, οίτινες την παρελθούσαν Κυριακήν συνεκάλεσαν τον λαόν των Αθηνών εις μνημόσυνον των πρώτων Βασιλέων της Ελλάδος. Ο σκοπός του μνημοσύνου ήτο να τιμηθή η μνήμη των εξορισθέντων Βασιλέων και ν' αποδοθή δικαιοσύνη εις τον παραγνωρισθέντα υπό της επαναστάσεως του 62 πατριωτισμόν αυτών. αλλά το μνημόσυνον είχε και σημασίαν. Άλλος, βλέπετε, ο σκοπός και άλλη η σημασία....
Λοιπόν η σημασία του προχθεσινού μνημοσύνου ήτο η διαμαρτυρία κατά της παρούσης καταστάσεως του Έθνους και του τρόπου καθ' ον εξασθενούνται τα δημόσια πράγματα σήμερον. Οι επαναστάται του 62 ήλθον να μας εκφράσουν δημοσία την μεταμέλειάν των και να εξομολογηθούν προς το Έθνος ως αμάρτημα ό,τι προ 40 ετών ενόμιζον ως σωτηρίαν. Μετά 40 έτη βλέπουν ότι έσφαλαν και ότι η μεταβολή του 62, αντί να φέρη εις το καλλίτερον, ωδήγησεν εις το χειρότερον.
Αλλ' είνε άραγε αληθές ότι είμεθα σήμερον χειρότερα από τότε ή τουλάχιστον είμεθα τόσον χειρότερα, ώστε να ποθώμεν τους χρόνους εκείνους μετά του ποιητού;
Τι εύμορφα που ήσαν του Όθωνος τα χρόνια
τι εύμορφα που ήσαν, μωρέ παιδιά καϋμένα!
Υπάρχουν και άνθρωποι οίτινες εγνώρισαν τους χρόνους εκείνους, οίτινες και αυτοί μετέσχον εις την κατάλυσιν του επί Όθωνος συστήματος, αλλ' οίτινες δεν μετενόησαν διά τούτο και οίτινες δεν στρέφουν μετά πόθου το βλέμμα προς τους χρόνους εκείνους, λέγουν και πιστεύουν ότι η σημερινή κατάστασις αν δεν είνε καλλιτέρα, βεβαίως δεν είνε χειροτέρα της τότε. Και οι άνθρωποι ούτοι φαίνεται ότι έχουν καλλιτέραν την μνήμην από τους άλλους, διότι μετά των καλών ενθυμούνται και τα κακά.
... Είχε πολλά τα ωραία και ευγενή η εποχή του Όθωνος, αλλ' είχε και ελαττώματα τα οποία λησμονούν οι υμνηταί της και τα οποία εγώ τουλάχιστον δεν εύχομαι να επανέλθουν, τοσούτο μάλλον καθ' όσον δεν είνε δυνατόν να επανέλθη και των ηθών η ειδυλλιακή απλότης ήτις συνεκίνεις τους ποιητάς και εξακολουθεί να ενθουσιάζη τους ρήτορας. Δεν θα ηυχόμην λ.χ. να επανέλθη ο κοτζαμπασισμός, όστις εθεώρει τιμάριά του τας επαρχίας της Ελλάδος και κάθε τόσον εστασίαζεν αμφισβητών προς το κράτος και τον Βασιλέα την εξουσίαν. Δεν θα ηυχόμην να επανέλθουν αι καλπονοθεύσεις και το απολυταρχικόν σύστημα το διατηρούν την χώραν εις διηνεκή αναβρασμόν. Δεν θα ηυχόμην να επανέλθουν πολλά άλλα πράγματα τα οποία θα ήτο μακρόν ν' αναφέρω εδώ και τα οποία γνωρίζουν καλλίτερον απ' εμέ οι σήμερον επαναλαμβάνοντες το θρηνολόγημα του Παράσχου: Τι έυμορφα που ήταν, ω παιδιά, τα χρόνια 'κείνα!
Αλλά και ο Παράσχος και οι επιζώντες ηλικιωταί του μου φαίνεται ότι θρηνούν την πάροδον της νεότητός των, νομίζοντες ότι θρηνούν την πάροδον της ενοχής καθ' ην ήσαν νέοι. Και υπό τοιαύτην έποψιν είνε πολύ φυσική και πολύ επεξήγητος η προς το παρελθόν νοσταλγία των.
Είνε τόσον φυσικόν να μας φαίνεται εκ της μέσης ηλικίας και του γήρατος ωραίον παν ό,τι σχετίζεται με την νεότητά μας, ώστε διετυπώσαμεν εις αξίωμα την νοσταλγίαν του παρελθόντος, λέγοντες: "Κάθε πέρυσι και καλλίτερα". 
Αλλ' ο τρόπος ούτος της εκτιμήσεως είνε καθ' υπερβολήν υποκειμενικός, ώστε να μη δύναται να είνε ασφαλέστερος οδηγός διά την γενικωτέραν σύγκρισιν του παρελθόντος προς το παρόν.
Δεν είνε δε και η ασφαλεστέρα παρακίνησις προς παρασκευήν καλλιτέρου μέλλοντος η θρηνώδης αύτη νοσταλγία του παρελθόντος.
Πρέπει τάχα ν' απελπισθώμεν διότι σήμερον δεν φορούμεν τσαπράζια και φορούμεν, όσοι έχομεν, χειρόκτια (σ.σ. γάντια), διά να μη κρυώνωμεν ή διά να κομψευώμεθα; Και είνε τάχα τόσον μέγα διά την φυλήν μας δυστύχημα ότι εις τας σημερινάς Αθήνας, υπάρχουν και μέγαρα και δεν υπάρχουν μόνον καλύβες; 
Αν ο ελληνικός πατριωτισμός και η ελληνική ανδρεία είνε αναπόσπαστα από την φουστανέλλαν, τότε πρέπει ν' απελπισθώμεν ημείς οι σημερινοί Έλληνες, οίτινες δεν φορούμεν πλέον κατά το πλείστον φουστανέλλαν. Τιμή και δόξα εις την φουστανέλλαν, ήτις εδοξάσθη μετά των πατέρων ημών εις την άσκησιν των μεγάλων αρετών του πατριωτισμού. Αλλ' η αρετή και η ανδρεία ευρίσκεται βαθύτερον της φουστανέλλας και δύναται να υπάρξη τόσον υπό το αμπέχονον και την ρεδιγκόταν, όσο και υπό την φέρμελην".


Στις 3 Νοεμβρίου 1920, από την πρώτη σελίδα της εφημερίδας "Πατρίς" ο Κώστας Αθάνατος περιέγραφε με λυρισμό, αλλά και θρηνώντας, τα συναισθήματα πίκρας και αβεβαιότητας για το μέλλον μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου.  Ο τίτλος του άρθρου, η απαισιοδοξία του οποίου επαληθεύτηκε σε λιγότερο από δυο χρόνια, ήταν "ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΗΤΤΑΝ"
"Νάμαστε, τώρα, εμείς πάλιν εις την καθημερινήν στήλην των περαστικών στοχασμών, με το πικρό χαμόγελο που χαρίζουν αι τιμαί μιας αξιοπρεπούς και παλληκαρίσιας ήττης.
Δεν είνε αξιοκατάκριτον το ιδανικόν όταν συντρίβεται από την μπόρας της πραγματικότητος.
Εις το μουντό δειλινό της οδού Σταδίου βασιλεύει μία νέκρα Μεγάλης Παρασκευής.
Είνε αλήθεια πως κάτι κηδεύεται.
Όχι όμως ένα κόμμα αυτήν την φοράν.
Ίσως μια χώρα.
Ο δρόμος μου φαίνεται ξένος και αγνώριστος απόψε.
Ως χθες ήτανε πλατύς και χαρούμενος, χωρίς τέρμα.
Τώρα είνε στενός, όπως κάποτε άλλοτε, εδώ και πολλά χρόνια, πριν γεννηθώ ακόμα.
Η Αθήνα και ο Πειραιάς υπερψήφισαν τον Βενιζέλον και τον συνδυασμόν του. 
Το ίδιο και το Μέτωπον.
Αλλά τα χωριά;
... Αλλά μήπως είνε μόνον τ' αρβανιτοχώρια της Αττικής;
Η κατακραυγή είνε γενική.
Το παλαιόν, το μέγα, το αιώνιον πρόβλημα μαζί και συμπέρασμα της αχαριστίας των μαζών προς τα μεγάλα πρόσωπα και τα μεγάλα πράγματα, προβάλλει πάλιν εις όλον το φρικώδες μεγαλείον του.
Ορθώνεται με το ειρωνικό γέλοιο ενός ερωτηματικού και μεταφέρει μίαν σελίδα ύλης από την Ιστορίαν εις την Φιλοσοφικήν ψυχολογίαν.
Το πλήθος έρπει και δαγκώνει, όπως το φείδι.
Και αγαλλιά μόνον με την χαράν του κακού.
Οι συγγραφείς μας είπαν ότι η μάζα είνε δύναμις μαύρη (εις την κυριολεξίαν μάλιστα, προκειμένου περί εκλογικών αποτελεσμάτων). 
Τις πταίει;
Α! κύριοι, μη σας φανή υπερβολή, δεν φταίει ο κοσμάκης, το βάρος πρέπει να πέση ολόκληρον επάνω μας.
Εμείς οι μασκαράδες οι "διανοούμενοι" επήραμε τους άλλους τους φουκαράδες στο λαιμό μας.
Ποίος ωδήγησε το πλήθος εις τον ελαιώνα των Αθηνών και ποίος του έκλεισε τα μάτια για να μπορέση να ιδή το όραμα της Μεγάλης Ελλάδος; 
Ώστε δεν πρέπει να παραπονούμεθα ότι η αγραμματοσύνη έφερε το προχθεσινόν οικτρόν αποτέλεσμα.
Αντιθέτως, το αίσχος οφείλεται εξ ολοκλήρου εις τα πολλά φώτα.
.... Ορίστε, λοιπόν, εις την οριστικήν διάλυσιν.
Καμαρώστε τα ερείπια του καλλιτεχνίματός μας.
Η αναγέννησις του Πανελληνίου ήταν ένα όνειρο, που το πιάσαμε, και μας έφυγε, σαν πουλάκι που πετάει εκεί που το νοιώθουμε απαλά στην αφής μας.
Ήταν πάρα πολύ μεγάλη η ευτυχία για να μείνη ζωντανή...."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου