22 Φεβρουαρίου 2021

Μια καταγγελία σεξουαλικής παρενόχλησης στην Αθήνα το 1904

Η καταγγελία της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής παρενόχλησης απαιτεί μεγάλο ψυχικό σθένος από τα θύματα είτε γιατί είναι εξαιρετικά δύσκολο για τα ίδια να διαχειριστούν τα σωματικά και τα ψυχικά τραύματα είτε γιατί η κοινωνία αντιμετωπίζει αυτά τα ζητήματα ως ταμπού ακόμη και τον 21ο αιώνα. Κάποιοι αισθάνονται άβολα κι ενοχλούνται ακόμη και ν’ ακούν τις καταγγελίες γυναικών (και όχι μόνο) που έπεσαν θύματα παρενόχλησης ή κακοποίησης, ενώ υπάρχουν και οι ηλίθιοι που από την άνεση του καναπέ τους και με πλήρη απουσία ενσυναίσθησης διερωτώνται γιατί τα θύματα μιλούν μετά από χρόνια. Φανταζόμαστε ότι θα ήταν ακόμη πιο δύσκολο για μια γυναίκα να καταγγείλει την απρεπή συμπεριφορά ενός ισχυρού -σε κάθε περίπτωση ισχυρότερου από την ίδια- άνδρα πολλές δεκαετίες νωρίτερα, στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν οι γυναίκες δεν είχαν καν δικαίωμα στην εργασία, αλλά ζούσαν πιο περιορισμένα κι απ’ όσο θυμούνταν οι γιαγιάδες μας.

Το 1904 ωστόσο υπήρξε μια νεαρή φοιτήτρια, η οποία είχε το θάρρος και την τόλμη να καταγγείλει τον τότε διευθυντή («έφορο») της Εθνικής Βιβλιοθήκης για παρενόχληση. Το γεγονός βέβαια πέρασε απαρατήρητο από τη συντριπτική πλειοψηφία του αθηναϊκού τύπου της εποχής. Ασχολήθηκε μόνο η εφημερίδα Αθήναι, η οποία δεν κράτησε ιδιαίτερα αμερόληπτη στάση απέναντι στην καταγγελία, υπερασπιζόμενη –ποιόν άλλον;– τον καταγγελλόμενο! Ό,τι μεταφέρεται εδώ βασίζεται στα δύο δημοσιεύματα της συγκεκριμένης εφημερίδας και μόνο.

«Παραδοξότατα γεγονότα διαδραματίζονται από της χθες, γενόμενα αφορμή ν’ απολυθή εις των εγκριτοτέρων Ελλήνων υπαλλήλων του κράτους, ο έφορος της Εθνικής Βιβλιοθήκης, κ. Γ. Κωνσταντινίδης». Έτσι ξεκινούσε το σχετικό δημοσίευμα της 25.03.1904, σύμφωνα δε με το συντάκτη η ιστορία μπορούσε ν’ αποτελέσει τη βάση για «ολόκληρον μυθιστόρημα της υπαλληλικής και της φοιτητικής ζωής».

Τι είχε συμβεί:

Πέντε μέρες νωρίτερα, η Καλλιρρόη Αδαμιάδου, τελειόφοιτη φοιτήτρια της Φιλοσοφικής σχολής του Εθνικού Πανεπιστημίου, είχε καταγγείλει τον Κωνσταντινίδη ότι την ώρα που η ίδια βρισκόταν στην Εθνική Βιβλιοθήκη για να μελετήσει, εκείνος «της επετέθη δι’ ερωτικής εξομολογήσεως». Σχετικά ενημερώθηκε ο υπουργός Παιδείας (επίσημα «επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας εκπαιδεύσεως») Σπυρίδων Στάης και κατ’ επέκταση ο πρωθυπουργός Γεώργιος Θεοτόκης, ο οποίος αρχικά έδειξε εξαιρετικά γρήγορα αντανακλαστικά. Πρόκειται για μια εξαιρετικά θετική έκπληξη, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Θεοτόκης επικρίνεται από τους ιστορικούς για την αναβλητικότητά του σε σειρά κρίσιμων ζητημάτων κατά τη διάρκεια της μακράς πρωθυπουργίας του.

Έγινε λοιπόν άμεση σύγκληση του υπουργικού συμβουλίου, το οποίο κατάρτισε το πρακτικό απόλυσης του Κωνσταντινίδη από τη θέση του εφόρου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, αν και φαίνεται ότι η απόφαση δεν ήταν ομόφωνη, καθώς με την απόλυσή του φερόταν -σύμφωνα με την εφημερίδα- να διαφωνεί ο υπουργός Δικαιοσύνης, Ν. Λεβίδης. Παράλληλα συντάχθηκε δεύτερο πρακτικό, που προέκρινε την αντικατάσταση του απολυθέντα από το δημοσιογράφο και συγγραφέα Ιωάννη Καλοστύπη.

Στις 24 Μαρτίου ο Γεώργιος Κωνσταντινίδης πληροφορήθηκε τους λόγους της απόλυσής του και έσπευσε να υποβάλει μήνυση για συκοφαντία κατά της φοιτήτριας στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, Μπενή Ψάλτη. Εν τω μεταξύ όλες αυτές τις μέρες η απόφαση για τον διορισμό του Καλοστύπη στη θέση του εφόρου παρέμενε ανυπόγραφη, παρότι ο δημοσιογράφος ήταν ενήμερος του διορισμού του.

Η εφημερίδα Αθήναι δεν ζήτησε -ή έστω δεν δημοσίευσε- την άποψη της κοπέλας, αλλά έσπευσε να μεταφέρει εκείνη του Κωνσταντινίδη, σύμφωνα με τον οποίο «πάντα ταύτα επλάσθησαν εις βάρος του και η υπέρμετρος προς την φοιτήτριαν εκείνην αβρότης του ενεδείχθη εις εκείνην μεν ως αφορμή καταγγελίας, ην εξεμεταλλεύθησαν οι εν τη Βιβλιοθήκη εχθροί του, εις τους έξω δε της Βιβλιοθήκης εχρησίμευσεν όπως μεγαλοποιήσωσι τα γεγονότα ίνα απολυθή της υπηρεσίας».

Με άλλα λόγια, ο καταγγελλόμενος υπονοούσε την ύπαρξη πολιτικών κινήτρων πίσω από την απόλυσή του, παρότι παραδεχόταν την εκ μέρους του εκδήλωση μιας απροσδιόριστης «υπέρμετρης αβρότητας». Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο Κωνσταντινίδης είχε μηνύσει για συκοφαντία και τον πρώην συνάδελφό του στην Εθνική Βιβλιοθήκη (και πλέον επιθεωρητή στο τμήμα του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου που είχε επιβληθεί στη χώρα μας το 1898 –η «τρόικα» ή αλλιώς «οι θεσμοί» της εποχής), Ορφανιτόπουλο, ο οποίος εμφανιζόταν ως θείος της Αδαμιάδου, η οποία κατά τ’ άλλα είχε καταγωγή από την Ήπειρο.

Δεν κατάφερα να εντοπίσω πολλά στοιχεία για το οικογενειακό δέντρο της κοπέλας, πέραν του ότι η ίδια γεννήθηκε στα Ιωάννινα, ήταν μοναχοκόρη, ο πατέρας ήταν έμπορος ξενιτεμένος στη Ρουμανία, όπου και τελικά πέθανε, όσο ακόμη η Καλλιρρόη φοιτούσε στο σχολείο των Ιωαννίνων.

Ας δεχτούμε όμως -με επιφύλαξη- ότι η μητέρα της ήταν Πελοποννήσια και ονομαζόταν Ορφανιτοπούλου. Ας δεχτούμε επίσης, αν και χωρίς αποδείξεις, ότι οι συνάδελφοι του καταγγελλόμενου διευθυντή δεν είχαν ευαισθητοποιηθεί ειλικρινά από την αναστάτωση της κοπέλας σε μια περίοδο, όπου η θέση της γυναίκας ήταν κατά πολύ υποδεέστερη της σημερινής σε όλα τα επίπεδα. Ας δεχτούμε συγκαταβατικά ακόμη και το ότι ο Ορφανιτόπουλος είχε τόσο μεγάλα απωθημένα σε βάρος του Κωνσταντινίδη, ώστε παραμέρισε τα τόσο σημαντικά και σε κάθε περίπτωση αναβαθμισμένα καθήκοντά του στη νέα του υπηρεσία μόνο και μόνο για να κάνει κακό στον πρώην συνάδελφό του.

Το ερώτημα παραμένει αμείλικτο: πώς μεταφραζόταν έμπρακτα η «υπέρμετρη αβρότης» που ο ίδιος ο Κωνσταντινίδης ομολογούσε απέναντι σε μια άγνωστή του, νεαρή φοιτήτρια, η οποία αναστατώθηκε τόσο πολύ ώστε άσκησε μήνυση σε βάρος του και την οποία ούτε ο ίδιος ο έφορος δεν τόλμησε -και πώς θα μπορούσε άλλωστε- να εμπλέξει στην υποτιθέμενη «συνωμοσία» σε βάρος του; Και αφού επρόκειτο για μια τόσο καλά στημένη συνωμοσία, γιατί το σκάνδαλο δεν διέρρευσε σε κάποια άλλη από τις ουκ ολίγες αθηναϊκές εφημερίδες πλην των «Αθηνών», που απροκάλυπτα στήριζαν τον έφορο της Βιβλιοθήκης;

Συμπτωματικά (ή μήπως δεν ήταν απλή σύμπτωση;) την ίδια μέρα, που η ιστορία διέρρευσε μονόπλευρα υπέρ του Κωνσταντινίδη στη μία και μοναδική εφημερίδα που ασχολήθηκε με το θέμα, φαίνεται ότι όλα άλλαξαν άρδην, ώστε την επομένη, 26 Μαρτίου 1904, οι Αθήναι επανήλθαν και έγραφαν ότι «μετά την εξακρίβωσιν της αληθείας των γεγονότων δεν θα δημοσιευθή το Διάταγμα απολύσεως του κ. Γ. Κωνσταντινίδου».

Ποια ήταν όμως η φερόμενη «αλήθεια των γεγονότων»; Μεταφέρω κατά λέξη το ρεπορτάζ:

«Η δεσποινίς Αδαμιάδου είπεν απλώς, ότι ο κ. Έφορος της Εθνικής Βιβλιοθήκης, όστις ειρήσθω εν παρόδω, δεν της είχεν ουδέποτε πρότερον απευθύνει τον λόγον κατά την ομολογίαν της ιδίας “της απηύθυνε θωπευτικάς φράσεις και της εθώπευσε τον πώγωνα, δηλαδή την σιαγόνα”. Και όλα αυτά την 2 ½ ώραν μ.μ. με ορθανοίκτους τας θύρας των αναγνωστηρίων της Βιβλιοθήκης και παρόντων δεκάδων ανθρώπων ως βεβαιούται. Σημειωτέον ότι εκ της ανακρίσεως αποδεικνύεται, ότι η δεσποινίς Αδαμιάδου παρέμεινεν εν τη Βιβλιοθήκη και μετά τας “θωπευτικάς φράσεις” και αφού έκλεισε το κεντρικόν αναγνωστήριον μέχρι της 9ης ώρας της νυκτός μελετώσα μετά των άλλων φοιτητριών και φοιτητών, δίχως να είπη τι εις ουδένα. Μόλις την επιούσαν ανέφερε ταύτα εις την Κυβέρνησιν, παραπεισθείσα φαίνεται να πράξη τούτο».

Για όσους δεν γνωρίζουν τη σημασία της λέξης «θωπεύω», αυτή σημαίνει «χαϊδεύω, κολακεύω». Με άλλα λόγια, σύμφωνα ακόμη και με το προφανώς μεροληπτικό δημοσίευμα, ο 51χρονος διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης «απλά» χάιδευε το σαγόνι της νεαρής φοιτήτριας ψιθυρίζοντάς της γλυκόλογα την ώρα που εκείνη μελετούσε. 

Πρόκειται για ένα ντροπιαστικό ρεπορτάζ, που αποδομείται με μεγάλη ευκολία. Το ότι ο καταγγελλόμενος δεν είχε απευθυνθεί παλιότερα στη φοιτήτρια είναι άσχετο, καθώς η σεξουαλική παρενόχληση δεν ασκείται απαραίτητα σε πρόσωπα που γνωρίζει ο δράστης. Εξίσου αδιάφορο είναι το ότι η καταγγελία δεν έγινε την ίδια στιγμή, αλλά την επόμενη μέρα, όταν για τα θύματα η διαχείριση του σοκ από την παρενόχληση είναι δύσκολη ακόμη και μετά την πάροδο πολλών χρόνων. Το σημαντικότερο όλων: το γεγονός ότι ο Κωνσταντινίδης «απλώς»(!) «θώπευσε» το σαγόνι της κοπέλας απευθύνοντας παράλληλα προς αυτήν «θωπευτικές φράσεις»... ε, αυτό είναι ο ορισμός της σεξουαλικής παρενόχλησης. Ίσως κάποιος σκεφτεί ότι τότε επικρατούσαν άλλα ήθη, όμως η παρενόχληση παραμένει παρενόχληση ανεξαρτήτως εποχής και ηθών. Μια τέτοια δικαιολογία θα ήταν υποκριτική.  Άλλωστε η κοπέλα έκανε την καταγγελία ακριβώς γιατί αισθάνθηκε προσβεβλημένη (και αυτό είναι που ορίζει την παρενόχληση, το πώς αισθάνεται το θύμα και όχι ο θύτης), παρότι ζούσε σε μια εποχή που οι γυναίκες αποτελούσαν ακόμη τον τελευταίο τροχό της αμάξης. Αυτή η πραγματικότητα δεν αποτέλεσε για την κοπέλα ανασταλτικό παράγοντα και μπράβο της.

 

Τι απέγιναν τα πρόσωπα της ιστορίας:

-- Η θητεία του Κωνσταντινίδη ως εφόρου της Εθνικής Βιβλιοθήκης έληξε το 1904, όμως μάλλον όχι πρόωρα και σε κάθε περίπτωση δεν αντικαταστάθηκε από τον Καλοστύπη. Από το 1905 έως το 1915 υπηρέτησε ως σύμβουλος στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Μεταξύ των βιβλίων που έγραψε είναι και η «Ιστορία των Αθηνών», η οποία έχει επανεκδοθεί και σχετικά πρόσφατα, ώστε μπορεί κάποιος να την βρει και σε ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία.

 -- Το Μάιο του 1904, λίγες μόνο εβδομάδες μετά την πιο πάνω ιστορία, η Καλλιρρόη Αδαμιάδου έδωσε εξετάσεις στη Φιλοσοφική σχολή και πήρε το πτυχίο της με βαθμό Άριστα. Όπως μάλιστα έγραψε η Εφημερίς των Κυριών, «τα άριστα έβρεχαν γύρω της με τρόπον, όχι και πολύ συνήθη εις την αίθουσα των επιστημονικών εξετάσεων της τόσον δυσκόλου και πολυπλόκου Ελληνικής φιλολογίας. Ο παμψηφεί απονεμηθείς εις αυτήν βαθμός Άριστα επισφραγίζει την παρ’όλων ανομολογουμένην εργατικότητα των Ελληνίδων φοιτητριών, αι οποίαι εις οίαν δήποτε σχολήν και αν ενεγράφησαν έως τώρα, πάντοτε διεκρίθησαν και πάντοτε εξετιμήθησαν παρά των καθηγητών και συναδέλφων των».

Ήταν η πρώτη φοιτήτρια της Φιλοσοφικής που αποφοίτησε με Άριστα. Το φιλολογικό περιοδικό Νουμάς πανηγύριζε μαζί της: «Οι γυναίκες μας, όσες τουλάχιστο φιλολογούνε, έχουν κάθε δικαίωμα να περηφανεύονται τώρα πως μια Ρωμιοπούλα εβγήκε νικήτρια από τον «Κρανίου τόπο» -όπως οι φοιτητές της Φιλολογίας έχουν ονομάσει την αίθουσα που γίνουνται οι εξετάσεις- κ’ ετίμησε πραγματικά το γυναικήσιο μυαλό [...] Μα ο βαθμός αυτός δεν της άξιζε μονάχα για την «τυπική» μελέτη της. [...] Τα Άριστα τα παίρνουν τις περισσότερες φορές παπαγάλλοι και σχολαστικοί. Η νέα διδακτόρισσα όμως ούτε τόνα, ούτε τ’ άλλο είναι. Και της άξιζε το Άριστα τόσο για τη βαθειά κ’ ευσυνείδητη μελέτη της, όσο και για το ελεύτερο και ξάστερο μυαλό της, το ερευνητικό και εκλεχτικό, το απαλλαγμένο από τις αλυσσίδες του σχολαστικισμού και καμωμένο έτσι που να πολεμάη κάθε πρόληψη και ν’ αναζητάει παντού και σ’ όλα την Αλήθεια».

Δεν θα μπορούσε να γραφεί σπουδαιότερος ύμνος για έναν άνθρωπο που μόλις είχε αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο. Αυτό λοιπόν το ελεύθερο, ξάστερο και ερευνητικό μυαλό, το απαλλαγμένο από τις προλήψεις, που αναζητούσε πάντα την αλήθεια, αυτήν την κοπέλα είχαν μεμφθεί ο Κωνσταντινίδης και ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Αθήναι ότι δήθεν είχε παρεξηγήσει την απρεπή συμπεριφορά του πρώτου!

Στη συνέχεια, άρθρα της δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα των Κυριών, ενώ σε ξεχωριστό φυλλάδιο τυπώθηκε το δοκίμιό της «Ιστορία και Κριτική. Ο πεσσιμισμός εν τη ποιήσει και τη φιλοσοφία». Κάποια στιγμή εξαφανίστηκε από την Αθήνα και πολλοί υπέθεσαν ότι είχε μεταναστεύσει στη Ρουμανία, όπου είχε κληρονομήσει μια πλούσια θεία της. Ωστόσο τον Απρίλιο του 1907 διέρρευσε στον αθηναϊκό τύπο η ψευδέστατη πληροφορία ότι η Καλλιρρόη είχε δήθεν πεθάνει! Η διαρροή αυτής της φήμης έγινε από κάποιο γνωστό της γιατρό, άγνωστο με ποια κίνητρα, την ώρα που η κοπέλα ζούσε υγιέστατη στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τα Ιωάννινα. Η Καλλιρρόη είχε το σπάνιο προνόμιο να διαβάσει δύο νεκρολογίες στη... μνήμη της, όπως αυτές δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα των Κυριών και το περιοδικό Νουμάς, ώστε έσπευσε με επιστολές της ν’ αποκαταστήσει την αλήθεια.

Μάλιστα στάθηκε ιδιαίτερα επικριτική απέναντι στη νεκρολογία, που είχε υπογράψει ο πρώην συμφοιτητής της Νικόλαος Βέης για λογαριασμό του Νουμά, για την οποία παρατηρούσε μεταξύ άλλων: «Μετά θαυμασμού είδον χθες εις την εφημερίδα σας την νεκρολογίαν μου. Εάν ήτο ευφυής και αληθής θα σας ηυχαρίστουν διά την μοναδικήν όσον και απροσδόκητον ταύτην απόλαυσιν. Δυστυχώς όμως στερείται αμφοτέρων των προτερημάτων τούτων, διότι φιλολογικώς μεν δεν έει είμη μίαν απαρίθμησιν... των βιβλίων της βιβλιοθήκης μου, ιστορικώς δε έχει το θεμελιώδες ελάττωμα ότι στερείται αληθείας [...] Σας παρακαλώ να πληροφορήσητε τον κ. Βέην ότι ζω και πολύ ευχαριστημένη μάλιστα εις την πατρίδα μου παρά τας όχθας της Αχερουσίας αλλά της Παμβώτιδος και είμαι πολύ ευτυχής, διότι δεν υπάρχουν ούτε τυπογραφικαί μηχαναί παραλαμβάνουσαι την νεκρολογίαν των ζώντων, ούτε άνθρωποι αρεσκόμενοι να τερατολογώσι περί νεκρών»!

Δυστυχώς δεν μπόρεσα να βρω μία έστω εικόνα της Καλλιρρόης Αδαμιάδου, ως έναν επιπλέον φόρο στη μνήμη μιας γυναίκας, που είχε το θάρρος να καταγγείλει -στο μέτρο των δυνατοτήτων της- την αδικαιολόγητη «υπέρμετρη αβρότητα», τις «θωπευτικές» κινήσεις και τα «θωπευτικά λόγια» ενός άνδρα με εξουσία σε βάρος της (άσχετα αν η ιστορία δεν έληξε όπως έπρεπε να λήξει). Ελπίζω όμως ότι αυτή η θύμηση του παραδείγματος και της αξιοπρέπειάς της είναι ένα ικανοποιητικό μνημόσυνο για μια ξεχωριστή γυναίκα της εποχής της.


_____________________________________________

Μπορεί να σας ενδιαφέρουν:

-- Πολύμνια Παναγιωτίδου: Η πρώτη Ελληνίδα φαρμακοποιός

-- Η εξέγερση των φοιτητών εναντίον των συμφοιτητριών τους, μια δολοφονική απόπειρα και η πρώτη διαγραφή φοιτητή στην ιστορία του Πανεπιστημίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου