12 Μαΐου 2013

Χρόνια πολλά, μητέρα!

Το πρώτο δώρο που θυμάμαι να έκανα στη μητέρα μου για τη γιορτή της μητέρας ήταν την εποχή που πήγαινα στον παιδικό σταθμό. Όλα τα παιδιά είχαμε σχεδιάσει καρδιές στο χαρτόνι με τη βοήθεια της δασκάλας μας και στη συνέχεια της κόψαμε σχηματίζοντας κάρτες. Η δικιά μου ήταν χοντροκομμένη -δεν τα πήγαινα καλά στη χειροτεχνία- χρώματος κίτρινου με μια δεύτερη κόκκινη, μικρή καρδιά στο κέντρο. Και στο εσωτερικό της κάρτας η δασκάλα μας έγραψε από ένα ποιηματάκι. Δεν ξέρω αν ήταν το ίδιο για όλα τα παιδιά, όμως το δικό μου έλεγε: "Τα χέρια μου θ' απλώσω/ και δώρο θα σου δώσω./ Μ' όλη μου την καρδούλα/ γλυκιά μου μητερούλα". 

Τότε νόμιζα ότι ήταν απλά η έμπνευση της δασκάλας, που όμως εξέφραζε κι εμένα. Έπρεπε να περάσουν είκοσι και βάλε χρόνια για να συνειδητοποιήσω ότι το τρυφερό αυτό τετράστιχο ήταν μια στροφή από ένα μικρό ποίημα κάποιας Λιλής Πεζοπούλου, που, όπως διαβάζω στο ίντερνετ, έχει γράψει αρκετά παιδικά ποιηματάκια και τραγουδάκια. Η μαμά μου, πάντως, θυμάμαι ότι συγκινήθηκε πολύ, σαν να το είχα σκεφτεί και να το είχα γράψει εγώ.
Επειδή ως παιδί ήμουν πολύ ιδιότροπο, ένιωθα μέσα μου το συναίσθημα της αδικίας. Δεν ήταν δικό μου το ποίημα εκείνο και δεν έπρεπε η μητέρα μου να νομίζει ότι το είχα γράψει εγώ. Απλά δεν μου καθόταν καλά. Έτσι, τα επόμενα χρόνια όλα τα δώρα που έκανα στη μητέρα μου τη δεύτερη Κυριακή του Μαΐου ήταν ποιηματάκια που σκάρωνα και έγραφα μόνος μου. 
Την πρώτη χρονιά είχα φτιάξει μια κάρτα-καρδιά, μάλλον με τη βοήθεια της αδερφής μου, αφού το χέρι μου δεν ήταν καλό στο ψαλίδι -να φταίει ότι είμαι αριστερόχειρας;. Τις επόμενες δυο χρονιές -τόσο κράτησε το φλερτ μου με την ποίηση- οι κάρτες μου ήταν πιο απλές, ορθογώνιες, με κάποια ζωγραφιά (ένα μπουκέτο λουλούδια) ή πάλλευκες. 
Όλες, όμως, φτιαγμένες από χαρτί, με ό,τι κι αν σήμαινε αυτό για τις πιθανότητες επιβίωσης τους στο χρόνο, κάτι που τότε δεν μπορούσα να το προβλέψω. Δεν είχα την εξυπνάδα να συνειδητοποιήσω ότι η δασκάλα μας στον παιδικό είχε κάποιο σοβαρό λόγο που μας προέτρεπε να φτιάξουμε κάρτες από χαρτόνι, το οποίο όμως δεν κοβόταν εύκολα με το ψαλίδι που να πάρει... 
Δεν θυμάμαι τα ποιηματάκια που έγραψα, εκτός μόνο από το τελευταίο της τριλογίας, το οποίο ήταν αρκετά μεγάλο και συσχέτιζα το όνομα της μητέρας μου (Μαρία, δηλαδή η Παναγία) με τη γιορτή της μητέρας. Εξίσου αγνοώ τι απέγιναν εκείνες οι κάρτες. Η μητέρα μου μου είπε πριν χρόνια ότι της είχε κρατήσει, όμως πιστεύω ότι εννοούσε πως τις είχε κρατήσει μέσα της ως χειρονομίες, μιας και τις κάρτες έχω να τις δω πολλά χρόνια, όταν η μία από αυτές βρισκόταν τσαλακωμένη σ' ένα συρτάρι γεμάτο πράγματα. 
Στη συνέχεια ήρθε η εμπορευματοποίηση, όταν η αδερφή μου σκέφτηκε ν' αγοράσουμε σκουλαρίκια. Είχαμε κάτι λίγα χρήματα από τα κάλαντα -η αδερφή μου κυρίως- ή από τον παππού, αφού οι γονείς μας δεν μας έδιναν χαρτζιλίκι, και μ' εκείνα τα χρήματα η αδερφή μου αγόρασε ένα ζευγάρι σκουλαρίκια. Ήταν αργυρά; επάργυρα; Εκείνη την εποχή, ούτε τη διαφορά ήξερα ούτε και μ' ενδιέφερε να τη μάθω. Η μητέρα μου, όμως, τα φορούσε αρκετά χρόνια και θα έλεγε κανείς ότι ήταν το δώρο με τη μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, που ενδεχομένως να φοράει μέχρι και σήμερα.
Παρόλα αυτά, το δώρο το θεώρησα μάλλον υπερβολικό, αν και θυμάμαι ακόμα και το κουτάκι μέσα στο οποίο ήταν κλεισμένα τα σκουλαρίκια. Πάντως, ένα τόσο εντυπωσιακό δώρο δεν έκανα ποτέ ξανά και περιορίστηκα σε λουλούδια -κάποιες φορές αγορασμένα και κάποιες φορές κομμένα από τον κήπο- ή και απλά σε μια αγκαλιά, όταν δεν έβρισκα το χρόνο για αγορά στα κρυφά και λυπόμουν τα λουλούδια του κήπου. Εξάλλου, μεγαλώνοντας μ' έπιασε και το ανάποδο μου: δηλαδή γιατί πρέπει οι μητέρες να γιορτάζουν μια συγκεκριμένη μέρα; 
Τελικά, απ' όλα τα δώρα που έχω κάνει στη μητέρα μου για τη γιορτή της μητέρας, που δεν φημίζονται για την ποικιλία τους, αυτά που νοσταλγώ είναι τα ποιηματάκια που σκάρωσα μόνος μου. Χωρίς να είναι αριστουργήματα, ήταν δικά μου δημιουργήματα, ειλικρινή, αν και ενδεχομένως συμβατικά. Ήταν η ουσία αυτού που κατά τη γνώμη μου εκφράζει η γιορτή της μητέρας, μια αφορμή για επικοινωνία σε συναισθηματικό επίπεδο, ένα είδος εξομολόγησης από καρδιάς, που ως παιδί την έκανα με πολύ μεγαλύτερη ευκολία και άνεση, παρά τώρα που έχω μεγαλώσει κι έχω γίνει πιο πεζός σαν άνθρωπος και σαν γιος. Γιατί, αλήθεια, τέτοιες γιορτές τις απολαμβάνουμε περισσότερο σαν παιδιά και τις υποβιβάζουμε σε ρουτίνα μεγαλώνοντας; 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου