29 Ιουλίου 2012

ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ ΤΟ 1948


Το Λονδίνο είναι η πρώτη πόλη μέχρι σήμερα που διοργανώνει για τρίτη φορά Ολυμπιακούς Αγώνες. Είχαν προηγηθεί οι διοργανώσεις του 1908 και του 1948. Ας κάνουμε μια σύντομη αναδρομή στη δεύτερη από αυτές, στην αποκαλούμενη και ως "στερημένη Ολυμπιάδα", την πρώτη ύστερα από δώδεκα χρόνια σιωπής, εξ αιτίας του πολέμου που μεσολάβησε (1939-1945), ο οποίος αποδείχτηκε ισχυρότερος από τα ολυμπιακά ιδεώδη της ειρήνης και της αδελφοσύνης των λαών. 
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1948 (29 Ιουλίου - 14 Αυγούστου) πραγματοποιήθηκαν σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία με τη Μ. Βρετανία, όπως και ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο να έχουν μόλις βγει από έναν καταστρεπτικό πολυετή πόλεμο. Μάλιστα, προς στιγμήν εκφράστηκαν σκέψεις διοργάνωσης των Αγώνων από μια αμερικανική πόλη, πρόταση που όμως γρήγορα απορρίφθηκε από το βρετανό βασιλιά.
Αρχικά είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον να συμμετάσχουν στους Αγώνες αντιπροσωπείες από 62 κράτη, ωστόσο τελικά δεν απέστειλαν αθλητές η Παλαιστίνη, η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Η Γερμανία και η Ιαπωνία - οι ηττημένοι του πολέμου - ήταν αποκλεισμένες από τη διοργάνωση, ενώ η Σοβιετική Ένωση δεν έλαβε μέρος, αν και έστειλε αντιπροσωπεία παρατηρητών, επειδή προγραμμάτιζε να διοργανώσει στο άμεσο μέλλον "Ολυμπιάδα για εργάτες". Πάντως, ο αριθμός των 59 κρατών και των περίπου 6.000 αθλητών που συμμετείχαν, αποτελούσε ρεκόρ για τους Αγώνες μέχρι εκείνη την εποχή. 
Αν φέτος οι Βρετανοί παραπονιούνται για τις κακές καιρικές συνθήκες και τις χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούν στην περιοχή τους, το 1948 ο καιρός ήταν πολύ πιο ζεστός. Είναι ενδεικτικό ότι η θερμοκρασία στο στάδιο του Γουέμπλεϊ, όπου πραγματοποιήθηκε η τελετή έναρξης των Αγώνων, το θερμόμετρο έδειχνε 34 βαθμούς Κελσίου. Η τελετή έναρξης πραγματοποιήθηκε μεσημέρι. Πιο συγκεκριμένα, στη 1 το μεσημέρι, δεκαπέντε σαλπιγκτές της βρετανικής βασιλικής εφίππου φρουράς εισήλθαν στο στίβο του κατάμεστου από κόσμο σταδίου - οι θεατές είχαν γεμίσει τις 82.000 θέσεις του σταδίου Γουέμπλεϊ - και κήρυξαν την έναρξη της τελετής διά του σαλπίσματος τους. 
Αμέσως μετά, η βρετανική βασιλική φρουρά παρήλασε παίζοντας διάφορα εμβατήρια, ενώ άντρες και γυναίκες ντυμένοι με λευκές ενδυμασίες έψαλλαν την ώρα που έμπαινε στο στάδιο ο βρετανός βασιλιάς Γεώργιος ΣΤ', ντυμένος επίσημα με στολή ναυάρχου και συνοδευόμενος από μέλη της οικογενείας του, τον πρόεδρο των Αγώνων λόρδο Πόρταλ, τον πρόεδρο της οργανωτικής επιτροπής λόρδο Μπέρλυ (παλιός ολυμπιονίκης του στίβου στα 400μ. με εμπόδια) και από τον πρόεδρο της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής Ζίγκφριντ Έστρομ.
Προσφωνώντας τον Βρετανό βασιλιά, ο Έστρομ αναφέρθηκε στη σημασία του ολυμπιακού ιδεώδους, την τόσο κρίσιμη εκείνη εποχή: "Οι αγώνες αυτοί είναι ζωντανή απόδειξη του κοινού δεσμού της αγάπης προς τη θέληση, η οποία συνδέει τη νεότητα του κόσμου. Εάν, ως αποτέλεσμα τον Αγώνων, το ολυμπιακό πνεύμα διαδοθεί ευρύτερα στη Γη, τότε ασφαλώς μπορούμε να αισθανόμαστε έχει επιτελεστεί μια πραγματικά αληθινή συμβολή στην ευημερία και ευτυχία της ανθρωπότητας. Οι 6000 χιλιάδες αγωνιστές, οι συγκεντρωμένοι στο Στάδιο, είναι η απάντηση σ' εκείνους που διερωτώντο πώς ήταν δυνατό να υπάρξει ολυμπιακή κίνηση στη μεταπολεμική περίοδο. Ιδού η απόδειξη της εγγενούς δυνάμεως και ζωτικότητας του ολυμπιακού κινήματος".
Μετά την ανάκρουση του βρετανικού εθνικού ύμνου, οι μουσικοί ανέκρουσαν το "Είσοδος των Μονομάχων" και ακολούθησε η παρέλαση των αθλητών. Πρώτοι μπήκαν στο στάδιο οι 67 Έλληνες αθλητές, οι οποίοι φορούσαν γκρίζα φανελένια στολή με γαλάζια γραβάτα και λευκά υποδήματα. Ακολούθησε η αποστολή του Αφγανιστάν και των υπολοίπων κρατών κατ' αλφαβητική σειρά, ενώ τελευταία εισήλθε στο στάδιο η βρετανική αποστολή. Η πλέον πολυάριθμη ομάδα ήταν η αμερικανική με τη συμμετοχή 400 αθλητών. Οι αθλητές σταματούσαν σε μεγάλα λευκά τετράγωνα στο χώρο του στίβου, τα οποία έφεραν τα ονόματα των κρατών που συμμετείχαν. Με την ολοκλήρωση της παρέλασης των αθλητών, ο βασιλιάς Γεώργιος κήρυξε από το μικρόφωνο του βασιλικού θεωρείου την έναρξη των 14ων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. 
Η ώρα ήταν 4 το απόγευμα, ενώ χιλιάδες περιστέρια που βρίσκονταν στη χλόη του σταδίου αφέθηκαν ελεύθερα πετώντας πάνω από το Γουέμπλεϊ. Παράλληλα, ο ήχος 21 τιμητικών κανονιοβολισμών δονούσε την ατμόσφαιρα σηματοδοτώντας την είσοδο του τελευταίου λαμπαδηδρόμου, του Τζον Μαρκ, αθλητή και φοιτητή του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, ο οποίος μετέδωσε το ιερό φως στον ειδικά στημένο βωμό. Ακολούθησε ο Ολυμπιακός ύμνος, οι σημαιοφόροι των εθνικών αποστολών παρατάχθηκαν κυκλικά και ο δυο φορές Βρετανός ολυμπιονίκης Ντόναλντ Φίνλεϊ απήγγειλε τον ολυμπιακό όρκο.
Το πρώτο αγώνισμα της διοργάνωσης ήταν δύο αγώνες γουότερ πόλο (Σουδία - Ελβετία: 6 - 1 και Ουγγαρία - Αίγυπτος: 4 - 2) λίγη ώρα μετά την επίσημη τελετή έναρξης. Η πρώτη χρυσή ολυμπιονίκης αλλά και η πρώτη έκπληξη των Αγώνων ήταν η γαλλίδα Μισελίν Οστερμέγιερ στο αγώνισμα της δισκοβολίας, παρόλο που δεν είχε ιδιαίτερη εμπειρία στο συγκεκριμένο αγώνισμα. Αργότερα, η Οστερμέγιερ θα κέρδιζε ακόμα ένα χρυσό στη σφαιροβολία κι ένα χάλκινο στο άλμα εις ύψος, με αποτέλεσμα να αναδειχτεί σ' ένα από τα πρόσωπα των Αγώνων, επισκιαζόμενη από την ολλανδέζα Φάνι Μπλάνκερς-Κόεν, η οποία κέρδισε συνολικά 4 χρυσά μετάλλια (100μ., 200μ., 80μ. με εμπόδια και σκυταλοδρομία 4x100). Ωστόσο, ο αθλητής που κέρδισε τα περισσότερα μετάλλια στη διοργάνωση ήταν ο Φινλανδός Veikko Huhtanen, ο οποίος κέρδισε τρία χρυσά, ένα ασημένιο και ένα χάλκινο, όλα στις γυμναστικές επιδείξεις.
Οι ελληνικές προσδοκίες ήταν αρκετά χαμηλές, εστιαζόμενες σε μια καλή εμφάνιση των αθλητών μας στο Μαραθώνιο (Στυλιανός Κυριακίδης και Αθανάσιος Ραγάζας), όπως και στο Νικόλαο Σύλλα στη δισκοβολία, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια ελπίδα για μετάλλιο. Τελικά, οι καλύτερες εμφανίσεις Ελλήνων αθλητών ήρθαν στην ελληνορωμαϊκή πάλη με το Νικόλαο Μπίρη και τον Αθανάσιο Καμπαφλή να κατακτούν την τιμητική έκτη θέση στις κατηγορίες των 57 και των 87 κιλών αντιστοίχως, ενώ ικανοποιητική μπορεί να θεωρηθεί η παρουσία και του Κωνσταντίνου Γιαταγάνα στη σφαιροβολία ανδρών κατακτώντας την ένατη θέση. Η μοναδική αθλήτρια της ελληνικής αποστολής ήταν η Δομνίτσα Λανίτου, η οποία συμμετείχε στα 80μ. μετ' εμποδίων γυναικών, όμως αποκλείσθηκε στην προκριματική φάση. 
Σε ανασκόπηση της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ μια μέρα μετά τη λήξη των αγώνων (15.08.1948), ο συντάκτης ανέφερε ότι "ουδέποτε εις την Ιστορίαν των Αγώνων έκαμεν η Ελλάς χειροτέραν εμφάνισιν. Μόνοι μας εδώσαμεν δικαίωμα εις αυτούς τους οποίους ημείς εδιδάξαμεν τον αθλητισμόν, να μας πουν ότι δεν γνωρίζομεν τι είνια Ολυμπιακοί Αγώνες". Πρωταθλήτρια σε αριθμό μεταλλίων αναδείχτηκε η ομάδα των Ηνωμένων Πολιτειών με 38 χρυσά και 84 μετάλλια στο σύνολο και ακολούθησαν η Σουηδία (16 χρυσά, 44 σύνολο), η Γαλλία (10 χρυσά, 29 σύνολο), η Ουγγαρία (10 χρυσά και 27 σύνολο), η Ιταλία (8 χρυσά, 27 σύνολο) κλπ. 
Καθώς η τηλεόραση δεν είχε ακόμα στη χώρα μας, οι Έλληνες είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν βιντεοσκοπημένες ανταποκρίσεις στον κινηματογράφο. Το "πρώτο ρεπορτάζ από το Λονδίνο" προβλήθηκε στον κινηματογράφο Σινεάκ στις 16 Αυγούστου, όπως πληροφορούμαστε από τη σχετική διαφήμιση, που δημοσιεύτηκε μια μέρα νωρίτερα στον τύπο της εποχής. 

Πηγές 
εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ: 30/07/1948, 31/07/48, 14/08/48 και 15/08/48
"Ελευθέριος Σκιαδάς, "100 Χρόνια Νεώτερη Ελληνική Ολυμπιακή Ιστορία", ΕΟΕ, 1996

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου