25 Μαρτίου 2021

Από την ζωή του Κωνσταντίνου Κανάρη

 

Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας.
Πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα

Μια από τις θρυλικότερες μορφές του αγώνα των Ελλήνων για την ελευθερία είναι αναμφίβολα αυτή του Κωνσταντίνου Κανάρη. Και μόνο το τόλμημά του να φέρει εις πέρας και μάλιστα με επιτυχία την πυρπόληση της ναυαρχίδας του Καρά Αλή ως αντίποινα για τη σφαγή της Χίου, ήταν αρκετό να τον κατατάξει στο πάνθεον των ηρώων του 21, κερδίζοντας μάλιστα το σεβασμό και την εκτίμηση όλης της Ευρώπης. Σ’ αυτό το αφιέρωμα δεν θέλω να σταθώ στα μεγάλα και γνωστά ιστορικά στοιχεία της ζωής και της σταδιοδρομίας του Κανάρη, αλλά σε κάποιες δευτερεύουσες ιστορίες, που είναι όμως ικανές να συνθέσουν το παζλ της προσωπικότητας ενός σπουδαίου Έλληνα.

Σύζυγος του Κανάρη ήταν μια ωραία Ψαριανή, που άκουγε στο όνομα Δέσποινα Μανιάτη. Οι δυο τους έτρεφαν αμοιβαία ερωτικά σκιρτήματα, όμως οι γονείς της Δέσποινας αρχικά προόριζαν την κόρη τους για το μεγαλύτερο αδελφό του Κωνσταντίνου, Αναγνώστη Κανάρη. Ενώ πλησίαζε η μέρα του κανονισμένου γάμου, ο Κωνσταντίνος τό χε πάρει απόφαση ν’ απαρνηθεί τον κοσμικό βίο και να μονάσει. Σχεδόν την τελευταία στιγμή οι γονείς του κατάλαβαν τις προθέσεις του, οπότε αποφάσισαν να διαλύσουν τον αρραβώνα του Αναγνώστη με τη Δέσποινα υπέρ του ανίκητου στον πόλεμο έρωτα.

[πηγή: Χρονογράφος, ΕΝ ΑΝΕΚΔΟΤΟΝ ΤΟΥ ΚΑΝΑΡΗ, Το Άστυ, 19.03.1893]

 _______________________________

Το 1850, ο Γάλλος συγγραφέας Φλωμπέρ επισκέφθηκε την Αθήνα και έτυχε να συναντήσει τον Κανάρη, τον οποίο στη συνέχεια περιέγραψε σε μια επιστολή προς τη μητέρα του (με την απογοήτευση που συνήθως διακατέχει όσους φαντάζονται τους ήρωες σαν πρότυπα τελειότητας): «Είδα χθες τον Κανάρη. Έφερε ως κοινός θνητός ψηλό καπέλο, ευρωπαϊκή ενδυμασία και μαύρο πανωφόρι. Είναι βραχύσωμος άνδρας, ψαρός (γκριζομάλλης) και με κοντή μύτη. Δεν γνωρίζει ούτε ανάγνωση ούτε γραφή. Όταν ήταν υπουργός των Ναυτικών, δεν μπορούσε να υπογράψει. Δεν γνωρίζει τίποτα απ’ όσα γράφτηκαν γι’ αυτόν στην Ευρώπη. Τι απογοήτευση για τον Ουγκώ, ο οποίος τον τραγούδησε τόσο πολύ και τόσο έξοχα!».

[πηγή: Ο ΦΛΩΒΕΡ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΝΑΡΗ, Εφημερίς, 19.02.1889]

 _________________________________

Ο περίφημος πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα, που αναπαριστά την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κωνσταντίνο Κανάρη, ήταν παραγγελία του Ιταλού επιχειρηματία Σερπιέρη, ο οποίος δραστηριοποιούταν επιχειρηματικά στα μεταλλεία του Λαυρίου.

Στην εφημερίδα Εθνοφύλαξ της 02.12.1869 διαβάζουμε: «Μετ’ ευχαριστήσεως πληροφορούμεθα, ότι ο κ. Σερπιέρης παρήγγειλεν εις τον ζωγράφον κ. Λύτραν εικόνα της υπό του Κανάρη πυρπολήσεως εν Χίω τουρκικής φρεγάτας. Εκφράζομεν ευγνωμοσύνην προς τον κ. Σερπιέρην και διά το αντικείμενον της παραγγελθείσης εικόνος και διά την εμψύχωσιν, ην παρέχει εις ένα των αρίστων παρ’ ημίν καλλιτεχνών».

 _________________________________

Ένα από τα εκθέματα που μπορείτε να θαυμάσετε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο είναι και ο σουγιάς του Κανάρη. Πώς όμως κατέληξε στο μουσείο;

Ο άνθρωπος που παρέδωσε το σουγιά στο Μουσείο των Αθηνών ήταν ο Κ. Σαχτούρης, ο οποίος με τη σειρά του τον είχε αποκτήσει όταν είχε βρεθεί στην Τουλών της Γαλλίας ως κυβερνήτης του θωρηκτού «Σπέτσαι». Ο άνθρωπος που του ενεχείρισε τον σουγιά ονομαζόταν Henri Letuare ή Letuaire και τον είχε κληρονομήσει από τον παππού του, ο δε παππούς του Letuare το είχε αποκτήσει από ένα γιατρό του γαλλικού ναυτικού ονόματι Lauvergne, στον οποίο είχε χαρίσει τον σουγιά ο ίδιος ο Κανάρης το 1828, καθώς ήταν φίλοι!

[Ο ΣΟΥΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΝΑΡΗ, Επιθεώρησις, 28.01.1892]

 _______________________________

Στις 25 Μαρτίου 1861 ήρθε στη Βουλή νομοσχέδιο με μοναδικό άρθρο την παροχή μηνιαίας σύνταξης χιλίων δραχμών στο –τότε υποναύαρχο– Κωνσταντίνο Κανάρη για τις «έξοχες, εξαιρετικές, έκτακτες» υπηρεσίες που είχε προσφέρει. Όμως ο Κανάρης, που διαφωνούσε κάθετα με τη γενικότερη πολιτική στάση της κυβέρνησης, εξέλαβε την πρόταση αυτή ως έμμεση απόπειρα δωροδοκίας και αρνήθηκε ν’ αποδεχτεί τα χρήματα. Αυτή ήταν η επιστολή του:



_______________________________

Ενδεικτικό της τιμιότητάς του ήταν κι αυτό που διαβάζουμε στην εφημερίδα Αυγή της 15.11.1861. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, εκείνη την εποχή συζητιόταν το ενδεχόμενο να του γινόταν ανάθεση της πρωθυπουργίας· προκειμένου δε ν’ αποφύγει τις καθημερινές ενοχλήσεις κι επισκέψεις ανθρώπων που θα επιχειρούσαν να παρουσιαστούν ως «φίλοι» ενώ μέχρι πρότινος αγνοούσαν ακόμη και τη διεύθυνση του σπιτιού του, ο Κανάρης μετακόμισε προσωρινά στο σπίτι του γιου του στον Πειραιά!

 ______________________________

Τον Οκτώβριο του 1861 ο Ιταλός στρατηγός Δελαρόκας βρέθηκε στην Αθήνα και λίγο πριν την αναχώρησή του επισκέφτηκε και τη Γερουσία. Εκεί, ρώτησε τους κλητήρες να του δείξουν τη θέση του Κανάρη, όπως κι έγινε. Ο στρατηγός κάθισε στο έδρανο και είπε, «Ευτυχισμένα τα έθνη, που έχουν τέτοιους μεγάλους άνδρες»!

[πηγή: Ο Δελαρόκας και ο Κανάρης, Αυγή, 25.10.1861]

    _________________________________

Ο Κανάρης έγινε πρωθυπουργός τρεις φορές για μικρά διαστήματα: η πρώτη ήταν από τις 5 Μαρτίου μέχρι τις 16 Απριλίου 1864, η δεύτερη από τις 26 Ιουλίου 1864 μέχρι τις 2 Μαρτίου 1865 και η τρίτη από τις 26 Μαΐου 1877 μέχρι το θάνατό του στις 2 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Η τρίτη πρωθυπουργία προέκυψε μάλλον απροσδόκητα, καθώς ο Κανάρης είχε από ετών αποσυρθεί από το δημόσιο βίο, ως ένα πρόσωπο ικανό να ηγηθεί μιας οικουμενικής κυβέρνησης σε μια κρίσιμη καμπή για το ελληνικό βασίλειο.

Η ομιλία του Κανάρη κατά την τελευταία ανάληψη των πρωθυπουργικών καθηκόντων ήταν σύντομη και γεμάτη αγάπη:

«Έμενα μακράν των πραγμάτων, αλλ’ αι περιστάσεις της πατρίδος με υπεχρέωσαν να  υπακούσω εις την πρόσκλησιν του βασιλέως και εις την κοινήν ανάγκην και να αναδεχθώ την προεδρίαν του υπουργείου. Ο σχηματισμός αυτού σας δεικνύει πόσον σοβαρά είνε τα καθήκοντα, τα οποία αναλαμβάνει εις τας παρούσας περιστάσεις.

Κύριοι, δεν ηξεύρω πώς να εκφράσω την χαράν μου, την οποίαν αισθάνομαι διά τον πατριωτισμόν και την ομόνοιαν, την οποίαν έδειξαν άπαντες και συνετέλεσαν εις τον σχηματισμόν υπουργείου συμφώνου προς τας επιθυμίας του έθνους. Συγχαίρω την βουλήν διά τα αισθήματα τα οποία έδειξε, καθώς και τους πολίτας, τα οποία θα είνε πρόξενα του καλού. Αυτά, κύριοι, διά της αγάπης γίνονται όλα. Είνε δύσκολα τα πράγματα, είνε δεινά. Αλλ’ όσον ημπορούμεν θα τα διευθύνωμεν μετά την ένωσιν την οποίαν εκάμαμεν, και θα εξομαλύνωμεν. Τώρα διά της αγάπης θα τελειώσωμεν το έργον. Γνωρίζετε την κατάστασιν της πατρίδος μας. Αλλ’ η αγάπη θα συντελέση πολύ, ώστε να μη δυσκολευθώμεν εις τας ανάγκας των πραγμάτων. Διά της αγάπης δε, θα φθάσωμεν εις αίσια αποτελέσματα και, πιστεύω, εις την πρόοδον του έθνους».

 _________________________________

Μπορεί ο Κανάρης να μην ήταν σπουδαίος ρήτορας, πάντως η ομιλία αυτή επιβεβαίωνε την ευαισθησία που διέπνεε τον Κανάρη, μια ευαισθησία που είχε γίνει μάλιστα παροιμιώδης. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν ήταν αληθινή η ιστορία με τον κόκορα, για τον οποίο ο Κανάρης έβαλε τα κλάματα, πάντως αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τον ποιητή Δημήτριο Κόκκο. Το αντιγράφω με πολύ μικρές, ορθογραφικές μόνο παρεμβάσεις

Ο ΠΕΤΕΙΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΝΑΡΗ

Εις την Κυψέλη τ’ όνομα αυτό ποιος δεν γνωρίζει;

στη μυρωμένη εξοχή στο σπίτι του Κανάρη,

που γύρω του ζωγραφιστό λιβάδι πρασινίζει,

κι είν’ αζωγράφιστη μακριά της θάλασσας η χάρη.

Εκεί που του πυρπολητού είν’ η καρδιά θαμμένη,

και προσκυνούν, σαν σε βωμό, κι οι Έλληνες κι οι ξένοι.

 

Εκεί ο γέρο Ναύαρχος της ώρες του περνούσε,

με μερικές του όρνιθες και μ’ ένα πετεινό του,

και κάποτε που μοναχός στον κήπο τριγυρνούσε,

ο πετεινός κυρτώνοντας, σαν φίδι, το λαιμό του,

ετραγουδούσε με χρυσό πλουμπίδι στο κεφάλι,

και λες πως ύμνο ήθελε στο ναύαρχο να ψάλει!

 

Με τον καιρό οι όρνιθες πληθαίνουν και μια μέρα

που έβοσκαν στο πράσινο του λιβαδιού χορτάρι,

και η φωνή του πετεινού ακούγονταν ως πέρα,

η ναυαρχίνα έρχεται και λέει στον Κανάρη,

πως η γιορτή του σίμωνε και πως το είχε τάξει,

εις του ναυάρχου τη γιορτή τον πετεινό να σφάξει!

 

Ο Ναύαρχος σαν τ’ άκουσε στη Δέσποινα γυρίζει,

και με μικρού παιδιού φωνή και σύγχυση, και βλέμμα,

την ώρα που κακή ψυχή σκληρά το βασανίζει

της λέει· έχεις την καρδιά πουλιού να χύσεις αίμα!

και του Κανάρη η καρδιά εσυγκινήθη,

σαν κάτι να την βάρυνε στα πέτρινά του στήθη!...

 

Σ’ αυτή του τη συγκίνηση για κάμποσο εστάθη

ο ναύαρχος, που μια φορά με το δαυλό στο χέρι

χιλιάδες έστελνε νεκρούς της θάλασσας τα βάθη

κι αιμάτωσε τα κύματα με της Τουρκιάς τ’ ασκέρι!

κτυπήθηκε κι εθάμπωσε το φλογερό του βλέμμα

γιατ’ άκουσε πως θα χυθεί του πετεινού το αίμα!


Σ’ αυτή του τη συγκίνηση για κάμποσο εστάθη

ο ναύαρχος, που μια φορά με το δαυλό στο χέρι

χιλιάδες έστελνε νεκρούς της θάλασσας τα βάθη

κι αιμάτωσε τα κύματα με της Τουρκιάς τ’ ασκέρι!

κτυπήθηκε κι εθάμπωσε το φλογερό του βλέμμα

γιατ’ άκουσε πως θα χυθεί του πετεινού το αίμα!

__________________________________________

Για το τέλος δύο φωτογραφίες από το σπίτι του Κανάρη στην Κυψέλη, που σήμερα δεν υπάρχει πια.

εφημερίδα Ελληνική, 22.06.1930



εφημερίδα Ακρόπολις, 14.03.1933



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου